Ένα άρθρο στους NYT, η πολιτική σήψη και ένας προπαγανδιστικός μηχανισμός

Στο άρθρο, λοιπόν, ο Alexander Clapp μιλά για την πολιτική σήψη που βρίσκεται στην καρδιά της χώρας και έχει γίνει πια φανερή σε όλους. Σε όλους; Όχι ακριβώς.

Αντώνης Γαλανόπουλος
ένα-άρθρο-στους-nyt-η-πολιτική-σήψη-και-έν-907274
Αντώνης Γαλανόπουλος

Όπως είναι γνωστό, οι New York Times, ένα από τα σημαντικότερα και μεγαλύτερα MME του πλανήτη, δημοσίευσαν χθες ένα άρθρο του Alexander Clapp, ανεξάρτητου δημοσιογράφου με αρκετές διακρίσεις, για την Ελλάδα με αφορμή την υπόθεση των υποκλοπών και των παρακολουθήσεων του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη και του Νίκου Ανδρουλάκη, ευρωβουλευτή και προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.

Το άρθρο καυτηρίασε την μετατροπή, υπό τον κ. Μητσοτάκης, της υπηρεσίας πληροφοριών της χώρας σε μια εν πολλοίς ανεξέλεγκτη γραφειοκρατία αλλά και την υποκρισία της Ελληνικής κυβέρνησης σημειώνοντας πως η κατάσταση στη χώρα απέχει πολύ από την ειδυλλιακή εικόνα που περιγράφει ο πρωθυπουργός στις διεθνείς –συνήθως- εμφανίσεις του. Το άρθρο κλείνει με μια ερώτηση με αφορμή την ομιλία του πρωθυπουργού στο Κογκρέσο, ομιλία που όπως θυμόμαστε είχε παρουσιαστεί στα ελληνικά ΜΜΕ ως ιστορική: «Επί 40 λεπτά εκθείαζε την αναγκαιότητα της κοινωνικής εμπιστοσύνης και των ισχυρών θεσμών. “Οι αρχαίοι Έλληνες”, είπε μέσα σε χειροκροτήματα, “θεωρούσαν την αλαζονεία, τον εξτρεμισμό και την υπερβολή τις χειρότερες απειλές για τη δημοκρατία”.

Το ερώτημα για τον κ. Μητσοτάκη είναι: Γιατί δεν νιώθει το ίδιο τώρα;»

Στο άρθρο, λοιπόν, ο Alexander Clapp μιλά για την πολιτική σήψη που βρίσκεται στην καρδιά της χώρας και έχει γίνει πια φανερή σε όλους. Σε όλους; Όχι ακριβώς. Και φυσικά ο κάθε πολίτης έχει δικαίωμα στην άποψη του και στη διαφωνία. Αυτό που ακολούθησε, όμως, αποτελεί μια ακόμα απόδειξη της σήψης.

  1. Αρχικά επιχειρήθηκε να θαφτεί το άρθρο. Κανένα mainstream μέσο στην Ελλάδα δεν έκανε αναφορά στο άρθρο. Εντυπωσιάζει το γεγονός πως δεν έγινε αναφορά ούτε στην ιστοσελίδα της Καθημερινής, η οποία διατηρεί συνεργασία με τους New York Times. Το μόνο σχετικό δημοσίευμα είναι η απάντηση του κυβερνητικού εκπροσώπου στον Αλέξη Τσίπρα. Εντός του άρθρου παρουσιάζεται και το σχετικό tweet του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν υπήρξε δημοσίευμα για το επίμαχο άρθρο, δεν αναρτήθηκε η δήλωση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ και το μόνο δημοσίευμα που ένιωσε την ανάγκη να κάνει η «Καθημερινή» ήταν το: «Οικονόμου: Κύριε Τσίπρα, αδιαφορείτε για τη χώρα». Το μοτίβο αυτό το έχουμε δει ξανά. Η είδηση και η πρώτη ανακοίνωση αποσιωπούνται και παίζει μόνο η απάντηση της κυβέρνησης. 
  2. Καθώς, όμως, το άρθρο κατέκλυσε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, επιχειρήθηκε να απαξιωθεί ο αρθρογράφος. Ποιος είναι, όμως, ο Alexander Clapp; Έχει δημοσιεύσει άρθρα του σε μερικά από τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα μέσα παγκοσμίως, όπως οι New York Times, το περιοδικό The Economist, το περιοδικό Foreign Affairs, η εφημερίδα The Guardian και η επιθεώρηση London Review of Books. Γράφει διαφορετικούς τύπους άρθρων, από κομμάτια ερευνητικής δημοσιογραφίας έως δοκίμια και βιβλιοκριτικές και αντιστοίχως έχει γράψει για μια ευρεία γκάμα θεμάτων από τους Έλληνες ολιγάρχες, το σκάνδαλο με το Noor1, την υπόθεση διαφθοράς και δολοφονίας δημοσιογράφου στη Μάλτα, την μεταναστευτική πολιτική, την Χρυσή Αυγή σε οργάνωση της οποίας κατάφερε να διεισδύσει ως αμερικανός νεοφασίστας, τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η δουλειά του έχει αναγνωριστεί από διεθνείς οργανώσεις και έχει λάβει σειρά από υποτροφίες-βραβεία (grants). Η έρευνά του για τη Μάλτα υποστηρίχθηκε από το Pulitzer Center –που δεν πρέπει να συγχέεται με το βραβείο Πούλιτζερ- ενώ αργότερα υπήρξε φιναλίστ για το βραβείο Breakthrough Journalism, που δίνει ο ίδιος οργανισμός, αυτή τη φορά για το άρθρο του για την υπόθεση του Noor1. 
  3. Στη συνέχεια επιχειρήθηκε να απαξιωθεί το άρθρο ως προσωπική άποψη. Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει διάφορα υπο-επιχειρήματα. Από το ότι το άρθρο ως guest essay είναι απλώς η προσωπική άποψη ενός τυχαίου που βρέθηκε παραδόξως δημοσιευμένη στην μεγαλύτερη ίσως εφημερίδα του πλανήτης έως το κωμικό επιχείρημα ότι το άρθρο είναι πληρωμένη καταχώρηση για την οποία κάποιος πλήρωσε κάτι μεταξύ 28 και 30 χιλιάδων ευρώ ή δολαρίων. Φυσικά, το άρθρο δεν πρόκειται για πληρωμένη καταχώρηση. Στο βαθμό που υπάρχει οικονομική συναλλαγή, ο Alexander Clapp είναι αυτός που πληρώθηκε ως freelance αρθρογράφος και όχι αυτός που πλήρωσε για να δημοσιεύσει το μέσο το κείμενό του. Guest essays ονομάζει η εφημερίδα τα άρθρα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Opinion-Γνώμη» από ανθρώπους που δεν διατηρούν μόνιμη στήλη σε αυτήν. Δεν είναι ένας τυχαίος επισκέπτης ούτε ισούται με τα γράμματα των αναγνωστών, όπως υποστηρίχθηκε.Τα φιλοξενούμενα αυτά άρθρα οφείλουν να πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια ώστε να μπορούν να δημοσιευθούν στους New York Times. Πρέπει να είναι πρωτότυπα, τεκμηριωμένα, να βασίζονται σε γεγονότα και να αντλούν από την εξειδίκευση ή την εμπειρία του αρθρογράφου και φυσικά ο αρθρογράφος να μην έχει κάποια σύγκρουση συμφερόντων ή σε αυτήν την περίπτωση να ακολουθεί τη σχετική πολιτική της εφημερίδας. Τέλος, τα άρθρα περνούν από fact-checking, ελέγχονται δηλαδή ως προς τους πραγματολογικούς ισχυρισμούς που περιλαμβάνουν. Το άρθρο εκφράζει προφανώς μια γνώμη, αυτή του γράφοντος, αλλά αυτή δεν είναι αυθαίρετη ή αστήρικτη αλλιώς δεν θα πληρούσε τα κριτήρια δημοσίευσης που θέτει η εφημερίδα.  
  4. Η κυβέρνηση και ο προπαγανδιστικός μηχανισμός της, αποτελούμενος από δημοσιογράφους και τρολ, προσέφυγαν σε μια αγαπημένη τακτική: στην κατηγορία του ανθέλληνα και στην επίκληση του Τουρκικού εχθρού. Το επόμενο επιχείρημα, λοιπόν, έλεγε περίπου ότι ο Alexander Clapp «όταν η Ελλάδα δεχόταν υβριδικό πόλεμο στον Έβρο το 2020 κατήγγελλε διεθνώς την Ελλάδα επειδή υπερασπιζόταν τα σύνορά της». Το επιχείρημα, για άλλη μια φορά, ξεκίνησε από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, ο οποίος αποφασίζει με δυο tweets να επιτεθεί τόσο στον αρθρογράφο όσο και στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ που κοινοποίησε το άρθρο. Ενδεικτικά, ένας από τους δημοσιογράφους που αναπαρήγαγε και εμπλούτισε το επιχείρημα αυτό ήταν ο κ. Παπαπαναγιώτου, ενώ το θέμα έπαιξε και σε ιστοσελίδες όπως το The Toc. Το επιχείρημα διατυπώθηκε αρκετές φορές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ενώ κάποιοι χρήστες έφτασαν να ειρωνεύονται τον Τούρκο πρόεδρο για την αποτυχημένη προσπάθεια του, αποδίδοντας το άρθρο σε παρέμβαση της Τουρκίας, όπως ο visual designer Χάρης Τσέβης. 
stighmiotipo-2022-08-23-74628-pm.png

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, και όσοι αναπαρήγαγαν μετά το επιχείρημά του, παρέπεμπαν σε ένα άρθρο του Alexander Clapp από το 2020 στο Foreign Affairs, ένα κορυφαίο παγκοσμίως περιοδικό για τα διεθνή ζητήματα και την εξωτερική πολιτική. Ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επιχείρησε να παρουσιάσει τον αρθρογράφο ως κάποιον που επιτίθεται αναίτια στη χώρα μας και στηρίζει την Τουρκία, το άρθρο δεν τον επιβεβαιώνει ακριβώς.

Ο Clapp γράφει με σαφήνεια για την τακτική Ερντογάν τα παρακάτω: «Ωστόσο, το 2016, η Άγκυρα υπέγραψε συμφωνία με την ΕΕ, με την οποία δεσμεύτηκε να περιορίσει τις μεταναστευτικές ροές προς τα δυτικά με αντάλλαγμα χρηματοδότηση ύψους έξι δισεκατομμυρίων ευρώ. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ωστόσο -με τις περιπέτειές του στη Συρία και τη Λιβύη και με την οικονομία να παραπαίει- ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν χρησιμοποίησε ένα όπλο που διατηρούσε στο οπλοστάσιό του από την υπογραφή της συμφωνίας το 2016. Η Άγκυρα αθέτησε τη συμφωνία και επέτρεψε και πάλι τις προσφυγικές ροές προς την Ευρώπη. Στόχος του Ερντογάν είναι, προφανώς, να αναγκάσει τις Βρυξέλλες να υποστηρίξουν την εισβολή του στο Ιντλίμπ της Συρίας».

Είναι άραγε αυτή θέση που στηρίζει την Τουρκία; Μιλά για αθέτηση της συμφωνίας, για εργαλειοποίηση των προσφύγων και για εκβιασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Φυσικά ο αρθρογράφος μιλά για συγκεκριμένα γεγονότα που έλαβαν χώρα στα σύνορα της Ελλάδας με την Τουρκία, όπως έκαναν αρκετοί δημοσιογράφοι σε διεθνή μέσα (ενδεικτικά ο Γιώργος Χρηστίδης που μίλησε πρόσφατα στην Παράλλαξη) και τα οποία τεκμηριώθηκαν και από έρευνες της ομάδας Forensic Architecture. Όλα αυτά πλαισιωμένα ως αποτυχία συνολικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της μεταναστευτικής πολιτικής που ακολουθεί.

Για να ολοκληρωθεί η εικόνα της συνωμοσίας από σκοτεινές δυνάμεις εκτός της χώρας, στη γραμμή που χάραξε ο πρωθυπουργός στη δήλωσή του για τις υποκλοπές πριν μέρες, και επιχειρώντας να προσφύγει στο καταφύγιο που πάντοτε προσφέρουν οι εχθροί της πατρίδας, η κυβέρνηση ανακοίνωσε για σήμερα έκτακτη συνεδρίαση, υπό την προεδρία του Πρωθυπουργού, του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας με βασικό θέμα τη φύλαξη των συνόρων στον Έβρο. Κίνηση βγαλμένη από εγχειρίδιο δεξιάς πολιτικής επικοινωνίας, θα έλεγε κανείς. Κλείνοντας, το ζήτημα δεν είναι εάν συμφωνεί κανείς ή όχι με το άρθρο του Clapp στους New York Times. Το ζήτημα είναι η σήψη που έφερε στην επιφάνεια. Όχι μόνο αυτή που περιγράφει στο άρθρο, εάν κανείς διαφωνεί με αυτό, αλλά αυτή τη σήψη που έκανε την εμφάνισή της στις αντιδράσεις των στελεχών της κυβέρνησης και στη δράση του προπαγανδιστικού μηχανισμού που την υποστηρίζει. 

Ακόμα κι αν δεν πιστεύεις ότι η υπόθεση των παρακολουθήσεων είναι ένα σκάνδαλο που πλήττει το πολίτευμα και τραυματίζει τη δημοκρατία, όπως υποστήριξε ο Νίκος Μαραντζίδης, ακόμα κι αν πιστεύεις ότι η κυβέρνηση τα έχει πάει σχετικά καλά ή θαυμάσια στη διαχείριση της πανδημίας και την αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης και της ακρίβειας, όσο και να διαφωνώ μαζί σου σε αυτές τις εκτιμήσεις σου, κάτι άλλο με απασχολεί ακόμα περισσότερο. Δεν γίνεται να μη βλέπεις την ασφυκτική κατάσταση που διαμορφώνεται στη δημόσια σφαίρα. Δεν γίνεται να μη το νιώθεις και εσύ πως κάτι δεν πάει καλά όταν μια κυβέρνηση επιχειρεί να ταυτίσει την κριτική προς αυτήν με την κριτική στη χώρα και μιλά συνεχώς για προδότες, ανθέλληνες και συνωμοσίες από ξένα κέντρα. Δεν γίνεται να μη βλέπεις την αυταρχική στροφή αυτής της κυβέρνησης. Εάν αυτά τα ένιωσες παλιότερα -έστω και λίγο, έστω και στιγμιαία- για οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση της πρόσφατης ιστορίας της χώρας, τότε θέλω να ρωτήσω κι εγώ εσένα το ίδιο ερώτημα που είχε ο Clapp για τον κ. Μητσοτάκη: «Γιατί δεν νιώθεις το ίδιο τώρα;».

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα