Πόλεμος στην Ουκρανία: Τρία βασικά σενάρια για τις συνέπειες στην ελληνική οικονομία
Οι πολίτες χαρακτηρίζουν την ακρίβεια ως το βασικό πρόβλημα, σύμφωνα με νέα δημοσκόπηση.
Σε ένα ρευστό σκηνικό με μεγάλες αβεβαιότητες και ουδεμία ορατότητα για λήξη των εχθροπραξιών κινείται το οικονομικό επιτελείο έναν μήνα μετά την εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία, προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα στην πίεση για στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων, λόγω των μεγάλων ανατιμήσεων σε προϊόντα και υπηρεσίες, και την ανάγκη για δημοσιονομική σταθερότητα ώστε να μη βρεθεί η χώρα απέναντι σε δυσάρεστες δημοσιονομικές καταστάσεις.
Με τα περιθώρια του προϋπολογισμού να έχουν εξαντληθεί αυτή τη στιγμή για νέα μέτρα, εάν και εφόσον χρειαστούν, και τον πληθωρισμό να αποτελεί μεγάλη πηγή ανησυχίας, καθώς ροκανίζει μισθούς και καταθέσεις, ενώ δυναμιτίζει την ανάπτυξη, στο υπουργείο Οικονομικών προτάσσουν τη δημοσιονομική σύνεση ως ανάχωμα στους κλυδωνισμούς που απειλούν την ελληνική οικονομία.
Τρία βασικά σενάρια
Στο υπουργείο Οικονομικών έχουν εκπονήσει τρία βασικά σενάρια για τις επιπτώσεις στην οικονομία που συνδέονται με τη διάρκεια του πολέμου και τις τιμές των καυσίμων, από τα οποία προκύπτει ποια μπορεί να είναι η ζημιά στο ΑΕΠ και το έλλειμμα.
Πρόκειται για ένα ήπιο, ένα δυσμενές και ένα εξαιρετικά δυσμενές σενάριο, με διαφορετικά δεδομένα για τις επιπτώσεις σε ΑΕΠ, πληθωρισμό και δαπάνες. Οι επιπτώσεις στην ανάπτυξη ξεκινούν από 0,5 έως και 2 μονάδες. Αυτό σημαίνει ότι το ΑΕΠ της χώρας το 2022 θα υπολογίσει από το 4,5% έως και 2,5%.
Επίσης, εκτιμάται ότι στο καλό σενάριο θα υπάρξει διεύρυνση του ελλείμματος κατά 0,3% με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί στο 1,7%, από πρόβλεψη για 1,4% του ΑΕΠ. Στην περίπτωση που ο προϋπολογισμός χρειαστεί να συμμετάσχει με περισσότερα κονδύλια σε διάφορες δαπάνες, τότε είναι σαφές ότι το έλλειμμα θα αυξηθεί περαιτέρω. Όσον αφορά τον πληθωρισμό, οι προβλέψεις διαμορφώνονται μεσοσταθμικά σε 5% με 6%, ενώ τον Μάρτιο αναμένεται να ξεπεράσει το 8%.
Στο οικονομικό επιτελείο κινούνται με βραχυπρόθεσμες αποφάσεις, όπως λένε, καθώς εάν συνεχιστεί ο πόλεμος και χρειαστεί περαιτέρω ενίσχυση των νοικοκυριών, το ελληνικό έλλειμμα δεν θα μειωθεί, όπως σχεδίαζε η κυβέρνηση, και αυτό θα οδηγήσει σε αύξηση του δημοσίου χρέους.
Παράλληλα, προσδοκούν ευρωπαϊκές λύσεις για τη στήριξη των νοικοκυριών από τις αυξήσεις των τιμών.
Παραμένει ο στόχος για επενδυτική βαθμίδα
Η απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας, παρά τα σύννεφα που απλώνονται λόγω της πολεμικής σύρραξης, παραμένει εθνικός στόχος, καθώς θα παρέχει μια ομπρέλα προστασίας στην οικονομία απέναντι στις διαθέσεις των αγορών. Η επενδυτική βαθμίδα είναι εκείνη που θα θωρακίσει τον φθηνό δανεισμό και το χαμηλό κόστος χρήματος για την οικονομία στην πορεία προς μια ισχυρή και βιώσιμη ανάπτυξη.
Σήμερα, με τις αναταράξεις που προκαλεί ο πόλεμος στην Ουκρανία, η χώρα μπορεί να επηρεαστεί καθώς θα υπάρξουν μεγάλες πιέσεις στα spreads. Επιπλέον, η κυβέρνηση έχει μπροστά της την έξοδο από την εποπτεία εντός του καλοκαιριού, με κάποιες δεσμεύσεις να εξακολουθούν να εκκρεμούν και να πρέπει να μπουν σε ένα δρόμο ώστε όλα να κινηθούν ομαλά. Επειδή η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ευρωζώνης που εντάχθηκε σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος προσαρμογής της, θα πρέπει να υπάρξει ενημέρωση και στους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης για την όλη διαδικασία, οπότε η κυβέρνηση δεν θέλει να βρει εμπόδια σε αυτή την πορεία εξόδου από την εποπτεία.
Πολυετής προϋπολογισμός
Εως τα τέλη Απριλίου το υπουργείο Οικονομικών πρέπει να αποστείλει το νέο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δημοσιονομικής στρατηγικής, το οποίο θα περιλαμβάνει τις προβλέψεις για την πορεία των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών όπως του ΑΕΠ και του πληθωρισμού, αλλά και των πλεονασμάτων που πρέπει να επιτυγχάνει η χώρα έως και το 2025.
Ο νέος αυτός προϋπολογισμός θα έχει εναλλακτικά σενάρια λόγω των συνθηκών αβεβαιότητας που επικρατούν και μπορεί να ανατρέψουν τις εκτιμήσεις. Ταυτόχρονα, η Αθήνα αναμένει τις ευρωπαϊκές αποφάσεις σχετικά με το αίτημα του πρωθυπουργού για εξαίρεση από τον υπολογισμό του ελλείμματος του υπερβάλλοντος ποσοστού του ΑΕΠ από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που κατευθύνεται στις αμυντικές δαπάνες, αλλά και τις οριστικές αποφάσεις όσον αφορά την ισχύ ή όχι της ρήτρας διαφυγής και το 2023.
Με το ελληνικό αίτημα έχουν συνταχθεί ορισμένες ανατολικές χώρες, όπως οι Λιθουανία, Εσθονία, Πολωνία, Ρουμανία, λόγω του ρωσικού κινδύνου, ενώ ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει υποστηρίξει ότι «μια τέτοια πολιτική θα επιτρέψει σε χώρες όπως η Ελλάδα, οι οποίες ιστορικά ξοδεύουν περισσότερα σε αμυντικές δαπάνες από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, να μην τιμωρούνται γι’ αυτή τους τη στρατηγική επιλογή». Ωστόσο, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η Γερμανία αλλά και οι περισσότερες κεντροευρωπαϊκές χώρες δεν είναι σύμφωνες και ενδεχομένως απορρίψουν την εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από τον υπολογισμό του ελλείμματος.
Τόσο αυτό το ζήτημα όσο και το τι μέλλει γενέσθαι με τη ρήτρα διαφυγής αναμένεται να ξεκαθαρίσουν τον προσεχή Μάιο. Όπως εκτιμάται, ο πόλεμος στην Ουκρανία δίνει νέα διάσταση στη διαχείριση της ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής και συνεπώς μπορεί να υπάρξουν θετικές εξελίξεις σε αυτό το μέτωπο. Βαρίδι, βέβαια, για τη χώρα μας είναι το υψηλό δημόσιο χρέος. Στο υπουργείο Οικονομικών έχουν ήδη στραμμένο το βλέμμα στον προϋπολογισμό του 2023, αναμένοντας τις οριστικές αποφάσεις.
Η Κομισιόν προτείνει για το 2023 μια οικονομική πολιτική δύο ταχυτήτων, με σύσταση στα κράτη-μέλη με υψηλό χρέος να ξεκινήσουν σταδιακή απομείωσή του, με την επίτευξη δημοσιονομικής προσαρμογής. Τα χαρακτηριστικά βάσει των οποίων θα επιτευχθεί αυτή η προσαρμογή είναι ιδιαίτερα σημαντικά ως προς τον βαθμό ελευθερίας που θα έχει η κυβέρνηση, καθώς τον επόμενο χρόνο σχεδιάζει σημαντικές παρεμβάσεις όπως η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για δημόσιο, ιδιωτικό τομέα και συνταξιούχους, αλλά και η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών. Εάν δεν επεκταθεί η δημοσιονομική ευελιξία ή δεν υπάρξει κάποια άλλη απόφαση, τότε οι χώρες του Νότου θα κινδυνεύουν, αντί να μειώνουν, να αυξάνουν τα ελλείμματα και τα χρέη τους.
Συναγερμός για την ακρίβεια
Καμπανάκι έχει χτυπήσει στην κυβέρνηση για την πορεία των τιμών, καθώς οι πολίτες χαρακτηρίζουν την ακρίβεια ως το βασικό πρόβλημα. Σύμφωνα με έρευνα της Marc το 84.7% των ερωτηθέντων αναφέρει ως μεγαλύτερη ανησυχία την ακρίβεια/ ανατιμήσεις, ποσοστό που μάλιστα είναι αυξημένο σε σχέση με τη προηγούμενη έρευνα.
Η ακρίβεια είναι το ζήτημα που ιεραρχεί η πλειοψηφία των πολιτών ως σημαντικότερο αυτή την περίοδο σύμφωνα με τον « Σφυγμό» του Μαρτίου της Prorata, ενώ ακολουθούν οι χαμηλοί μισθοί και οι συνθήκες εργασίας. Την ίδια στιγμή – σύμφωνα με την ίδια έρευνα – κυριαρχούν εντός της ελληνικής κοινωνίας αρνητικά συναισθήματα, όπως η απογοήτευση, ο θυμός, ο φόβος και η απελπισία, με άλλα, όπως η ελπίδα και η αισιοδοξία να υποχωρούν σημαντικά.
Στο μεταξύ σύμφωνα με την εταιρεία Metron Analysis το 68% των ερωτηθέντων λέει πως έχει μάλλον αρνητικές εντυπώσεις από το έργο της κυβέρνησης στην οικονομία (μάλλον θετικές εντυπώσεις έχει το 21%). Σύμφωνα με την ίδια έρευνα το 61% των ερωτηθέντων θεωρεί πως η χώρα κινείται στη λάθος κατεύθυνση και το 30% στη σωστή.
Τέλος αναφορικά με τον χρόνο των εκλογών – σύμφωνα με την Marc – σχεδόν οι μισοί από τους ερωτηθέντες προτιμούν να στηθούν κάλπες στο τέλος της τετραετίας. Ενδιαφέρον έχει και η «μάχη» για την κατάκτηση του κεντρώου χώρου, με τη Νέα Δημοκρατία να έχει ένα προβάδισμα (25.9% των ερωτηθέντων) αλλά να ακολουθεί σε κοντινή απόσταση το Κίνημα Αλλαγής (23.5%) και στη συνέχεια ο ΣΥΡΙΖΑ (19%).
Σε “κλοιό” διπλής απειλής η κυβέρνηση
Αυξήσεις 30-40% στα άλευρα και στα παράγωγά τους, 15-18% στο λάδια και λίπη, 8-10% στα λαχανικά, 6-8% στο αρνί και το κατσίκι είναι μερικές από τις επικείμενες καταγραφές του “δελτίου ακρίβειας” με βάση παράγοντες της αγοράς. Παράλληλα, από τις πρώτες επεξεργασίες, παρουσιάζεται, συνολικά μια “επιτάχυνση” του πληθωρισμού για τον μήνα Μάρτιο σε βαθμό που εκτιμάται ότι θα πλησιάσει για τον τρέχοντα μήνα το 8%, από 7,2% που έτρεχε τον Φεβρουάριο.
Είναι προφανές ότι η εικόνα αυτή δημιουργεί έναν ασφυκτικό κλοιό στην καθημερινότητα των νοικοκυριών και βέβαια ανοίγει πιθανότητες για ισχυρές κοινωνικές και πολιτικές αναταράξεις. Εμφανής άλλωστε ήταν ο προβληματισμός του Πρωθυπουργού για τις εξελίξεις κατά τη συνέντευξη τύπου, χθες, μετά την ολοκλήρωση της Συνόδου Κορυφής.
Βέβαια ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε μια προσπάθεια απόσεισης ευθυνών “έδειξε” ως υπεύθυνο της όλης κατάστασης τον πρόεδρο Πούτιν.
“Καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν είναι σε θέση να απορροφήσει πλήρως τις αυξήσεις των τιμών του πληθωρισμού. Είναι αποτέλεσμα του πολέμου οι τιμές που βλέπουμε σήμερα, είτε στην αγορά ενέργειας, είτε μετακυλιόμενες σε άλλες αγορές, όπως οι αγορές των τροφίμων. Είναι τιμές οι οποίες έχουν ως αποκλειστικό υπαίτιο στην παρούσα συγκυρία τον πρόεδρο Πούτιν και την παράλογη, παράνομη, εισβολή την οποία επέλεξε να κάνει στην Ουκρανία” ανέφερε χθες ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετά το πέρας της Συνόδου Κορυφής έχοντας πάντα και το “¨μάτι” του στις δημοσκοπήσεις, όπου καταγράφεται ότι το κύμα ακρίβειας είναι αυτό που προκαλεί “αναταράξεις”.
Αργούν οι ευρωπαϊκές αποφάσεις για την ενέργεια
Πάντως πέρα από τα εθνικά μέτρα για τη στήριξη νοικοκυριών κι επιχειρήσεων η όποια Ευρωπαϊκή βοήθεια θα αργήσει. Όπως τόνισε χθες ο Πρωθυπουργός δεν “υπάρχει ακόμα κοινός τόπος για τον τρόπο με τον οποίον, ευρωπαϊκά, πρέπει να αντιδράσουμε σε αυτό το φαινόμενο της έκρηξης των τιμών του φυσικού αερίου” ωστόσο ανέφερε ότι: “Έχουμε ζητήσει από την Πρόεδρο της Επιτροπής να συνομιλήσει με όλους τους σημαντικούς «παίκτες» της αγοράς και να προτείνει λύσεις, παρεμβάσεις, μέσα στις οποίες επιλογές είναι και η επιλογή ενός πλαφόν στη χονδρεμπορική αγορά του φυσικού αερίου, το συντομότερο δυνατόν.
Είναι μία πρόοδος σε σχέση με το σημείο από το οποίο ξεκινήσαμε και θεωρώ, επίσης, πολύ θετικό ότι πολλοί φορείς της αγοράς, με πιο σημαντικό, ίσως, την Ένωση των Ηλεκτροπαραγωγών της Ευρώπης, έχουν με επίσημες ανακοινώσεις τους ταχθεί υπέρ αυτής της λύσης. Νομίζω αυτό είναι κάτι το οποίο θα πρέπει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να το λάβει υπόψη της στις συζητήσεις και στις διαβουλεύσεις που θα κάνει” ανέφερε ο Πρωθυπουργός που παραδέχτηκε ότι η δομή της αγοράς ενέργειας στην ΕΕ είναι προβληματική.
“Όταν σχεδιάστηκε η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας κανείς δεν φανταζόταν ότι οι τιμές του φυσικού αερίου θα ήταν εκεί που βρίσκονται σήμερα. Είναι ξεκάθαρο ότι η αγορά αυτή σχεδιάστηκε έχοντας υπόψη της ομαλούς καιρούς και όχι πολεμικές συνθήκες. Και γι’ αυτό και εκεί θα πρέπει να γίνουν παρεμβάσεις” ανέφερε.
“Αρρυθμίες” στην εσωτερική ενεργειακή αγορά
Πάντως πέρα από αυτές τις αναφορές και με φόντο τις εξελίξεις οι επιλογές σε θέματα ενεργειακής πολιτικής στην Ελλάδα προβληματίζουν προξενώντας και τις αντιδράσεις της Αντιπολίτευσης.
“Οι φορείς ενέργειας πρέπει να είναι δημόσιοι. Έχει καταντήσει ανέκδοτο το ότι η κυβέρνηση μέσα σε αυτές τις συνθήκες προχώρησε σε περαιτέρω ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ”, ανέφερε την περασμένη Πέμπτη στο Ρ/Σ Στο Κόκκινο ο πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης επί ΣΥΡΙΖΑ Γιάννης Δραγασάκης τονίζοντας ότι: “Πρέπει να κάνουμε αυτό που κάνουν άλλες χώρες με τις αντίστοιχες ΔΕΗ, και να χρησιμοποιήσουμε την λειτουργία της ως άσκηση πολιτικής. Αυτό βέβαια άμα γίνει θα ρίξει την τιμή της μετοχής. Οπότε θα πρέπει να δούμε τι θέλουμε: να έχουμε ένα success story χρηματιστηριακό ή να ανακουφίσουμε την κοινωνία από την τρομερή ακρίβεια; Οι σοβαρές χώρες κάνουν το δεύτερο. Υπάρχουν μηχανισμοί άμβλυνσης του ενεργειακού προβλήματος. Θα πρέπει να φορολογηθούν τα υπερκέρδη και να διατεθούν σε ένα λογαριασμό από όπου θα βοηθηθούν οι καταναλωτές.
Επίσης, η ΔΕΗ πρέπει να υπαχθεί σε ένα δημόσιο σχεδιασμό και να γίνει αποκέντρωση της παραγωγής. Για να γίνει αυτό πρέπει να επανασχεδιάσουμε το Ταμείο Ανάκαμψης και να αποδεσμευτούν από κει χρήματα προς τον ΑΔΜΗΕ και τον ΔΕΔΔΗΕ προκειμένου να ενισχυθούν τα δίκτυα για να γίνει αποκέντρωση της παραγωγής. Με τον τρόπο αυτό θα υπάρχει αντίκτυπο στα νοικοκυριά και στους δήμους γιατί θα τους επιτραπεί να μειώσουν τα κόστη αλλά και να βγάλουν χρήματα ως παραγωγοί ενέργειας”
Επισιτιστική κρίση
Μια άλλη παράμετρος που καθορίζει τις εξελίξεις είναι και τα επικείμενα προβλήματα στο μέτωπο των εφοδιαστικών αλυσίδων και των τροφίμων. Ενδεικτικό είναι ότι, σύμφωνα με την Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), οι τιμές π.χ. των λιπασμάτων πρόκειται να αυξηθούν κατά 13% μέχρι το 2023 με αποτέλεσμα να οδηγείται το κόστος παραγωγής σε δυσθεώρητα ύψη αλλά και να απειλείται να μειωθεί η σοδειά για το διάστημα 2022-2023.
Εφιστώντας, μάλιστα, την προσοχή των κυβερνήσεων στις επιπτώσεις των μέτρων που λαμβάνουν για να διασφαλίσουν επάρκεια τροφίμων, ο επικεφαλής των οικονομολόγων της FAO, Μάξιμο Τορέρο, τόνισε πως «όσα κάνουν τώρα οι χώρες επιδεινώνουν το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε ήδη με τις τιμές των τροφίμων, και ο πόλεμος ενδέχεται να μας οδηγήσει σε μια παγκόσμια διατροφική κρίση».
Σύσκεψη τη Δευτέρα
“Θα είναι πραγματικά μια τραγωδία αν μετά τον COVID-19, μετά την ενεργειακή κρίση, ακολουθήσει σε ένα χρόνο από τώρα -γιατί τότε θα δούμε τα αποτελέσματα μιας σποράς η οποία ενδεχομένως δεν θα γίνει στην Ουκρανία ή στην Ρωσία- αν ακολουθήσει και μια παγκόσμια επισιτιστική κρίση” τόνισε ο Πρωθυπουργός χθες μετά το πέρας της Συνόδου Κορυφής συμπληρώνοντας ότι:΅Είναι ένα ζήτημα το οποίο θα μας απασχολήσει ακόμα μετά βεβαιότητας τους επόμενους μήνες αφορά την ενδεχόμενη παγκόσμια επισιτιστική κρίση. Έχω συγκαλέσει σύσκεψη τη Δευτέρα με όλους τους αρμόδιους φορείς του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης για να εξασφαλίσουμε την ασφάλεια τροφίμων στην πατρίδα μας.
Δεν υπάρχει κάποιο ζήτημα που αφορά στην Ελλάδα. Υπάρχει, όμως, πολύ μεγάλο ζήτημα για χώρες όπως, παραδείγματος χάριν, η Αίγυπτος, η οποία εισάγει το 80% του σιταριού της. 100.000.000 Αιγύπτιοι εισάγουν 80% του σιταριού τους από την Ρωσία και από την Ουκρανία. Και γι’ αυτό και ήταν πολύ θετική η πρωτοβουλία που ανέλαβε ο πρόεδρος Macron, για να μπορέσουμε σε παγκόσμιο επίπεδο να δούμε πώς μπορούμε από τώρα να προετοιμαστούμε για μια επερχόμενη κρίση, η οποία δεν πρέπει να μας βρει απροετοίμαστους.”
Μέτρα και ΦΠΑ
Στο φόντο αυτό κι εν όψει της σύσκεψης τη Δευτέρα στο Μέγαρο Μαξίμου η κυβέρνηση εξετάζει την πιθανότητα νέων παρεμβάσεων και ζυγίζει τις αντοχές του προϋπολογισμού.
Μιλώντας, ήδη, πριν λίγες μέρες στον Αντ1 ο υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης έθεσε και πάλι το θέμα του ΦΠΑ αν και βέβαια είναι κάτι που το αρμόδιο υπουργείο, λόγω δημοσιονομικού βάρους, αποφεύγει να βάλει στην ατζέντα, πέρα από αναφορά στην πιθανότητα παράτασης των μειωμένων συντελεστών σε μεταφορές του τουρισμού και το β΄ εξάμηνο του έτους, μέτρο που κοστίζει περίπου 230 εκατομμύρια ευρώ, όπως έχει αναφέρει ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας.
«Τα άλευρα και το ηλιέλαιο, πλην της ενέργειας, είναι τα βασικά προϊόντα που έχουν επηρεαστεί περισσότερο από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Έχω ζητήσει να γίνουν πλατφόρμες για τα προϊόντα αυτά, για να ξέρουμε τα αποθέματα που υπάρχουν. Σε ευρωπαϊκές χώρες έχει τεθεί και όριο στην πώληση τους από σούπερ μάρκετ», σημείωσε. Προσέθεσε πως «δεν μπορώ να αποκλείσω μείωση του ΦΠΑ σε προϊόντα όπως αυτά. Η Κυβέρνηση είναι πάνω από το πρόβλημα, ενώ πιέζει την ΕΕ για να δοθεί μια πανευρωπαϊκή λύση. Τι να κάνω; Να πάω να φέρω άλευρα μόνος μου;» τόνισε ο Άδωνις Γεωργιάδης, ενώ στην συνέχεια της συζήτησης είπε: «ευτυχώς στην Ευρώπη έχουν κοινούς χάρακες και μας μετρούν όλους το ίδιο. Ο μέσος όρος πληθωρισμού στην Ευρώπη είναι 6,2% και στην Ελλάδα είναι 6,3%, άρα κάνουμε ότι και οι υπόλοιποι είναι η απάντηση».
Μετάταξη προϊόντων σε χαμηλό ΦΠΑ
Ουσιαστικά εξετάζεται η στοχευμένη μετάταξη προϊόντων, όπως το αλεύρι και το ηλιέλαιο όπου εντοπίζεται το μεγάλο πρόβλημα στο 6%, που είναι ο υπερμειωμένος συντελεστής ΦΠΑ, από το 13%. Έτσι, μπορεί κάπως να απορροφηθεί η εκτίναξη τιμών που συμπαρασύρει και μια σειρά άλλα παράγωγα σκευάσματα.
Με βάση πρώτες εκτιμήσεις μια τέτοια κίνηση θα έχει ένα δημοσιονομικό αντίκτυπο της τάξης των 140 εκατ. ευρώ κάτι που “παλεύεται” εάν λάβει κανείς υπόψη ότι αναμένεται να αποσυρθούν μια σειρά από μέτρα στήριξης για την πανδημία, όπως η “ΣΥΝ- ΕΡΓΑΣΙΑ”.
Πηγές: Σίσσυ Σταυροπιερράκου/ Ημερησία, Η Ναυτεμπορική/ Κατερίνα Κοκκαλιάρη, Γιώργος Αλεξάκης/ news247
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ