Parallax View

Γιατί ακούμε φανατικά Πάνο Βλάχο, Σκιαδαρέσες, Usurum, Polkar, Μαρίνα Σπανού και Σάττι;

Τι διαφορετικό έχουν οι νέοι Έλληνες καλλιτέχνες που έχουν κατακτήσει τα μουσικά charts και τις καρδιές της Gen Z;

Parallaxi
γιατί-ακούμε-φανατικά-πάνο-βλάχο-σκια-1264387
Parallaxi

Λέξεις: Μυρτώ Τούλα/Χρυσάνθη Αρχοντίδου 

Κορυφαίοι καλλιτέχνες στο recap του spotify για το 2024 ήταν ο Πάνος Βλάχος και οι Σκιαδαρέσες σε πραγματικά αμέτρητους λογαριασμούς των Genzers και μπορεί οι μεγαλύτερες γενιές να μην κατανοούν την μουσική που επιλέγουμε να ακούμε, όμως εμείς ξέρουμε γιατί κολλάμε με τους συγκεκριμένους καλλιτέχνες.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, ως γενιά αγαπάμε πολύ τους ακομπλεξάριστους καλλιτέχνες, έχουμε την τύχη να ακούμε πολλά είδη μουσικής, να ανακαλύπτουμε διαρκώς νέα hits, μουσικούς που μπορεί 15 χρόνια πριν να μην συναντούσαμε ποτέ και να κάνουμε viral, τραγούδια που φαινομενικά είναι απλά, όμως μιλάνε στο είναι μας. Έχουμε “ανεβάσει” στις κορυφές των charts συγκεκριμένους καλλιτέχνες κι αυτό γιατί, αναλύουν την εικόνα της κοινωνίας με σατιρικό τρόπο, είναι κοντά στην ηλικία μας και μιλάνε για τα situationship που έχουν βυθίσει την γενιά μας, βλέπουν την μιζέρια της χώρας όπως εμείς, και βρίζουν όπως ακριβώς κάνουμε εμείς, μόλις ξυπνάμε και ανοίγουμε το κινητό μας.

Τα μουσικά μας καταφύγια διαφέρουν, έχουμε σταθερές αξίες που δεν σβήνονται με το πέρασμα των χρόνων και μας τις πέρασαν οι γονείς μας, ακολουθούμε συγκροτήματα που σπάσανε και πλέον τα μέλη τους έχουν την δική τους πορεία, γεννηθήκαμε σε σπίτια που τα μεγαλύτερα αδέρφια μας άκουγαν την ραπ όταν γεννιόταν, ζήσαμε μέσα στην pop culture και ακολουθήσαμε την πτώση της και ξανά την άνοδό της, χορέψαμε επιτυχίες των 80s σαν να ήταν δικές μας, από dubstep περάσαμε στην house και από house στην techno, από σκληρό έντεχνο στο pop έντεχνο, από παλιά ρεμπέτικα που ακούμε τα Σάββατα στα κουτούκια, στα λαϊκά. Είμαστε η γενιά που έζησε την μία διασκευή πίσω από την άλλη, που δέχθηκε ερεθίσματα από μεγαλύτερες αλλά και μικρότερες ηλικίες – αν δεις ποιοι κάνουν trends τα τραγούδια στο Tik Tok θα καταλάβεις- και πραγματικά στο σήμερα “κρίνουμε” σιωπηλά την εξέλιξη της μουσικής βιομηχανίας, λόγου χάριν δεν περιμέναμε το Maestro να μας μάθει την “Ανισόπεδη Ντίσκο” και το “Αμφιβάλλω”, γιατί τα είχαμε ήδη ακούσει μόλις κυκλοφόρησαν.

Αφού λοιπόν είναι τόσο εύκολο να εξερευνήσουμε τα μουσικά μονοπάτια, κάπως έτσι πριν από 4 χρόνια, οι Σκιαδαρέσες έσκασαν στο YouTube και σίγουρα δεν τις ακούσαμε γιατί είχαν διάσημους γονείς. Δύο κορίτσια γύρω στα 20, με φόντο ένα ασυμμάζευτο γραφείο, τραγουδούσαν για την έννοια του friends with benefits, που τόσο πολύ αγαπά και μισεί η γενιά μας. “Εντάξει λοιπόν είμαστε φίλοι μου λες/ φιλικά λοιπόν έλα να κάνουμε σεξ/δύο φιλαράκια που κάνουνε γυμνές αγκαλιές/φιλικά φίλησέ με και στο στόμα αν θες”.

Και τώρα οι μεγαλύτεροι ίσως σκεφτείτε τι αναίδεια, αλλά πραγματικά, αυτό έχει συμβεί και στις καλύτερες οικογένειες της Gen Z. Μετά “το τραγούδι του Βαγγέλη”, οι Σκιαδαρέσες έγραφαν την μία επιτυχία μετά την άλλη, μιλούσαν ρεαλιστικά για τις ερωτικές σχέσεις, “Μπορεί ο ήλιος να μαυρίσει/ Η Ανατολή να γίνει δυση/ Να σιχαθούμε όλοι την Caesar’s σαλάτα /Την ζωή να παρατείνουν /Όλα αυτά μπορεί να γίνουν /Όμως ο μαλ@κας θα’ναι πάντα μαλάκας”. Σαν να μιλάμε με τους φίλους μας για εκείν@ τ@ ένα που μας ταλαιπωρείσαι. Και φτάσαμε στο σήμερα που τα τραγούδια τους είναι και συναισθηματικά και σουρεαλιστικά συνάμα. Το αμφιβάλλω είναι ο ύμνος του έρωτα της γενιάς μου, η θάλασσα στιγματίζει όλους τους καλοκαιρινούς μας έρωτες και η “Ισόβια Μουνάρα” είναι ένα τεράστιο boost για την αυτοπεποίθηση που χρειαζόμαστε κάθε μέρα. Και ναι μπορεί οι στίχοι να μην είναι πολύ ψαγμένοι, αλλά οι Σκιαδαρέσες έχουν καταφέρει να αποτυπώνουν με λέξεις όλα όσα μας συμβαίνουν κάθε μέρα.

Για τον Πάνο Βλάχο τώρα, δεν μπορούμε να είμαστε αντικειμενικές, καθώς μετρήσαμε μέσα σε έναν χρόνο 4 συναυλίες και κατέκτησε την δεύτερη θέση των κορυφαίων καλλιτεχνών μας στο spotify. Αυτό που θέλουμε να σχολιάσουμε ωστόσο, είναι η πυγμή, η σταθερότητα και η ευθύτητα των στίχων του, κυρίως όταν αναφέρεται στην κοινωνία. Το “Με τι φράγκα” το οποίο προκάλεσε και σάλο στα κανάλια, περιγράφει την Ελλάδα των τελευταίων χρόνων άψογα. Στα live του στους στίχους που δεν ακούγονται στο spotify λέει: “Τι κι αν είσαι βιαστής /  Τι κι αν καταδικαστείς /  Ένα πράγμα σε γλυτώνει / Οι φίλοι σου να είναι γόνοι”. Αν σας έρχονται υποθέσεις στο μυαλό, καλά σκέφτεστε.

Δεν τον ξεχωρίζουμε μόνο για τα τραγούδια του, είναι ένας άνθρωπος που γράφει, εκφράζεται και βιώνει τους στίχους του απ’ άκρη σ’ άκρη, ακόμη και τις απλές τοποθετήσεις του στα Μέσα, φαίνεται και είναι ακομπλεξάριστος και αρκεί να τον δεις μονάχα μια φορά για να σε πείσει. Γράφει κι εκείνος για τον έρωτα στην γενιά των memes, που δύσκολα ξεχνάει και εύκολα προχωράει στον επόμενο, είτε με χημεία, είτε με θρησκεία, είτε με φιλοσοφία, που όλο χάνουμε και βρίσκουμε τον εαυτό μας, “Κι όταν βρεις εσύ εσένα/ Θα έχω βρει κι εγώ εμένα / Και θα περιμένω πάντα/Να χορέψουμε lambada/Πιο πολύ ερωτευμένοι/Και οι δύο μεθυσμένοι/Από τζιν κι από ουΐσκι/ Πια κανείς δεν θα μας βρίσκει”. Και τέλος πάντων δεν χρειάζεται όλοι οι στίχοι να μοιάζουν με ποίηση για να είναι καλoί, ή τουλάχιστον αυτό πιστεύουμε.

Λόγου χάριν, το 2018, ο Σπύρος Γραμμένος με τον Γιώργο Παπαγεωργίου κυκλοφόρησαν το τραγούδι “Είναι η ζωή μου σκατά” μέχρι σήμερα, το ακούμε στο repeat κάθε φορά που ψάχνουμε parking στα κέντρα των αστικών πόλεων. Είναι ένα τραγούδι που ποτέ δεν θα σβήσει. Και μπορεί στους μεγαλύτερους, να φαίνεται πως οι αγαπημένοι μας καλλιτέχνες είναι ρηχοί, για μας είναι το αποκούμπι για να εκφράσουμε και να συμφωνήσουμε σε όλα εκείνα που σκεφτόμαστε, ας πούμε, ένα φιλί σαν ψυχανάλυση.

Οι Usurum, αυτή η μπάντα που γράφει τόσο ρομαντικά με μουσική που συνδυάζει πολλά είδη, είναι εκεί για να μας αγκαλιάσουν στις δύσκολες στιγμές. Οι Polkar, βάζουν τα βαλκάνια και το party vibe στα σπίτια μας, έχουν γίνει ένα από τα αγαπημένα μας συγκροτήματα γιατί καταφέρνουν να μπλέκουν αρμονικά είδη μουσικής που φαινομενικά μοιάζουν αταίριαστα, από folk, rock, indie, country, pop και gospel ήχους, με δροσερές αναφορές στις παλιές Αθηναϊκές και Επτανησιακές καντάδες.

Η Μαρίνα Σπανού, μας “στρίβει” το μαχαίρι στην πληγή, σε όλα τα ανεκπλήρωτα κενά μας. Την μάθαμε και την αγαπήσαμε από τα cover της στο tik tok, την ακολουθήσαμε στις πρώτες της συναυλίες στην Πλάκα, όταν η μόνη της συντροφιά ήταν ο κόσμος που την ακολουθούσε στην εφαρμογή και η κιθάρα της. “Σε ένα αδιάφορο πάρτι/ στεκόσουν στην άκρη / με ένα τσιγάρο ανάμεσα στα χείλη / σαν να έψαχνες κάτι / να μοιάζει με χάδι / στον κόσμο που δεν μπορεί να σε κρατήσει”. Συνεχίσαμε να την ακούμε όταν έγινε γνωστή μέσα από το “Ταξίδι”, το οποίο μας συνοδεύει σε κάθε ταξίδι μας από το ηχείο του αμαξιού μας, είτε επειδή το επιλέγουμε εμείς, είτε επειδή η Μαρίνα μας πλέον ακούγεται σε κάθε σταθμό του ραδιοφώνου.

Μέσα από τα τραγούδια της, μας πάει βόλτα σε όλα τα μέρη που έχει ζήσει, ερωτευτεί και πληγωθεί, γιατί ότι έζησε αυτή στην Αθήνα, εμείς το έχουμε ζήσει στη Θεσσαλονίκη. Μπορεί τα μέρη να μην είναι ίδια, τα συναισθήματα όμως είναι. Και εμείς και αυτή, έχουμε ζήσει τον ανεκπλήρωτο έρωτα, έχουμε ερωτευτεί κάποιον παράφορα, έχουμε απογοητευτεί από ανθρώπους και καταστάσεις, έχει σπάσει η καρδιά μας και στο μυαλό μας έχουν παίξει ξανά και ξανά και ξανά οι ίδιες αναμνήσεις που πονάνε, με ένα συγκεκριμένο άτομο. Και μπορεί να μην έχουμε περπατήσει την πρωτεύουσα, όπως η Μαρίνα, αλλά μέσα από την περιγραφικότητα των στίχων της, μας κάνει να νιώθουμε ότι έχουμε περάσει από όλα τα στενά της Πλάκας, έχουμε διασχίσει τον δρόμο της 3ης Σεπτεμβρίου, έχουμε ζήσει την άδεια Κυψέλη ένα καλοκαίρι του Αυγούστου, έχουμε πιει ποτά και έχουμε ερωτευτεί σε ένα μπαρ στο Παγκράτι.

Η άλλη μας Μαρίνα, η Σάττι, μας μαθαίνει λαϊκά και δημιουργεί έναν κόσμο παραμυθένιο γύρω από συνδυασμούς που κρύβουν την παράδοση, με την τάση του σήμερα και για όλους αυτούς είμαστε ευγνώμονες, γιατί στο αίμα τους κυλάει η δημιουργία αβίαστα κι εμείς την ρουφάμε επειδή την έχουμε ανάγκη.

Όταν όλος ο κόσμος φώναζε “ΜΑ – ΡΙ – ΝΑ” ενώ τραγουδούσε το “Ζάρι”, εμείς θυμηθήκαμε ξανά τα τραγούδια που στην ουσία δεν σταματήσαμε ποτέ να ακούμε και αυτά από τα οποία την μάθαμε. Η “Μάντισσα” και ολόκληρος ο πρώτος της δίσκος “YENNA“, μπήκαν και πάλι στο repeat, ο οποίος μας κέρδισε για το μοναδικό άκουσμά του, αφού κατάφερε να συνδυάσει το θρακιώτικο μοιρολόι, με RnB στοιχεία, ηπειρώτικους ρυθμούς, trap και pop μελωδίες. Και ενώ η Μαρίνα αν για πολλούς είναι αμφιλεγόμενη προσωπικότητα που δεν χορταίνουν να σχολιάζουν, για άλλους τόσους είναι το “νέο pop είδωλο της Ελλάδας”. Όμως αν το ευρύ κοινό εμβαθύνει στη μουσική της δισκογραφία, όπως έχει κάνει ένα μεγάλο μέρος της Gen Z, θα καταλάβει ότι αυτός ο τίτλος σίγουρα δεν την αντιπροσωπεύει, γιατί η περσινή εκπρόσωπος μας στη Eurovision, σίγουρα μόνο pop δεν είναι.

Και όταν μετά τη Eurovision, η Μαρίνα επέστρεψε με έναν όντως pop δίσκο – που παρόλα αυτά, ποτέ δεν έχασε τα παραδοσιακά του στοιχεία – εμείς φωνάξαμε στη συναυλία της τους στίχους του “LALALALA” και του “MIXTAPE”  και πονέσαμε με αυτούς του “Ah THALASSA”, ενώ μετά ουρλιάξαμε το “ΖARI”.

Και τέλος, οι συναυλίες. 

Όλοι αυτοί οι καλλιτέχνες, ενώνονται με το κοινό στα live τους, μας κάνουν να νιώθουμε λες και είμαστε παλιοί φίλοι και ανοίγουμε τις καρδιές μας ένα βράδυ του Σαββάτο, κλείνοντας την απόσταση ενός διάσημου ατόμου που βλέπουμε στη σκηνή. Δημιουργούν ένα μοναδικό αίσθημα οικειότητας με τους ανθρώπους που φωνάζουν σύσσωμοι τους στίχους κάτω από τη σκηνή, λόγια που νιώθουμε στην ψυχή μας, είτε επειδή η καρδιά μας είναι σπασμένη, είτε επειδή είναι ερωτευμένη, είτε γιατί “ουρλιάζουμε” για την κοινωνία, είτε απλά επειδή περνάμε καλά και γουστάρουμε τη φάση τους.

Εκτός από τα μηνύματα που περνούν μέσα από τα τραγούδια τους και αντικατοπτρίζουν όλα τα προβλήματα της γενιάς μας, όλοι οι παραπάνω καλλιτέχνες καταφέρνουν να μας διασκεδάσουν στις συναυλίες τους, λες και βρισκόμαστε σε stand up comedy show. Από τον Πάνο Βλάχο που δεν σταματά να αυτοσαρκάζεται, με αστεία του τύπου “Από φωνή… κορμάρα”, “Ξέρω ότι ήρθατε εδώ για να με δείτε να βγάζω τη μπλούζα… εεε για το ταλέντο μου εννοώ” και τη μοναδική επαφή που έχει με το κοινό του, ανεβάζοντας μέχρι και άτομα στη σκηνή. Μέχρι τις Σκιαδαρέσες που μας μοιράζονται τα προσωπικά και αδερφικά τους δράματα, τη Μαρίνα Σάττι που μας εξιστορεί το background των τραγουδιών της και στη συνέχεια μας αφήνει με το στόμα ανοιχτό με τον χορό που ρίχνει στη σκηνή, αλλά και τη Σπανού που μας κάνει να αισθανόμαστε λες και είμαστε φίλες που κάνουν catch up στα γκομενικά τους – και όχι μόνο.

Όλοι τους, ανεξαιρέτως, είναι oι performers της γενιάς μας. Καταφέρνουν εκτός από τη μουσική σύνδεση, να δημιουργήσουν με έναν περίεργο τρόπο και προσωπικούς δεσμούς με το κοινό τους, γιατί πολύ απλά μπορούμε να ταυτιστούμε μαζί τους, αφού μας μοιράζονται τα πιο προσωπικά τους τραύματα, βρίζοντας μαζί τους πρώην, σατιρίζοντας τις τρελές καταστάσεις του new age dating και την κατάντια της σύγχρονης κοινωνίας που ακόμα αυτοτραυματίζεται, με αυτήν την τόσο απλή και ταυτόχρονα τόσο ζωντανή οικειότητα, γίνονται ένα με εμάς, κάτι που άλλες γενιές δεν είχαν.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα