Ελλάδα

Η κραυγή της κοινωνικής αντιπολίτευσης εκθέτει της αδυναμία της πολιτικής

Τι γίνεται όταν τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν μπορούν να εκφράσουν έναν λαό που καταφέρεται κατά της κυβέρνησης; Πολιτικός επιστήμονας μιλά στην Parallaxi

Αλέξανδρος Βασιλείου
η-κραυγή-της-κοινωνικής-αντιπολίτευσ-1272050
Αλέξανδρος Βασιλείου

Την Κυριακή η Ελλάδα βγήκε στους δρόμους, μίλησε, φώναξε, ούρλιαξε το αίτημα της για δικαιοσύνη. Μια δικαιοσύνη αργή, που εγείρει καχυποψία, θυμό, ματαιότητα. Σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, οι πολίτες εξέφρασαν την δυσαρέσκειά τους, έδειξαν πως  δεν είναι ικανοποιημένοι από την κατάσταση που ζούμε, δεν εμπιστεύονται θεσμούς και κυβέρνηση, δεν θεωρούν δίκαιη τη δικαιοσύνη

Ο κόσμος εκφράζεται κοινωνικά, δείχνει να μην υποστηρίζει πολλές από τις κυβερνητικές πολιτικές. Πορείες, διαδηλώσεις, ομαδοποιήσεις. Και στην κορυφή όλων των προβλημάτων, τα Τέμπη. Δείχνει μια γενικότερη απαξίωση στο πολιτικό και κομματικό σύστημα της χώρας. Δεν είναι μόνο η κυβέρνηση που δεν ικανοποιεί τα αιτήματα της κοινωνίας, αν και σίγουρα φέρει τη μεγαλύτερη ευθύνη.

Συλλαλητήριο στην πλατεία Συντάγματος για το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη, με συνθήματα “Δεν έχω οξυγόνο” και “Κανένα έγκλημα χωρίς τιμωρία”, από τον “Σύλλογο Πληγέντων Δυστυχήματος Τεμπών”, Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2025. Όπως τονίζεται στην ανακοίνωση που ανάρτησαν οι συγγενείς των θυμάτων, ζητούν την άμεση έρευνα για την έκρηξη του παράνομου χημικού φορτίου και τη φωτιά που έκαψε ζωντανά 30 άτομα, τα οποία είχαν επιζήσει από τη μοιραία σύγκρουση, ενώ αίτημά τους είναι να δοθούν εξηγήσεις από τον υποψήφιο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνου Τασούλα “για το θάψιμο των δικογραφιών για τα Τέμπη στα συρτάρια της Βουλής”. (ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI)

Η μεγάλη συζήτηση που ανοίγει εδώ είναι πως, ο κόσμος μιλά, διεκδικεί , αντιπαρατίθεται. Τα κόμματα; Τι γίνεται όταν τα κόμματα μιας χώρας δεν μπορούν να εκφράσουν μια κοινωνία που φέρεται ενάντια στις κυβερνητικές πρακτικές;

Η κυβέρνηση φθείρεται, η αντιπολίτευση δεν πείθει.

Eurokinissi

«Ο πρόεδρος της μεγαλύτερης κοινοβουλευτικής ομάδας που δεν συμμετέχει στην κυβέρνηση ονομάζεται αρχηγός της αντιπολίτευσης και έχει ειδικά δικαιώματα που αναγνωρίζονται από τον Κανονισμό της Βουλής και τις ισχύουσες διατάξεις». Κάπως έτσι μάς εισάγει ο Κανονισμός της Βουλής των Ελλήνων στον όρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, περί ου ο λόγος πολύς τον τελευταίο καιρό.

Και ο λόγος πολύς, εδώ και καιρό. Ξεκινάμε με το «θρίλερ» που διαδραματίστηκε στα τέλη του Νοέμβρη, όταν ο Στέφανος Κασσελάκης έχοντας χάσει πια την ιδιότητα του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ αποχώρησε από το κόμμα της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με αυτές τις εξελίξεις, στην θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης πέρασε πια το ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ και ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι πια ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Όποιο κι αν είναι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δε φαίνεται να πείθει τον κόσμο σε βαθμό ικανοποιητικό ώστε να το εμπιστευτεί ενώ παρά την όποια συναίνεση που επιτυγχάνουν τα προοδευτικά κόμματα εντός του Κοινοβουλίου, μικρή διάθεση δείχνουν για συνεργασία, προτάσεις κ.ό.κ.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ήμουν κι εγώ εκεί

Κι ενώ η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας παραμένει αυτοδύναμη και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν και πάλι μεγάλη διαφορά από το δεύτερο πλέον ΠΑΣΟΚ (παρά τη φθορά της ΝΔ που παρατηρείται ήδη από τις Ευρωεκλογές) η κατάσταση μοιάζει μη αναστρέψιμη.

Το οξύμωρο εδώ είναι το εξής: η κοινωνία δε δείχνει να είναι ικανοποιημένη από το πως πηγαίνουν τα πράγματα. Χαρακτηριστικά, δημοσκόπηση της Metron Analysis στις 19 Δεκεμβρίου του 2024 αποτυπώνει πως το 62% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι τα πράγματα πάνε προς τη λάθος κατεύθυνση και μόνο το 32% ότι κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση. Ακόμη, οι αρνητικές γνώμες για την κυβέρνηση ακολουθούν το γενικότερο κλίμα δυσαρέσκειας. Έτσι το 59% έχει αρνητική γνώμη για την κυβέρνηση και μόνο το 31% έχει θετική.

Από την άλλη πλευρά, στα social media, η δυσαρέσκεια για την κυβέρνηση είναι ιδιαίτερα έντονη ενώ τα χάσταγκ Νέα Δημοκρατία, Κυριάκος Μητσοτάκης αλλά και Άδωνις Γεωργιάδης είναι συχνά αντικείμενο σχολιασμού, συνήθως αρνητικής χροιάς.

Πέραν της ακρίβειας, του πληθωρισμού, της στέγασης κ.ό.κ., η κυβέρνηση είναι «στο στόχαστρο» και για την υπόθεση των Τεμπών. Το ηχητικό ντοκουμέντο που ήρθε στο φως εντείνει ακόμη περισσότερο την κατάσταση δυσπιστίας προς τους θεσμούς της χώρας και την ανάμειξη της κυβέρνησης.

Ειδικά για τα Τέμπη, όταν συνέβη η σύγκρουση, κόσμος βγήκε στους δρόμους, φώναξε, διαδήλωσε και φάνηκε πως αποδοκίμασε σθεναρά την στάση της κυβέρνησης αναφορικά με τραγικό δυστύχημα του οποίου τα αίτια ακόμη διερευνώνται. Οι εκλογές όμως, λίγους μήνες μετά, έδειξαν μια πολύ διαφορετική εικόνα. Με 41% η κυβέρνηση επανεξελέγη και πάλι αυτοδύναμη.

Η κοινωνική αντιπολίτευση

Συλλαλητήριο στην πλατεία Συντάγματος για το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη, με συνθήματα “Δεν έχω οξυγόνο” και “Κανένα έγκλημα χωρίς τιμωρία”, από τον “Σύλλογο Πληγέντων Δυστυχήματος Τεμπών”, Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2025. Όπως τονίζεται στην ανακοίνωση που ανάρτησαν οι συγγενείς των θυμάτων, ζητούν την άμεση έρευνα για την έκρηξη του παράνομου χημικού φορτίου και τη φωτιά που έκαψε ζωντανά 30 άτομα, τα οποία είχαν επιζήσει από τη μοιραία σύγκρουση, ενώ αίτημά τους είναι να δοθούν εξηγήσεις από τον υποψήφιο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνου Τασούλα “για το θάψιμο των δικογραφιών για τα Τέμπη στα συρτάρια της Βουλής”. (ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI)

Είναι φανερό πως οι πολίτες εναντιώνονται σε μεγάλο βαθμό στο κυβερνών κόμμα ή, τουλάχιστον, σε μεγάλη μερίδα των αποφάσεών του. Και, ενδεχομένως οι υποστηρικτές του κόμματος να είναι πολλοί, όμως σίγουρα υπάρχουν και πολύ αντίθετοι. Αυτοί, όμως, δεν αποτυπώνονται πραγματικά μέσα στο Κοινοβούλιο.

Η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν πίσω από την ΝΔ με πάνω από 20 μονάδες διαφορά ενώ η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση του ΠΑΣΟΚ σχεδόν άγγιζε τις 30 μονάδες διαφορά. Αριθμητικά, 156 βουλευτές βρίσκονται στην ΝΔ ενώ μόλις 31 στο ΠΑΣΟΚ. Εκ των πραγμάτων, ο αντίλογος δεν μπορεί να είναι μεγάλος.

Και ενώ τα κόμματα μπορεί να έχουν ως σκοπό σκληρή αντιπολίτευση, το γεγονός ότι επιλέγουν να την κάνουν μεμονωμένα και όχι συσπειρωμένα καθόλου δε βοηθά έναν αντίλογο ικανό για διαπραγμάτευση και συζήτηση.

Ο δρόμος δείχνει πως έχουμε κοινωνική αντιπολίτευση. Δεν φαίνεται να έχουμε, όμως, τα πολιτικά κόμματα να την μετουσιώσουν και να παρακινήσουν τον κόσμο να τους εμπιστευτεί.

Η τελευταία εκλογική αναμέτρηση των Ευρωεκλογών επιβεβαιώνει αυτόν τον ισχυρισμό. Χαρακτηριστικά, ενώ σημειώνεται μια «ελεύθερη πτώση» της ΝΔ, χάνοντας περίπου 12,5% από τις εθνικές εκλογές, με αισθητή υποχώρηση και στις ηλικιακές ομάδες των νέων κανείς δεν κερδίζει αυτές τις ομάδες, παρά μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ- που περνάει πρώτος εκεί- αλλά όχι λόγω δικής του επιτυχίας, μάλλον λόγω αποτυχίας που καταλογίζουν οι γενιές αυτές στη Νέα Δημοκρατία.

Ο Αντώνης Γαλανόπουλος, Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ και Συντονιστής project στο Ινστιτούτο Eteron, μιλά στην Parallaxi για το ζήτημα της αντιπολίτευσης των κομμάτων, τις αιτίες της αποξένωσης των πολιτών από τις πολιτικές διαδικασίες, βοηθώντας να κατανοήσουμε βαθύτερα τους λόγους της διπλής πραγματικότητας: του δρόμου και του Κοινοβουλίου.

Πιστεύω ότι ένα βασικό εμπόδιο στο να εκφραστεί αποτελεσματική κοινοβουλευτική αντιπολίτευση, είναι κατά βάση η πολυδιάσπαση και ο κατακερματισμός της αντιπολίτευσης στο κοινοβούλιο»,  ξεκινά ο Α. Γαλανόπουλος προσπαθώντας να δώσει μια ερμηνεία στην αναποτελεσματική, κατά τα φαινόμενα, αντιπολίτευση. «Βλέπουμε συνεχώς νέα κόμματα ή νέες προσπάθειες για τη δημιουργία κομμάτων να ξεπηδούν από προηγούμενους πολιτικούς σχηματισμούς. Όπως γνωρίζουμε, στο χώρο που κατείχε ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή είναι γύρω στις πέντε πολιτικές ομάδες, πέντε πολιτικά κόμματα. Αυτό σίγουρα μειώνει την ικανότητα των κομμάτων να ασκούν αποτελεσματική και επαρκή αντιπολίτευση στην κυβέρνηση.

Ένα άλλο στοιχείο ενδεχομένως που επηρεάζει σε σχέση με το κομμάτι της αντιπροσώπευσης είναι μια αμηχανία των κομμάτων να εκφράσουν έναν εναλλακτικό ή ριζοσπαστικό αν θες πολιτικό λόγο. Αυτό σημαίνει ότι αιτήματα που μπορεί να υπάρχουν στην κοινωνία και να εκφράζονται σε πορείες, διαδηλώσεις ή και συναυλίες όπως είδαμε τελευταία στη μεγάλη συναυλία για τα Τέμπη, δεν βρίσκουν έκφραση μέσω των πολιτικών κομμάτων. Γιατί φαίνεται, ενίοτε, οι κοινωνικές δυναμικές, οι εκφράσεις που επιλέγουν οι άνθρωποι στο δρόμο ή στις εκδηλώσεις αυτές που περιγράψαμε πριν, να είναι κάπως πιο προωθημένες από ότι ο λόγος και οι εκφράσεις οι αντιπολιτευτικές– εννοώ τα αιτήματα και οι θέσεις, όχι ο λόγος ως ομιλία-  των κοινοβουλευτικών κομμάτων. Αυτό οδηγεί εν μέρει και στο να μένει μια σειρά κοινωνικών ομάδων ή μια σειρά κοινωνικών αιτημάτων χωρίς αντιπροσώπευση στο θεσμικό πολιτικό πεδίο».

Οι προοδευτικές δυνάμεις, ας πούμε, της Βουλής, που έχουν κάποιες βασικές κοινές αρχές και αξίες, γιατί δεν μπορούν καθόλου να βρουν έναν κοινό τόπο ώστε να εκφράσουν πιο αποτελεσματικά την δυσαρέσκεια και την αντίθεση στις πρωτοβουλίες του κυβερνώντος κόμματος;

Το πρόβλημα εδώ νομίζω είναι διπλό. Αφενός, ξεχωριστά κάθε κόμμα έχει να αντιμετωπίσει την ενδεχομένως ελλιπή αξιοπιστία που έχει απέναντι στο εκλογικό κοινό. Γιατί ακόμα και αν τα κόμματα πουν τα σωστά πράγματα, ακόμα και αν εκφράσουν τα αιτήματα που υπάρχουν στο κοινωνικό πεδίο και τα φέρουν στο κοινοβούλιο ή τα εντάξουν στον πολιτικό τους λόγο, υπάρχει και το ζήτημα της δυσπιστίας του εκλογικού σώματος. Το αν θεωρεί το εκλογικό σώμα ότι μπορείς όντως να πραγματώσεις το αίτημα τους ή την υπόσχεσή σου εάν τυχόν σε ψηφίσουν. Αυτό είναι κάτι που αντιμετωπίζουν τα κόμματα ξεχωριστά. Το να πρέπει να πείσουν δηλαδή και ότι εκφράζουν τα αιτήματα αλλά και το ότι μπορούν να τα υλοποιήσουν.

Αυτό είναι ένα πλήγμα που έχει δεχθεί ο προοδευτικός χώρος και κυρίως οι δύο μεγάλες δυνάμεις του, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ και το δεύτερο πρόβλημα είναι αυτό που περιέγραψες, η αδυναμία, θα έλεγα από τις εκλογές του 2019 κιόλας αν το σκεφτείς, να βρεθεί ένα πλαίσιο προγραμματικής συμφωνίας μετεκλογικά, προεκλογικά, σε οποιαδήποτε φάση της πολιτικής ζωής, ώστε να υπάρξει ένα κοινό προοδευτικό αντιπολιτευτικό μέτωπο απέναντι στην κυβέρνηση. Τώρα γιατί. Υπάρχει προφανώς η δυσπιστία μεταξύ των ίδιων των κομμάτων. Όλα τα κόμματα έχουν μία ιστορία και οι πολιτικοί, που μπορεί να έχουν ενοχλήσει τα εκλογικά ακροατήρια ενός άλλου κόμματος. Η συμφιλίωση αυτών των διαφορετικών εκλογικών ακροατηρίων είναι αρκετά δύσκολη υπόθεση. Το θυμικό των ψηφοφόρων αλλά και των πολιτικών στελεχών παίζει σημαντικό ρόλο στο να δημιουργηθούν σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ τους. Το πρώτο πράγμα δηλαδή για να δομηθεί μια τέτοια σχέση, να ξεκινήσει δηλαδή μια απόπειρα συνεργασίας, είναι μια μορφή οικοδόμησης εμπιστοσύνης.

Το δεύτερο είναι και ο λεγόμενος ναρκισισμός της μικρής διαφοράς. Αντί να εστιάζεις σε ζητήματα που είναι κομβικά για τους πολίτες, όπως τα ζητήματα της ακρίβειας ή της αυταρχικοποίησης που έχουμε δει στην χώρα με την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, τα κόμματα επιλέγουν να εστιάζουν σε μικρές διαφορές που μπορεί να έχουν μεταξύ τους ενίοτε δευτερεύουσες ή διαφορές που δεν αφορούν την κοινωνία για να δημιουργήσουν μια απόσταση μεταξύ τους. Αυτό συμβαίνει προφανώς για λόγους κομματικής επιβίωσης.

Και πάλι, όμως, δεν είναι αντιληπτό στα κόμματα ότι τέτοια ζητήματα που αφορούν το εσωτερικό ενός κόμματος δεν ενδιαφέρουν τόσο πολύ τον πολίτη και τον μελλοντικό δυνητικό ψηφοφόρο. Είδαμε πρόσφατα μια συζήτηση, μια αντιπαράθεση κομματικών στελεχών του προοδευτικού χώρου για το ποιος μίλησε πρώτος για την επιστροφή των δώρων, του 13ου και το 14ου μισθού. Δεν νομίζω, όμως, ότι ο ψηφοφόρος που παρακολουθεί τη συζήτηση ενδιαφέρεται πάρα πολύ να βάλει στη σειρά ποιος έκανε την πρόταση πρώτος, δεύτερος, τρίτος. Τον ενδιαφέρει αν θα αυξηθεί το εισόδημά του. Αν θα μπορέσει η αντιπολίτευση να πιέσει επαρκώς την κυβέρνηση για να ικανοποιήσει το εκάστοτε αίτημα των πολιτών, να αντιμετωπίσει για παράδειγμα την ακρίβεια ή οτιδήποτε άλλο».

Βλέπουμε ότι το κυβερνών κόμμα παρουσιάζει φθορά δημοσκοπικά από τις εκλογές του 2023 αλλά δεν βλέπουμε ταυτόχρονα να ανεβαίνει και κάτι άλλο.

«Είναι σαφές ότι υπάρχει μια αποξένωση ψηφοφόρων, όχι μόνο των νέων. Μπορεί να είναι κυρίαρχη έκφραση η πολιτική αποξένωση στην νεολαία, ας πούμε, στην νέα γενιά, αλλά το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες ηλικίες. Αποξένωση από την πολιτική, με την έννοια της θεσμικής πολιτικής διαδικασίας, δηλαδή των εκλογών ή της συμμετοχής σε κόμματα.

Η πτώση του ενδιαφέροντος και της οργανωμένης συμμετοχής των πολιτών στα κόμματα είναι δεδομένη. Και αυτό προφανώς αποτυπώνεται όταν έρχεται και η ώρα των εθνικών εκλογών, ή και των ευρωπαϊκών, αλλά εννοώ σε εθνική κλίμακα τις εκλογές, που σε τρεις-τέσσερις συνεχόμενες διαδοχικές εκλογικές διαδικασίες το ποσοστό της συμμετοχής πέφτει συνεχώς. Έχουμε ιστορικά υψηλό ποσοστό αποχής. Δεν μπορεί κάποιος να πει ότι υπάρχει το ίδιο ενδιαφέρον με αυτό που υπήρχε παλιότερα. Κανένα κόμμα προς το παρόν δεν έχει σκεφτεί ποιος είναι ο λόγος που όλοι αυτοί οι ψηφοφόροι απομακρύνονται.

Αυτό είναι το πιο κρίσιμο, θα έλεγα, και για τα κόμματα, και για τη δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος, και για τις προοπτικές της προοδευτικής αντιπολίτευσης. Ο τρόπος να αυξηθούν τα προσοστά του προοδευτικού χώρου είναι όντως να μπορέσει να κερδίσει πίσω ψηφοφόρους, φέροντας τους πίσω στην πολιτική διαδικασία. Το βλέπουμε ξεκάθαρα ότι  η πολιτική αποξένωση είναι προφανώς σύμπτωμα αυτής της δυσπιστίας. Δεν πιστεύουν ότι μπορούν να βρουν λύσεις στα προβλήματά τους, στα προβλήματα της καθημερινότητας, μέσα από την πολιτική. Μέσα από τα κόμματα, τους θεσμούς ή τις εκλογές. Αυτό είναι ένα πολύ κρίσιμο ζήτημα για το πώς λειτουργεί μια δημοκρατία. Αν χαθεί η εμπιστοσύνη απέναντι στους δημοκρατικούς θεσμούς, μετά τα πράγματα είναι πάρα πολύ δύσκολα».

Παρατηρούμε κιόλας πως κάθε φορά που πάει να γίνει μια κουβέντα, για μια συσπείρωση κομμάτων, έχουμε μετά και παιχνίδια από την άλλη πλευρά. «Συνεργασία με δραχμιστές, «συνεργασία με αυτούς που τότε…» κλπ.

«Νομίζω ότι αυτό είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Το να είμαστε στο 2025 και να έχουμε πάνελ στις τηλεοπτικές εκπομπές που συζητούν ακόμα για το 2015. Δεν είναι μακριά, έτσι; Στο βάθος του ιστορικού χρόνου μια δεκαετία δεν είναι κάτι πολύ. Οι συνθήκες όμως του κόσμου έχουν αλλάξει πάρα πολύ. Το να θεωρούμε ότι κρίσιμο αυτή τη στιγμή είναι τα κόμματα ή οι πολιτικοί που βγαίνουν σε μια εκπομπή, σε μια εκδήλωση θα είναι να πάρουν θέση για το τι έγινε το πρώτο εξάμενο του 2015 το οποίο είναι και στην επικαιρότητα λόγω της δεκαετίας που συμπληρώνεται, τι προσφέρει και σε ποιον; Προσφέρει μόνο στην αντιπαράθεση, μόνο στον καυγά, σε ένα τηλεοπτικό πάνελ.

Και ίσως προσφέρει και στο να αποφεύγεις να συζητήσεις για τα σημερινά προβλήματα. Εύλογα όμως κάποιος μετά θα αλλάξει κανάλι ή θα κλείσει την τηλεόραση που ενδεχομένως να το κάνει και γίνει καλό αλλά μετά θα αγνοήσει και όλη την κομματική αντιπαράθεση.

Αναγνωρίζοντας τη σημασία της συμμετοχής στην πολιτική, στις εκλογές, δεν πρέπει αυτή η ανησυχία μας για την απουσία της συμμετοχής, για την δυσπιστία των πολιτών, να συνοδεύεται με μια απαξίωση ενδεχομένως εναλλακτικών μορφών πολιτικής δράσης που έχει βρει ένα μέρος των συμπολιτών μας.

Φαίνεται ότι υπάρχει μια μερίδα κόσμου που εξερευνά και διαφορετικούς δρόμους πολιτικής δράσης, πολιτικής ενεργοποίησης. Αυτοί δεν πρέπει να απαξιωθούν. Απλώς πρέπει να βρούμε ως πολιτεία, ως δημοκρατική πολιτεία, τρόπους ο κόσμος να συμμετέχει στην πολιτική.

Αυτό είναι ευθύνη όλων των κομμάτων.  Δηλαδή είναι η πρώτη ευθύνη των κομμάτων, θα έλεγα. Πρώτα απ’ όλα πρέπει να φέρνεις τον ψηφοφόρο στην πολιτική, στην πολιτική διαδικασία. Και να μην τον φέρνεις μόνο ως κοινό που παρακολουθεί».

Ο Αντώνης Γαλανόπουλος καταλήγει, λέγοντας πως «όταν μετατρέπεις την πολιτική απλά σε ένα τηλεοπτικό θέαμα, ή σε ένα θέαμα τέλος πάντων για τις οθόνες των smartphone μας πια και όχι της τηλεόρασης, βάζεις τον πολίτη στη θέση ενός παθητικού θεατή ή του ανθρώπου που θα σκρολάρει μέσα στα βίντεο και ίσως πετύχει τον Χ, Ψ πολιτικό να του λέει κάτι που είναι ή δεν είναι ενδιαφέρον.

Δεν έχει σκεφτεί κάποιος πως αυτόν θα πρέπει κάποια στιγμή να τον ακούσεις κιόλας.

Δηλαδή δεν είναι μόνο να τον κάνεις να μην σκρολάρει μόλις εμφανιστεί το βίντεό σου και να τον κάνεις να σε παρακολουθήσει. Το θέμα είναι να ακούσεις κιόλας, να ακούσεις τι τον απασχολεί».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ψυχές που μιλούν
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Η σιωπή των media
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα