Ο Δρόμος έχει την δική του Ιστορία: Οδός Δημητρίου Γούναρη
Η Δημητρίου Γούναρη είναι δρόμος μεγάλης ιστορικής σημασίας.
Μια πόλη, μεγάλοι δρόμοι και οι ιστορίες που κρύβουν εντός τους. Καταστήματα, κτίρια, γεγονότα μικρά και μεγάλα που σημάδεψαν τον ρου της ιστορίας. Οι ποιητές και συγγραφείς που τους μνημόνευσαν στα έργα τους, οι άνθρωποι που περπάτησαν και περπατούν πάνω τους, η καθημερινότητα μιας πόλης που συνεχίζει μέσα στα χρόνια, γράφοντας την δική της ιστορία.
Η οδός Δημητρίου Γούναρη έχει το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό να ονομάζεται πλατεία Ναυαρίνου, παρά το ότι η πλατεία είναι ένα μικρό της κομμάτι. Λόγω της δημοτικότητάς της, κυρίως από τους νέους που συνηθίζουν να πίνουν τον καφέ τους στα μαγαζιά της πλατείας, να τρώνε στα δεκάδες φοιτητικά στέκια, η οδός Γούναρη επισκιάστηκε από το όνομα της παρακείμενης πλατείας.
Η ναυμαχία στο Ναυαρίνου έγινε στις 20 Οκτωβρίου του 1827, κατά τη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης (1821-1832) στον κόλπο Ναυαρίνο, στη δυτική ακτή της χερσονήσου της Πελοποννήσου, στο Ιόνιο Πέλαγος. Στην ναυμαχία στο Ναυαρίνο, η συνδυασμένη οθωμανική και αιγυπτιακή αρμάδα καταστράφηκε από συμμαχική βρετανική, γαλλική και ρωσική ναυτική δύναμη. Είναι η τελευταία σημαντική ναυμαχία στην ιστορία που διεξήχθη εξ ολοκλήρου με ιστιοφόρα σκάφη. Επίσης, ποτέ στην ιστορία του πολέμου των κανονιοφόρων ιστιοφόρων δεν βρέθηκαν τόσα πολλά πλοία, με τόσο μεγάλη δύναμη πυρός, συγκεντρωμένα σε ένα τόσο περιορισμένο χώρο. Οι συγκεντρωμένοι στόλοι των τριών μεγάλων δυνάμεων συνιστούσαν ισχυρή ναυτική δύναμη. Αν και υστερούσαν αριθμητικά του συνδυασμένου οθωμανοαιγυπτιακού στόλου, τόσο σε αριθμό πλοίων, όσο και σε μεγάλα πλοία και σε αριθμό πυροβόλων, η τριμερής πλευρά υπερτερούσε σε πειθαρχία, εκπαίδευση και ιδίως σε πείρα στον θαλάσσιο πόλεμο – κυρίως από ναυμαχίες μεταξύ Άγγλων και Γάλλων. Η καταβύθιση του οθωμανικού μεσογειακού στόλου έσωσε την Ελληνική Επανάσταση από την κατάρρευση προς την οποία έβαινε, μετά από έξι και πλέον χρόνια άνισου αγώνα του ελληνικού λαού εναντίον δυνάμεων που επιστράτευε η Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Ο Δημήτριος Γούναρης γεννήθηκε στην Πάτρα στις 5 Ιανουαρίου 1867 και απεβίωσε στο Γουδή στις 15 Νοεμβρίου 1922. Χαρακτηρίστηκε ως «πατέρας της Ελληνικής Δεξιάς» και διετέλεσε τρεις φορές πρωθυπουργός της Ελλάδας. Καταγόμενος από οικογένεια εμπόρων της Πάτρας, σπούδασε νομικά στην Αθήνα και στο εξωτερικό και άσκησε με μεγάλη επιτυχία την δικηγορία. Εξελέγη βουλευτής Πατρών, ανέλαβε το υπουργείο Οικονομικών στην κυβέρνηση Γεωργίου Θεοτόκη και ίδρυσε το Κόμμα Εθνικοφρόνων, γνωστό αργότερα ως Λαϊκό κόμμα. Διετέλεσε υπηρεσιακός πρωθυπουργός και υπουργός σε κυβερνήσεις που σχηματίστηκαν κατά τη διάρκεια του Εθνικού Διχασμού, μετά όμως την επιτυχή έκβαση του Κινήματος της Εθνικής Άμυνας και την φυγή της βασιλικής οικογένειας εξορίστηκε στην Κορσική. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1919, για να συμμετάσχει ως ηγέτης του Λαϊκού Κόμματος στις εκλογές, στις οποίες και εξελέγη, σχηματίζοντας λίγο αργότερα κυβέρνηση. Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του, αποφασίστηκε η συνέχιση της μικρασιατικής εκστρατείας, η οποία και οδήγησε στην οικονομική χρεοκοπία, στην ήττα από τον τουρκικό στρατό και την ανατροπή της κυβέρνησης. Μετά την εγκαθίδρυση του νέου καθεστώτος, παραπέμφθηκε μαζί με άλλα κυβερνητικά στελέχη σε έκτακτο στρατοδικείο και στις 15 Νοεμβρίου 1922 εκτελέστηκε. Ανιψιός του ήταν ο μετέπειτα πρωθυπουργός, Παναγιώτης Κανελλόπουλος.
Ο οδός Δημητρίου Γούναρη ξεκινά από την παραλία και καταλήγει στην Ροτόντα, είναι πεζόδρομος, με κάθετους δρόμους να την χωρίζουν σε επιμέρους τμήματα (οδός Εγνατία, Αλεξάνδρου Σβώλου, Τσιμισκή κ.α). Αποτελεί έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους, με ανοιχτά μαγαζιά όλο το 24ωρο, που εξυπηρετούν μεγάλη μερίδα φοιτητών. Γειτνιάζει με τα πανεπιστήμια και έτσι επάνω στο δρόμο θα βρει κανείς πολλά καφέ και μαγαζιά με γρήγορο και φθηνό φαγητό. Γύρω από τα αρχαία, ακόμα και σήμερα, συνηθίζεται να κάθονται παρέες και να συζητάνε.
Η Δημητρίου Γούναρη είναι δρόμος μεγάλης ιστορικής σημασίας, μιας και εντός της, στην καρδιά του κέντρου της πόλης, διασώζονται τα ανάκτορα του Γαλερίου, η Καμάρα και η Ροτόντα. Η Ροτόντα, Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, θολωτό στρογγυλό κτίσμα του 4ου αιώνα, όμοιο με το Πάνθεον της Ρώμης, προοριζόταν για ναός του Διός. Λόγω της μη χρήσης του, μετατράπηκε επί Βυζαντίου σε χριστιανικό ναό των Ασωμάτων Δυνάμεων και μετά την Απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, το 1912, αφιερώθηκε στον Άγιο Γεώργιο. Συμπεριλαμβάνεται στα Παλαιοχριστιανικά και Βυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης. Κτίστηκε στα χρόνια του αυτοκράτορα Γαλέριου, γύρω στο 304 μ.Χ. Εξαιτίας του θανάτου του Γαλέριου το 311 μ.Χ., η Ροτόντα έμεινε κενή, χωρίς χρήση, αν και προοριζόταν για ναός. Τον Μάρτιο του 1430, η τουρκική κατάκτηση άλλαξε τη μορφή της πόλης με την ύψωση μιναρέδων δίπλα στις εκκλησίες, που μεταβλήθηκαν σταδιακά σε τζαμιά. Η Ροτόντα έγινε τζαμί και ο μιναρές της σώζεται σήμερα χωρίς την κωνική στέγη και με κατεστραμμένο μετά τον σεισμό του 1978 το υψηλότερο τμήμα του, όπως επίσης και τμήμα του εξώστη. Το ύψος του μιναρέ φτάνει τα 35,85μ. Το 1997, έτος κατά το οποίο η πόλη ήταν Πολιτιστική πρωτεύουσα, η Ροτόντα επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί για ένα κονσέρτο με πιάνο που αποτέλεσε μήλο της Έριδος μεταξύ θρησκόληπτων και προοδευτικών, για το αν θα έπρεπε η Ροτόντα να παραμείνει και να μετατραπεί σε ιερό ναό στη λογική της ενοριακής εκκλησίας ή σε μουσειακό χώρο. Εκείνο το διάστημα, βγήκαν μέχρι και μαχαίρια μέσα από τα ράσα. Το θέμα Ροτόντα επανήλθε όταν ο σημερινός μητροπολίτης θέλησε να τοποθετήσει εντός του ναού έναν σταυρό. Η Ροτόντα, σύμφωνα με τη μέχρι τώρα ισχύουσα υπουργική απόφαση, παραμένει ένα ιστορικό μνημείο-μουσείο ανοιχτό για το κοινό, δεν μπορεί να μετατραπεί σε ναό, αλλά μπορεί να λειτουργεί μία φορά τον μήνα ως λατρευτικός χώρος, καθώς επίσης στη γιορτή του Αγίου Γεωργίου και στον Επιτάφιο.
Διαβάστε επίσης: 10 πράγματα που κάθε Θεσσαλονικιός πρέπει να ξέρει για τη Ροτόντα
Κατηφορίζοντας, συναντάμε ένα σήμα κατατεθέν της πόλης, την Αψίδα του Γαλερίου, γνωστή σε όλους ως Καμάρα. Παλαιοτέρα, ελλείψει κινητών, τα ραντεβού για την βόλτα του Σαββατοκύριακου κλείνονταν στην Καμάρα. Κατά τις βραδινές ώρες, δεκάδες παρέες μαζεύονταν, έτοιμες για εξόρμηση στα μπαράκια, σε σινεμά και εστιατόρια. Μέχρι και σήμερα, αποτελεί προσφιλές σημείο για συναντήσεις. Η Καμάρα είναι κτίσμα του 4ου μ.Χ. αιώνα και αποτελεί το δυτικό σκέλος μίας στεγασμένης στοάς, που σχηματιζόταν από αψίδες και τόξα. Κατασκευάστηκε για να τιμηθεί ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Γαλέριος, όταν αυτός επέστρεψε νικητής μετά τους Περσικούς πολέμους. Η θριαμβική αυτή αψίδα ήταν τοποθετημένη κάθετα στην αρχαία Εγνατία, και αποτελούσε μέρος του λεγόμενου Γαλεριανού συγκροτήματος, που αναπτύσσονταν στις σημερινές πλατείες Ναυαρίνου και Ιπποδρομίου.
Δείτε επίσης: 19 εικόνες από το ασπρόμαυρο και έγχρωμο παρελθόν της Καμάρας
Τα Ανάκτορα του Γαλέριου χτίστηκαν ως συγκρότημα ανακτόρων του Ρωμαίου αυτοκράτορα Γαλέριου κατά την περίοδο της Ρωμαϊκής «Τετραρχίας» και περιλάμβαναν το Ανάκτορο, το Οκτάγωνο, τον Ιππόδρομο, την Αψίδα του Γαλέριου, την αψιδωτή αίθουσα και τη Ροτόντα. Πιθανώς καταστράφηκαν από σεισμό τον 8ο αιώνα. Τα ανάκτορα ήρθαν στο φως έπειτα από ανασκαφές στα μέσα του 20ου αιώνα, ενώ ένα μεγάλο κομμάτι τους χάθηκε κάτω από τις πολυκατοικίες που υψώθηκαν γύρω από την πλατεία. Το ανάκτορο του Γαλερίου είναι η καλύτερα σωζόμενη αυτοκρατορική κατοικία της Ύστερης Αρχαιότητας στην Ευρώπη. Κατά την παλαιοχριστιανική εποχή, ο χώρος ήταν προσωρινός τόπος διαμονής αυτοκρατόρων, λόγω της σπουδαιότητας της Θεσσαλονίκης και της γεωγραφικής της θέσης. Το μνημείο ήταν παρατημένο για κάποια χρόνια, χωρίς φύλακες, χωρίς να είναι επισκέψιμο. Η αποκατάστασή του, με την στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ξεκίνησε από τα τέλη του 1990 και κράτησε μέχρι το 2014. Σήμερα, το μνημείο έχει αναδειχθεί, είναι φωτιζόμενο με περάσματα για τους επισκέπτες και αξίζει να το επισκεφθεί όποιος βρεθεί στην Θεσσαλονίκη.
Πριν την εποχή του διαδικτύου, όταν τα συνοικιακά σινεμά ανθούσαν και δεν υπήρχαν τα εμπορικά κέντρα με τις πολλαπλές αίθουσες, το κέντρο της πόλης ήταν γεμάτο κινηματογράφους. Η Δημητρίου Γούναρη είχε τρεις γνωστούς κινηματογράφους, το Ανατόλια, που σήμερα είναι βιβλιοπωλείο και το Σινέ Ναυαρίνον που μετατράπηκε σε γυμναστήριο και αργότερα σε πολυκατάστημα. Δίπλα από τον κινηματογράφο, εκεί όπου ξεκινά η πλατεία Ναυαρίνου, θα συναντήσει κανείς καφέ και ταβέρνες και το αγαπητό, αλλά ταλαιπωρημένο από τους βανδαλισμούς και την εγκατάλειψη, άγαλμα του αγοριού που σφυρίζει. Φιλοτεχνήθηκε από τον Τρικαλινό γλύπτη Νικόλαο Παυλόπουλο στις αρχές του 1960. Ο δίδυμος αδελφός του, γνωστός με το όνομα Νικολάκης, που του απέδωσαν οι κάτοικοι των Τρικάλων, φτιάχτηκε από τον γλύπτη μερικά χρόνια αργότερα, είναι πανομοιότυπος και κοσμεί την λίμνη στην κεντρική πλατεία των Τρικάλων. Ο γλύπτης Νικόλας Παυλόπουλος μερικά χρόνια αργότερα απέδωσε με εκπληκτική ομορφιά ένα ακόμα άγαλμα σε σιντριβάνι. Την λουόμενη ανάμεσα στο Βασιλικό Θέατρο και τον Λευκό Πύργο.
Διαβάστε επίσης: Ό,τι αγαπήσαμε γύρω από το Ναβαρίνο και δεν υπάρχει πια
Περνώντας την οδό Τσιμισκή, στα αριστερά βρίσκεται η εκκλησία της νέας Παναγίας και στα δεξιά το Ηλύσια. Ο κεραμοσκεπής ναός της Νέας Παναγίας κτίσθηκε το 1727, όπως μαρτυρά η μαρμάρινη επιγραφή στην είσοδο του ναού, και είναι αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Επειδή η λατρεία της “Κοίμησης” θεωρείται μεγαλύτερη γιορτή από την “Γέννηση” της Θεοτόκου, ο ναός αυτός ονομάστηκε “Μεγάλη Παναγία” σε αντιδιαστολή προς την “Μικρή Παναγία” που είναι ο ναός της Παναγούδας, όπου εορτάζεται η Γέννηση της Παναγίας. Παλαιότερα, ήταν γνωστή και με την ονομασία “Τρανή Παναγία”. Από αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν στην περιοχή, εικάζεται πως τον 12ο αιώνα βρισκόταν στο ίδιο σημείο μοναστήρι προς τιμή της Θεοτόκου. Η εκκλησία της Νέας Παναγίας ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής με γυναικωνίτη. Το καμπαναριό του ναού, λόγω των σοβαρότατων ζημιών που υπέστη το 1978 από τους σεισμούς που έπληξαν τη Θεσσαλονίκη, κατεδαφίστηκε και ξανακτίστηκε. Στο εσωτερικό του ναού, σώζονται τοιχογραφίες του 18ου αιώνα, οι οποίες έχουν ως πρότυπό τους τη ζωγραφική της εποχής των Παλαιολόγων, ενώ περίτεχνο είναι το επιχρυσωμένο ξυλόγλυπτο τέμπλο.
Στα δεξιά, ο κινηματογράφος «Ηλύσια» αποτέλεσε για σχεδόν επτά δεκαετίες τόπο πολιτισμού και ψυχαγωγίας του κοινού της Θεσσαλονίκης. Σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Λέανδρο Ι. Ζωΐδη για τους Αδελφούς Χατζηνάκου και η κατασκευή του ολοκληρώθηκε το Νοέμβριο του 1930. Ο συνολικός σχεδιασμός του κινηματογράφου «Ηλύσια» είναι επηρεασμένος από την τάση του εξπρεσιονισμού, η οποία χαρακτηρίζει το πρώιμο έργο πολλών μοντερνιστών αρχιτεκτόνων, λίγο πριν και αμέσως μετά από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1994, θα χαρακτηριστεί ως διατηρητέο κτήριο, αλλά θα σταματήσει και η λειτουργία του. Η δική μου γενιά το θυμάται ως φλιπεράδικο και ουφάδικο, όπως ήταν γνωστά τότε τα μαγαζιά με ηλεκτρονικά παιχνίδια, με το όνομα Ηλύσια Παλλάς. Οι παιχνιδομηχανές, τα κινητά και το διαδίκτυο έκλεισαν όλα τα σχετικά μαγαζιά με φλίπερ και ηλεκτρονικά παιχνίδια και το Ηλύσια πέρασε στα χέρια αλυσίδα ένδυσης. Σήμερα, παραμένει και πάλι κλειστό και εκτός χρήσης.
Μπροστά από το Ηλύσια, εκεί που η Δημητρίου Γούναρη καταλήγει στο θαλάσσιο μέτωπο, πολλά καφέ και εστιατόρια δίνουν μια ζωντάνια στην πλατεία Φαναριώτων, που με την πρόσφατη ανάπλασή της άλλαξε την όψη της περιοχής. Ανασκαφές έφεραν στο φως τμήμα του αρχαίου Ιππόδρομου και σχηματίστηκε ο άξονας που ενώνει τη Ροτόντα, την Καμάρα και το Γαλεριανό ανάκτορο. Η οδός Δημητρίου Γούναρη, αν και μεγάλη ιστορικής σημασίας, ήταν για χρόνια παρατημένη στην φθορά και την αδιαφορία. Τα τελευταία χρόνια αποκτά και πάλι την αξία που θα έπρεπε να είχε.