93 καλοκαίρια πριν: Πώς ζούσε η Θεσσαλονίκη τον «κυνικό καύσωνα» – Mπαιν μιξτ και προάστια που «βούλιαζαν»
Όταν η πόλη δεν κοιμόταν - Από τις πρωινές βουτιές στον ατελείωτο χορό μέχρι τα ξημερώματα - Με μοδάτα μαγιό, αλλά και... παλιές πυτζάμες στη «Γλυφάδα» του Σαλονικιώτικου Κόλπου
Εβδομάδα καύσωνα στη Θεσσαλονίκη και με αφορμή τις… καυτές ημέρες που διανύουμε, κάνουμε μια αναδρομή στο παρελθόν και συγκεκριμένα στον Ιούνιο του 1932.
Γυρνάμε λοιπόν τον χρόνο 93… καλοκαίρια πίσω, τότε που ο Ιούνιος «έψηνε» τη Θεσσαλονίκη με τους ανθρώπους της εποχής να αναζητούν ανάσες δροσιάς στο Μπεχ Τσινάρ, στους Νέους Επιβάτες, στην Αρετσού, στην Περαία και στη Μηχανιώνα.
Μπορεί επιστημονικά να μην καταγράφεται κάποια ακραία συνθήκη ζέστης για την εποχή, ωστόσο τα δημοσιεύματα των ημερών κάνουν λόγο για «κυνικό καύσωνα».
Βέβαια, μιλάμε για ένα καλοκαίρι στις αρχές της δεκαετίας του 1930 με τις θερινές θερμοκρασίες φυσικά να μην θυμίζουν σε τίποτα τις ακραίες σημερινές, αλλά ακόμη και τότε η παραμικρή άνοδος του υδραργύρου ήταν ικανή για να προκαλέσει κύμα δυσφορίας στους αστούς και να τους οδηγήσει σε μικρές αποδράσεις στα προάστια της Θεσσαλονίκης.
Στην εποχή του Μπαιν Μιξτ που γίνεται το πιο μοντέρνο… σπορ στις ακτές της Θεσσαλονίκης. Δηλαδή, των μεικτών θαλασσινών μπάνιων ανδρών και γυναικών, παρά το «κυνηγητό» από Αστυνομία και Λιμεναρχείο που ήθελαν να επιβάλλουν την τάξη με τις… προϊστορικές διατάξεις περί ορίου ανδρικών και γυναικείων λουτρών.
Όλα αυτά σε περιοχές οι οποίες εκείνη την περίοδο άρχισαν να γνωρίζουν ραγδαία εξέλιξη.
Χαρακτηριστική μάλιστα είναι η αναφορά σε πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Μακεδονία» και σε άρθρο του Τάκη Σερβετά ο οποίος αναφέρεται στους Νέους Επιβάτες ως «Γλυφάδα της Θεσσαλονίκης».
«Ένας γύρος στην προκυμαία και μια διαδρομή με το βαποράκι στην Αρετσού, την Περαία, τους Επιβάτες, τη Μηχανιώνα και αμέσως έχουμε ολόκληρη την εικόνα που παρουσιάζει η ζωή της συμπρωτευούσης στις ημέρες αυτές του κυνικού καύσωνα» γράφει χαρακτηριστικά ο Τ. Σερβετάς και προσθέτει:
«Το μουντό χρώμα του ουρανού επάνω στο Θερμαϊκό δεν ξάνοιξε από τις ηλιακές αχτίνες. Ζέστη ανυπόφορη».
Ο Μπαρμπαθανάσης με μια βάρκα από την Αρετσού παμπάλαια με ξεθωριασμένα χρώματα, αλλά σφιχτοδεμένη εγγυάται μια ασφαλή διαδρομή στους επίδοξους ταξιδιώτες.
Το παλιό βουλιαγμένο καράβι που στις καλές του μέρες χρησιμοποιήθηκε ως κινηματογραφικό σκηνικό και εν συνεχεία ως «πλεούμενο βαριετέ» χρησιμοποιούνταν ως χώρος που κορίτσια απογόνων του Ισραήλ έκαναν το μπάνιο τους.
Η αφήγηση συνεχίζει:
«Σιγοαρμενίζουμε προς το Φάληρο. Στην αρχή της οδού Ευζώνων άλλο μεγάλο γκρουπ ξεκουφαίνει κυριολεκτικά την γειτονιά εκείνη
[…]
Συνεχίζουμε τη διαδρομή μας έως του Κωνσταντινίδη. Το Μιραμάρ είναι έρημο τις ώρες εκείνες. Αλλά στις προσφυγικές παράγκες του Κωνσταντινίδη γίνεται αληθινή κοσμοχαλασιά».
Γλαφυρές περιγραφές γίνονται και για το καλοκαιρινό dress code της εποχής.
«Όμορφα κορίτσια του λαού με μαγιό, γριούλες με τις χαρακτηριστικές τους νίδες ξεκάλτσωτες, σοβαροί κύριοι και νέοι με ανοιχτά πουκάμισα περιμένουν το ξεκίνημα του “Αλέκου” και του “Ποσειδώνα” που θα τους μεταφέρει στο Μπαξέ Τσιφλίκι, τη Ντωβίλ της Θεσσαλονίκης για το πρωινό τους λουτρό.
[…]
Ωσάν σαρδέλες παστωμένες οι πρωινοί επιβάτες ξεκινούν για το ταξίδι του κόλπου. Μιας ώρας διαδρομή γεμάτη γέλια, χαρά, τραγούδια».
Οι Νέοι Επιβάτες αρχίζουν να εξελίσσονται και όπως σημειώνουν τα δημοσιεύματα της εποχής σε αυτό έπαιξε ρόλο τόσο ο τουρισμός, όσο και η φιλοτιμία των ντόπιων.
Γι’ αυτό και όπως προαναφέραμε ο συντάκτης του άρθρου «βαφτίζει» τους Νέους Επιβάτες ως τη… Γλυφάδα του Σαλονικιού Κόλπου.
Οι παραλίες είναι γεμάτες από λουόμενους και λουόμενες που δημιουργούν ένα ολόκληρο μωσαϊκό με την εμφάνισή τους.
Μαγιό τελευταία λέξη της μόδας, αλλά και άλλοι που πάνε για μπάνιο με παλιές πιτζάμες.
Κοσμικές κυρίες της πόλης που έπαιρναν το μπάνιο τους φορώντας καουτσούκ γάντια και ψάθινο καπέλο.
Αλλά και περίτεχνα μαγιό κεντημένα με… κίτρινα ψάρια.
Και μετά τις πρωινές βουτιές, βραδινός χορός μέχρι το επόμενο πρωί.
Στους πρωινούς επισκέπτες έρχονται να προστεθούν και οι απογευματινοί.
Η μεγάλη λεωφόρος Αλλατίνι γεμίζει από ταξί και λεωφορεία. Ο κόσμος μετά μανίας θέλει να αφήσει πίσω του, έστω και για λίγες ώρες, την αφόρητη σκόνη της πόλης και να δροσιστεί στην Αρετσού.
Στην Καλαμαριά το αδιαχώρητο. Τα αυτοκίνητα της εποχής γεμίζουν τους δρόμους και μετά βίας κυκλοφορούν. Όλοι αναζητούν ανάσες δροσιάς.
«Στου Κατιρλή αρχίζει η κίνηση της Αρετσούς» σημειώνει χαρακτηριστικά το δημοσίευμα της εφημερίδας «Μακεδονία».
Ο θρυλικός Παράδεισος στην Αρετσού γεμάτος όσο ο ήλιος αρχίζει να δύει.
Το ίδιο και τα τραπέζια του Τερραίν.
Η Θεσσαλονίκη χορεύει ασταμάτητα σε Παράδεισο, Τερραίν, Τροκαντερό, Ακτή, Ακρόπολη.
Η πόλη μέχρι το ξημέρωμα ξεχνά τη ζέστη, την οικονομική κρίση της εποχής, τα άγχη της καθημερινότητας.
Την επόμενη μέρα το πρωί στις γεμάτες ακτές της Αρετσούς τα καλοκαιρινά παιχνίδια συνεχίζονται.
Μια νέα εποχή ξεκινά για τη Θεσσαλονίκη καθώς οι αστοί της εποχής αρχίζουν και στρέφονται προς τη νυχτερινή δροσιά του Θερμαϊκού.
Αρετσού, Νέοι Επιβάτες, Περαία, Μηχανιώνα εξελίσσονται ραγδαία.