Τζίνα Μοσχολιού στην Parallaxi: «Πρέπει να πάψουμε να βλέπουμε τους εαυτούς μας ως λειτουργούς»
Η ταλαντούχα δημοσιογράφος των Νέων μιλά για την κρίση στη Δημοσιογραφία και το μέλλον της
Η Τζίνα Μοσχολιού είναι από τις δημοσιογράφους που με τα έγκυρα πολιτικά της ρεπορτάζ, τη σοβαρότητα και την ελευθερία έκφρασης σε όλα τα μέσα στα οποία έχει εργαστεί (εφημερίδες, περιοδικά, ραδιόφωνο και τηλεόραση) έχει από νεαρή ηλικία κερδίσει την εκτίμηση και την εμπιστοσύνη του κοινού και έχει συμβάλλει στην αύξηση της αξιοπιστίας στον χώρο.
Η δημοσιογράφος των «Νέων» και του Mega είναι η σημερινή μας προσκεκλημένη στη στήλη «Δημοσιογραφία σε κρίση – Τι φταίει και πού πηγαίνει» και απαντά με ευθύτητα σε όλα τα ερωτήματα που της θέτουμε.
Ποιο είναι κατά τη γνώμη σας το μεγαλύτερο πρόβλημα της δημοσιογραφίας σήμερα;
«Καταρχάς ότι ακόμη δεν έχει καταφέρει να πείσει το κοινό ότι μένει ανέγγιχτη από αδιαφανή συμφέροντα και προσωπικές σχέσεις. Θεωρώ ότι κάνουμε λάθος όταν δεν μιλάμε πολύ για τις αρχές της δεοντολογίας και μένουμε στην πιο «βολική» συζήτηση περί αντικειμενικότητας.
Ο κάθε δημοσιογράφος έχει δικαίωμα στις πεποιθήσεις του και κρίνεται γι’ αυτές. Το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει διαφάνεια για τυχόν συγκρουόμενα συμφέροντα. Και, λυπάμαι που θα γίνω δυσάρεστη, αλλά ευθύνη γι’ αυτό έχουν και οι επαγγελματικές ενώσεις των δημοσιογράφων.
Επιπλέον, υπάρχει και ένα ζήτημα προσαρμογής των επιχειρηματικών μοντέλων και των προσδοκιών του κοινού. Να το πω ωμά και κυνικά; Η δημοσιογραφία θέλει χέρια και θέλει και λεφτά. Η απαίτηση να παίρνει ο αναγνώστης το καλύτερο δημοσιογραφικό προϊόν από το ίντερνετ εντελώς τζάμπα, φοβάμαι ότι έχει τα όρια του».
Οφείλει ένας δημοσιογράφος να παίρνει θέση για ένα γεγονός; Αν ναι, υπάρχουν εξαιρέσεις, δηλαδή περιπτώσεις που δεν θα έπρεπε να το κάνει;
«Οφείλει όταν κάνει ρεπορτάζ να παραθέτει την πληροφορία, αξιολογώντας την με όσο το δυνατόν πιο καθαρό μυαλό.
Όμως, για να είμαστε ειλικρινείς: Η ίδια η αξιολόγηση της πληροφορίας είναι κι αυτή μια θέση, από μόνη της. Κατά τα λοιπά, στα σχόλια και τα άρθρα γνώμης θεωρώ ότι ο καθένας πρέπει να μπορεί να πάρει θέση ελεύθερα. Δεν με ενοχλεί η αιχμηρή άποψη. Μπορεί να με εξοργίσει όπως, αντίστοιχα, φαντάζομαι πως εξοργίζω κι εγώ άλλους συναδέλφους. Περισσότερο, όμως, με «τρομάζει» η ιδέα μιας δημόσιας σφαίρας που δεν θα μπορούμε (και) να εξοργίζουμε ο ένας στον άλλον».
Η γραμμή του μέσου ενημέρωσης στο οποίο εργάζεται ένας δημοσιογράφος σε ποιο βαθμό πρέπει να επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο σκέπτεται;
«Εάν ο δημοσιογράφος εγκλωβιστεί σε μια μονάχα «γραμμή» την πάτησε. Κατά καιρούς σε όλους μας μπορεί να συμβεί, όχι από υποχρέωση ή επιβολή αλλά και από δικές μας προσωπικές αδυναμίες και ισχυρές πεποιθήσεις. Πάντως να πούμε και κάτι που δεν λέγεται συχνά: Δεν έχουν μόνο οι εργαζόμενοι επίγνωση των απόψεων των εργοδοτών τους. Εχουν κι αυτοί επίγνωση των δικών μας».
Γιατί η κοινή γνώμη δεν έχει πια την καλύτερη άποψη για το λειτούργημα του δημοσιογράφου;
«Για όλους τους λόγους που αναφέρονται παραπάνω. Και επειδή το λέμε «λειτούργημα». Πρέπει να πάψουμε να βλέπουμε τους εαυτούς μας ως «λειτουργούς». Επαγγελματίες είμαστε που κάνουμε μια δουλειά που έχει συγκεκριμένες ευθύνες. Άπαξ και είδαμε τους εαυτούς μας σαν παράγοντες του δημόσιου βίου, την κάτσαμε. Σόρι».

Πώς προφυλάσσεται ένας δημοσιογράφος από τα fake news;
«Με πάρα πολλή μελέτη και καχυποψία. Δεν νομίζω ότι υπάρχει άλλος τρόπος πέρα από τους «παραδοσιακούς». Η καχυποψία πρέπει να στρέφεται και στους εαυτούς μας τους ίδιους. Τη στιγμή που θα νιώσω σίγουρη ότι κάτι το «ξέρω» απόλυτα και δεν χρειάζεται να το ξαναδώ, θα είναι η στιγμή που θα την πατήσω».
Πώς βλέπετε τη σχέση των Social Media και της Τεχνητής Νοημοσύνης με τη Δημοσιογραφία;
«Με καχυποψία. Εργαλείο είναι τα social media, δεν το συζητώ, προφανώς, τόσο για την πληροφορία και την επικοινωνία όσο και την κερδοφορία των ΜΜΕ, το εμπορικό κομμάτι. Αλλά η δημοσιογραφία τείνει να τους μοιάσει, θέλει να τα αντιγράφει και να τα ακολουθεί. Αυτό είναι πρόβλημα. Για την Τεχνητή Νοημοσύνη δεν έχω αποκρυσταλλωμένη θέση. Νιώθω boomer».
Έχετε μετανιώσει για κάποιο χειρισμό σε ένα δημοσιογραφικό θέμα και αν ναι τι ήταν αυτό που είχατε κάνει λάθος και δε θα επαναλαμβάνατε;
«Νομίζω ότι σε κάποια θέματα έπρεπε να είχα επιμείνει περισσότερο. Σε γενικές γραμμές, όμως, δεν ξέρω αν το «μετανιώσει» είναι σωστή λέξη. Κάποια πράγματα θα τα έκανα αλλιώς σήμερα, ναι, θα τα έγραφα αλλιώς. Όμως είμαι 40 χρονών κι 20 χρόνια στα ΜΜΕ. Μεγάλωσα κι εγώ μέσα σε αυτά. Δεν είμαι εγώ ο ίδιος άνθρωπος που ήμουν τότε, ούτε ξέρω τα ίδια. Δεν μπορούμε να γυρίσουμε το χρόνο πίσω αλλά οφείλουμε να προσπαθούμε πολύ να γινόμαστε καλύτεροι. Οχι μόνο καλύτεροι επαγγελματίες αλλά και καλύτεροι άνθρωποι».





