ο-αργύρης-μπακιρτζής-στην-parallaxi-ξεγελάω-1385798

Θέατρο

Ο Αργύρης Μπακιρτζής στην Parallaxi: «Ξεγελάω το χρόνο»

Ο σπουδαίος καλλιτέχνης μιλά λίγο πριν το ανέβασμα της παράστασης Δημοπρασία του Σταύρου Τσιώλη, στο Θέατρο Τεχνών στη Θεσσαλονίκη

Χάρης Δημαράς
Χάρης Δημαράς

Ο Αργύρης Μπακιρτζής είναι μια καλλιτεχνική μορφή, ένας διανοούμενος των τεχνών με τον οποίο η συζήτηση και η κάθε ερώτηση που του θέτεις, μπορεί να επιφυλάσσει μια ωραία έκπληξη ως απάντηση, που θα χρειαστεί να σκεφτείς λίγο παραπάνω.

Είτε ως απόσταγμα σοφίας, είτε ως αυθόρμητο χιούμορ, είτε ως ένα μοίρασμα εμπειρίας, αλλά και άποψης, από την πλούσια καλλιτεχνική του δράση. Εδώ και τεσσεράμισι δεκαετίες μας χαρίζει σημαντικές μουσικές στιγμές  με τους «Χειμερινούς Κολυμβητές», ενώ ως ήρωας του Σταύρου Τσιώλη έχει πρωταγωνιστήσει στις περισσότερες ταινίες του σημαντικού Έλληνα σκηνοθέτη και δημιουργού. Είναι και στιχουργός (υπήρξε από τα μαθητικά του χρόνια στη Θεσσαλονίκη), παράλληλα αρχιτέκτονας, αλλά κυρίως ένας άνθρωπος απλός που με το τραγούδι, το θέατρο, το γράψιμο, τους φίλους και τις βουτιές στη θάλασσα μπορεί να αντέξει την ασφυκτική ζωή που ζούμε.

Θα τον απολαύσουμε ξανά στο θεατρικό σανίδι, στο νέο Θέατρο Τεχνών, από την ερχόμενη Πέμπτη (9/10/2025) στη Δημοπρασία, το κύκνειο άσμα της συγγραφικής παραγωγής του Σταύρου Τσιώλη.

Λίγο πριν την παράσταση στο νεότευκτο Θέατρο Τεχνών, ο Αργύρης Μπακιρτζής μιλά στην Parallaxi. 

Μπακιρτζής

Τι συναισθηματικό βάρος έχει για εσάς το ανέβασμα της Δημοπρασίας, ενός έργου που έγραψε ως φινάλε ο Σταύρος Τσιώλης, αλλά δυστυχώς δεν πρόλαβε να το δει ολοκληρωμένο να παίζεται;

«Ενώ μου είχε φανεί  αδύνατο να υποδυθώ τον δημοπράτη της «Δημοπρασίας» όταν ο Τσιώλης μου έδωσε το κείμενο λέγοντάς μου να αρχίσω να το μαθαίνω, μετά τον θάνατό του, σιγά σιγά, χωρίς σχεδόν να το καταλάβω άρχισα να εκτελώ την εντολή του αισθανόμενος ότι δεν θα μπορούσα να μην τo μάθω και να μην προχωρήσω στο ανέβασμα του μονόπρακτου».

Στο ‘Ταξιδεύοντας με τον ΠΑΟΚ’ εκείνος ήταν παρών. Αισθάνεστε ότι από κάπου σας κοιτάζει όταν είστε στη σκηνή;

«Δεν έχω πάρε δώσε με το υπερπέραν όπως πολλοί συμπατριώτες μου, όμως αναρωτιέμαι πώς θα αντιδρούσε στις, άλλοτε πολλές άλλοτε λιγότερες, προσθήκες που κάνω στο κείμενό του, τις οποίες προσπαθώ να βρίσκω έναν τρόπο να υποδηλώνω έτσι ώστε να τις αντιλαμβάνεται ένας λίγο υποψιασμένος θεατής και σίγουρα τέτοιοι είναι εκείνοι που γνωρίζουν το έργο του και τον τρόπο που γράφει και εκφράζεται».

Μπακιρτζής

Οι ταινίες του Τσιώλη στις οποίες έχετε πρωταγωνιστήσει, για πολλούς εμπεριέχουν τα στοιχεία της ματαιότητας, της αναζήτησης και της αγωνίας για το αύριο, της περιπέτειας, των ερωτημάτων για το παρελθόν, ωστόσο γίνεται διακριτό και το στοιχείο του χιούμορ, περισσότερο ως ειρωνείας. Συμφωνείτε με αυτή την άποψη και αν ναι τι επιπρόσθετα συναισθήματα σας γεννούν οι ταινίες του, είτε ως ηθοποιός είτε ως θεατής τους, μετά;

«Ως απόλυτα ταυτισμένος με τους ήρωες του που έχω ερμηνεύσει και έχοντας ζήσει  μεγάλες περιόδους κοντά του, στα γυρίσματα και στις πολύωρες συναντήσεις μας σε καφέ του Χαλανδρίου και των Εξαρχείων, αδυνατώ να σταθώ κριτικά απέναντι στις ταινίες του. Όμως  πάντα θαυμάζω τη μαστοριά της γραφής του και του τρόπου που κινηματογραφούσε, απόλυτα προσηλωμένος στην  αναζήτηση του αληθινού, π.χ. διαγράφοντας ωραία ηλιοβασιλέματα και τοπία όπως και εξεζητημένες τέλειες ερμηνείες, ζητώντας απ’ τον ηθοποιό όχι να παίζει καλά αλλά να τοποθετεί τον εαυτό του μέσα στον ρόλο, να μην υποδύεται αλλά να είναι».

Έχουν καταγραφεί  διάφορα ανέκδοτα από τα γυρίσματα του Τσιώλη και έχουν αποκτήσει και «μυθικές» διαστάσεις. Θα θέλατε να μας διηγηθείτε μερικά από αυτά;

«Δεν έχουν τελειωμό. Θα σας πω τρία:

1. Με απέλυσε ενώ είχαμε γυρίσει το 80 τοις εκατό της πρώτης μας ταινίας και ήμουν παρών σε όλα σχεδόν τα πλάνα. Σε λίγο ήταν σα να μην το είχε πει.

2. Διέκοψε το γύρισμα της  ίδιας ταινίας  για δυο μέρες, επειδή είχαμε γυρίσει μια σκηνή μετά από πρόταση δική μου και του συμπρωταγωνιστή μου Λάζαρου Ανδρέου, στις πέντε το πρωί, την οποία είχε αποδεχτεί και σκέφτηκε μετά ότι δεν μπορούσε να την εντάξει στην ταινία. Η σκηνή  ξεσήκωνε πάντα τους θεατές στις προβολές της ταινίας, περισσότερο από κάθε άλλη. Ως αναφορά στο παραπάνω διακόπτω κι εγώ μερικές φορές κάποιες παραστάσεις  για ένα-δύο λεπτά.

3. Έδιωξε τον συνδημιουργό της ταινίας «Παρακαλώ, γυναίκες, μην κλαίτε» Χρήστο Βακαλόπουλο, πριν αρχίσουμε τα γυρίσματα. Μου φάνηκε πολύ αστείο και είπα στον Χρήστο «ώρα  να φεύγουμε για την Τρίπολη να βρούμε το συνεργείο».

Η Δημοπρασία πραγματεύεται μια θλιβερή εκδοχή της τηλεόρασης, πιστεύετε ότι είναι μια εικόνα αντιπροσωπευτική του συγκεκριμένου μέσου, παρά το γεγονός ότι συνδυάζει την προβολή και την αναγνωρισιμότητα;

«Για μένα είναι θλιβερή η προβολή και η αναγνωρισιμότητα που αυτή συνεπάγεται. Ο πολύ σπουδαίος μουσικός και συνοδοιπόρος στο συγκρότημά μας Μιχάλης Σιγανίδης, εισέπραξε τα πιο θερμά  συγχαρητήρια όταν τον έδειξε  για λίγο η τηλεόραση σε έναν από τους  μουσικούς αγώνες που διοργάνωνε ο Μάνος Χατζιδάκης.  Η Δημοπρασία, με τη μοναξιά και τη μελαγχολία που αναδύεται μέσα απ’ το καταιγιστικό χιούμορ του Τσιώλη, γλυτώνει, σώζει  την τηλεόραση απ’ τη γενικά θλιβερή εκδοχή της».

Μπακιρτζής

Το πώς βλέπουμε τον εαυτό μας, τελικά, εξαρτάται και από το πώς μας βλέπουν οι άλλοι; Πόσο εύκολο είναι για έναν άνθρωπο να ανακαλύπτει τον εαυτό του και τι τον βοηθά στο να το πετύχει;

«Εξαρτάται πόσο υπολογίζεις τους άλλους. Αλλά όσο κι αν προσπαθείς να αποφύγεις κάτι, αυτό θα εμφανιστεί ξανά στη γωνιά του δρόμου. Νομίζω  πως  ό,τι κι αν πω θα θεωρητικολογήσω και αισθάνομαι ότι δεν έχει νόημα να το κάνω. Σε ένα τραγούδι του ο Giorgio Gaber λέει «Μια ιδέα, μια έννοια, μια ιδέα, όσο παραμένει μια ιδέα, είναι απλά μια γενίκευση. Aν μπορούσα να φάω μια ιδέα θα είχα κάνει την επανάστασή μου».

Εσείς, απέναντι στον εαυτό σας, είστε επιεικής ή αυστηρός;

«Ό,τι κι αν απαντήσω, αυτόματα θα το αναιρέσω. Πολύ συχνά, όταν καταλήγω σε ένα συμπέρασμα για ένα θέμα, λέω στον εαυτό μου «πήγαινε στην αντίθετη άποψη και εκεί θα βρίσκεσαι πιο κοντά στην αλήθεια σου. Συνήθως διαλέγουμε ό,τι μας βολεύει. «Η πλάστιγξ κλίνει εκεί που προτιμάμε / Κατά την ερμηνεία που της δίνουμε / Κάθε φορά που επιτυγχάνουμε στα ζάρια» (Στέαρ,Α.Εμπειρίκος)»

Μπακιρτζής

Θεωρείτε πως ζούμε σε καιρούς… ασφυξίας; Κι αν ναι, τι αποτελεί αντίδοτο για να αντέξουμε;

«Ζούμε σε καιρούς εξαιρετικά ασφυκτικούς. Και σε κάνουν να νιώθεις συνυπεύθυνος αφού μπορείς και αντέχεις τη φρικτή πραγματικότητα που μας πιέζει από παντού. Είναι να κλαις όλη μέρα. Αντίδοτο είναι οι δράσεις εναντίον του κακού που απλώνεται όπως το κακό στον «Άρχοντα των δαχτυλιδιών» και, για μένα, το τραγούδι, το θέατρο, το γράψιμο, οι φίλοι, οι βουτιές στη θάλασσα, η μόνη ώρα που ξεχνιέμαι».

Το πέρασμα του χρόνου που δεν έχει γυρισμό και λιγοστεύει πώς το αντιμετωπίζετε;

«Κάνω τόσα που δεν προλαβαίνω σχεδόν να το σκεφτώ, μάλλον ευτυχώς. Πάντα όμως υπάρχει και ομορφιά και παρηγοριά. Τα φιλμ, οι μουσικές, , οι εικαστικές  τέχνες, οι νέες  γνώσεις και κατανοήσεις, ο εγγονός μου κι ο δεύτερος που έρχεται, τα παιδιά μου, η σύντροφός μου, το σκραμπλ που αν πάρω ποτέ διαζύγιο αυτό θα είναι η αιτία, οι νέες γνωριμίες, μερικά ταξίδια ακόμη, στην Κρήτη, την Κύπρο, τη Νάπολη, μερικά φαγητά, το ωραίο τσίπουρο που φτιάχνουμε με τον κουμπάρο μου Γιάννη και τον αδελφό του Θωμά και σίγουρα πολλά ακόμη. Όσο έχουμε όρεξη και γεύση, αντέχουμε.  Όταν με ρωτάνε πώς είμαι, συχνά απαντώ «ξεγελάω τον χρόνο».

Η ζωή στην επαρχία σήμερα, με το ‘Κυριακή στην επαρχία’ που περιγράψατε παλαιότερα, διαφέρει πολύ;

«Η επαρχία είναι πολύ υπάκουη στα κελεύσματα του κέντρου, αν και φαίνεται ο τουρισμός να τα ισοπεδώνει όλα. Μας παίρνει την πατρίδα μας, μας μετατρέπει σε δούλους και κυνηγούς του χρήματος, πρώτα βέβαια για την επιβίωση, μετά σου μένει μόνο αυτό. Είναι ένας βρυκόλακας που ρουφάει κάθε χυμό, όλα στεγνώνουν. Πάντως, οι οάσεις δεν λείπουν, ιδίως στο κέντρο. Θα σας παραπέμψω στο φινάλε του βιβλίου του Ίταλο Καλβίνο Le cittȧ invisibili (Οι αόρατες πόλεις)». 

Τι θυμάστε από την παλιά Θεσσαλονίκη και τι σας έχει λείψει;

«Οι σινεμάδες της, οι γειτονιές όπως αυτή που έχει απομείνει πάνω απ’ την Αγία Αικατερίνη. Όμως, κινούμαι σ’ αυτήν σα να ‘ναι η παλιά και δεν είναι λίγα τα καινούργια που σε ελκύουν».

Το ‘Στον Επτάλοφο’ το γράψατε ως μαθητής. Τι σας ωθούσε τότε να γράφετε στίχους;

«Σκέφτομαι τον φιλόλογό μας Σαράντο Παυλέα, διακεκριμένο ποιητή, που μας άνοιγε τα μάτια στους θησαυρούς της λογοτεχνίας μας, πιθανόν και το συγγενικό περιβάλλον και η βιβλιοθήκη του δάσκαλου αδελφού του πατέρα μου».

Μπακιρτζής

Πως θα θέλατε να θυμάται ο κόσμος τους Κολυμβητές στο απώτερο μέλλον; Αν σας ζητούσα να βάζατε έναν τίτλο στην πορεία του συγκροτήματος ποιος θα ήταν αυτός;

«Να θυμούνται και να τραγουδούν μερικά τραγούδια μας. Ένας τίτλος θα μπορούσε να είναι «Καθετήρες ή κασμάδες;”».

Τι κάνει μια μπάντα να γίνεται η μακροβιότερη του ελληνικού τραγουδιού; Θέλετε να μου περιγράψετε ορισμένες αναμνήσεις από τη δημιουργία της και τα πρώτα χρόνια διαδρομής της;

«Η ίση κατανομή των αμοιβών και το ότι δεν  μου περιλαμβάνονται σε  ένα βιβλίο 110.000 λέξεων περίπου που έχω σχεδόν τελειώσει, οπότε πρέπει να κάνετε λίγη υπομονή. Το ξεκίνησα κατά τον περιορισμό μας την περίοδο του covid, αρχικά ικανοποιώντας το αίτημα φίλων και ακροατών να  γράψω για το πώς έγραψα τα τραγούδια μου. Στη συνέχεια επεκτάθηκα».

Τι ρόλο έπαιξε στην επιτυχία των Κολυμβητών η Ντόρα Ρίζου της ΛΥΡΑ;

«Δεν νομίζω να έπαιξε τέτοιον ρόλο όπως σε άλλους διακεκριμένους μουσουργούς. Η επιτυχία εξάλλου είναι κάτι σχετικό. Έχω ένα σλόγκαν: «Η επιτυχία είναι το τίμημα της αποτυχίας».

Μπακιρτζής

Πώς βλέπετε το παρόν και το μέλλον της ελληνικής μουσικής; Υπάρχει κάποιος στίχος που ακούσατε τα τελευταία χρόνια που να σας συγκινεί ή να σας εκφράζει;

«Δεν έχω καλή εποπτεία του θέματος και φοβάμαι πως αν το κάνω θα κολλήσω στους κολλητούς μου, οπότε δεν το κάνω».

Έχει αναφερθεί παλαιότερα πως το αγαπημένο σας τραγούδι είναι το «Χαράματα η ώρα τρεις», του Μάρκου Βαμβακάρη. Ποιο δικό σας τραγούδι είναι το αγαπημένο, αν μπορείτε να ξεχωρίσετε;

«Το πρώτο ρεμπέτικο τραγούδι που, 18χρονος, άκουσα  κατηφορίζοντας στα παλιατζήδικα κοντά στο σπίτι μου, ανακαλύπτοντας μια  Ελλάδα που δεν υποψιαζόμουν πως υπήρχε. Θα ξεχωρίσω πρόχειρα, το πρώτο του πρώτου δίσκου, τη «Ρωμυλία, την καντάδα μας «Κάθε πρωί σ΄αναζητώ» και το «Καρδιά μου» που δεν το έχω τραγουδήσει παρά δυο τρεις φορές  σε συναυλίες.  Όμως τελικά προτιμώ να  μην ξεχωρίσω κανένα δηλώνοντας «Τα τραγούδια μας είναι η ζωή», παραλλάσσοντας έναν στίχο της Μάτσης Χατζηλαζάρου που συχνά επικαλείται η γυναίκα μου: «Η ποίησή μας είναι η ζωή»..

Ποιος άνθρωπος θεωρείτε πως σας καθόρισε περισσότερο στη ζωή σας;

«Δυσκολεύομαι  να κάνω αυτή την αξιολόγηση. Ίσως ο δάσκαλος θείος που προανέφερα, οι γονείς μου, τ’ αδέλφια μου, ο Φίλιπ Ντικ, ο Μάρκος…».

Οι γιοι σας, σας συμβουλεύονται καλλιτεχνικά;

«Λίγο θα ‘λεγα. Τραβούν το δρόμο τους, ίσως επηρεασμένοι κάπως, έμμεσα, από μένα και τη μάνα τους».

Μπακιρτζής

Η Δημοπρασία

Ο Αργύρης Μπακιρτζής, μετά την πολύ επιτυχημένη σειρά παραστάσεων σε Αθήνα και Καβάλα, έρχεται στην Θεσσαλονίκη και εγκαινιάζει το ολοκαίνουργιο και ανακαινισμένο Θέατρο Τεχνών με το έργο του Σταύρου Τσιώλη «Η ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΑ» για μόνο τέσσερις παραστάσεις από την Πέμπτη 9/10 με Κυριακή 12/10. Με αυτήν την παράσταση εκπληρώνεται, έστω, πέντε χρόνια μετά τον θάνατό του, το κάλεσμα και την προτροπή του να ετοιμαστεί για το ανέβασμα του έργου που αποτέλεσε και το κύκνειο άσμα της συγγραφικής του παραγωγής.

Μετά από έξι ταινίες σε σενάριο και σκηνοθεσία του Τσιώλη, είναι η δεύτερη φορά που συμμετέχει ως ηθοποιός σε θεατρικό του έργο -αναλαμβάνοντας μάλιστα τη συνολική ευθύνη της παρουσίασης του μονόπρακτου-, μετά το έργο του «Ταξιδεύοντας με τον ΠΑΟΚ» που παρουσιάστηκε απ’ το Θέατρο Τέχνης το 2011.

Στην ταινία του «Παρακαλώ, γυναίκες, μην κλαίτε», του 1992, ήταν ο δημοπράτης της μεγάλης δημοπρασίας στο υπαίθριο θέατρο της Στεμνίτσας στην Αρκαδία. Στις ταινίες του Τσιώλη έχουμε διαδοχικούς αποχαιρετισμούς και σαν τέτοιον βλέπει το ανέβασμα της ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΑΣ».

Η παραγωγή της παράστασης γίνεται από τους TWIMAGINATION και το ΘΕΑΤΡΟ ΤΕΧΝΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, την επιμέλεια αναλαμβάνει ο Χάρης Μιχαλογιαννάκης, βοηθός του Τσιώλη σε τρεις ταινίες του που συμμετείχε κι ο Αργύρης. Ακούγονται να τραγουδούν ο Αργύρης και η Τότα Ευλαβή, συνοδεία πιανόλας. Συντελεστές: Κείμενο: Σταύρος Τσιώλης | Επιμέλεια Παραγωγής: Χάρης Μιχαλογιαννάκης |

Παραγωγή: Θέατρο Τεχνών Θεσσαλονίκης, Twimagination | Τραγούδι: Τότα Ευλαβή, Αργύρης Μπακιρτζής | Επί σκηνής ο Αργύρης Μπακιρτζής

*Θέατρο Τεχνών (Κωνσταντινουπόλεως 75) | Τηλ. 2311 218 224 | «Η ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΑ» του Σταύρου Τσιώλη | Ημερομηνίες Παραστάσεων: 9-12/10 | Ώρα έναρξης: 21.00 (Κυριακή στις 20:00) | Διάρκεια: 60’ | Τιμές Εισιτηρίων: 9€-13€ τα μειωμένα & 11€-15€ τα κανονικά | Εισιτήρια: More & στα καταστήματα Public & στο ταμείο του θεάτρου.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα