Νέοι στην καραντίνα: Τους αγνοούν και τους τσουβαλιάζουν – Οι συντάκτες της Parallaxi γράφουν…
Το δύσκολο είναι να κατανοήσουμε τι «είδαν» και τελικά καταργούν τα μέτρα πριν αυτά καταργηθούν, τι ένιωσαν και αντιδρούν έτσι. Αλλωστε, για δικά μας παιδιά πρόκειται. Για τα παιδιά όλων μας.
Ζήσαμε και ζούμε οριακές καταστάσεις μέσα στην πανδημία. Το γνωρίζαμε και το περιμέναμε αλλά πάντα η αντιμετώπιση της πραγματικότητας είναι διαφορετική από ότι υπολογίζεις. Πάντα χειρότερη.
Σε αυτές τις οριακές καταστάσεις τις ψυχικές και σωματικές, με τους ανθρώπους σε πανικό, σε παράνοια, σε ανισορροπία, δείχνει απόλυτα λογικό (μέσα σε όλο τον παραλογισμό) οι πρώτοι που θα πληγούν, θα απαξιωθούν, θα αδικηθούν, να είναι οι πιο αδύναμοι: οι φτωχοί, οι ξένοι, οι ηλικιωμένοι, οι νέοι και τα παιδιά.
Κι εδώ έρχεται το ερώτημα: Θα χρεώσουμε σε αυτούς όλα τα δεινά της πανδημίας; Οι νέοι ήρθαν και πάλι αυτές τις μέρες στο προσκήνιο γιατί – κατά τη γνώμη μου – είναι αυτοί που έχουν την άγνοια κινδύνου και τα λιγότερα να χάσουν, αν αντιδράσουν. Και αντέδρασαν. Με πορείες για τα πανεπιστήμια. Με βόλτες στις παραλίες και ποτά στα – και καλά – take away καφέ. Θα μου πείτε: «έκαναν καμιά επανάσταση;» Οχι!
Το εύκολο, βέβαια, είναι να ηθικολογήσουμε και να τους χρεώσουμε από την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στα νοσοκομεία μέχρι… το δημοσιονομικό χρέος της Ελλάδας. Το δύσκολο είναι να κατανοήσουμε τι «είδαν» και τελικά καταργούν τα μέτρα πριν αυτά καταργηθούν, τι ένιωσαν και αντιδρούν έτσι. Αλλωστε, για δικά μας παιδιά πρόκειται. Για τα παιδιά όλων μας. Αρα, ακόμα και καμία δικαιολογία να μην τους δώσουμε, ακόμα και όλη μας την αυστηρότητα να εξαντλήσουμε, στο τέλος εμάς τους ίδιους κρίνουμε γιατί δικός μας καθρέφτης είναι – και – αυτή η γενιά.
*Ακης Σακισλόγλου
Τίποτα δε θα μας εμποδίσει να πάμε από τον καναπέ στο μπαλκόνι μας
Την κόπωση των νοσοκομείων και των υγειονομικών την σκέφτηκε κανείς; Είμαστε σίγουροι ότι τα self test θα λειτουργήσουν και δεν θα δούμε και πάλι σε λίγες εβδομάδες τους αριθμούς να εκτοξεύονται; Παλιότερα ήμουν πιο αισιόδοξος, τώρα πλέον δεν είμαι. Όσο δεν προχωράει ο εμβολιασμός και το καλοκαίρι πλησιάζει φοβάμαι ότι τα πράγματα θα χειροτερέψουν, αντί να πάνε προς το καλύτερο.
*Ραφαήλ Γκαϊδατζής
Είμαι 22 και αισθάνομαι 50!
Ανήκω σε αυτή την καταραμένη γενιά που πάγωσε τα καλύτερα της χρόνια η πανδημία. Είμαι από εκείνα τα παιδιά που δεν κατάφεραν να ολοκληρώσουν έναν κύκλο μαθημάτων διαζώσης, είμαι από εκείνα τα παιδιά που δεν βλέπω τους φίλους μου τους τελευταίους 6 μήνες, είμαι από εκείνα τα παιδιά που έφαγε φρίκη με την τόση μοναξιά, είμαι από εκείνα τα παιδιά που υπακούει για το καλό της δημόσιας υγείας και έχει ξεχάσει να ζει.
Είμαι εκείνο το παιδί που εξαρχής πρόσεχε, δεν κυκλοφορούσε, απομονώθηκε, φοβήθηκε. Είμαι εκείνο το παιδί που στερήθηκε τις Κυριακές στην λιακάδα, και που σε κάθε ανακοίνωση της Κυβέρνησης ΕΛΠΙΖΕΙ, πως θα είναι η τελευταία. Είμαι εκείνη που αντικρίζει κατάματα την απογοήτευση και την οργή των φίλων μου που είναι σε αναστολή μήνες ατελείωτους, που χάνουν το τελευταίο έτος του πανεπιστημίου και το παλεύουν με τηλεκπαίδευση, είμαι εκείνη που κάθετε τα βράδια μπροστά στην οθόνη σπαταλώντας άσκοπα ώρες και σκεπτόμενη όλα εκείνα που θα έκανε αν η ζωή της είχε ”όρους” προ πανδημίας.
Είμαι ένα κορίτσι που δεν μαζευόταν στο σπίτι της, που ήμουν όλη μέρα έξω με τους φίλους μου, που δεν με κούραζε ποτέ η ασταμάτητη βόλτα στο κέντρο και τώρα έχω να ανταμώσω τις πλατείες και τα σοκάκια μου μήνες, έχω χάσει το μέτρημα. Και ενώ στην αρχή έλεγα υπομονή και παρέμενα αισιόδοξη, τώρα πια με καταβάλλει η κόπωση και πιστέψτε με είναι μεγάλη.
Δεν αντέχω άλλο αυτήν την αδιανόητη παύση στην ζωή μου και όλους εσάς που με κατακρίνατε εξαρχής για το πως χειρίζομαι την πανδημία. Είμαι 22 είναι λογικό να θέλω να ζω, χωρίς περιορισμούς, η ζωή μας έχει μπει σε μια αδιανόητη παύση επί μήνες ολόκληρους. Έχω ανάγκες, θέλω να δω τους φίλους μου, να πάω στην δουλειά μου να βγω μετά τις εννιά και να απολαύσω μια παγωμένη μπίρα, χωρίς να με ενδιαφέρει τι ώρα θα γυρίσω σπίτι. Σε συζητήσεις παρέας πιάνω στον αέρα αναμνήσεις από τα αμφιθέατρα, τα πάρτι, τα ρεμπετάδικα και μετά την ατάκα «δεν σου φαίνονται πολύ παλιά όλα αυτά». Και αυτό είναι το λυπηρό, είναι λυπηρό να αισθάνεσαι 50 και να είσαι μόλις 22, να νιώθεις κάθε μέρα πως η ζωή σου περνάει και πραγματικά δεν έχεις καμία εξέλιξη επάνω της.
Να αισθάνεσαι στο πετσί σου πως χάνεις στιγμές. Να υπακούς έναν χρόνο τώρα, να μένεις με την ελπίδα και η ελπίδα να πηγαίνει από παράταση σε παράταση. Και όλοι εσείς οι νοήμονες, εσείς που θα έπρεπε να ενισχύσετε το σύστημα υγείας, εσείς που μας πηγαίνετε από την παράταση στην αυστηρότητα και εσείς που αγνοείται πως εμείς θα βιώσουμε πιο πολύ απ’ όλους την οικονομική κρίση που θα ακολουθήσει να ξέρετε πως κουραστήκαμε, και μετά την κούραση έρχεται η οργή. Εμείς είμαστε το μέλλον της χώρας κι εμείς θα την εγκαταλείψουμε με την πρώτοι ευκαιρία. Διότι, είστε εκείνοι που μας κουνήσατε το δάχτυλο, που μας φοβερίσατε, κατηγορήσατε τους χαρακτήρες μας για την εξέλιξη της όλης κατάστασης και δεν πήρατε ποτέ και καμία ευθύνη για το χάος που βιώνουμε στα καλύτερα μας χρόνια. Δεν είμαστε κομμάτι της κοινωνίας σας, δεν ανήκουμε σε αυτήν.
*Μυρτώ Τούλα
Η ανευθυνότητα εκείνων και εμείς – Σηκώνοντας το δάχτυλο στους νέους!
Νέοι είναι, τι ανάγκη έχουν…
Είναι αλήθεια ότι η αντιμετώπιση της πανδημίας έχει – σωστά – κεντρικό στόχο την προφύλαξη των πιο αδύναμων απέναντι στον ιό. Είναι επίσης αλήθεια ότι πολλά από τα μέτρα έχουν – με αυθάδειά – κεντρικό στόχο τη νεολαία. Την ανεύθυνη, απερίσκεπτη, φιλοαναρχική νεολαία, της οποίας η επιθυμία για διασκέδαση και ακολασίες δημιουργεί μια απειλή για τη κοινωνία.
Είναι όμως τόσο μεγάλη απειλή η όρεξη των νέων ανθρώπων για ζωή; Είναι όντως το πρώτο μέλημα της η διασκέδαση; Δηλαδή αν ας πούμε άνοιγαν τα μαγαζιά που λειτουργούν με εξωτερικό χώρο ή επιτρεπόταν το σινεμά, οι συναυλίες κλπ, θα υπήρχε τόσο μεγάλη γκρίνια επειδή δεν ανοίγουν τα μπουζούκια, για παράδειγμα; Οι νέοι πράγματι διαφέρουν μεταξύ τους και για κάποιος διασκέδαση θεωρείται το φαγοπότι ή το χαλαρό ποτό και για κάποιος άλλους το ξέφρενο αλαλούμ στα σύγχρονα νυχτερινά κέντρα. Τίποτα από τα δύο δεν μπορεί να κατακριθεί, πόσο δε μάλλον να απαγορευτεί σε τέτοιο βαθμό ώστε υποσυνείδητα να ενοχοποιηθεί.
Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι η τεράστια απειλή ξεκινάει από τις πλατείες, οπότε σκεφτείτε πόσο τρομερά και φοβερά θεωρούν τους χώρους εστίασης. Δεν προκαλεί ωστόσο σπουδαία εντύπωση το γεγονός αυτό, αν παρατηρήσει κανείς προσεκτικά την ιδεολογική στρατηγική της κυβέρνησης. Η δημιουργία καταστάσεων, η συναναστροφή, το κοινωνικό πάρε δώσε, αποτελεί μέγα αλλεργικό σοκ για την ευγενή και άριστα αναθρεμμένη μπουρζουαζία του Μαξίμου.
*Βαγγέλης Θεοδωράκης
Μήπως οι νέοι δεν φταίνε για τα πάντα;
Τον τελευταίο ένα χρόνο η ζωή μου έχει αλλάξει ριζικά, όπως και όλων φαντάζομαι. Λίγοι είναι αυτοί που έχουν κρατήσει τις παλιές συνήθειες τους πριν την έλευση του κοροναϊού, λίγοι είναι εκείνοι που μπορούν να δηλώσουν ότι θα βγουν αλώβητοι από αυτή την τρέλα που βιώνουμε.
Εδώ και ένα χρόνο η ζωή μου μπήκε σε παύση. Βλέπεις όταν είσαι στα είκοσι πιστεύεις ότι θα ζήσεις τα καλύτερα χρόνια, σε προετοιμάζουν για αυτό από την εφηβεία, είσαι έτοιμος για βόλτες με την παρέα, ξενύχτια, πάρτι, κουβέντες τα ξημερώματα στο δρόμο επιστροφής από τα μπαρ, βήματα για την καριέρα σου κλπ. Δεν πιστεύεις ότι όλα αυτά δεν θα γίνουν πραγματικότητα, ότι οι αναμνήσεις τον τελευταίο χρόνο θα περιορίζονται σε διαδικτυακές κλήσεις με την παρέα και στην καλύτερη βόλτες στα πάρκα με αποστάσεις,χωρίς αγκαλιές, χωρίς χειραψίες.
Συμβιβάστηκα όπως και όλοι σε αυτό τον νέο τύπο ζωή, στην νέα «κανονικότητα» που μόνο κανονικότητα δεν θυμίζει. Παρόλα αυτά υπάρχει θυμός κάθε φορά που βλέπω ειδήσεις ή που ακούω κάποιον στον δρόμο να κατηγορεί την γενιά μου. Μετά από τα σχόλια τύπου «αυτή η γενιά τα περιμένει όλα έτοιμα, δεν έμαθε να πολέμα» ήρθαν τα σχόλια τύπου «δεν κάθονται μέσα, αυτοί φταίνε για την αύξηση των κρουσμάτων». Άλλη μία φορά που η γενιά μου γίνεται ο αποδιοπομπαίος τράγος. Σίγουρα γίνονται κορονοπάρτι αλλά όχι από μία ολόκληρη γενιά. Όπως, ένας εικοσάχρονος μπορεί να οργανώσει ένα πάρτι έτσι μπορεί και ένας σαραντάρης. Όπως ένας εικοσιπεντάρης μπορεί να μην φορέσει την μάσκα του, μπορεί και ένας εξηντάρης. Δεν γίνεται να στιγματίζεται μια ολόκληρη γενιά για τις εξαιρέσεις.
*Eύα Καβάζη
Μπουχτίσαμε πια. Φτάνει!
Είμαι 21 ετών και τηρώ τα μέτρα ευλαβικά από την αρχή της πανδημίας. Δουλεύω καθημερινά και αφού σχολάσω κάνω μία σύντομη βόλτα, αν προλάβω, για να μπορέσω να χαλαρώσω. Κι όμως πάλι θα κατηγορηθώ αν στο ρεπό μου αποφασίσω να πιω τον καφέ μου στη Νέα Παραλία. Αυτό θα πειράξει παραπάνω απ’ ότι τον χαμό που βλέπω να γίνεται καθημερινά στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και εκεί κανείς δεν λέει τίποτα.
Είναι απίστευτο το γεγονός πως έξω είναι Άνοιξη και εμείς καθόμαστε μέσα στα σπίτια μας όλη μέρα. Άλλες χρονιές θυμάμαι τέτοιο καιρό σχολούσα από τη δουλειά και το μόνο μέλημα μου ήταν να περπατήσω στην πόλη και να «φορτίσω» μπαταρίες για την επόμενη μέρα.
Δέχομαι απόλυτα πως μιλάμε για μία πανδημία, η οποία έχει κοστίσει τις ζωές πολλών ανθρώπων. Καθημερινά κατηγορούνται οι νέοι άνθρωποι πως συνωστίζονται, πως δεν τηρούν τα μέτρα, πως δεν έχουν στο νου τους την ατομική ευθύνη. Και θα συμφωνήσω πως μερικές φορές κάποιοι να το παρατραβούν. Όμως, όχι όλοι. Φυσικά και υπάρχει φόβος για το τι θα γίνει. Ανησυχία για το αν θα αντέξει το σύστημα υγείας. Όμως, συγγνώμη αυτό δεν είναι ευθύνη των νέων. Γι’ αυτό πρέπει να πάρουν την ευθύνη, εκείνοι που δεν μερίμνησαν, έτσι ώστε να λειτουργούν τα πράγματα ομαλά και αυτή τη στιγμή μιλάμε για ασφυξία στις ΜΕΘ.
Ανήκουμε στη γενιά που όλα ακυρώνονται. Σχέδια, όνειρα, ελπίδες. Όλα έχουν σβήσει μέσα σε έναν χρόνο. Και κανείς δεν μπορεί να μας εγγυηθεί πότε και πως θα τελειώσει όλη αυτή η παράνοια. Μπουχτίσαμε μέσα στο σπίτι όλη μέρα, να μετράμε τις μέρες, για το πότε θα καταφέρουμε να επανέλθουμε στην κανονικότητα. Να μπορούμε να περπατάμε στον δρόμο, χωρίς την σκέψη αν στείλαμε μήνυμα ή όχι. Να μπορέσει η ζωή μας να θυμίσει λίγο τις εποχές, που δεν γνωρίζαμε τι θα πει κορονοϊός. Ας ανοίξουν έστω τα υπαίθρια καφέ και με μέτρα ο κόσμος να μπορέσει να χαλαρώσει λίγο από τα προβλήματα, με τα οποία έρχεται καθημερινά αντιμέτωπος εδώ και έναν χρόνο.
*Νίκος Γκάγιας
Πώς θα μάθουν την αλήθεια όταν δεν τη λες; – Οι συντάκτες της Parallaxi γράφουν…
Η δικαιολογημένη αντίδραση (των νέων)
Μιας και δεν ορίζει κάποιος τι εννοούμε όταν λέμε νέοι, θα βάλω εγώ μια μεγάλη ηλικιακή «βεντάλια». Ας πούμε 18-60. Οι ηλικίες που πλήττονται πιο πολύ από την πανδημία που μας έχει «κατσικωθεί» ένα χρόνο τώρα.
Άνθρωποι που χάνουν αγαπημένα πρόσωπα. Άνθρωποι που καταστράφηκαν οικονομικά. Παιδιά που δεν πήγαν ποτέ στην αίθουσα της σχολής που τόσο αγωνίστηκαν να πετύχουν. Παιδιά που έβαλαν σε παύση τη ζωή τους, τις ελπίδες τους και τα όνειρα τους. Άνθρωποι που βλέπονται στα κλεφτά αν υπάρχει αυτή η δυνατότητα. Άνθρωποι που ξαφνικά φοβήθηκαν να ζουν, να αγκαλιάζονται, να κάνουν έρωτα… Παιδιά που χωρίστηκαν από παππούδες και γιαγιάδες, γνωρίζοντας ότι ο χρόνος μαζί τους λιγοστεύει επικίνδυνα. Άνθρωποι που έχουν ξεχάσει πως είναι να χορεύουν σε μια συναυλία με αγνώστους ή να πανηγυρίζουν μια νίκη στα τελευταία δευτερόλεπτα. Άνθρωποι που ενώ ξέρουν ότι τα επόμενα χρόνια θα είναι δύσκολα, κατεβάζουν το κεφάλι κάθε φορά που κάποιος συνομήλικός τους κάνει μια λάθος κίνηση και κάποιοι γενικεύοντας καταστάσεις τους κατηγορούν…
Αλήθεια εσείς πως μπορείτε να τους κουνάτε το δάχτυλο και να τους ρίχνετε ευθύνες δεκαπλάσιες από τις πλάτες τους; Κι ας μιλήσω για τον εαυτό μου: πρόσεχα και προσέχω από την αρχή, έχασα ανθρώπους από το περιβάλλον μου ή έζησα την αγωνία άλλων που νόσησαν. Ναι, έτυχε να βγω και μετά τις 9 ή να πεταχτώ σε μια φίλη χωρίς μήνυμα ή να πάω μια βόλτα με τα πόδια λίγο πιο μακρινή. Ξαφνικά βρέθηκα κατηγορούμενη…Τι να πω, ίσως έπρεπε να πάω για φαγητό στην Ικαρία ή να βαφτίσω κάποιο παιδί με ειδική άδεια για να είμαι αποδεκτή….
*Βιβή Κοτσαπουϊκίδου
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ