Θεσσαλονίκη

Τρεις εκκλησίες στη Θεσσαλονίκη για μια ξεχωριστή πασχαλινή εμπειρία

Ένα «ταξίδι» γεμάτο συμβολισμούς, μια ευκαιρία εσωτερικής περισυλλογής, μια προσωπική συμμετοχή του καθενός στο Πάθος και την Ανάσταση

Ραφαήλ Γκαϊδατζής
τρεις-εκκλησίες-στη-θεσσαλονίκη-για-μ-1306729
Ραφαήλ Γκαϊδατζής

Εικόνες: Αστέρης Καρατζάς

Το Πάσχα δεν είναι μια απλή γιορτή όπως όλες οι υπόλοιπες. Κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα βιώνουμε όλο το κλίμα της πορείας προς τα φρικτά Άγια Πάθη και την Ανάσταση, το μήνυμα της ελπίδας και της προσδοκίας παρά τις δυσκολίες και τα εμπόδια που συναντούμε στη ζωή μας.

Ένα «ταξίδι» γεμάτο συμβολισμούς, μια ευκαιρία εσωτερικής περισυλλογής, μια προσωπική συμμετοχή του καθενός στο Πάθος και την Ανάσταση.

Η στιγμή που το ανθρώπινο πνεύμα αναζητά αποκούμπι από κάτι ανώτερο. Αναζητά φως μέσα στο γκρίζο της καθημερινότητας. Ελπίδα μέσα στο αδιέξοδο. Ζωή μέσα από το θάνατο.

Τι προτιμότερο λοιπόν από το να βιώσεις τα παραπάνω σε ένα ξεχωριστό, κατανυκτικό κλίμα, ακόμα και αν το φετινό Πάσχα σε βρίσκει… εντός των τειχών.

Εμείς, επιλέξαμε τρεις από τους ιερούς ναούς του κέντρου της Θεσσαλονίκης, για να ζήσεις την παραπάνω πορεία με το πνεύμα που ορίζουν οι άγιες τούτες ημέρες.

Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου των Ορφανών

Μια εκκλησία μικρή, μα τόσο ζεστή, τόσο ατμοσφαιρική. Μια μικρή όαση που μας μεταφέρει πίσω στο χρόνο, που ηρεμεί και τον πιο δύσπιστο επισκέπτη της!

Λες και θέλει να είναι κρυμμένη από τα μάτια των περαστικών, περιστοιχίζεται από έναν ψηλό πετρόχτιστο φράκτη, ανάμεσα σε κυπαρίσσια, ελιές και λουλούδια, που την άνοιξη και το καλοκαίρι φαντάζει πραγματικός παράδεισος.

Ο ναός του Αγίου Νικολάου “Ορφανού” (του αγίου που η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά κάθε χρόνο, στις 6 Δεκεμβρίου, τη μνήμη του), εναπομείναν καθολικό βυζαντινής μονής, συγκαταλέγεται επάξια στα δεκαπέντε παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης, ενταγμένα στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Unesco.

Θα τη βρούμε στη συνοικία της Άνω Πόλης, μέσα από τα ανατολικά τείχη, ανάμεσα στις οδούς Αποστόλου Παύλου και Ηροδότου. Άλλοτε ήταν Καθολικό Μονής, από την οποία σώζεται επίσης μικρό τμήμα της εισόδου του προπύλου της. Αποτελεί μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, και είναι κτισμένη τη δεκαετία 1310-1320.

Η προέλευση του ονόματος έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών ερευνητών. Για κάποιους η προσωνυμία Άγιος Νικόλαος «Ορφανός» ή «Ορφανών» συσχετίζεται με το όνομα του ιδρυτή του ναού που ανήκε στην οικογένεια των Ορφανών.

Συνδέεται όμως και με τον άγιο Νικόλαο, ο οποίος επιδείκνυε ιδιαίτερη φροντίδα για τις χήρες και τα ορφανά.

Ο ναός έχει τη μορφή μιας μακρόστενης ξυλόστεγης αίθουσας που περιβάλλεται στις τρεις πλευρές με στοά (περίστωο). Η στοά ανατολικά απολήγει σε δύο παρεκκλήσια. Στο εσωτερικό του ναού το μαρμάρινο τέμπλο χρονολογείται στην εποχή ίδρυσης του ναού, ενώ τα κιονόκρανα είναι της παλαιοχριστιανικής περιόδου.

Η μονή συνέχισε να λειτουργεί καθ’ όλη τη διάρκεια της Οθωμανοκρατίας και δεν μετατράπηκε ποτέ σε τζαμί. Ο ιδιαίτερα πλούσιος τοιχογραφικός διάκοσμος ήρθε στο φως το 1957-1960, κατά τη διάρκεια εργασιών στο μνημείο, και αποτελεί ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα της ζωγραφικής της παλαιολόγειας αναγέννησης. Ο δημιουργός τους πιθανώς είναι ο ίδιος με αυτόν των τοιχογραφιών της Μονής Χιλανδαρίου στο Άγιον Όρος το 1314.

Οι πλούσιες τοιχογραφίες του ναού είναι πραγματικά αριστουργήματα και αποτελούν τις πληρέστερα διατηρούμενες σε σχέση με άλλους ναούς της Θεσσαλονίκης. Μεταξύ αυτών, εκτός από τα πολλά θέματα από τον Βίο και τα θαύματα του Χριστού, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα θέματα του Ακάθιστου Ύμνου και των Βίων του αγίου Νικολάου και του αγίου Γερασίμου του Ιορδανίτη.

Οι τοιχογραφίες καθαρίστηκαν από το σοβά που είχαν ρίξει οι Οθωμανοί μεταξύ 1957 και 1960 κατά τη διάρκεια έργων ανακαίνισης και δικαίως αποτελεί έναν από τους πιο όμορφους ζωγραφικούς διάκοσμους στο σύνολο των Βυζαντινών ναών της Θεσσαλονίκης.

Διεύθυνση: Ηροδότου 1, 54623 Θεσσαλονίκη

Επικοινωνία: +30 2313 310400

*με πληροφορίες από thessalonikiartsandculture.gr / ΑΠΕ – ΜΠΕ / thessalonikitourism.gr

Ιερός Ναός της Παναγούδας

Ο Ιερός Ναός της Παναγούδας, όπως χαρακτηριστικά τον λένε οι παλιοί Θεσσαλονικείς με το γνωστό συμπαθές υποκοριστικό, αποτελεί συνέχεια ενός βυζαντινού μοναστηριακού ναού. Καθ’ όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, η πέριξ του ναού της Παναγούδας περιοχή, αποτελούσε το ελληνικό κέντρο της εν Θεσσαλονίκη ελληνικής κοινότητας.

Κατά τη βυζαντινή περίοδο, την τουρκοκρατία και προ του 1789, ο Ιερός Ναός της Παναγούδας, υπήρξε μοναστηριακός ναός, αγιορείτικο μετόχι ή Μονή που συνδέονταν με το Άγιο Όρος. Το 1333-1334 ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ηγουμένευε στην Ιερά Μονή Εσφιγμένου. Μαρτυρείται ότι για αρκετούς μήνες εγκαταβίωσε στο μετόχι της Παναγούδας, διευθετώντας υποθέσεις της Μονής. Τη σύνδεση του Αγίου με το ναό, υποδηλώνει μεγάλη εικόνα στο τέμπλο, αξιοθαύμαστης τεχνοτροπίας.

Ο ναός της Παναγούδας είναι αφιερωμένος στο Γενέσιο της Θεοτόκου και κτίστηκε το 1818, για να αντικαταστήσει παλαιότερο ναό με το ίδιο όνομα. Αυτό αναφέρεται σε κώδικα του 1789, ο οποίος καταστράφηκε από την πυρκαγιά του 1817. Τότε, κάηκαν κειμήλια μοναδικής αξίας, εικόνες και εκκλησιαστικά βιβλία. Διασώθηκε όμως ένας περίφημος επιτάφιος που χρονολογείται γύρω στο 1300 και σήμερα φυλάσσεται στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης.

Στο ναό της Παναγούδας εντοπίσθηκε το 1900 ο συγκεκριμένος χρυσοκέντητος μεταξωτός επιτάφιος, που απεικονίζει στο κέντρο Τον Χριστό νεκρό, περιτριγυρισμένο από αγγέλους. Δεξιά και αριστερά, παριστάνονται η Μετάδοση και η Μετάληψη των Τιμίων Δώρων, από Τον Χριστό στους Αποστόλους. Πρόκειται εκτός των άλλων για ένα εξαιρετικό και μοναδικό συγχρόνως έργο τέχνης, που πιθανότατα προέρχεται από εργαστήριο της Θεσσαλονίκης. Επίσης, αναφέρεται χαρακτηριστικά από αρχαιολόγους και συντηρητές έργων τέχνης ως «Ο Επιτάφιος της Θεσσαλονίκης», του οποίου η ιστορία και τεχνολογία ως Παλαιολόγειου αριστουργήματος, έχει αναλυθεί επιστημονικά εκτενώς.

Για τους τοίχους του ναού, χρησιμοποιήθηκαν γλυπτά και αρχιτεκτονικά μέλη από παλαιότερα οικοδομήματα. Αρχιτεκτονικά ο Ναός της Παναγούδας, ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης ξυλόστεγης βασιλικής με γυναικωνίτη. Σταδιακά αγιογραφήθηκαν οι εικόνες του τέμπλου και κάποιες φορητές μικρότερες. Οι μορφές, τα χρώματα και συνθέσεις είναι της λεγόμενης δυτικής, αναγεννησιακής και ρωσικής τεχνοτροπίας, με αρκετά ευτραφή, θαλερά, εύχαρα πρόσωπα και στιλπνή παρουσίαση. Το τέμπλο, σε χρώμα φωτεινό πράσινο, υπήρχε μέχρι τη δεκαετία του 1950, οπότε και αντικαταστάθηκε από το σημερινό.

Οι εικόνες του τέμπλου της Παναγούδας, χρονολογούνται στο 19ο αιώνα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εικόνα της Παναγίας Γοργοϋπηκόου. Χρονολογείται στον 16ο αιώνα και έχει θαυμάσια ασημένια επένδυση. Η μεγάλη αυτή εικόνα της Παναγίας, βρίσκεται σήμερα σε προσκυνητάρι, μέσα στον κυρίως ναό, στην αριστερή πλευρά του.

Έχει πιστότητα αλλά όχι πλήρη ομοιομορφία προς το πρωτότυπο. Τα πρόσωπα είναι πιο ευτραφή, τα χείλη κόκκινα, τα μάτια μεγαλύτερα. Η μορφή της Παναγίας μαγνητίζει. Η ελαφρά κλίση της κεφαλής δείχνει την σεμνότητα, την ταπείνωση και υπακοή της, την συγκατάβαση και την ανταπόκρισή της στις πονεμένες προσευχές των ανθρώπων. Αυτό που καθηλώνει όμως τον προσκυνητή της, είναι τα μεγάλα και εκφραστικά της μάτια, με το σοβαρό, απαθές και ήρεμο βλέμμα τους, που γαληνεύει την ψυχή όποιου την αντικρίζει.

Εντός του Ιερού Ναού, υπάρχει το παρεκκλήσι της Ζωοδόχου Πηγής, καθώς επίσης θησαυρίζονται τα Ιερά Λείψανα των Αγίων Θεοπατόρων Ιωακείμ & Άννης, του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου και του Αγίου Συμεών του Στηλίτη.

Διεύθυνση: Εγνατία 138 & Παλαιών Πατρών Γερμανού, 54622 Θεσσαλονίκη

Επικοινωνία: +30 2310 223009

*πηγή: thessalonikitourism.gr

Αχειροποίητος

Ο ιερός ναός της Παναγίας Αχειροποιήτου βρίσκεται στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, στην οδό Αγίας Σοφίας, περίπου στη συμβολή της με την Εγνατία οδό. Αποτελεί το σημαντικότερο σωζόμενο δείγμα παλαιοχριστιανικής βασιλικής στην Ελλάδα.

Από γραπτές πηγές προκύπτει ότι ο ναός από την ίδρυσή του, στα μέσα του 5ου αιώνα, ήταν αφιερωμένος στην Παναγία. Η επωνυμία Αχειροποίητος, εντοπίζεται για πρώτη φορά σε έγγραφο του 1320 και σχετίζεται με την εικόνα του ναού της Παναγίας δεομένης που υπήρχε στον ναό.

Στον ναό τιμόταν επίσης ο άγιος Δημήτριος. Για αυτόν τον λόγο άλλωστε κατά τους βυζαντινούς χρόνους ο ναός αποτελούσε απαραίτητο σταθμό της λιτανευτικής πορείας την παραμονή της εορτής του Αγίου.

Το 1430, αμέσως μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους, ο σουλτάνος Μουράτ μετέτρεψε την εκκλησία σε τζαμί, γνωστό με το όνομα Eski Camii (Παλαιό Τζαμί). Ανάμνηση αυτού αποτελεί η τουρκική επιγραφή στον όγδοο από ανατολικά κίονα της βόρειας κιονοστοιχίας (τουρά).

Το 1917 το μνημείο χρησιμοποιήθηκε ως καταυλισμός των πυροπαθών της μεγάλης πυρκαγιάς που κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος της πόλης της Θεσσαλονίκης, αλλάζοντας το πρόσωπό της και σημαδεύοντας την ιστορία της. Αργότερα, το έτος 1922 βρήκαν καταφύγιο στον ναό πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία. Ύστερα από μερικά χρόνια και έπειτα από εργασίες αποκατάστασης, η Αχειροποίητος λειτούργησε ξανά ως εκκλησία.

Ο ναός της Αχειροποιήτου είναι χτισμένος πάνω σε ένα συγκρότημα δημόσιων ρωμαϊκών λουτρών. Αρχιτεκτονικά ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης ξυλόστεγης βασιλικής με υπερώα (γυναικωνίτη). Στα δυτικά υπάρχει νάρθηκας, ο οποίος επικοινωνεί με το μεσαίο κλίτος με τρίβηλο άνοιγμα. Τα τρία κλίτη του ναού χωρίζονται μεταξύ τους με κιονοστοιχίες. Στο μέσο της νότιας πλευράς προσαρτάται μικρό κτίσμα το οποίο ήταν αρχικά ή μαρτύριο ή βαπτιστήριο. Το βόρειο κλίτος του ναού απολήγει στα ανατολικά στο μεσοβυζαντινό παρεκκλήσιο της Αγίας Ειρήνης.

Από τον πλούσιο γλυπτό αρχιτεκτονικό διάκοσμο του ναού, ξεχωρίζουν οι κίονες και τα σύνθετα κορινθιακά (θεοδοσιανά) κιονόκρανα του ναού. Είναι κατασκευασμένα από το περίφημο λευκό μάρμαρο Προκοννήσου και προέρχονται από εργαστήρια της Κωνσταντινούπολης. Εξαιρετικοί είναι και οι δύο κίονες του τριβήλου ανοίγματος, κατασκευασμένοι από πράσινο θεσσαλικό μάρμαρο.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ψηφιδωτά που σώζονται στις εσωτερικές ράχες των τόξων των κιονοστοιχιών. Φυτικά και γεωμετρικά σχέδια, ζώα και χριστιανικά σύμβολα έχουν αποδοθεί με εξαιρετική τεχνική.

Οι λίγες τοιχογραφίες που κοσμούν το νότιο κλίτος του ναού χρονολογούνται στο α’ μισό του 13ου αιώνα και σώζονται πια σε κακή κατάσταση. Οι μορφές που απεικονίζονται είναι στρατιωτικοί άγιοι και αποτελούν μέρος της παράστασης των Σαράντα Μαρτύρων της Σεβάστειας.

Ο σπουδαίος αυτός ναός και μοναδικό δείγμα της πρωτοχριστιανικής αρχιτεκτονικής υπέστη σημαντικές φθορές από τον μεγάλο σεισμό του 1978, οι οποίες έχουν πλέον αποκατασταθεί πλήρως.

Διεύθυνση: Αγίας Σοφίας 56, 54635 Θεσσαλονίκη

Επικοινωνία: +30 2310 272820

*πηγή: thessalonikitourism.gr

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα