Μίλτος Πασχαλίδης στην Parallaxi: «Μετά από κάθε συναυλία στη Θεσσαλονίκη, αναρωτιέμαι γιατί δεν ζω εδώ»
Ο δημοφιλής τραγουδοποιός και ερμηνευτής μιλά για τα 30 χρόνια που συμπληρώνει στο τραγούδι και την ιδιαίτερη σχέση του με το κοινό
Πέρασαν ήδη χρόνοι 30 από τότε που ακούσαμε και πρωτοτραγουδήσαμε Μίλτο Πασχαλίδη, από τα μέσα του ’90 δηλαδή και αφού ο ίδιος είχε ήδη ξεκινήσει τα πρώτα του μουσικά βήματα με τους Χαΐνηδες στην Κρήτη.
Η μουσική του διαδρομή από τότε είναι λίγο-πολύ γνωστή, συνέθεσε και τραγούδησε σημαντικά κομμάτια, προχώρησε σε αξιομνημόνευτες συνεργασίες, είχε την ευλογία να τραγουδήσει με τις σπουδαιότερες ελληνικές φωνές και να συναντηθεί μουσικά με τους περισσότερους από τους «πεφωτισμένους» μουσικοσυνθέτες και στιχουργούς της Ελλάδας.
Κλείνοντας φέτος την τριακονταετία στο τραγούδι και αφού, όπως λέει και ο… ποιητής, τα χρόνια φεύγουν θες δε θες, αποφάσισε να το γιορτάσει. Αφού φόρεσε το επίσημο ένδυμα τον περασμένο Νοέμβρη στη Θεσσαλονίκη με τη Συμφωνική Ορχήστρα στο Μέγαρο Μουσικής, το καλοκαίρι άρχισε τις επετειακές συναυλίες εκκινώντας από το Θέατρο Βράχων και συνεχίζει σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, όπου οι πιστοί του φανς τον περιμένουν για τη γνωστή καλοκαιριάτικη μέθεξη.
Ο Μίλτος Πασχαλίδης συμπληρώνοντας 30 χρόνια στο τραγούδι μιλά στην Parallaxi, με αφορμή τις συναυλίες του στο Θέατρο Γης, σήμερα και αύριο, παρέα με τη Μελίνα Κανά, τη Βιολέτα Ίκαρη και τον Γιώργο Καζαντζή (11/6) και με το Χρήστο Θηβαίο και τη Βιολέτα Ίκαρη (12/6).
Δε θα μπορούσα να αρχίσω παρά ρωτώντας για τις ανατριχιαστικές στιγμές που έζησαν όσοι είδαν τις επετειακές σου συναυλίες στο Θέατρο Βράχων και κυρίως αυτή στην οποία έσμιξες με το Δημήτρη Αποστολάκη, φέρνοντας μνήμες από τους Χαΐνηδες…
«Το ότι παίξαμε με τον Δημήτρη και με τον άλλο τον Δημήτρη ξανά μαζί και οι τρεις ήταν όμορφο. Νομίζω τελευταία φορά παίξαμε μαζί το 2003 σε ένα φεστιβάλ νεολαίας, στις «Αναιρέσεις», δηλαδή είχαμε 20 και χρόνια να παίξουμε μαζί και πριν από αυτό άλλα δύο… Για μένα ήταν πολύ συγκινητικό που βρεθήκαμε στη σκηνή και παίξαμε το «Καπηλειό», από το ’91 που κυκλοφόρησε, μετά από 34 χρόνια. Ήταν για μένα το πιο συγκινητικό στιγμιότυπο του τριημέρου».
Είναι το Καπηλειό λίγο κάτι σαν την νεότητά μας, τα όνειρά μας;
«Δεν ξέρω τι είναι για εσάς, είναι πάντως ένα τραγούδι έκπληξη και ότι εκατοντάδες, χιλιάδες παιδιά από κάτω, που ήταν αγέννητα όταν το γράψαμε, τώρα το τραγουδάνε και αν ξεχάσω κανένα στίχο, μου τον υπενθυμίζουν».
30 χρόνια λοιπόν στο τραγούδι, πάμε για το δεύτερο ημίχρονο; Για να χρησιμοποιήσω και έναν αθλητικό όρο;
«Ααα, δε νομίζω… Δεν έχω βλέψεις να τραγουδάω άλλα 30 χρόνια! Θα είμαι 85, δεν νομίζω… Να γράφω ίσως, αλλά να τραγουδάω δεν πιστεύω».
Γενικά σκέφτεσαι κάτι για το από εδώ και πέρα;
«Κοίτα δεν σκέφτομαι τίποτα από εδώ και πέρα, γιατί είμαι ακόμα στο εδώ. Γιορτάζω τα 30 μου χρόνια, έρχομαι τώρα και Θεσσαλονίκη, μετά έχω και μια μεγάλη περιοδεία… Θα παίξω τον Σεπτέμβρη στο Ηρώδειο, είναι ένα καλοκαίρι γεμάτο δυνητικά ωραίες και συγκινητικές στιγμές, οπότε δεν σκέφτομαι το μετά, σκέφτομαι μέχρι τον Σεπτέμβρη».
Υπάρχει μια ιδιαίτερη σχέση με το κοινό της Θεσσαλονίκης;
«Το κοινό της Θεσσαλονίκης είναι το πιο ενθουσιώδες κοινό μου, δεν ξέρω αν είναι έτσι και στους άλλους συναδέλφους. Σε μένα είναι. Και κάθε φορά που τελειώνει μια συναυλία αναρωτιέμαι γιατί δεν ζω Θεσσαλονίκη. Είναι τόσο ωραία που δεν θέλω να φύγω. Μου αρέσει και ως πόλη, εντάξει κυρίως ως επισκέπτης την έχω ζήσει, αλλά μου αρέσει το κοινό της πάρα πολύ. Την ξεχωρίζω ανάμεσα σε 50 πόλεις, που ίσως πρέπει να πέσουν να με φάνε που το λέω αυτό! (γέλια)».
Αυτά τα 30 χρόνια έχουν λειτουργήσει λίγο ως απολογισμός για σένα, δηλαδή να γυρίσεις στο παρελθόν και να σκεφτείς; Ή απλά το ζεις;
«Δεν ξέρω αν υπάρχει ο απολογισμός, δηλαδή τι, κάθεσαι και σκέφτεσαι «Τι έχασα – τι κέρδισα;». Δεν νομίζω να υπάρχει αυτό.
Κάποια στιγμή κοιτάς πίσω με την έννοια της μνήμης. Κάποια στιγμή τώρα στη συναυλία στο Βύρωνα, υπήρχαν στιγμές που θυμήθηκα τον εορτασμό των 20, των 10 χρόνων με τον Μητροπάνο, θυμήθηκα τον Θάνο στα 20… Αλλά εντάξει, όχι απολογιστικά».
Αισθάνθηκες ότι ήταν και αυτοί εκεί με κάποιο τρόπο;
«Πάντα είναι εκεί γιατί είναι τα τραγούδια τους, ως φυσικές παρουσίες δεν είναι και αυτό είναι στενάχωρο».
«Υπάρχει μουσική που σε κάνει να θυμάσαι και αυτή που σε κάνει να ξεχνιέσαι»
Βλέπεις στις συναυλίες τα τελευταία χρόνια να υπάρχει κάτι διαφορετικό, ειδικά μετά τον Covid, και στις δικές σου, αλλά και γενικότερα, με τον κόσμο να συμμετέχει περισσότερο, να το έχει πιο πολλή ανάγκη, να διψά;
«Βέβαια, γιατί ο κόσμος πέρασε μια διετία, κλεισμένος και περιορισμένος και τώρα δείχνει τη λαχτάρα του. Και επίσης δεν χάνει πλέον ευκαιρίες, δεν λέει «δεν πειράζει πάμε άλλη φορά», σου λέει μη γίνει καμία στραβή και ξανακλειστούμε. Ο κόσμος έχει προσανατολιστεί περισσότερο στο εδώ και τώρα, από το να κάνει μακροπρόθεσμα σχέδια».
Και πολλοί πιτσιρικάδες. Τραγουδούσαμε θυμάμαι στο κάμπινγκ στο Ποσείδι το ’99 τις «Κακές Συνήθειες» και τώρα 19χρονα, το 2025, το τραγουδάνε ξανά, με το ίδιο πάθος, με την ίδια λαχτάρα. Αυτό πώς το εξηγείς;
«Δεν το εξηγώ, δεν είμαι μουσικολόγος, είμαι μουσικός… Δεν μ’ ενδιαφέρει να το ερμηνεύσω, απλά μ’ αρέσει πάρα πολύ. Το καμαρώνω που έρχονται τα 20χρονα και τα τραγουδάνε, αλλά δεν είναι ο ρόλος μου να το ερμηνεύσω».
Πάντως είσαι ομαδικός παίκτης, φτιάχνεις καλλιτεχνικές παρέες, έχεις κάνει πάρα πολλές συνεργασίες μέσα στα χρόνια θα έχεις και άλλες υποθέτω, είναι αναγκαιότητα αυτό;
«Κοίταξε, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι όταν εμείς λέμε, «Πάμε να κάνουμε μια συναυλία», στην πραγματικότητα λέμε «πάμε να παίξουμε». Κάτι μοναδικό που έχει η τέχνη μας, όπως και αυτή του θεάτρου και άλλες τέχνες, είναι ότι είναι ένα παιχνίδι, δεν μπορείς να παίξεις μόνος σου, πάντα θες παρέα. Εγώ όταν αντιλήφθηκα τον εαυτό μου μέσα στη μουσική, πάντα ήθελα συμπαίκτες. Πάντα το έβλεπα σαν ένα ωραίο παιχνίδι, να βρεθούμε με άλλους συναδέλφους που θαυμάζω και αγαπώ και να παίξουμε παρέα».
Βέβαια, εσύ είχες την ευλογία και το ταλέντο προφανώς, να σε βρουν, να σε επιλέξουν αυτοί οι πιο «μεγάλοι»…
«Έτσι γίνεται μωρέ. Και τώρα που εμείς είμαστε μεγαλύτεροι, βρίσκουμε τους μικρότερους.
Η τέχνη του τραγουδιού και της τραγουδοποιΐας, έχει στοιχεία σκυταλοδρομίας. Δηλαδή αν ακούω έναν τύπο που γράφει ωραία τραγούδια, μου φαίνεται ωραίο να σμίξουμε, όπως και έγινε και με εμάς τους παλιότερους. Δεν είναι πρέπει ή δεν πρέπει, είναι σχεδόν ενστικτώδες.
Έχει να κάνει όμως και με την ποιότητα; Σε μια συνέντευξή σου παλαιότερα, είχες κάνει για μένα έναν ωραίο διαχωρισμό, ανάμεσα στη μουσική πάνω στην οποία πατάμε, των παλαιότερων και υπάρχει και μουσική για να περνάμε λίγο την ώρα μας.
«Ναι, όχι έτσι ακριβώς, είχα πει ότι υπάρχει μια μουσική που στηρίζεται στη μνήμη και μια άλλη μουσική που στηρίζεται στη λήθη – δηλαδή υπάρχει μια μουσική που σε κάνει να θυμάσαι και μια μουσική που σε κάνει να ξεχνιέσαι, αυτό είναι… Εγώ υπηρετώ την μουσική που σε κάνει να θυμάσαι, δεν έχει κάτι πιο βαθύ».
«Ο Πάνος Βλάχος είναι βελτιωμένο μοντέλο μου»
Φοβάσαι ότι αυτό κάποια στιγμή μπορεί να εκλείψει, ανησυχείς για το μέλλον της ελληνικής μουσικής;
«Όχι, πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα γράφουν ωραία τραγούδια, πάντα. Στην Ελλάδα το τραγούδι είναι πολύ σημαντικό, σκέψου ότι η ποίηση έχει δώσει σε αυτή τη χώρα δύο Νόμπελ, που είναι δυσανάλογο με το μέγεθός της. Και μάλιστα, μια ποίηση που αυτούς τους δύο και τον Σεφέρη και τον Ελύτη τους τραγουδήσαμε. Θέλω να πω ότι στην Ελλάδα το τραγούδι είναι μεγάλη υπόθεση που έχει και μια παράδοση, έχει και ένα παρόν και έχει και εικάζω και ένα μεγάλο μέλλον».
Απλά δεν ξέρω αν βγαίνουν πλέον ποιητές…
Φυσικά και βγαίνουν, αλλά εντάξει ο λόγος που αυτοί πήραν Νόμπελ σημαίνει ότι δεν ξαναβγαίνουν τέτοιοι, έτσι φαντάζομαι, δεν μπορούμε να βγάλουμε καινούργιο Σεφέρη και Ελύτη, αυτό είναι χαζό, αλλά καινούργιους ποιητές έχουμε. Σε βλέπω ότι είσαι ανήσυχος για την ποίηση και το τραγούδι, εγώ δεν είμαι καθόλου. Είμαι μια χαρά αισιόδοξος».
Σε αυτή τη φάση, αισθάνεσαι λίγο… «θείος» για κάποιους νεότερους, όπως είπες αντίστοιχα θείους σου τον Νταλάρα και τον Παπακωνσταντίνου;
«Ναι θείοι μου… (γέλια). Κοίτα δεν ξέρω αν κάποιοι με αισθάνονται σαν θείο τους, πλάκα θα΄χει πάντως. Υπό μια έννοια κάποιοι 30ρηδες- 35ρηδες θα μπορούσες να πεις ότι είναι κάτι σαν τα μουσικά μου ανίψια, αλλά γενικά δεν έχω σκεφτεί σαν μεγάλος θείος, ούτε σαν ώριμος άνθρωπος. Γενικά η ωριμότητα μάλλον έχει στρίψει όταν με βλέπει!
Ο Πάνος Βλάχος σίγουρα πάντως είναι ο μικρός σου αδελφός, όπως έχεις πει…
«Σίγουρα. Είμαστε και πάρα πολύ φίλοι και σε αυτόν αναγνωρίζω πάρα πολλά κομμάτια του εαυτού μου και μάλιστα σε βελτιωμένη τους έκδοση. Είναι βελτιωμένο μοντέλο».

Οι περισσότεροι έχουμε συνδέσει τα τραγούδια σου με πάρα πολύ προσωπικές ιστορίες μας, εσύ έχεις συνδέσει κάποια κομμάτια δικά σου ή και όχι με συγκεκριμένες προσωπικές ιστορίες;
«Είναι λίγο χαοτικό αυτό. Δεν υπάρχει ένα, είναι εκατοντάδες πέρα από τα δικά μου που είναι όλα στιγμές μου. Έχω χάσει τον αριθμό, υπάρχουν πάρα πολλά τραγούδια που όταν τα ακούω θυμάμαι κάτι. Με κάθε τραγούδι έχω πάνω από 30 εικόνες οπότε, θα αδικήσω και τις εικόνες και το τραγούδι αν σου πω ένα».
Γυρνώντας λίγο πίσω στις μουσικές σου επιρροές, σε συνεντεύξεις σου έχεις πει ότι άκουγες πολύ ροκ. Αν γυρνούσες το χρόνο πίσω, θα ήθελες ο Μίλτος να είναι λίγο περισσότερο ροκ μουσικά;
«Δεν ξέρω, δεν θα άλλαζα κάτι δραματικά από το πίσω, όπως λέει και ο Σεφέρης «ό,τι πέρασε, πέρασε σωστά». Υπάρχουν τραγούδια μου που τα αγαπώ, άλλα που μου φαίνονται βαρετά, σε άλλα αναγνωρίζω τις κακοτεχνίες τους ή σε κάποια ότι είχα μια ωραία στιγμή έμπνευσης. Δεν θα άλλαζα κάτι δραματικό, οι ροκ επιρροές μου ήταν και είναι αυτές που είναι, τις χρησιμοποίησα μέχρι ένα σημείο, από αυτό το σημείο και μετά πλησίασα περισσότερο την ελληνική παραδοσιακή μουσική νομίζω.
Αν σου ζητούσα να χωρίσεις σε κάποιους σταθμούς την καριέρα σου, θα ήταν εύκολο να το κάνεις; Πέραν της δισκογραφίας…
«Όχι, δεν θα μπορούσα να το κάνω αυτό.
Σίγουρα ένα σημαντικό ορόσημο είναι η συνεργασία μου με τον Μικρούτσικο, εκεί άλλαξα σημαντικά τον τρόπο που σκέφτομαι την εργασία μας, παρόλο που ήμουν 35 χρονών, έπαιζα δηλαδή ήδη δέκα χρόνια, αν έλεγα κάποιο κομβικό σημείο, θα έλεγα η συνάντησή μου με τον Θάνο».
Σχετικά με τους νέους και επειδή και η μεγάλη σου η κόρη, η Ευγενία, ασχολείται ήδη με τη μουσική, έχεις κάτι να συμβουλέψεις;
«Το μόνο που έχω να πω είναι να κάνουν του κεφαλιού τους, τίποτα άλλο, με την έννοια να μην κάνουν δεύτερες σκέψεις, να γράφουν τις μουσικές τους χωρίς να σκέφτονται ποιος θα το ακούσει αυτό, ή ποιο θα είναι το κοινό τους ή ποιους αφορά. Να γράφουν αυτά που θέλουν».
Ο καλλιτέχνης πιστεύεις ότι πρέπει να παίρνει θέση στα τεκταινόμενα στη χώρα του και παγκοσμίως, είναι υποχρέωσή του να μιλάει;
Όχι δεν είναι υποχρέωση, μπορεί να μιλάει μόνο αν θέλει, τι πάει να πει υποχρέωση; Αν θέλει και νιώθει την ανάγκη, ας το κάνει. Προσωπικά αισθάνομαι ότι είμαι κοινωνικό ον και αισθάνομαι ότι όσοι με ακούνε καταλαβαίνουν και πέντε πράγματα απ΄ τα τραγούδια μου. Όποτε θέλω θα πάρω θέση σε πράγματα που με καίνε έξω απ΄ την εργασία μου. Τώρα αν κάποιος αισθάνεται την ανάγκη ή δεν αισθάνεται αυτή την ανάγκη, το σέβομαι.
Η Γιώτα Νέγκα μας είπε, τις προάλλες σε μια συνέντευξη, ότι κάποιοι καλλιτέχνες ίσως αυτοπεριορίζονται. Θέλουν ενδεχομένως να εκφραστούν, αλλά δεν το κάνουν για άλλους λόγους. Για παράδειγμα συμβαίνουν όσα συμβαίνουν τώρα στη Γάζα…
«Εγώ μιλάω, γιατί δεν μπορώ να μην μιλήσω. Βλέπεις μικρά παιδιά. Έχω παιδιά, δεν μπορώ. Με ξεπερνάει αυτό, ξεπερνάει και την τέχνη μου. Από την άλλη μεριά ένας άνθρωπός που δεν θέλει να εκθέτει τις μη καλλιτεχνικές του απόψεις, τον σέβομαι. Δηλαδή τι να πω; Δεν το θεωρούν υποχρεωτικό να μιλάμε για αυτά τα πράγματα. Για μένα είναι. Άλλα ξέρεις και κάτι; Όσο μεγαλώνει ο άνθρωπος γίνεται πιο ευρύχωρος, δεν θέλει να μιλάει για κάποια πράγματα, εγώ αυτό το σέβομαι».
Θα μπορούσε το Madleen, αυτό το καράβι που ξεκίνησε για την Γάζα, με ανθρωπιστική βοήθεια, να σε εμπνεύσει να γράψεις κάτι;
«Δεν γράφω όταν συμβαίνουν τα πράγματα, γράφω με την μνήμη τους. Δηλαδή μπορεί σε τρία χρόνια να γράψω κάτι. Τώρα όχι».
Όπως αντίστοιχα να γράψεις και για τα Τέμπη…
«Δεν ξέρω, ποτέ δεν ξέρεις.
Μου φαίνεται εξίσου άγριο αυτό με τα Τέμπη, δηλαδή όταν ακούω το τραγούδι του Φοίβου, ταράζομαι. Δεν ξέρω, δεν σε ρωτάει μερικές φορές. Πάντως επειδή γράφω τραγούδια 35 χρόνια, ξέρω ότι ποτέ δεν γράφω τραγούδια εν θερμώ, όταν συμβαίνουν τα πράγματα, είτε μέσα – είτε έξω. Δηλαδή και εγώ όταν είμαι κάπως δεν γράφω ποτέ εκείνη την ώρα, μόνο αργότερα».
Δεν το αποφεύγω, έτσι είμαι, δεν κάνω τίποτα εν θερμώ, το μόνο που κάνω εν θερμώ είναι να αγκαλιάζω τις κόρες μου και τη γυναίκα μου».
Τώρα που είπες κόρη, πάντως και εδώ στη Θεσσαλονίκη σε απολαύσαμε στο Μέγαρο Μουσικής με τη μικρούλα, τη Χριστίνα, τι όμορφες στιγμές ήταν αυτές; Σε άλλαξε πολύ η δεύτερή κόρη ειδικά;
«Και η πρώτη και η δεύτερη. Αν δεν σε αλλάζουν τα παιδιά κάτι στραβό συμβαίνει μέσα σου».
Φοβάσαι όμως ως γονιός; Εφηβική βία, κινητά, υπολογιστές…
«Εντάξει τώρα κάθε γενιά θα βρει την άκρη της. Εγώ γεννήθηκα μέσα στη χούντα, τι πάει να πει ότι δεν έπρεπε να με κάνουν; Θέλω να πω ότι κάθε γενιά βρίσκει την άκρη της, έχει τις δυσκολίες και τους κινδύνους της. Τα παιδιά δεν είναι του εαυτού μας, είναι του εαυτού τους, εμείς είμαστε δίπλα τους να συμπαριστάμεθα και κατά τα άλλα θα τα βρουν.
Μιας και είπες χούντα όμως, μήπως είναι και αυτό που ζούμε μια άλλη μορφή χούντας;
«Όχι όχι, δεν βάζω χαρακτηρισμούς. Εγώ είπα ότι γεννήθηκα στην εποχή της χούντας, δεν βάζω χαρακτηρισμούς σε άλλες εποχές. Δεν ζούμε σε χούντα, ζούμε σε ένα καθεστώς σχετικά ελεύθερο.
Φυσικά, όπως έλεγε ένας ποιητής των Εξαρχείων, ο Αργύρης Μαρνέρος: «Κανείς δεν θα σου φορέσει αλυσίδες, αν δεν τον αφήσεις να σου πάρει τα μέτρα» αν τον αφήσεις θα σου φορέσει, αλλά δεν βάζω τέρατα με το μυαλό μου, κάθε παιδί και κάθε γενιά θα βρει το δρόμο του/της πιστεύω.
Εποχή περισσότερης βίας, ίσως. Είναι άγρια η εποχή και άγριες στιγμές έρχονται, αλλά αυτά τα πράγματα δεν είναι μέσα στη μουσική μου, δηλαδή τι να σου πω, να κάνουμε κριτική για την εποχή; Υπάρχουν πράγματα που δεν ξέρω να τα πω, ούτε με αφορούν. Μας ρωτάτε πράγματα που δεν τα γνωρίζουμε. Ως γονέας απαντώ ότι έχω κανονικές ανησυχίες όπως κάθε γονέας, αλλά όχι με υπερβάλλοντα τρόπο για την εποχή».
Υπάρχει κάποια ταινία ή κάποιο βιβλίο που σε έχουν αλλάξει, κάποιος φιλόσοφος ενδεχομένως;
«Όχι, δεν έχω αλλάξει από κάτι που διάβασα, έχω συγκινηθεί από χιλιάδες πράγματα, γιατί είμαι ένας άνθρωπος που διαβάζει μανιωδώς. Κάτι που να μου έχει αλλάξει τη ζωή, όχι, δεν υπάρχει. Δεν έχω ένα μότο που να με άλλαξε, αλλά αγαπώ πάρα πολλά πράγματα φυσικά».
Έχεις γράψει τέσσερα βιβλία, θα πας για το πέμπτο; Επίσης έχεις υπάρξει και ραδιοφωνικός παραγωγός. Θυμάσαι κάτι από τότε;
«Σωστά. ήμουν ραδιοφωνικός παραγωγός στο Ηράκλειο Κρήτης για μια δεκαετία και στο κρατικό ραδιόφωνο και σε ιδιωτικά. Δεν θυμάμαι, έχουν περάσει και πόσα χρόνια, αλλά το θυμάμαι με τρυφερότητα, είναι έξω από τη ζωή μου εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Για βιβλίο, δεν γράφω κάτι τώρα, ίσως προσεχώς. Κάποια στιγμή θα συνεχιστεί, αλλά όχι τώρα».
*Εικόνες από Eurokinissi