«Βάλε ραδιόφωνο παιδί μου, κλείσε το Spotify, δεν είναι το ίδιο…»
Ακόμη και σήμερα, όταν συζητάμε με φίλους για το ιδανικό επάγγελμα, η απάντηση είναι ίδια: μια εκπομπή στο ραδιόφωνο...
Παγκόσμια Ημέρα Ραδιοφώνου. Παγκόσμια ημέρα για ένα μέσο το οποίο φαίνεται να έχει αποδυναμωθεί πια αισθητά. Οι ακροαματικότητες εμφανώς πεσμένες, οι ακροατές όλο και λιγότεροι.
Δεν έχω καταλάβει ακριβώς τι οδήγησε σε αυτήν την απομάκρυνση από το ραδιόφωνο. Δηλαδή, η ανάπτυξη των τεχνολογιών και του διαδικτύου σίγουρα έπαιξαν τεράστιο ρόλο. Τόσο οι πλατφόρμες μουσικής όσο και τα πολυάριθμα διαδικτυακά ραδιόφωνα. Αλλά και πάλι, δεν ξέρω τι έχει οδηγήσει σχεδόν στον θάνατο του ραδιοφώνου.
Εντάξει, δεν μπορώ να πω ότι πρόλαβα τα χρόνια της ακμής του ραδιοφώνου. Αλλά σίγουρα πρόλαβα να αντιληφθώ την αίγλη του. Και γενικά, μπορώ να πω ότι το αγαπάω το ραδιόφωνο. Από μικρός μέσα στο αυτοκίνητο, συγκεκριμένος σταθμός καρφωμένος στο ράδιο. Τι κι αν ήμασταν 5 άτομα μέσα στο αμάξι, το ραδιόφωνο υπήρχε πάντα στο παρασκήνιο. Και δεν σταμάτησε και ποτέ, νομίζω, αυτό. Το αμάξι είναι συνυφασμένο με το ραδιόφωνο.
Κι έπειτα έφτασε η πρώτη λυκείου. Κι εκεί έπεσε στην αντίληψη μου η ύπαρξη του τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ. Και, από τυπικός καλός μαθητής θεωρητικής που σκεφτόταν για νομική, βλέπω το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος και βλέπω μαθήματα ραδιοφώνου. Μπορεί να ακούγεται υπερβολικό αλλά εκεί έγινε η επιλογή του τμήματος. Εγκεφαλικό η μάνα μου. Μπροστά απ’ το τζάκι του πατρικού μου, στο πλαστικό σκαμπό. Αυτή είναι άραγε η μαγεία του ραδιοφώνου που λένε όλοι; Για μένα πάντως ήταν σίγουρα.
Και μπήκα στη σχολή, κι έφτασε τέταρτο έτος για να το πάρω το ρημάδι το μάθημα. Τα ενδιαφέροντα μου έχουν αλλάξει, το ραδιόφωνο δε με απασχολεί τόσο πια, δεν είναι και επικερδές, άλλωστε αν θέλω κάτι τέτοιο υπάρχουν τα podcast πια. Αλλά ακόμη και σήμερα, όταν συζητάμε με φίλους για το ιδανικό επάγγελμα, απαλλαγμένο το ζήτημα του οικονομικού, η απάντηση είναι ίδια: μια εκπομπή στο ραδιόφωνο, που θα παίζω τη μουσική που θέλω και θα συζητάμε γενικά και αόριστα για κάθε λογής θέμα. Και, μεταξύ φοιτητών δημοσιογραφίας, το πιο συχνό κομπλιμέντο που θα ακούσεις είναι: “Έχεις ραδιοφωνική φωνή”.
Κι όταν γυρίζω στο πατρικό μου, κάθε μέρα θα πάμε μια βόλτα με τη μάνα μου με το αυτοκίνητο. Κάθε μεσημέρι, δεν ξέρω, είναι το δικό μας “πάμε για καφέ”. Και κάθε μεσημέρι, λοιπόν, κύριο μέλημά μας είναι να βάλουμε ραδιόφωνο, από τη στιγμή που θα μπούμε στο αυτοκίνητο. Κάτι σαν μια διέξοδος, με το που μπαίνουμε στο αμάξι κυριαρχεί ο ήχος του ραδιοφώνου και είναι λες και ξεφεύγουμε απ’ ότι μας απασχολεί. Κι αν βάζω μουσική απ’ το κινητό, δεν είναι το ίδιο.
“Βάλε ραδιόφωνο παιδί μου, τι βάζεις τώρα”; “Σιγά ρε, το ίδιο πράγμα είναι”. “Δεν είναι, βάλε ράδιο”. Κι ενώ έχω την δυνατότητα να βάλω ακριβώς αυτά που θέλω, όντως δεν είναι το ίδιο. Είναι άλλη φάση το ραδιόφωνο, ο σταθμός που επιλέγεις να ακούς ευλαβικά. Είναι μια μορφή περιποίησης, οριακά. Κάποιος επιλέγει να σου βάλει τραγούδια που, λόγω επιλογής σταθμού λογικά, αγαπάς. “Που το θυμήθηκε αυτό”, “τι έβαλε ο άνθρωπος”, “ωωω το τραγούδι μου”. Ένας ενθουσιασμός σχεδόν παιδικός για το κάθε τραγούδι που μπαίνει.
Καλά, όσον αφορά την συσκευή του ραδιοφώνου, δεν νομίζω ότι υπάρχουν σήμερα άνθρωποι που να ακούνε από εκεί ράδιο. Το ραδιόφωνο πια είναι ενσωματωμένο στο αυτοκίνητο, στο κινητό. Αλλά, όπως και να ‘χει, το ραδιόφωνο παραμένει σύμβολο νοσταλγίας, ελευθερίας. Άλλωστε, ιστορικά στη χώρα μας η λειτουργία του ραδιοφώνου υπήρξε καταλυτική για την ελευθερία και τη δημοκρατία. Αλλά δε θα μιλήσω για τη σημασία αυτή, σε αυτό το κείμενο παραθέτω απλά τη δική μου εμπειρία. Μια εμπειρία που με “έβαλε” σε μια σχολή, μια εμπειρία που μου θυμίζει το σπίτι μου, την οικογένεια, μια εμπειρία που φαίνεται να χαράσσει το μέλλον μου…