Είναι το άγχος η νέα επιδημία της εποχής;

Το 6,9% του πληθυσμού στην Ελλάδα έχει διαγνωστεί με αγχώδη διαταραχή - Τί λένε ειδικοί;

Μυρτώ Τούλα
είναι-το-άγχος-η-νέα-επιδημία-της-εποχή-1253580
Μυρτώ Τούλα

Ένα από τα αρνητικά συναισθήματα που βιώνουμε ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι έντονα τα τελευταία χρόνια είναι το άγχος.

Είμαστε πια εξοικειωμένοι, όταν οι αγχώδεις διαταραχές πλανώνται στο τραπέζι, διότι, η κοινωνία σήμερα αντιμετωπίζει ένα αυξανόμενο ψυχολογικό φορτίο, με πολλές έρευνες να αναδεικνύουν ότι οι αιτίες της αύξησης του άγχους είναι πολυδιάστατες και συνδέονται με οικονομικές, κοινωνικές και τεχνολογικές εξελίξεις, καθώς και με τις συνέπειες της πανδημίας COVID-19. Οι λόγοι πίσω από αυτή την αύξηση είναι ποικίλοι και περιλαμβάνουν την αβεβαιότητα για το μέλλον, την αυξανόμενη ψηφιοποίηση της κοινωνίας και τις κοινωνικές ανισότητες.

Η οικονομική αβεβαιότητα είναι ίσως ο πιο σημαντικός παράγοντας που έχει συμβάλει στην αύξηση του άγχους τα τελευταία χρόνια. Οι οικονομικές κρίσεις, η αύξηση της ανεργίας και η αίσθηση ότι η εργασιακή ασφάλεια είναι πλέον αβέβαιη, προκαλούν σημαντική ψυχολογική πίεση. Σύμφωνα με την American Psychological Association (2020), το οικονομικό άγχος είναι μια από τις πιο κοινές αιτίες στρες, καθώς πολλοί άνθρωποι ανησυχούν για την οικονομική τους κατάσταση και για το αν μπορούν να καλύψουν βασικές ανάγκες.

Επιπλέον, η τεχνολογία και τα κοινωνικά δίκτυα φαίνεται να έχουν παίξει έναν ακόμη καταλυτικό ρόλο στην αύξηση του άγχους. Η συνεχής σύνδεση με τον ψηφιακό κόσμο, οι συνεχείς ειδοποιήσεις από τα κοινωνικά μέσα και η υπερφόρτωση πληροφοριών είναι παράγοντες που εντείνουν την πίεση. Έρευνα του Pew Research Center (2018) δείχνει ότι το 60% των νέων ηλικίας 18-29 αισθάνονται άγχος εξαιτίας της συνεχούς έκθεσης στα κοινωνικά μέσα και της σύγκρισης με άλλους. Η ανάγκη για κοινωνική επικύρωση μέσω «likes» και σχολίων, καθώς και η αίσθηση ότι «πρέπει να φαίνονται τέλειοι» στους άλλους, δημιουργούν ψυχική πίεση και ανασφάλεια. Οι άνθρωποι, ιδιαίτερα οι νέοι, φαίνεται να βιώνουν αυξημένο άγχος καθώς νιώθουν την ανάγκη να ανταγωνιστούν και να παρουσιάζουν μια «ιδανική» εικόνα της ζωής τους.

Η πανδημία COVID-19 έπαιξε επίσης, καθοριστικό ρόλο στην ψυχική υγεία των ανθρώπων σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι περιορισμοί στην κοινωνική ζωή, η αβεβαιότητα για την υγεία και η οικονομική αδυναμία αποτέλεσαν σημαντικούς παράγοντες αύξησης του άγχους. Σύμφωνα με έρευνα του Lancet (2020), περίπου το 40% των ατόμων παγκοσμίως ανέφεραν αυξημένα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης λόγω της πανδημίας, ενώ η αίσθηση της απομόνωσης και του φόβου για την υγεία ενίσχυσε τις ψυχολογικές πιέσεις. Οι αυστηροί περιορισμοί και η αβεβαιότητα για το μέλλον οδήγησαν σε μια άνευ προηγουμένου αύξηση των ψυχικών διαταραχών, με πολλές χώρες να αναφέρουν αύξηση της ζήτησης για ψυχιατρική και ψυχολογική υποστήριξη.

Επιπλέον, οι κοινωνικές ανισότητες,  είναι ένας σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει τα επίπεδα άγχους. Άτομα που ανήκουν σε μειονεκτικά κοινωνικά στρώματα βιώνουν μεγαλύτερη αβεβαιότητα για το μέλλον τους, γεγονός που εντείνει το άγχος τους. Οι κοινωνικές ανισότητες δεν περιορίζονται μόνο στο εισόδημα, αλλά αφορούν και την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης και ψυχολογικής υποστήριξης. Η αυξημένη ανισότητα στην κοινωνία φαίνεται να επιβαρύνει τις ομάδες που πλήττονται περισσότερο, με τον ΟΟΣΑ (2020) να επισημαίνει ότι οι κοινωνικές ανισότητες δημιουργούν έντονα συναισθήματα ανασφάλειας και αδυναμίας στους ανθρώπους, κάτι που συμβάλλει στην αύξηση του άγχους.

Η αύξηση του άγχους έχει σοβαρές συνέπειες για την υγεία των ανθρώπων, τόσο ψυχικά όσο και σωματικά. Στην ψυχική υγεία, το άγχος συχνά οδηγεί σε διαταραχές όπως η κατάθλιψη, η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή και οι φοβίες, ενώ παρατεταμένα επίπεδα άγχους συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο για καρδιοαγγειακά νοσήματα, όπως υπέρταση και καρδιαγγειακές παθήσεις. Η συνεχής πίεση από το άγχος μπορεί να οδηγήσει επίσης σε άλλες σωματικές επιπτώσεις, όπως η εξασθένηση του ανοσοποιητικού συστήματος και αυξημένος κίνδυνος για διαταραχές στον ύπνο και στο πεπτικό σύστημα.

Tί συμβαίνει στην Ελλάδα;

Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα παρατηρείται σημαντική αύξηση του άγχους και των ψυχικών διαταραχών. Η οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008 είχε σοβαρές συνέπειες στην ψυχική υγεία των πολιτών, καθώς η ανεργία, η οικονομική αβεβαιότητα και η λιτότητα αύξησαν τα επίπεδα άγχους και ανασφάλειας. Μάλιστα, οι τελευταίες μελέτες και στατιστικά δεδομένα καταδεικνύουν μια ανησυχητική τάση στην αύξηση του άγχους και της κατάθλιψης στη χώρα, ενώ οι γυναίκες φαίνεται να πλήττονται σε μεγαλύτερο βαθμό από τους άνδρες.

Σύμφωνα με έρευνες της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας (ΕΨΕ), περίπου το 26% του πληθυσμού ανέφερε το 2017 ότι αντιμετωπίζει σοβαρό άγχος και αγωνία, με τα ποσοστά να είναι ακόμη πιο αυξημένα στις νέες ηλικίες.

Τα πιο πρόσφατα στοιχεία για την αύξηση του άγχους στην Ελλάδα έρχονται κυρίως από μελέτες που αφορούν την ψυχική υγεία και την επίδραση των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών. Παρά την αναμενόμενη οικονομική ανάκαμψη, τα τελευταία χρόνια, το άγχος και οι ψυχικές διαταραχές παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, και νέα δεδομένα καταδεικνύουν τη συνέχιση αυτής της τάσης.

Σύμφωνα με μια μελέτη του 2023 από την Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρεία (ΕΨΕ), περίπου το 30% του πληθυσμού στην Ελλάδα παρουσίασε συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης, ποσοστό που δείχνει αύξηση σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Το άγχος, σύμφωνα με τη μελέτη, έχει εξαπλωθεί σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, αλλά είναι πιο έντονο στις νεότερες ηλικίες (18-35 ετών), όπου καταγράφεται ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό, γύρω στο 40%. Οι νέοι, ειδικότερα, παρουσιάζουν αυξημένα επίπεδα άγχους, κυρίως λόγω των αβεβαιοτήτων που σχετίζονται με την εργασία, την οικονομική σταθερότητα και τις προσωπικές τους επιδιώξεις.

Τα τελευταία στατιστικά του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για την Ελλάδα δείχνουν επίσης την αυξανόμενη επίπτωση των αγχωδών διαταραχών. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έκθεση του 2022, το 6,9% του πληθυσμού στην Ελλάδα έχει διαγνωστεί με αγχώδη διαταραχή, αριθμός που έχει αυξηθεί σε σχέση με τις προηγούμενες εκτιμήσεις. Ειδικότερα, οι γυναίκες παραμένουν πιο ευάλωτες, με το ποσοστό να φτάνει το 9%, ενώ στους άνδρες κυμαίνεται γύρω στο 4%.

Επιπλέον, σύμφωνα με μια έρευνα του 2024 από την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία (ΕΛΣΤΑΤ) και το Εθνικό Κέντρο Ψυχικής Υγείας, παρατηρείται ότι οι αντιμετωπίσιμες ψυχικές διαταραχές έχουν αυξηθεί κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια, με τα άτομα που βιώνουν χρόνιο άγχος να ζητούν εντονότερα βοήθεια για την ψυχική τους υγεία. Οι θεραπείες ψυχολογικής υποστήριξης και οι ψυχιατρικές υπηρεσίες είναι περισσότερο ζητούμενες από ποτέ, γεγονός που αντανακλά την ανάγκη για αποτελεσματική υποστήριξη και πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας.

Μία από τις πιο ανησυχητικές τάσεις είναι η αυξανόμενη χρήση αντι-αγχωτικών φαρμάκων και η μεγάλη ζήτηση για ψυχολογικές συνεδρίες, κυρίως στις μεγαλύτερες πόλεις, με αποτέλεσμα να υπάρχει πίεση για την αύξηση των ψυχιατρικών υπηρεσιών στη χώρα.

Το άγχος στην Ελλάδα σχετίζεται επίσης με την έλλειψη επαρκούς ψυχιατρικής υποστήριξης και την κοινωνική στίγματιση της ψυχικής υγείας, γεγονός που αποτρέπει πολλούς ανθρώπους από το να ζητήσουν βοήθεια. Η κοινωνία, αν και έχει αρχίσει να ευαισθητοποιείται, συνεχίζει να βλέπει την ψυχική υγεία ως «ταμπού», κάτι που κάνει ακόμα πιο δύσκολη την προσέγγιση λύσεων ή την πρόσβαση σε θεραπεία.

H ψυχολόγος και συστιμική ψυχοθεραπεύτρια Ελένη Σαμπάνη σχολιάζει: “Συνηθίζουμε να σκεφτόμαστε το άγχος ως κάτι μονοσήμαντο. Πολλές φορές το άγχος μας εμπεριέχει ιστορίες και συναισθήματα φόβου που λέμε στον εαυτό μας. Γι’ αυτό το αντίθετο του άγχους είναι η εμπιστοσύνη. Συχνά το άγχος εμφανίζεται όταν προδίδουμε τους εαυτούς μας, τις ανάγκες μας και, ακόμα βαθύτερα, τις αξίες μας. Όσο δεν μας ακούμε και συνεχίζουμε να είμαστε αποσυνδεδεμένοι από τον εαυτό μας, τα συμπτώματα του άγχους θα εμφανίζονται για να μας «αναγκάσουν» ν’ ασχοληθούμε με τον εαυτό μας. Δουλεύοντας στην ψυχοθεραπεία μαθαίνουμε να παρατηρούμε και να αναγνωρίζουμε συνειδητά τη σχέση με τον εαυτό μας και τους άλλους, και να αναλαμβάνουμε την ευθύνη αυτής της σχέσης, δηλαδή τη δύναμη μας στα πράγματα. Όσο γινόμαστε παρόντες στον εαυτό μας τα συμπτώματα θα υποχωρούν και θα δημιουργούμε μια καινούρια ισορροπία στην οποία δεν θα προδίδουμε τον εαυτό μας για να συνυπάρχουμε με τους άλλους.”

Από την πλευρά της η ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια Ειρήνη Σπύρα εξηγεί: Το άγχος έχει αυξηθεί σημαντικά στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, καθώς τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι η χώρα μας βρίσκεται στις πρώτες θέσεις της Ευρώπης όσον αφορά τα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης. Σύμφωνα με μελέτες που αξιοποιούν δεδομένα της Eurostat και του Global Burden of Disease, η Ελλάδα καταγράφει υψηλά ποσοστά συναισθηματικής δυσφορίας, με περίπου το 80% των ανθρώπων σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες να δηλώνουν πως αντιμετωπίζουν άγχος ή και καταθλιπτικά επεισόδια.

Η πανδημία COVID-19, η οικονομική κρίση και οι αυξανόμενες ανισότητες αποτελούν βασικούς παράγοντες που εντείνουν το πρόβλημα. Αναλυτικότερα, οι αιτίες αύξησης του άγχους περιλαμβάνουν:

Τεχνολογία και συνεχής συνδεσιμότητα: Η συνεχής ροή πληροφοριών από τα ειδησεογραφικά μέσα μπορεί να δημιουργήσει συναισθήματα ανασφάλειας και ανησυχίας στα άτομα. Ακόμη, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ενισχύουν τη σύγκριση με τους άλλους, δημιουργώντας πίεση για μια ουτοπική «τέλεια ζωή».

Πίεση από το περιβάλλον: Η αστάθεια στην αγορά εργασίας, το αυξημένο κόστος ζωής, η ακρίβεια και η ανασφάλεια για το μέλλον θεωρούνται καθοριστικοί παράγοντες που οδηγούν σε αύξηση του στρες. Παράλληλα, τα εκπαιδευτικά πρότυπα και η ανάγκη για ακαδημαϊκή επιτυχία πιέζουν ιδιαίτερα τους νέους.

Αστικοποίηση και αποξένωση: Η ζωή στις μεγαλουπόλεις, με τον γρήγορο ρυθμό και την έλλειψη κοινωνικής υποστήριξης, εντείνει το άγχος. Η μοναξιά και η έλλειψη ουσιαστικών ανθρώπινων σχέσεων είναι επίσης κρίσιμες παράμετροι.

Αύξηση διαγνώσεων και ευαισθητοποίησης: Παρότι το άγχος υπήρχε πάντα, η μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση στις μέρες μας γύρω από την ψυχική υγεία και η βελτίωση στη διάγνωση των ψυχικών διαταραχών έχουν αυξήσει την καταγραφή των περιπτώσεων.

Είναι τελικά το άγχος μια “επιδημία” ή μια φυσική αντίδραση;

Ο όρος “επιδημία άγχους” χρησιμοποιείται συχνά μεταφορικά για να περιγράψει την εκτεταμένη εμφάνιση του άγχους στη σύγχρονη κοινωνία. Ωστόσο, το άγχος είναι και μία φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού σε στρεσογόνες καταστάσεις. Το πρόβλημα ωστόσο προκύπτει όταν το άγχος γίνεται χρόνιο και διαταράσσει την καθημερινή λειτουργικότητα του ατόμου. Συνεπώς, η υπερβολική χρήση του όρου “επιδημία” μπορεί να υπερτονίζει το φαινόμενο. Παρόλα αυτά, η αυξημένη συχνότητα και ένταση του άγχους στις μέρες μας υποδεικνύουν ότι χρειάζεται μια συλλογική και ατομική αντιμετώπιση.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα