Πώς έζησα τις πρώτες μέρες του Μετρό Θεσσαλονίκης
Οι συντάκτες της Parallaxi γράφουν για τις πρώτες τους εμπειρίες με τη νέα πραγματικότητα της Θεσσαλονίκης
Το Μετρό είναι μία νέα πραγματικότητα στη Θεσσαλονίκη από το Σάββατο και οι Θεσσαλονικείς τις πρώτες μέρες το γνωρίζουν, χρησιμοποιώντας το ελεύθερα και με πολύ μαζικό τρόπο.
Από την Τετάρτη θα είναι απαραίτητο το αντίτιμο των 0,60 ευρώ για μία διαδρομή, ενώ υπάρχουν και εναλλακτικά πακέτα (ημερήσιο, μηνιαίο, πακέτο 10+1 εισιτήρια κ.α.).
Πώς έζησαν όμως οι συντάκτες της Parallaxi τις πρώτες του στιγμές και εμπειρίες με το νέο συγκοινωνιακό μέσο για την πόλη τους;
Γιώργος Τούλας
Εδώ δεν πατάμε…
Όταν έχεις μεγαλώσει, ή παραμεγαλώσει, με την προσμονή, εννοείται πως η χαρά θα βρει χώρο να νικήσει την απογοήτευση.
Από το Σάββατο, έχοντας αφήσει στην άκρη αναστολές, πίκρα, θυμό και προβληματισμούς, απολαμβάνω τη νέα πραγματικότητα μας, που δεν έχει πια εκνευρισμό, μποτιλιάρισμα, που έχει χαμόγελα, αφού μοιάζει με ουτοπία που υλοποιείται στα στερνά.
Όταν η ζωή σου είναι στο δρόμο και ο δρόμος είναι ζόρικος, με κατεστραμμένα οδοστρώματα, κακή οδηγική συμπεριφορά και μεγάλους φόρτους αυτοκινήτων, η υπόγεια διαφυγή, έστω και αν δεν έχει θέα στο αστικό τοπίο, είναι απόλαυση.
Ομολογώ ότι η τρίτη μέρα δεν ήταν το ίδιο ευχάριστη. Προσπάθησα να βγάλω κάρτα διαδρομών, τα μηχανήματα δεν δέχονταν πιστωτικές, δεν δέχονταν εικοσάρια, άλλα δεν έδιναν ρέστα, οι ουρές ήταν ατέλειωτες, ο εκνευρισμός μεγάλος, στα δρομολόγια άρχισαν συνωστισμοί, κόσμος έμενε εκτός τρένου, οι ατάκες λιγότερο ενθουσιώδεις. Μια κυρία είπε αν εγώ στο κατάστημα μου δεν έχω pos θα με πάνε μέσα, σε σας ισχύουν άλλοι νόμοι…
Επειδή αγαπώ την παρατήρηση, βλέπω τα έκπληκτα χαμόγελα των επιβατών, τις selfie, κρυφακούω τα τηλεφωνήματα στους σταθμούς με την ενθουσιώδη φράση είμαι στο Μετρό, κοιτάζω με θαυμασμό και δεν χορταίνω τις αρχαιότητες με τις ζωές των προγόνων μου, και τον τρόπο που τις περιεργάζονται οι σημερινοί τους απόγονοι, εκνευρίζομαι όταν για κάποιους είναι σημείο ανάπαυσης για το πόδι. Τότε ομολογώ ότι εκνευρίζομαι και θέλω να φωνάξω, εδώ δεν πατάμε…
Χάρης Δημαράς
Από το Σάββατο είχα μια γλυκόπικρη γεύση. Με το που έφτασα στο Αμαξοστάσιο για την τελετή εγκαινίων του Μετρό, αντιλαμβανόμουν ότι ζω μια εξαιρετικά ιστορική στιγμή, μαζί με τον Κωστή τον Κοτσώνη και τους υπολοίπους συναδέλφους, που θα μνημονεύεται για χρόνια.
Από την άλλη δεν μου άρεσε καθόλου που κάποια συγκεκριμένα πρόσωπα από το κυβερνών κόμμα προσπάθησαν να «καπηλευτούν» την ολοκλήρωση του έργου για επικοινωνιακό σόου. Σε μία τέτοια στιγμή και όταν ξέρεις ότι οι Θεσσαλονικείς υπέμειναν τόσο πολύ, δεν γίνεται να προσπαθείς να χρωματίσεις είτε μπλε είτε με οποιοδήποτε άλλο χρώμα αυτή την ιστορική στιγμή. Ευτυχώς δεν το έκαναν όλα τα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος.
Όταν μπήκα στο βαγόνι και άκουσα αυτό τον απόκοσμο ήχο από την κίνηση των συρμών, στο Αμαξοστάσιο και περιμένοντας να βγω στο φως της ημέρας, πέρασαν από μπροστά μου όλες αυτές οι μέρες που στριμώχτηκα σε λεωφορεία του ΟΑΣΘ, περίμενα μαζί με δεκάδες ακόμη σε στάσεις για πολλή ώρα ή και αναγκάστηκα να υπομένω και να περιμένω.
Αυτό που μου έμεινε από την πρώτη βόλτα ήταν ότι οι περισσότεροι το κοιτούσαμε σαν… ιθαγενείς, αλλά και η φωνή μιας μητέρας προς το μικρό παιδί της. «Ελα βρε, μη φοβάσαι, δεν πάει πολύ γρήγορα, θα φτάσουμε»… Πώς καθένας ζει διαφορετικά την ίδια στιγμή.
Ραφαήλ Γκαϊδατζής
Η πρώτη μου επαφή με το Μετρό ήταν το πρωί της Δευτέρας με τη δυτική Θεσσαλονίκη να «βουλιάζει» από κίνηση εξαιτίας της διακοπής κυκλοφορίας στη γέφυρα Δενδροποτάμου.
Το να κάνεις 45 λεπτά για να φτάσεις από τον Εύοσμο έως τον Σιδηροδρομικό Σταθμό δε το λες και φυσιολογικό…
Το να είσαι επί 10 λεπτά κολλημένος στην Καραολή Δημητρίου και να βλέπεις την ουρά των αυτοκινήτων να μην ξεκολλάει όσο πήγαινε το μάτι σου, επίσης δεν είναι φυσιολογικό.
Τα ίδια και αργότερα στο φανάρι που στρίβει δεξιά προς Μενεμένη και την εκκλησία της Αγ. Παρασκευής, όπου για τουλάχιστον 5 λεπτά τα φανάρια άναβαν πράσινο, μετά πορτοκαλί και μετά κόκκινο, αλλά εσύ ήσουν κολλημένος στο ίδιο σημείο.
Με αυτά και με εκείνα έφτασα επιτέλους να παρκάρω κάπου απέναντι από το Σιδηροδρομικό Σταθμό κάνοντας βέβαια ζογκλερικά για να μην πατήσω στις λάσπες και τα μαζεμένα νερά που υπήρχαν στο σημείο.
Στρίβω, βρίσκω την είσοδο του μετρό, κατεβαίνω τις κυλιόμενες σκάλες και ένας νέος κόσμος ανοίγεται ξάφνου μπροστά μου.
Μπαίνεις στο σταθμό, κατεβαίνεις στις αποβάθρες και σου έρχεται αυτή η μυρωδιά της «καινουργίλας» όπως ακριβώς όταν έχεις πάρει καινούργιο αμάξι και μπαίνεις πρώτη φορά μέσα για να το οδηγήσεις.
Έκανα 4 μόλις λεπτά για να φτάσω από το Σιδηροδρομικό Σταθμό στην Αγίας Σοφίας και άλλο 1 λεπτό με τα πόδια για να φτάσω στο γραφείο.
Η 45λεπτη ταλαιπωρία που είχα υποστεί πριν λίγο είχε γίνει πλέον μακρινή ανάμνηση.
Μέσα στην ημέρα το χρησιμοποίησα άλλες πέντε ή έξι φορές για τις ανάγκες του ρεπορτάζ.
Δεν ξέρω αν είναι μόνο δική μου ιδέα, αλλά είδα τους Θεσσαλονικείς με μια άλλη «αύρα» να περιμένουν στις αποβάθρες τους συρμούς.
Με υπομονή να περιμένουν να αποβιβαστούν οι επιβάτες που βρίσκονταν ήδη μέσα στο συρμό και εν συνεχεία να μπουν εκείνοι για να πάρουν τη θέση τους.
Είδα με τα μάτια μου και δεν το πίστευα, έναν ηλικιωμένο να σηκώνεται από τη θέση του για να την παραχωρήσει σε κάποια νέα κορίτσια που ήθελαν να τραβήξουν στο κινητό τους τη διαδρομή.
«Ελάτε να καθίσετε εσείς να το απολαύσετε, για εσάς είναι, εσείς είστε το μέλλον» είπε χαρακτηριστικά και τα λόγια του ακόμα αντηχούν στα αυτιά μου…
Μυρτώ Τούλα
Το ημερολόγιο γράφει Σάββατο 30/11, έχουν περάσει μόλις 40 χρόνια από τότε που η πόλη άκουσε την λέξη μετρό πρώτη φορά.
Σηκώνομαι από το κρεβάτι και ανοίγω τα πατζούρια, με άλλον αέρα, ευρωπαϊκό -κοιμηθήκαμε Βαλκάνιοι, ξυπνάμε Ευρωπαίοι, όπως όλοι γράφουν στις αρχικές σελίδες των social media- ο καιρός έξω απόκοσμος, 8 μποφόρ, μαύρος ουρανός, βροχή. Γεμίζω μία κούπα καφέ και κάθομαι για λίγα λεπτά και χαζεύω την Ολύμπου.
Κάνω το λάθος να βγάλω το κινητό μου από λειτουργία πτήσης. Χάος, ειδοποιήσεις από όλα τα site Ελλάδας-Θεσσαλονίκης “αντίστροφη μέτρηση για τα εγκαίνια του μετρό”, “ο Μητσοτάκης πάτησε το κουμπί”, “πτώσεις δέντρων στο κέντρο της πόλης”, “οι πρώτοι επιβάτες του μετρό”, “δελφίνια στον Θερμαϊκό”, “πτώση γέφυρας Δενδροποτάμου” – ξαφνικά η πόλη είχε μετατραπεί σε σκηνικό χολιγουντιανής ταινίας και πρωταγωνιστές ήμασταν εμείς. Η λάμψη της ήταν όμοιας με του Σεπτεμβρίου, μόνο που τώρα δεν είχαμε πια υποσχέσεις.
Ύστερα από λίγο, ξεκίνησαν τα μηνύματα από φίλους “τι ώρα θα βρεθούμε;”, “σε ποια στάση θα κατέβουμε;”, “θα πάρετε μετρό”, “εγώ θέλω να πάω βόλτα”, “βλέπετε τι γίνεται στις αποβάθρες;” οι ομαδικές του messenger είχαν γεμίσει ειδοποιήσεις, μετρούσαν τουλάχιστον 10 ανά δευτερόλεπτο.
Δεν ήξερα τι να πρωτοαπαντήσω, βιντεάκια από το tik-tok πήγαιναν και ερχόντουσαν, ξαφνικά είχαμε γίνει η πιο viral πόλη στον κόσμο – γιατί, όχι;. Κάπου εκεί ξεκίνησε και το beef στα social media με την Αθήνα, “πώς νοιώθετε που το μετρό μας είναι καλύτερο”, φωτιά τα hate commends από Αθηναίους. Μία σύγκριση που ποτέ κανένας δεν χρειάστηκε και παρ’ όλα αυτά τραβάει χρόνια. Σουβλάκι- Καλαμάκι, Μανό-Όζα, Μετρό-Μετρό.
Ομολογουμένως, ναι, εμείς τα παιδιά που μένουμε και μεγαλώσαμε Θεσσαλονίκη, πάντα στην Αθήνα παίρναμε μετρό για βόλτες, γιατί ακούγαμε πως θα έρθει και ποτέ δεν εμφανιζόταν. Ζηλεύαμε πολύ αυτή την πολυτέλεια της συγκοινωνίας, ταξιδεύαμε 4 μέρες εκεί και μας φαινόταν παράδεισος, γυρνούσαμε πίσω πάλι τα ίδια -στιβαγμένοι σε λεωφορεία που έκαναν να φτάσουν 20-25 λεπτά. Νομίζω λοιπόν, μας αξίζει η περίσσια χαρά και ας ξεχάσαμε για λίγες μέρες τις πληγές που άφησε στην πόλη και τα λεφτά που φαγώθηκαν.
Αφού λοιπόν, απόλαυσα τον καφέ μου, με φόντο την καταστροφή του Νώε που ξερίζωνε ένα-ένα τα δέντρα της Ίωνος Δραγούμη, ξεκίνησα να ετοιμάζομαι, για να κατέβω στον πολύπαθο σταθμό της Βενιζέλου. Μετά από τόσα χρόνια, οι λαμαρίνες έφυγαν από το Αλκαζάρ και το Μπεζεστένι, οι κρυφές -για μας τους νεότερους- ιστορικές ομορφιές της πόλης αποκαλύφθηκαν. Γύρω από το Κάραβαν και το Στέρεο δεν έχει πια λαμαρίνες, τα τραπεζοκαθίσματα βλέπουν την πληγωμένη Εγνατία. “Πόσο περίεργο” λέω από μέσα μου.
Στις σκάλες στέκονταν δεκάδες διαφορετικών ηλικιών, κάποιοι από αυτούς μπορεί να μην είχαν ποτέ την ευκαιρία να πάρουν μετρό, κάποιοι άλλοι, μπορεί απλά να κατέβηκαν στην αποβάθρα και να μην το εμπιστεύτηκαν, ένα ξέρω, πως όλοι εκείνη την ημέρα ήταν χαμογελαστοί, είχα να δω καιρό τόσο φως σε μία ακατάπαυστη μαυρίλα.
Κατέβηκα σαν βάρκα που επιπλέει στο ποτάμι, ένα-ένα τα σκαλιά. Στεκόμουν σε κάθε όροφο, μπορεί να μην είχε και τίποτα, όμως παρατηρούσα και ρουφούσα την κάθε λεπτομέρεια.
Ώσπου έφτασα στα αρχαία – που σε αυτή την ημέρα δεν θα σχολιάσω το πόσο πόνεσαν- θα πω μονάχα ότι με διαπέρασε ένα ρίγος συγκίνησης και στο μυαλό μου έτρεξε ο κυρ-Γιάννης που μέχρι τελευταία στιγμή πολέμησε γι’ αυτά.
Εκεί μία μαμά, είπε στο παιδί της “αυτή είναι η ιστορία της πόλης μας – ο Θησαυρός μας και αν σκάψουμε γύρω τριγύρω θα βρούμε κι άλλα έπαθλα”, τα μάτια του παιδιού έλαμψαν και την ρώτησε “μπορούμε δηλαδή να παίξουμε στο μετρό κυνήγι θησαυρού;” Χαμογέλασα και περιηγήθηκα μόνη, γύρω τους, κάποιοι έβγαζαν φωτογραφίες, άλλοι έλεγαν ατάκες του στιλ “γι’ αυτά δεν είχαμε μετρό τόσα χρόνια; ένα μάτσο πέτρες είναι”- ε, και τι να κάτσεις να εξηγήσεις τώρα. Όσο κατέβαινα οι εικόνες ήταν ακόμη πιο έντονες.
Ένα αγόρι φίλησε την κοπέλα του και της είπε “σου είπα πως θα είμαστε μαζί μέχρι να ανοίξει το μετρό”, μία παρέα νέων ατόμων χάζευε τις τζαμαρίες μέχρι να φτάσει ο συρμός και έλεγαν μεταξύ τους χαμογελαστά “απίστευτο”, ένας μπαμπάς πήρε τον μικρό του γιο αγκαλιά και του είπε “με αυτό το τρένο που θα έρθει τώρα θα πηγαίνουμε από την Δευτέρα στο σχολείο” και ο μικρός του γέλασε ξεφύσηξε και του είπε, “πάλι καλά, κρύωνα πάνω στο μηχανάκι”, μία γιαγιά με έναν παππού αγκαζέ σχολίαζαν “ζήσαμε να το δούμε κι αυτό”.
Μέχρι που έφτασε ο συρμός κι εκεί κι εγώ ένιωσα την καρδιά μου να φτερουγίζει, μόνο στο άκουσμα του. Άνοιξαν οι πόρτες, μπήκαμε μέσα και χάζευα από το παράθυρο την διαδρομή. Μπορεί να είναι τόσο μικρή, να έχει μόνο μία γραμμή, όμως είναι μία μικρή ανάσα και μία ελπίδα πως θα μπορέσει αυτή η πόλη να συναγωνιστεί άλλες μεγάλες όμοιές της.
Έφτασα στα πανεπιστήμια, συναντάω την φίλη μου η οποία είναι από την Αλεξανδρούπολη και μου λέει “είναι η καλύτερη ημέρα της ζωής μου, έφτασα από την Μαρτίου στο κέντρο σε 11 λεπτά, δεν το πιστεύω. Δεν μπορώ να καταλάβω καν εσύ πως νοιώθεις που μεγάλωσες εδώ και μόνο το άκουγες σαν να είναι φάντασμα τόσα χρόνια.”
Όντως για εμάς ήταν ένας αστικός μύθος που, στο πέρασμα του, έκλεισε δεκάδες καταστήματα, δίχασε, εξόντωσε, άφησε γειτονιές στην απ’ έξω και τελικά ήρθε – μπορεί μισοτελειωμένο, όμως είναι εδώ.- Ένας ενθουσιασμός, που δεν μπορώ να περιγράψω, σαν ένα φιλί ανανέωσης σε κάτι καλύτερο που ίσως καταφέρει να κρατήσει τα παιδιά της ηλικίας μου εδώ.
Αλέξανδρος Βασιλείου
Έφτασε η μέρα που περίμενα από πρωτοετής φοιτητής, είδα μετρό στην πόλη. Φαντάζει τρελό στο μυαλό μου. Πολίτες που μεταφέρονταν σαν «σαρδέλες» με τα αστικά, έχουν πια μια νέα εναλλακτική. Στο κέντρο πάντα, γιατί δυτικότερα… το χάος.
Οι πρώτες μέρες του μετρό μάς βρήκαν μέσα σε μια μεγάλη κακοκαιρία. Δεν ξέρω αν εκπλαγήκαμε, όλοι περιμέναμε ότι κάτι θα γίνει με αυτό το «κοσμοϊστορικό γεγονός». Τελικά, έμελλε να είναι βροχή και δυνατός αέρας. Αλλά παρά την κακοκαιρία, η Θεσσαλονίκη βγήκε, πήρε το μετρό, έκανε βόλτες με αυτό. Ανέβασε υλικό στα social media λες και κάτι πραγματικά μεγάλο είχε συμβεί. Ένα έργο που η Θεσσαλονίκη χρειαζόταν εδώ και χρόνια, ένα προαπαιτούμενο έφτασε να γίνεται ζητούμενο και να φαντάζει ουτοπικό.
Και τώρα που ήρθε, μοιάζει εξωπραγματικό. Τόσο μεγάλες λέξεις για ένα σύστημα μεταφοράς. Κάτι πρέπει να έχει πάει λάθος σε όλη αυτή την ιστορία…
Πάντως, το να φτάνεις σε 4-5 λεπτά σε μέρη που ήθελες 15 λεπτά και βάλε είναι κάτι που σίγουρα η πόλη δεν είχε ξαναζήσει. Μέσα στο μετρό, όλοι απορημένοι. Όλοι να κοιτούν τριγύρω. Και κανείς να μη το πιστεύει.
Κωστής Κοτσώνης
Οι συνάδελφοι στο γραφείο με πείραζαν: «Σαν το ενδιαφέρον του Κωστή για το μετρό κανείς!». Δεν είχαν και άδικο. Έχω γράψει ήδη αρκετά για το πόσο περίμενα αυτό το έργο. Ίσως γιατί θα με διευκόλυνε σημαντικά στις μετακινήσεις μου, περισσότερο γιατί έπλαθα στο μυαλό μου δεκαετίες ολόκληρες, από παιδί, αυτήν την ιδιαίτερη μέρα, τη μέρα που θα εγκαινιαζόταν το μετρό Θεσσαλονίκης.
Έφτασε η μέρα, λοιπόν. Από το αμαξοστάσιο που θύμιζε μέλλον (και τα εγκαίνια που θύμιζαν έντονα παρελθόν) με το συνάδελφο Χάρη Δημαρά μπήκαμε σε ένα από τα πρώτα δρομολόγια του μετρό, που πλέον είχε ανοίξει τις πόρτες του. Ο συρμός επιταχύνει ομαλά αλλά αποφασιστικά και αρχίζει να «καταπίνει» τα χιλιόμετρα. Σε κάθε σταθμό υποδεχόμαστε ενθουσιασμένους Θεσσαλονικείς, που προσπαθούν να πιστέψουν ότι ναι, κάποιες φορές τα «ανέκδοτα» γίνονται και πραγματικότητα.
Περίπου ένα πεντάωρο περιηγήθηκα σε όλους τους σταθμούς. Ήθελα να δω σε τι μεταμορφώθηκαν τα βαθιά σκάμματα με τα οποία συνυπήρχαμε τόσα χρόνια. Να ακούσω ατάκες, να καταγράψω όμορφες στιγμές αλλά και προβλήματα. Τα όσα βίωσα θα τα παραθέσω αναλυτικά. Προς το παρόν, κρατάω τα αισθήματα της χαράς, της περιέργειας αλλά και της κάποιας ανησυχίας για τις ανοιχτές προκλήσεις που έχει το έργο από εδώ και πέρα: την υπερνίκηση των «παιδικών ασθενειών του» (σταθμοί που στάζουν, προβλήματα σε ασανσέρ και κυλιόμενες), τη διατήρηση της ποιότητάς του και, κυρίως, την άμεση επέκτασή τους στις περιοχές που το έχουν ανάγκη. Ίδωμεν. Από εδώ και πέρα όλα θα ‘ναι αλλιώς.
Μαρίνα Τομπάζη
Μεγαλώνοντας στη Θεσσαλονίκη, ένα από τα πράγματα που θυμάμαι να ακούω από τους γονείς μου ήταν πως μπορεί αυτοί Μετρό να μην προλάβουν να δουν, ελπίζουν όμως να το πετύχουν τα δισέγγονά τους. Δεν θα πω ψέματα. Η μακροχρόνια αναμονή με έκανε ολοένα και πιο επιφυλακτική, έως ότου έπεισα τον εαυτό μου -μέχρι και την τελευταία στιγμή- πως μια αναβολή ήταν πιο εφικτή από τη λειτουργία του.
Παρόλο που μόλις επέστρεψα από ταξίδι στο οποίο κινούμουν ως επί το πλείστον με Μετρό -και επομένως έχω λίγο πιο φρέσκα στο νου μου τη λογική της υπόγειας μετακίνησης- το απόγευμα της Δευτέρας στο σταθμό Αγίας Σοφίας ένιωθα σαν να μπαίνω σε κάποιο επίγειο “UFO” (υπό την έννοια του αγνώστου) και μαζί με τους συνεπιβάτες μου να είμαστε μέρος ενός εφήμερου πειράματος.
Μεγάλοι κοιτούν με περιέργεια κάθε σημείο του χώρου, κάνοντας τους τουρίστες στην ίδια τους την πόλη. Παιδιά συλλαβίζουν φωναχτά τα ονόματα των σταθμών που είναι γραμμένα στις πινακίδες της αποβάθρας. Ζευγάρια βγάζουν φωτογραφίες με φόντο τα αρχαία, την ίδια ώρα που λίγα πατώματα πιο κάτω, μια κυρία σχολιάζει πως θέλουμε ακόμα χρόνια για να γίνουμε άνθρωποι. Γιατί ο Θεσσαλονικιός, όσο και αν προσπαθεί να το παίξει Ευρωπαίος, έχει ακόμη στο αίμα του το στριμωξίδι και το σπρώξιμο για να περάσει εκείνος πρώτος , έστω και αν ο λόγος είναι να χαζέψει απλά δύο στάσεις.
Διασχίζοντας τη Θεσσαλονίκη κάτω από τη γη, σκέφτομαι πως ίσως δεν βρίσκομαι στον τόπο μου. Μου φαίνεται σαν ψέμα που μόλις ανέβω μερικά σκαλιά, θα μπορέσω να αντικρίσω ξανά την πόλη μου, ελεύθερη, χωρίς να είναι εργοτάξιο, καλυμμένη από λαμαρίνες, χώματα και γερανούς. Φεύγω και νιώθω πως οι σταθμοί και οι συρμοί δεν θα βρίσκονται αύριο εκεί.
Ακόμα όμως είναι η αρχή. Η πορεία θα δείξει…
Χρυσάνθη Αρχοντίδου
Το Μετρό της Θεσσαλονίκης ήταν για μένα πάντα ένα ανέκδοτο που κρατούσε χρόνια πριν φτάσω εγώ στην πόλη και στο οποίο άρχισα να συμμετέχω, όταν έκανα αυτήν την πόλη, σπίτι μου.
Τα φοιτητικά και στη συνέχεια τα ενήλικα χρόνια μου ως εργαζόμενη, τα πέρασα στην ανατολική Θεσσαλονίκη. Το Μετρό ήταν κάτι που περίμενα με ανυπομονησία, γιατί όπου μετακόμιζα, τα έργα πάντα γίνονταν δύο στενά παρακάτω, παραπάνω, παραδίπλα. Ήξερα ότι θα μου φανεί χρήσιμο, μετά από χρόνια ταλαιπωρίας, στην αναμονή για λεωφορεία του ΟΑΣΘ που δεν περνούσαν ποτέ, που έχανα γιατί ήταν ασφυκτικά γεμάτα, ή ακόμα και που όταν έμπαινα, στα αυτιά μου ηχούσε κάθε λογής γκρίνια, καυγάς, παράπονα, από τις 8 το πρωί, μέχρι τις 2 το βράδυ.
Την ημέρα των εγκαινίων, πέρασα 8 ώρες μπροστά από το λάπτοπ, με ανοιχτή την τηλεόραση, περνώντας κάθε νέα είδηση που έβγαινε το λεπτό, βλέποντας τον κόσμο που, με τις ομπρέλες, έχει μαζευτεί έξω από τους σταθμούς και το κατακλύζει στα πρώτα δρομολόγια. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να περάσουν οι ώρες για να βρεθώ και εγώ στη θέση τους.
Οι πρώτες μου διαδρομές, δεν διέφεραν από αυτές κάθε άλλου επιβάτη. Ουρές στα εκδοτήρια για μία κάρτα, μη λειτουργικές κυλιόμενες σκάλες, ασφυκτικά γεμάτοι συρμοί, πόρτες να παραμένουν ανοιχτές, «κολλημένοι» σε συγκεκριμένες στάσεις, οι ατάκες από ανθρώπους γύρω μου με έκαναν να βγάλω τα ακουστικά από τα αυτιά μου: «Από τώρα άρχισε η ταλαιπωρία / Καλύτερα να παίρναμε ΟΑΣΘ / Δοκιμαστικά είναι αυτά, μην γκρινιάζετε / Δεν υπάρχει κάποιος υπεύθυνος τώρα που κολλήσαμε εδώ;». Στην έξοδο μου εκείνη την ημέρα, δεν άκουγα τον κόσμο να μιλά για κάτι άλλο πέρα από αυτό, στους δρόμους, στις καφετέριες, στα μπαρ.
Τα μελανά του σημεία άρχισαν να εμφανίζονται από τις πρώτες κιόλας ώρες λειτουργίας του, αλλά ο ενθουσιασμός μου για το Μετρό δεν χάθηκε. Από ότι ακούω και βλέπω γύρω μου, το ίδιο ισχύει για τους ανθρώπους της Θεσσαλονίκης. «Διψάμε» για το νέο, το διαφορετικό, για αυτό που δεν αλλάζει μόνο τον χάρτη συγκοινωνίας της Θεσσαλονίκης, αλλά και της ζωής μας. Τα τόσο πρώιμα προβλήματά του, μας προκαλούν ανησυχία, αλλά το μόνο που είναι σίγουρο είναι ότι η πόλη μας αλλάζει ολοκληρωτικά. Ας ελπίσουμε, αυτή η αλλαγή, να είναι θετική.
Γιώργος Σταυρακίδης
Αν είσαι δημοσιογράφος στη Θεσσαλονίκη, το μετρό ως ιδέα είναι μέσα σου από μέρες πριν τα εγκαίνια του. Γράφεις, ακούς, μαθαίνεις, μεταδίδεις, εύχεσαι και όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά πάντα. Κι έρχεται τελικά εκείνη η μέρα που όλα αλλάζουν ξαφνικά για την πόλη. Και το κάτω της αποκτά ζωή, περισσότερη ίσως από αυτή που έχει πάνω πια, στους φανερούς τους δρόμους της που αδειάζουν ξαφνικά. Έχουμε μετρό! Μία έκφραση που από το Σάββατο άκουσα πολλές φορές. Ο κόσμος χάρηκε και ήθελε να το δείξει. Άλλωστε μιλάμε για ένα έργο που οι Θεσσαλονικείς το περίμεναν πολλά χρόνια. Έχουμε μετρό! Και όλοι έτρεξαν για να κάνουν την πρώτη τους βόλτα. Σταθμός Νέας Ελβετία, Σταθμός Παπάφη, Σταθμός Συντριβάνι, Αγία Σοφία, Βενιζέλου, Σιδηροδρομικός σταθμός και πίσω…
«Θα κατέβουμε Φλέμιγκ και παίρνουμε το επόμενο για Βούλγαρη;»
«Πήγες να δεις Ευκλείδη;»
«Πώς είναι στον Σταθμό Πανεπιστήμια;»
Παρά τον άγριο καιρό, οι άνθρωποι ήθελαν να το γευτούν. Να δουν αυτό που χρόνια τους υποσχόταν. Να νιώσουν, να βιώσουν, να πιάσουν το χέρι του δικού τους και να μπουν μαζί, να δουν την νέα πραγματικότητα.
Η δική μου πρώτη επαφή με το μετρό Θεσσαλονίκης ήρθε μία μέρα μετά τα εγκαίνια του. Απόγευμα Κυριακής, από τον Σταθμό Ανάληψη στη Δελφών. Όλα γύρω έμοιαζαν ακόμα με γιορτή. Στις κυλιόμενες άνθρωποι κατέβαιναν και κοιτούσαν τους άλλους που είχαν την αντίθετη φορά. Τα μάτια όλων γελαστά, σαν κάτι σπουδαίο να συμβαίνει και το βιώνουμε όλοι μαζί σιωπηλά. Άλλοι συναντούσαν γνωστούς, τους αγκαλιάζουν “Ένα μικρό χωριό είμαστε εδώ” ακούγεται. Το είχαμε όμως αυτό το ραντεβού. Το είχαμε χρόνια και φανήκαμε συνεπείς σε αυτό. Τουλάχιστον εμείς, γιατί αν κάτι σίγουρα δε χαρακτηρίζει αυτό το έργο, είναι η συνέπεια ως λέξη και νόημα. Για πολλά και τίποτα. Για όλα και κανένα. Για τα προηγούμενα τόσων χρόνων.
Οι πόρτες κλείνουν. Ακούω μικρούς να παραπονιούνται για το wifi. Ακούω ηλικιωμένους να θέλουν θέσεις για να κάθονται. Μία κοπέλα απέναντι μου ανοίγει ένα βιβλίο. Το κλείνει πολύ γρήγορα μόλις συνειδητοποιεί πως φώναξε “Φλέμινγκ”. Είναι σπουδαίο πως τόσο γρήγορα πλέον μπορείς να φτάσεις στον προορισμό σου…
Κατέβηκα στον Σταθμό Βενιζέλου, που τόσα είχα ακούσει. Χιλιάδες άνθρωποι κι εκεί. Για να θαυμάσουν την ιστορία της Θεσσαλονίκης μέσα από τις Αρχαιότητες που προσφέρουν την μαγεία τους απλόχερα. Η Βενιζέλου άλλαξε μορφή πια. Είναι μία άλλη, ανοιχτή περιοχή γεμάτη ελπίδα. Την περπάτησα ενώ σκεφτόμουν πόσο αλλάζει το πρόσωπο της πόλης από αυτό, το μικρό έστω, μετρό της.
Και ναι, είναι σίγουρα μικρό. Σίγουρα είναι και το πιο ακριβό. Όμως είναι και όμορφο. Είναι και χρήσιμο. Είναι και σύγχρονο. Κι αυτά, μπορούν να συγχωρέσουν κάθε ενθουσιασμό. Άλλωστε γι’ αυτό είναι οι άνθρωποι, για να ενθουσιάζονται και να χαίρονται. Μη το υποτιμάμε… Και θα βρεθούμε σίγουρα ξανά, σε ένα συρμό να φωνάξουμε μαζί “Ένα μικρό χωριό είμαστε εδώ”!
Καλά δρομολόγια!