Μνημεία κλειστά, μνημεία βανδαλισμένα στη Θεσσαλονίκη, αναζητούν φύλαξη και σεβασμό
Ο «γρίφος» των ωραρίων και οι προσπάθειες για καθαρισμό και προστασία των μνημείων, σε μια πόλη όπου η ασέβεια περισσεύει
Μνημεία με αιώνες ή και χιλιετίες ζωής, αποκλεισμένα στο σήμερα για επισκέπτες και κατοίκους ή —ακόμα χειρότερα— εκτεθειμένα σε κάθε μορφής «παρεμβάσεις», που προκαλούν μικρές ή μεγαλύτερες καταστροφές. Αυτή είναι μία διαχρονική και ντροπιαστική πραγματικότητα στη Θεσσαλονίκη, που κάπως έχει περάσει στη συλλογική μας νοοτροπία σαν κανονικότητα, ενώ δεν θα έπρεπε.
Επικοινωνώντας με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης αλλά και με επαγγελματίες του τουρισμού, η Parallaxi προσπάθησε να διαπιστώσει τις αιτίες αυτής της κατάστασης και να αναδείξει το τι μέλλει γεννέσθαι τους επόμενους μήνες σε μερικά από τα σημαντικότερα τοπόσημα της πόλης.
Γκράφιτι, παρκούρ και… πολύ προσωπικές στιγμές μέσα στα ανάκτορα του Γαλερίου
Ιδιαίτερα αρνητική εντύπωση είχε προκαλέσει πρόσφατα η είδηση ότι άγνωστοι μπήκαν στον αρχαιολογικό χώρο των ανακτόρων του Γαλερίου, για να κάνουν γκράφιτι πάνω σε κομμάτι της τοιχοποιίας. Ωστόσο, αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που ο αρχαιολογικός χώρος βανδαλίστηκε.
Η Μπετίνα Τσιγαρίδα, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης, δηλώνει: «Με τα ανάκτορα έχουμε μεγάλο πρόβλημα, γιατί είναι μεγάλη έκταση, με τοίχους, εσοχές κτλ. και χωρίς κάγκελα. Είναι εύκολο δηλαδή για τον οποιονδήποτε να πηδήξει από παντού και, κρυφά από το φύλακα, να προκαλέσει καταστροφές».
Δύο άλλα παραδείγματα βανδαλισμού που θυμάται η κ. Τσιγαρίδα αφορούν τα πανέμορφα ψηφιδωτά και το φωτισμό του ανακτόρου: «Δύο φορές επιχειρήσαμε να αποκαλύψουμε τα ψηφιδωτά στους επισκέπτες. Και τις δύο φορές πήδηξαν κάποιοι μέσα στο χώρο, πατήσαν πάνω τους, μέχρι και παρκούρ κάναν. Όσο για τη φωταγώγηση του μνημείου, στο παρελθόν η Εφορεία είχε τοποθετήσει φωτιστικά για την ανάδειξή του και κατευθείαν πηγαίναν και τα σπάγανε».
Σαν αποτέλεσμα, τα ψηφιδωτά καλύφθηκαν πάλι, ο δε αρχαιολογικός χώρος είναι κρυμμένος στο μισοσκόταδο.
«Ίσως πρέπει τελικά —και σε αυτό κατευθυνόμαστε, αν και δεν μας αρέσει σαν λύση— να βάλουμε κιγκλιδώματα σε κάποια σημεία του ανακτόρου. Αυτό θα μας επιτρέψει να αποκαλύψουμε και τα ψηφιδωτά, να φανεί όλη η ομορφιά του χώρου», μοιράζεται μαζί μας η κ. Τσιγαρίδα. «Ξέρετε, είναι και θέμα κόστους. Ο καθαρισμός της τοιχοποιίας από τα γκράφιτι είναι πολυδάπανος και γίνεται από ειδικές υπηρεσίες. Δεν είναι ένας απλός τοίχος που τον βάφεις από πάνω. Ξοδεύουμε ένα πολύ μεγάλο ποσό κάθε χρόνο να καθαρίζουμε γκράφιτι, ενώ αυτά τα χρήματα θα μπορούσαν να δίνονται σε άλλες βελτιώσεις. Όταν τα χρήματά μας τα κρατάμε γιατί κάποιοι θέλουν να παίζουν και να διασκεδάζουν λερώνοντας, κόβονται από αλλού. Είναι πολύ εγωιστική και αντικοινωνική κίνηση», προσθέτει.
Την έκταση του προβλήματος με τα γκράφιτι επιβεβαιώνει και ο πρόεδρος του Σωματείου Φίλων Ιστορικού Κέντρου Θεσσαλονίκης, Άκης Λαζάρου. Το σωματείο κάνει κατά καιρούς δράσεις καθαρισμού σε διάφορα σημεία του κέντρου, με προσωπική εργασία των μελών και πόρους προερχόμενους από δωρεές. «Τόσο στα ανάκτορα του Γαλερίου, όσο και στη ρωμαϊκή αγορά το φαινόμενο έχει μειωθεί αλλά δεν λέει να εκλείψει. Κάθε εβδομάδα, βάφουμε τους περίβολους από δύο φορές και όλο λερώνονται».
Η Έφη Καλαμπουκίδου, ξεναγός, λέει ότι οι περισσότεροι τουρίστες απορούν με το πόσο μουτζουρωμένη είναι όλη η πόλη, από τα κάστρα μέχρι τη θάλασσα: «Από όποια χώρα και αν είναι, αυτό τους κάνει την πιο άσχημη εντύπωση».
Τη λύση να μπουν κάγκελα στον αρχαιολογικό χώρο των ανακτόρων, τουλάχιστον από τη μεριά της πλατείας Ναβαρίνου, προκρίνει και ο Κωνσταντίνος Σφήκας, επίσης ξεναγός. «Από τη μεριά της Ναβαρίνου, κοντά στο πλατάνι, το τοιχάκι είναι μόλις μισό μέτρο. Μπορείς να μπεις πανεύκολα. Ό,τι θες γίνεται εκεί μέσα… Βρίσκουμε συνέχεια σύριγγες και προφυλακτικά», δηλώνει. «Υπάρχουν κάμερες ασφαλείας και φύλακας, αλλά πόσα μπορεί να κάνει; Αν μπει μέσα στο ανάκτορο ένα μπουλούκι μεθυσμένων ή τοξικοεξαρτημένων, πώς να αντιδράσει;».
Ο κ. Σφήκας αναφέρεται και σε άλλα παραδείγματα ασέβειας προς τα μνημεία, με χαρακτηριστικότερο την Καμάρα, που έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον σαν… στήριγμα για τεράστια πανό. «Σκαρφαλώνουν πάνω στο μνημείο και το τρυπάνε για να στερεώσουν πάνω του το πανό. Το θεωρούν τσιφλίκι τους. Και φυσικά, μην μιλήσουμε για το τοιχάκι ακριβώς δίπλα, που είναι μονίμως “κατειλημμένο” από κάποιο σύνθημα».
Εντυπωσιακά μνημεία πίσω από κλειστές πόρτες
Ένα διαχρονικό παράπονο των εργαζομένων στον τουρισμό είναι οι κλειστές πόρτες που συναντούν όταν συνοδεύουν επισκέπτες σε κάποια από τα μνημεία της πόλης.
Υπενθυμίζεται ότι από 1 Νοεμβρίου μέχρι 31 Μαρτίου είναι σε ισχύ το χειμερινό ωράριο, με τα περισσότερα μνημεία να κλείνουν τις πόρτες τους στις 15:30. Από 1 Απριλίου μέχρι 31 Οκτωβρίου ισχύει το θερινό ωράριο, με λειτουργία μέχρι και τις 20:00 το βράδυ. Προκειμένου να εφαρμοστεί το διευρυμένο ωράριο λειτουργίας, κάθε χρόνο οι κατά τόπους Εφορείες Αρχαιοτήτων προκηρύσσουν θέσεις, ώστε να στελεχωθούν με επιπλέον προσωπικό φύλαξης.
Η κ. Καλαμπουκίδου αναφέρει ότι τα ανάκτορα του Γαλερίου υπήρξαν παλιότερα ένας από τους πιο «επίφοβους» χώρους ως προς το ωράριο. Το ίδιο ισχύει και για τον πύργο Τριγωνίου, που το μεγαλύτερο μέρος του χειμώνα έχει κλειστές τις πόρτες του.
Σύμφωνα με την κ. Τσιγαρίδα, τα ανάκτορα του Γαλερίου λειτούργησαν κανονικά τον περασμένο χειμώνα, ο δε αρχαιολογικός χώρος λίγο βορειότερα, όπου στεγάζεται η αψιδωτή αίθουσα των ανακτόρων και ένα πληροφοριακό κέντρο, είναι επισκέψιμος κατόπιν συνεννόησης με την Εφορεία.
Για τον πύργο Τριγωνίου, δηλώνει: «Κάποια μνημεία αναγκαστικά δεν μπορούμε να τα έχουμε ανοιχτά το χειμώνα, λόγω των καιρικών συνθηκών. Ένα παράδειγμα είναι ο πύργος Τριγωνίου, όπου επικρατούν χαμηλές θερμοκρασίες το χειμώνα και δυστυχώς δεν είναι κατάλληλος για επίσκεψη. Η τοποθέτηση θέρμανσης δεν προβλέπεται, διότι θα χρειαστούν σκαψίματα, σωληνώσεις και άλλες παρεμβάσεις που δεν μπορούν να γίνουν σε ένα τέτοιο μνημείο. Το ίδιο ισχύει, για παράδειγμα, και στο Επταπύργιο, όπου στεγάζονται τα γραφεία της Εφορείας και δεν υπάρχει σύστημα κλιματισμού».
Μνημεία UNESCO με έναν φύλακα
Μεγάλο πρόβλημα με τα ωράρια, σύμφωνα με την κ. Καλαμπουκίδου, εντοπίζεται ειδικά σε μία σειρά βυζαντινών μνημείων, ενταγμένων στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Ανάμεσα σε αυτά συγκαταλέγεται το βυζαντινό λουτρό στη συνοικία Κουλέ Καφέ και οι ναοί του Προφήτη Ηλία, της Αγίας Αικατερίνης και του Αγίου Νικολάου του Ορφανού.
«Αυτά ανοίγουν εκ περιτροπής από έναν μόνο φύλακα. Αν αρρωστήσει ή πάρει άδεια, κλείνουν τελείως», αναφέρει. «Μπορεί ένα γκρουπ θρησκευτικού τουρισμού να έχει προγραμματίσει να δει τέσσερις-πέντε βυζαντινές εκκλησίες και να τύχει κάποιες από αυτές να μην έχουν φύλακα. Χαλάει το πρόγραμμα. Συμβαίνει συνέχεια αυτό, ακόμα και με το θερινό ωράριο».
Ο κ. Σφήκας μεταφέρει ότι τα συγκεκριμένα μνημεία θα έπρεπε υποχρεωτικά, λόγω της συμπερίληψής τους στον Κατάλογο της UNESCO, να λειτουργούν ανελλιπώς από τις 09:00 το πρωί μέχρι τις 09:00 το βράδυ: «Αυτό εφαρμόζεται μόνο στους ναούς της Αγίας Σοφίας και του Αγίου Δημητρίου, καθώς ο καντηλανάφτης διατηρεί τις εκκλησίες ανοιχτές και γίνονται καθημερινά λειτουργίες. Σε άλλες εκκλησίες, λιγότερο ενεργές, το ωράριο δεν τηρείται όπως πρέπει και είναι διαφορετικό ανάλογα με την περίπτωση. Ο Όσιος Δαυίδ κλείνει στις 15:00. Η Μονή Βλατάδων κλείνει στις 12:00. Καταλαβαίνεται πόσο δύσκολο είναι να προγραμματίσουμε τα γκρουπ, όταν κάθε χώρος έχει το δικό του ωράριο».

Ακόμα μεγαλύτερο είναι το πρόβλημα με τα οθωμανικά μνημεία, που εδώ και πολλά χρόνια δεν ανοίγουν καθόλου τις πόρτες τους. «Τα οθωμανικά μνημεία είναι κατάκλειστα εδώ και τουλάχιστον πέντε χρόνια. Παλιότερα, γινόντουσαν κάποιες εκθέσεις στο Γενί Τζαμί, το Μπέη Χαμάμ και το Αλατζά Ιμαρέτ, ανοίγαν τα μνημεία και τα έβλεπες. Τώρα ούτε αυτό», λέει ο κ. Σφήκας.
Για τον ίδιο, τα ανοιχτά και λειτουργικά μνημεία είναι άκρως απαραίτητα για την τουριστική ανάπτυξη: «Αν έχεις ανοιχτά μνημεία, ο άλλος θα ‘ρθει. Άμα είναι κλειστά, είναι η αρνητικότερη δημοσιότητα. Στόμα με στόμα, οι τουρίστες θα μεταφέρουν αυτήν την πληροφορία πίσω στις χώρες τους».
Είναι (και) ζήτημα προσφοράς και ζήτησης
Λίγες μέρες πριν την έναρξη του θερινού ωραρίου, η κ. Τσιγαρίδα κάνει λόγο για μία χειμερινή σεζόν που ολοκληρώθηκε με επάρκεια σε φύλακες, χάρη σε μεταθέσεις που έγιναν. Υποστηρίζει ότι πλέον έχει εκλείψει το φαινόμενο παλιότερων ετών να απασχολούνται υπάλληλοι άλλων ειδικοτήτων στη φύλαξη. «Κάνουμε μεγάλο αγώνα για να προλάβουμε 1 Απριλίου να είναι έτοιμα όλα», δηλώνει.
Αξίζει να σημειωθεί ότι με το τρέχον σύστημα προσλήψεων του Υποργείου Πολιτισμού, ενίοτε δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος: Τα μνημεία με μικρή επισκεψιμότητα δεν δικαιολογούν το ίδιο εύκολα στο Υπουργείο τις ανάγκες για φύλακες. Άρα, ξεμένουν από προσωπικό, μένουν περισσότερο καιρό κλειστά και διαιωνίζεται η χαμηλή τους επισκεψιμότητα.
«Πράγματι, οι φύλακες κατανέμονται ανάλογα με τις ανάγκες. Έχει σημασία το κριτήριο αν ένα μνημείο έχει επισκεψιμότητα 1.000 άτομα το χρόνο και το άλλο 80.000», επιβεβαιώνει η κ. Τσιγαρίδα και συμπληρώνει ότι τα μνημεία της Θεσσαλονίκης έχουν υψηλή επισκεψιμότητα, για αυτό και εντάσσονται κανονικά στο θερινό ωράριο, λαμβάνοντας τον αντίστοιχο αριθμό φυλάκων. Συνεπώς, δεν υπάρχει κίνδυνος να χάσουν επισκέπτες εξαιτίας της έλλειψης προσωπικού.
«Το θέμα είναι να προσελκύεις με άλλους τρόπους τον κόσμο στο μνημείο: εκθέσεις, διαφήμιση, καλές εγκαταστάσεις, καλή συγκοινωνία. Δεν αρκεί να πεις “Θα το ανοίγω περισσότερες ώρες, για να έρθει κόσμος». Υπάρχουν τόσα άλλα που πρέπει να κάνουμε πριν», προσθέτει η προϊσταμένη της Εφορείας.
Αυτό το καλοκαίρι η επιστροφή της ρωμαϊκής αγοράς
Ένας ακόμη χώρος που στερούνταν Θεσσαλονικείς και επισκέπτες για χρόνια είναι αυτός της ρωμαϊκής αγοράς. Αυτήν τη φορά η αιτία ήταν εκτεταμένες εργασίες ανάπλασης, συντήρησης και ανάδειξης στα μνημεία του εξωτερικού χώρου, μαζί με εργασίες στεγανοποίησης στο μουσείο που συστεγάζεται στο σημείο. Πλέον το μουσείο έχει επανέλθει και είναι επισκέψιμο, όμως η περιήγηση στον αρχαιολογικό χώρο απαγορεύεται ακόμα λόγω των εργασιών.
Η κ. Τσιγαρίδα μεταφέρει την πρόθεση να ανοίξει και ο αρχαιολογικός χώρος το καλοκαίρι. «Παρόλο που δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμα οι εργασίες, θα ανοίξει —τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος του εξωτερικού χώρου— ενώ θα γίνονται και κάποιες εργασίες», εξηγεί.
Μέχρι τότε, θα αρκεστούμε στο να παρατηρούμε τον εντυπωσιακό αρχαιολογικό χώρο από μακριά, όπως εξάλλου κάνουμε με τα περισσότερα μνημεία που στέκονται αιώνες τώρα στο ιστορικό κέντρο. Ποιος ξέρει; Ίσως και να είναι καλύτερα έτσι, αν κρίνουμε από την «αντιμετώπιση» που ενίοτε τους επιφυλάσσουμε όταν καταφέρνουμε να βρεθούμε πολύ κοντά τους…