Εγνατία: Η ακτινογραφία του πιο ένδοξου δρόμου της πόλης

Όσα θες να μάθεις για τον εμπορικό δρόμο της Θεσσαλονίκης.

Νίκος Γκάγιας
εγνατία-η-ακτινογραφία-του-πιο-ένδοξο-969971
Νίκος Γκάγιας

Η ιστορία της Εγνατίας Οδού αποτελεί το δυσκολότερο κεφάλαιο στην ιστορία της Θεσσαλονίκης. Ο δρόμος των ξενοδοχείων και των πανδοχείων, ο δρόμος των αρτοποιείων και των παντοπωλείων, των ναών και των μνημείων, ο δρόμος των διαδηλώσεων. Ο εμπορικός δρόμος της πόλης. Το σημείο αναχώρησης των λεωφορείων προς τα δυτικά. Εκεί που οι στάσεις είναι πάντα γεμάτες και ο κόσμος περιμένει υπομονετικά για να γυρίσει στο σπίτι από την δουλειά.

Ένας δρόμος που άλλαξε όψη κατά την πάροδο των χρόνων. Οι παλαιότεροι θα θυμούνται πως ήταν διαμορφωμένος ο δρόμος προς την περιοχή της Καμάρας αλλά αυτό που άλλαξε δεν είναι μόνο το εύρος του δρόμου, ούτε και η θέση του καταστρώματος, που δεν περνά πλέον κάτω από την αψίδα του Γαλέριου. Αυτά όμως ήταν προβλέψιμα. Εκείνο που δεν μπορούσε να φανταστεί κανείς είναι η καθημερινότητα στον δρόμο. Σήμερα αποτελεί έναν αυτοκινητόδρομο με διαρκή μποτιλιάρισμα, επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών, ιατρεία και καταστήματα. Παρ’ όλα αυτά η Εγνατία υπήρξε η κεντρικότερη αρτηρία της πόλης και όχι απλώς έναν συγκοινωνιακό άξονα.

Η αρχαία Εγνατία οδός αποτελεί ιστορική οδική αρτηρία που ανοίχτηκε από τους Ρωμαίους και ένωνε το Δυρράχιο της Αλβανίας με την Κωνσταντινούπολη. Την χρησιμοποίησε ο απόστολος Παύλος κατά την πορεία του προς την Ρώμη. Κατασκευάστηκε το 2ο αιώνα π.Χ., είναι από τους πιο παλιούς δρόμους και τμήματα του συναντάμε σε ευρήματα σε πολλές πόλεις της Βόρειας Ελλάδος. Στην Καβάλα σώζεται ένα τμήμα του παλαιού δρόμου, ο οποίος, μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα, αποτελούσε την κύρια οδική αρτηρία που ένωνε την Καβάλα με την αρχαία πόλη των Φιλίππων. Η Εγνατία οδός διέσχιζε τη Βαλκανική χερσόνησο, από την ανατολική Αδριατική ως τα Κύψελα, περνώντας από Δυρράχιο, Οχρίδα, Ηράκλεια, Πέλλα, Θεσσαλονίκη, Αμφίπολη, Φιλίππους, φτάνοντας στην Κωνσταντινούπολη και στα πέρατα της Ασίας. Ουσιαστικά αποτέλεσε για πάνω από 2.000 χρόνια τον πρώτο οδικό άξονα, όπως νοείται στις μέρες μας, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην τύχη της Ρώμης και όλων των άλλων δυνάμεων που κυριάρχησαν στα Βαλκάνια. Ακόμα και πριν την κατασκευή της, κατά την διάρκεια των πολέμων μεταξύ Μακεδόνων και Περσών, ακολουθήθηκε πορεία παραπλήσια με την τελική πορεία της Εγνατίας Οδού.

Αναφορικά με την φυσιογνωμία του κεντρικότερου δρόμου της πόλης, δεν υπάρχουν ιδιαίτερα στοιχεία για το πως έμοιαζε πριν από τα τέλη του 19ου αιώνα, οπότε τοποθετήθηκαν οι σιδηροτροχιές για τα ιππήλατα τραμ. Το πλάτος της οδού ήταν μικρό και μόλις χωρούσε τις δύο παράλληλες τροχιοδρομικές γραμμές.

Το τραμ διασταυρώνονταν με χειροκίνητα καρότσια ή με κάρα. Ωστόσο, δεν έχουμε φτάσει ακόμη στην εποχή που τα οχήματα κυριαρχούν στο οδόστρωμα. Σ’ αυτή την περίοδο οι πεζοί, όχι μόνο δεν χωρούν στα πεζοδρόμια αλλά θεωρούν ως αυτονόητο δικαίωμα τους να βαδίζουν στη μέση του δρόμου.

Μόνο μετά τον ανασχεδιασμό, μετά την πυρκαγιά του 1917, η Εγνατία θα γίνει πραγματικά «φαρδύς δρόμος».

Το τμήμα της Εγνατίας από το Βαρδάρη μέχρι τη Βενιζέλου, το οποίο καταστράφηκε εντελώς από την φωτιά του 1917, συγκέντρωνε ένα μεγάλο αριθμό κέντρο διασκέδασης, καφωδείων και λαϊκών θεάτρων κατά την περίοδο του πρώτου παγκοσμίου πολέμου.

Το τμήμα του δρόμου ανάμεσα στις οδούς Λέοντος Σοφού και Ίωνος Δραγούμη συνέχισε στο μεσοπόλεμο να σφύζει από κάθε είδους επαγγελματική δραστηριότητα. Εκεί υπήρχαν αρκετοί γιατροί (όχι όπως στην Τσιμισκή και στην Αγίας Σοφίας). Στον αριθμό 10 ήταν ο παθολόγος Λ. Βασιλειάδης, στο 15 ο παθολόγος Χαρ. Σωτηρόπουλος. Στον δόμο αυτό έβρισκε κανείς κυριολεκτικά τα πάντα. Καφενεία, καταστήματα τροφίμων, ρουχισμού, υπόδησης, σιδηρουργούς, πιάτσα οπλοπωλείων, χαρτοπαιχτικές λέσχες.

Στη διασταύρωση Εγνατίας και Κολόμβου λειτουργούσε το 1926 ο κινηματογράφος «Απόλλων» και δίπλα η καπναποθήκη «Σαλόνικα» Το 1952 άρχισε η διάνοιξη του τμήματος της Εγνατίας κοντά στην Καμάρα. Τα επόμενα 7-8 χρόνια μέγαρα υψώνονται τόσο στην νότια όσο και στη βόρεια πλευρά.

Μάλιστα κάθε Τετάρτη και Σάββατο τις δεκαετίες του 80′ και 90′ έρχονται με πούλμαν άνθρωποι από τα Σκόπια και την Σερβία για να κάνουν τα ψώνια τους.

Ας πάρουμε τον δρόμο από την αρχή. Ξεκινώντας από την πλατεία Βαρδαρίου (σημερινή πλατεία Δημοκρατίας θα δεις μία μαρμάρινη επιγραφή κάτω από το άγαλμα του βασιλιά Κωνσταντίνου του πρώτου. Εκεί βρίσκεται η αρχή της Εγνατίας οδού – η πιο δημοφιλής λεωφόρος της πόλης.

Πολλοί μπορεί να νομίζουν πως εκεί ήταν η αρχική θέση του αγάλματος, όμως στην πραγματικότητα έχει μετακινηθεί συνολικά 3 φορές.

Αρχικά είχε τοποθετηθεί τη δεκαετία του 30′ στο πάρκο της ΧΑΝΘ και συγκεκριμένα στο διάδρομο που παλαιότερα ήταν τα αναψυκτήρια πίσω από το Θέατρο Κήπου, και σχεδόν δίπλα στο σημερινό σιντριβάνι. Στα τέλη της δεκαετίας του 50′ ο Δήμου Θεσσαλονίκης αποφασίζει τη μετακίνηση του αγάλματος, και τη μετεγκατάσταση του για δεύτερη φορά στην τότε πλατεία Βαρδαρίου. Το άγαλμα για τρίτη και τελευταία φορά θα μετακινηθεί στα τέλη της δεκαετίας του 60′ από το μέσον της πρώην μεγάλης πλατείας, στη νησίδα που βρίσκεται η σημερινή του θέση.

Συνεχίζοντας στα δεξιά σου θα συναντήσεις το Κτίριο Βιέννη (Εγνατία 2-4). Σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Γ. Καμπανέλλο το 1929 και ολοκληρώθηκε το 1931 με πρώτο ιδιοκτήτη τον Κώστα Μανωλά. Το εκλεκτικιστικού ρυθμού Μέγαρο κτίστηκε στη θέση του ναού της Αγίας Κυριακής και αρχικά είχε 3 ορόφους. Η Αγία Κυριακή ήταν βυζαντινός ναός, που μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Οθωμανούς, μετατράπηκε σε τέμενος με την ονομασία Μπουρμαλί Τζαμί.

Μετά την απελευθέρωση της πόλης το 1912 επαναλειτούργησε σαν εκκλησία και κάηκε ολοσχερώς στη μεγάλη πυρκαγιά. Περιλάμβανε 55 δωμάτια. Στη διάρκεια της κατοχής στέγασε τα τάγματα ασφαλείας του περιβόητου Δάγκουλα και τα υπόγειά του μετατράπηκαν σε χώρο βασανιστηρίων. Την πρώτη ημέρα της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης, στις 30 Οκτωβρίου του 1944, καταλήφθηκε από τον Εθνικό Λαϊκό Στρατό (ΕΛΑΣ) ο οποίος στέγασε σε αυτό για λίγους μήνες το αρχηγείο του. Μετά επαναλειτούργησε και πάλι ως ξενοδοχείο. Στα δωμάτιά του έμειναν, μετά την Κατοχή, ο Μάρκος Βαμβακάρης και ο Γιώργος Μπάτης. Από το 1965 το κτίριο εγκαταλείπεται και λειτουργούν μόνο καταστήματα στο ισόγειό του.

Οι κληρονόμοι –ιδιοκτήτες του, περίπου 20 τον αριθμό επιθυμούσαν να αγοραστεί το διατηρητέο κτίριο από το δημόσιο, αλλά τελικά το 1994 αγοράστηκε από τον κ. Αθανάσιο Μαντά. Την ίδια χρονιά εκπονείται μελέτη αποκατάστασης, η οποία προέβλεπε τη λειτουργία γραφείων. Προστίθεται 4ος όροφος σε εσοχή και το κτίριο αναπαλαιώνεται στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης 1997. Στο κτίριο φιλοξενήθηκαν για πολλά χρόνια τα γραφεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ελλάδα, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία για την ανασυγκρότηση των Βαλκανίων και το Σύμφωνο Σταθερότητος. Από το 2012 στους χώρους του κτιρίου βρίσκεται το Mediterranean College Thessaloniki. Ακολουθεί τις εκλεκιστικές τάσεις της εποχής, με έντονα ροκοκό μενταγιόν να τονίζουν τον κεντρικό άξονα της εισόδου και ανάγλυφη διακόσμηση. Επιμήκη κτιστά φουρούσια στηρίζουν το γείσο πάνω από το οποίο υπάρχουν κτιστά τμήματα και μπαλαούστρες. Στο ισόγειο εκτός από τα καταστήματα υπάρχει και μια στοά που οδηγεί σε βοηθητικούς χώρους.

To 2024 αναμένεται να τεθούν σε λειτουργία δύο ξενοδοχεία της «Brown Hotels» στη Θεσσαλονίκη, με τον ισραηλινό όμιλο να εγκαινιάζει την επενδυτική του παρουσία στην πόλη, δίνοντας νέα ζωή σε τρία ιστορικά κτήρια, ανάμεσα τους το διατηρητέο πρώην ξενοδοχείο «Βιέννη».

Από την απέναντι πλευρά στον αριθμό 26 υπάρχει ακόμα η Στοά Κολόμβου. Μία από τις κεντρικότερες στοές της πόλης, που κάποτε έσφυζε από ζωή όμως σήμερα έχει αλλάξει πρόσωπο. Η Στοά κάποτε ήταν γεμάτη από καταστήματα, γνωστά στέκια και κόσμο. Αποτέλεσε σημείο αναφοράς της πόλης. Όμως σήμερα η άλλοτε θορυβώδης από τον κόσμο και την κίνηση, αγορά, θυμίζει ερημωμένο τοπίο. Τα καταστήματα που υπάρχουν εντός της είναι πραγματικά ελάχιστα. Η Στοά Κολόμβου έχει είσοδο και έξοδο από την Εγνατία και τη Βαλαωρίτου. Το όνομα «Κολόμβος» δεν παραπέμπει στον γνωστό Χριστόφορο Κολόμβο, όπως νομίζουν αρκετοί Θεσσαλονικείς, αλλά στον Ιταλό μάγειρα της σιδηροδρομικής εταιρίας, Αντζιολίνο Κολόμπο, που στις αρχές του περασμένου αιώνα άνοιξε στη Θεσσαλονίκη το πολυτελές Ξενοδοχείο Κολόμπο στη διασταύρωση των οδών Λέοντος Σοφού και Βαλαωρίτου, αρχές της δεκαετίας του 1870. Στην πυρκαγιά του 1890 το ξενοδοχείο έπαθε ζημιές αλλά επαναλειτούργησε, αλλά το 1897, ο κύριος Κολόμπο αποφάσισε να αποσυρθεί στην πατρίδα του, το Κόμο. Με την ανατίναξη της Οθωμανικής τράπεζας (στη θέση της ανεγέρθηκε το κτίριο του σημερινού Κρατικού Ωδείου) το 1903, το ξενοδοχείο καταστράφηκε και κατεδαφίστηκε. Στη θέση του ανεγέρθηκε υπερπολυτελές τετραώροφο ξενοδοχείο, το οποίο καταστρέφεται ολοσχερώς στην πυρκαγιά του 1917. Η περιοχή όμως, η αγορά, η στάση και η στοά εξακολουθούν να έχουν το όνομά του.

Από τις τέσσερις εισόδους που υπήρχαν, πλέον βρίσκεται σε λειτουργία μόνο η μία. Πρόκειται για μία αφορά που λειτουργούσε με την σημερινή έννοια του mall. Υπήρχε εντός της φούρνος, μανάβικο, κρεοπωλείο, κουρείο. Υπήρχε μαγαζί που έφτιαχνε κορνίζες. Την χρυσή εποχή του 70′ και 80′ υπήρχαν 12 κοσμηματοπωλεία. Από το 1994 μέχρι το 2004 τα χρυσοχοεία μετατράπηκαν σε μαγαζιά πώλησης γούνας. Στα χρόνια που ακολούθησαν η στοά Κολόμβου πέρασε στην εποχή της κρίσης. Το 2010-2011 άνοιξαν δύο νυχτερινά μαγαζιά. Ανάμεσα τους και το bar του Ιεροκλή Μιχαηλίδη. Όμως, τα καταστήματα άρχισαν σιγά-σιγά να κλείνουν και σήμερα η παλιά ένδοξη στοά που έδωσε το όνομα της στη στάση και σε όλη την περιοχή μοιάζει μια στοά-φάντασμα.

Ακόμα στην οδό Εγνατίας 46 από τον Σεπτέμβριο του 2002, το Τμήμα Δημοσιογραφίας & ΜΜΕ στεγάζεται σε ένα νεοκλασικό κτίριο, ενώ μέχρι τότε στεγαζόταν στο Μανδαλίδειο κτίριο στην παλαιά παραλία της Θεσσαλονίκης.

Στη συνέχεια στον αριθμό 52 υπάρχει ένα «Γοβάκι» που κουβαλά μνήμες πολλών χρόνων. Η ιστορία ξεκινά τέσσερις γενιές πίσω με τον προπάππου Κωνσταντή Καρύδα να δημιουργεί ένα μικρό εργαστήριο υποδημάτων στον τόπο καταγωγής του, τη Νιγρίτα Σερρών. Περίοδος πολέμου και ο γιος Γρηγόρης ανοίγει το πρώτο μαγαζί υπόδησης επί της Εγνατίας 49 στη Θεσσαλονίκη σε μία μικρή στοά. Το ήθος, η εργατικότητα και το μεράκι του δεν αργούν να φέρουν την αναγνώριση του κόσμου.

Η επόμενη γενιά, τα τέσσερα αδέρφια, δημιουργούν τη νέα τους επιχειρηματική στέγη, ένα τετραώροφο κατάστημα ανδρικών, γυναικείων και παιδικών υποδημάτων επί της Εγνατίας 52. Ελληνικά εργοστάσια κατασκευάζουν για το εν λόγω κατάστημα μοναδικά σχέδια ύψιστης ποιότητας και προοδευτικής αισθητικής.

Κανείς δεν φανταζόταν την επιτυχία και αναγνωρισιμότητα που θα ακολουθήσει αυτή τη χρονιά. Το επονομαζόμενο «Γοβάκι του Καρύδα» ταξιδεύει κατά παραγγελία από το Las Vegas και προσγειώνεται επί της Εγνατίας 52.

Τα 780 λαμπάκια του φωτίζουν για δεκαετίες την πόλη της Θεσσαλονίκης. Ελληνικά εργοστάσια κατασκευάζουν για το εν λόγω κατάστημα μοναδικά σχέδια ύψιστης ποιότητας και προοδευτικής αισθητικής και κάπως έτσι το περιστρεφόμενο γοβάκι γίνεται σήμα κατατεθέν της πόλης με ντόπιους και επισκέπτες να δίνουν σημείο συνάντησης κάτω από τη λάμψη του.

Μετρό

Λαμαρίνες έκλεισαν μεγάλα κομμάτια του δρόμου από το Βαρδάρη μέχρι τα Πανεπιστήμια για περισσότερο από μια δεκαπεντατετία. Η ιστορία του Μετρό λάβωσε κυριολεκτικά την Εγνατία, καθώς κανένας άλλος δρόμος δεν επηρεάστηκε περισσότερο.

Μία ιστορία πολύχρονη και πονεμένη για πολλούς κατοίκους της πόλης. Ειδικά μιλώντας για τον σταθμό Βενιζέλου. Ένα σημείο που έχει απασχολήσει έντονα και έχει συζητηθεί όσο κανένα άλλο. Από το μακρινό 2005 μέχρι και σήμερα, η εικόνα του σημείου παραμένει σχεδόν ίδια. Λαμαρίνες πότε δεξιά και πότε αριστερά, ανάλογα το σημείο που γίνονταν οι εργασίες, ταλαιπωρώντας τους επιχειρηματίες στα συγκεκριμένα σημεία. Η κατασκευή του σταθμού καθυστέρησε σε μεγάλο βαθμό από αρχαιολογικά ευρήματα ενώ η εταιρία που επιβλέπει το έργο (Αττικό Μετρό), χαρακτήρισε τον αρχαιολογικό χώρο υψηλής σημαντικότητας. Στο εργοτάξιο του σταθμού βρέθηκαν σε βάθος 5,4 μέτρων, η ρωμαϊκή λεωφόρος Decumanus Maximus, μαζί με καταστήματα και σπίτια τα οποία βρίσκονταν κατά μήκος της αρχαίας Εγνατίας οδού.

Μετά την εύρεση αρχαιοτήτων κατά τις ανασκαφές στο χώρο όπου θα έχει σχεδιαστεί η κατασκευή του σταθμού “Βενιζέλου”, ο τότε Αναπληρωτής Υπουργός Πολιτισμού Κώστας Τζαβάρας εξέδωσε υπουργική απόφαση για την απόσπαση των αρχαιοτήτων για τη συνέχιση των εργασιών κατασκευής του Μετρό.

Η εφαρμογή της, ωστόσο, αποτράπηκε από την αντίδραση αρχαιολόγων και κατοίκων, ενώ ο τέως δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Γιάννης Μπουτάρης προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας ζητώντας την αναστολή και, ακολούθως, την ακύρωση της απόφασης. Το ΣτΕ με την 528/2013 απόφασή του έκανε δεκτή την προσφυγή και επέβαλε την παύση των εργασιών απομάκρυνσης.

Η κατασκευή του σταθμού Βενιζέλου ξεκίνησε στις 31 Οκτωβρίου 2017 και όπως λέγεται αναμένεται να παραδοθεί στα τέλη του 2023 μαζί με το σύνολο της βασικής γραμμής μετά και την νεότερη απόφαση του ΣτΕ για απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαίων της Βενιζέλου που έγινε γνωστή στις 29 Απριλίου 2021. Η απόφαση του ΣτΕ έρχεται σε αντίθεση με την επιθυμία πολλών κατοίκων της Θεσσαλονίκης.

Γι’ αυτό άλλωστε δεν είναι λίγες οι φορές που έχουν γίνει συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, σε μία προσπάθεια να ανατραπεί η απόφαση. Δεκάδες φορές στο παρελθόν μέλη της Κίνησης Πολιτών Θεσσαλονίκης για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς έχουν βγει στους δρόμους προκειμένου να διατηρηθούν τα αρχαία στο σταθμό Βενιζέλου και να μην προχωρήσει προχωρήσει η επιλογή του τεμαχισμού, της απόσπασης και επανατοποθέτησης.

Τον περασμένο Νοέμβριο απομακρύνθηκαν οι λαμαρίνες από την οδό Βενιζέλου και Εγνατία, διευκολύνοντας την κυκλοφορία στο σημείο και δίνοντας μία πνοή στα καταστήματα που ήταν για πολύ καιρό κρυμμένα και αποκομμένα από τους ρυθμούς της πόλης.

Αλκαζάρ (Χαμζά Μπέη Τζαμί)

Το πραγματικό όνομα του μνημείου λίγοι το χρησιμοποιούν στην Θεσσαλονίκη. Το Χαμζά Μπέη Τζαμί, που βρίσκεται μπροστά από το Παλιό Δημαρχείο, γωνία Βενιζέλου με Εγνατία και απέναντι από το έτερον ισλαμικό μνημείο, το Μπεζεστένι, είναι ευρύτερα γνωστό στους Θεσσαλονικείς ως Αλκαζάρ. Χτίστηκε στα 1467 (επί του σουλτάνου Μουράτ Β’) από την κόρη του στρατιωτικού διοικητή Χαμζά Μπέη, Χαφσά Χατούν, με σκοπό την χρήση του ως Μετζίτ, δηλαδή μικρό συνοικιακό τέμενος χωρίς μιναρέ (στο οποίο τότε δεν τελούταν η επίσημη μεσημβρινή προσευχή της Παρασκευής). Εικάζεται ότι στη θέση του προϋπήρχε γυναικείο μοναστήρι, παράδοση την οποία σεβάστηκαν οι Οθωμανοί μετά την άλωση της Πόλης χτίζοντας ένα τέμενος με ιδρυτή γυναίκα. Δεν αποκλείεται μάλιστα το αρχικό μικρό τέμενος να κτίσθηκε με οικοδομικά υλικά από το μοναστήρι.

Το Χαμζά Μπέη τζαμί αποτελεί τον παλαιότερο σωζόμενο ισλαμικό χώρο λατρείας που χτίστηκε στη Θεσσαλονίκη. Επίσης θεωρείται το μεγαλύτερο σωζόμενο τζαμί που βρίσκεται σε ελληνικό έδαφος και εκτείνεται σε συνολική έκταση 1150 τ.μ. Το Χαμζά Μπέη Τζαμί είναι γνωστό στους περισσότερους Θεσσαλονικείς ως “Αλκαζάρ”, από τον ομώνυμο λαϊκό κινηματογράφο που στεγάστηκε για χρόνια στην περίστυλη αυλή του τεμένους.

Παναγία των Χαλκέων

Ακριβώς δίπλα από το Άγαλμα του Βενιζέλου, βρίσκεται ο Βυζαντινός Ναός Παναγίας των Χαλκέων. Μία βυζαντινή εκκλησία, χτισμένη τον 11ο αιώνα. Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή του ιδρυτή που βρίσκεται στο ανώφλι της δυτικής εισόδου, η εκκλησία χτίστηκε το 1028 από τον πρωτοσπαθάριο Χριστόφορο, κατεπάνω της Λομβαρδίας, και τη σύζυγο του Μαρία, τον γιο του Νικηφόρο και τις δυο του κόρες, την Άννα και την Κατάκαλη. Ο τάφος του Χριστόφορου πιθανότατα βρισκόταν σε ένα αρκοσόλιο στο βόρειο τείχος της εκκλησίας. Η κάτοψη της είναι αυτή του κλασικού εγγεγραμμένου σταυροειδούς τρουλαίου ναού, που κυριάρχησε στην αρχιτεκτονική την εποχή της Μακεδονικής δυναστείας.

Με τέσσερις κίονες να στηρίζουν τον κεντρικό τρούλο και χωριστό τριμερή χώρο με δύο πεσσούς για το ιερό, ο ναός εντάσσεται ειδικότερα στη σύνθετη παραλλαγή του παραπάνω τύπου, που ήταν διαδεδομένη στην Κωνσταντινούπολη. Άλλοι δύο τρούλοι υπάρχουν στον νάρθηκα. Ολόκληρο το οικοδόμημα είναι χτισμένο από πλίνθους, λόγω των οποίων ονομάστηκε «Κόκκινη Εκκλησία». Η εξωτερική όψη είναι διακοσμημένη με πλήθος καμαρών και παραστάδα, στοιχεία κωνσταντινοπολίτικης επιρροής. Εσωτερικά, μεγάλο μέρος της διακόσμησης με σκαλιστά μάρμαρα και νωπογραφίες έχει διατηρηθεί. Με την άλωση της πόλης το 1430 από τους Οθωμανούς Τούρκους, η εκκλησία μετατράπηκε σε τζαμί που ονομαζόταν Καζαντζηλάρ Τζαμί («Τζαμί των Καζαντζήδων=χαλκέων/χαλκωματάδων»).

Πορείες και διαδηλώσεις

Πολλές συγκεντρώσεις έχουν πραγματοποιηθεί στο Άγαλμα του Βενιζέλου. Μια από τις ιστορικότερες και πιο αιματοβαμμένες ήταν αυτή στις 9 Μαΐου 1936. 12.000 καπνεργάτες ξεκινούν μια μεγάλη απεργία που εξαπλώνεται και σε άλλους κλάδους εργατών. Η αστυνομία προσπαθεί να εμποδίσει την απεργία. Ο επικεφαλής των αστυνομικών, διοικητής της χωροφυλακής Ντάκος, δίνει εντολή να ανοίξουν πυρ οι αστυνομικοί. Ο απολογισμός της ημέρας 12 νεκροί και 300 τραυματίες.  Ο πρώτος νεκρός της ημέρας ο Τάσος Τούσης, πέφτει στην διασταύρωση των οδών Εγνατία και Βενιζέλου, έξω από το Αλκαζάρ.

Ήταν μόλις 25 ετών, αυτοκινητιστής, με καταγωγή από το Ασβεστοχώρι. Οι απεργοί, με το που αντιλαμβάνονται τον θάνατό του, ξεσηκώνονται. Ξηλώνουν μια πόρτα, πάνω στην οποία περιφέρουν το σώμα του κατά μήκος του δρόμου. Ο Ριζοσπάστης την επομένη δημοσιεύει την ιστορική πλέον φωτογραφία της μάνας του Τάσου Τούση να θρηνεί επάνω από το σώμα του στην μέση της οδού Εγνατία. Η φωτογραφία συγκλόνισε τόσο πολύ τον Γιάννη Ρίτσο, που τον ενέπνευσε να γράψει τον «Επιτάφιο». Στο σημείο εκείνο υπήρχε το μνημείο των καπνεργατών, το οποίο έχει μετακινηθεί λόγω των έργων του μετρό, με την ελπίδα να επανατοποθετηθεί μετά το πέρας των εργασιών.

Στην Εγνατία ακόμα υπήρχαν ιστορικές καταλήψεις. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι η «Κατάληψη 111», όπου τον Ιούλιο του 2022 αστυνομικές δυνάμεις εκκένωσαν το 7 χρόνια υπό κατάληψη κτίριο της Εγνατίας 111 ιδιοκτησίας ΕΦΚΑ.

Άγαλμα Βενιζέλου – Πλατεία Δικαστηρίων

Είναι το σημείο που ορίζεται ως εκκίνηση για τις περισσότερες πορείες διαμαρτυρίας της πόλης. O ανδριάντας του Ελευθερίου Βενιζέλου βρίσκεται στην πλατεία που ονομάζουμε Αριστοτέλους, μιας και οριοθετούμε την πλατεία από την παραλία ως την Αρχαία Αγορά, μια πλατεία που ονομάστηκε Δικαστηρίων ενώ δεν έχει δικαστήριο και τα τελευταία χρόνια αρχίζει και γίνεται γνωστή με το όνομα Αρχαία Αγορά λόγω του αρχαιολογικού χώρου που βρέθηκε κατά τις ανασκαφές και την ανάπλασή της.

Η πλατεία Δικαστηρίων δεν λειτούργησε ποτέ ως πλατεία. Από την δεκαετία του 90′ και μετά μόνο μετανάστες από τα Βαλκάνια ήρθαν στην πόλη και έτσι το σημείο απέκτησε ζωή. Χαρακτηριστική εικόνα που υπάρχει ακόμα και σήμερα είναι πως δεν κάθονται στα παγκάκια που υπάρχουν. Το συγκεκριμένο μέρος έχει γνωρίσει την παρακμή και ειδικά τις βραδινές ώρες, αν και μιλάμε για το κέντρο της πόλης, το πέρασμα από εκεί είναι επικίνδυνο. Πολλές φορές μάλιστα έχει γίνει αντικείμενο συζήτησης για την διακίνηση και χρήση ουσιών, καθώς και το γεγονός ότι γίνεται δημόσιο ουρητήριο σε κοινή θέα.

Μπέη Χαμάμ (Λουτρά Παράδεισος) 

Τα «Λουτρά Παράδεισος» ή «Μπέη Χαμάμ» κτίστηκαν το 1444 από τον σουλτάνο Μουράτ Β’ (γνωστός και απλά ως Μπέης), όπως μας πληροφορεί μια αραβική κτητορική επιγραφή και είναι το πρώτο δημόσιο κτίριο που έκτισαν στην πόλη οι Οθωμανοί γκρεμίζοντας επτά παρακείμενες στο χώρο εκκλησίες. Βρίσκεται ακριβώς δίπλα από τον βυζαντινό Μεγαλοφόρο, την αγορά των βυζαντινών χρόνων και πατάει επάνω στην Via Reggia (ρωμαϊκή Εγνατία). Στο κτίριο έχει γίνει επαναχρησιμοποίηση υλικών (π.χ σαρκοφάγοι). Λειτουργούσε και για τους άνδρες αλλά και τις γυναίκες και διατηρεί μέχρι σήμερα όλα του τα στοιχεία.

Το αντρικό λουτρό είναι μεγαλύτερο και πολυτελέστερο από το γυναικείο. Η είσοδος για το γυναικείο βρίσκεται στα βόρεια ενώ για το αντρικό στη νότια πλευρά. Μέσα στο οικοδόμημα υπάρχει και ένας μικρότερος ορθογώνιος χώρος, ο οποίος προοριζόταν για το ιδιαίτερο λουτρό του σουλτάνου και έχει ιδιαίτερο διάκοσμο. Όλες οι αίθουσες του Χαμάμ φωτίζονται με φυσικό φως μέσω οπών στην οροφή. Το συγκρότημα των λουτρών λειτουργούσε ως χαμάμ μέχρι το 1968, το 1972 περιήλθε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και έκτοτε μετά τα έργα αποκατάστασης του κτιρίου, αποτελεί χώρο ανοικτό για το κοινό.

Αγιορείτικη εστία

Το κτίριο στο νούμερο 109 κατασκευάστηκε το 1909 από την οικογένεια Ι. Νεδέλκου και μαζί με το Γυμνάσιο απέναντι, στο νούμερο 132 αποτελούν τα τελευταία δείγµατα κτισµάτων του περασµένου και των αρχών του αιώνα που διασώζονται µέχρι σήµερα στην περιοχή της Καμάρας.

Όπως προκύπτει από τον τίτλο ιδιοκτησίας, η Αναστασία Νεδέλκου-Σερέφα αγόρασε το 1907 το αντίστοιχο οικόπεδο, στην τότε ονομαζόμενη περιοχή Ισχακέ Καμάρα, στην Ελληνική συνοικία της Παναγούδας και επί της οδού Εγνατίας (στον αριθμό 338 σύμφωνα με την αρίθμηση της εποχής), όπου έχτισε διώροφο κτίσµα µε µαγαζιά στο ισόγειο και κατοικία στον όροφο.

Ο σχεδιασμός του κτιρίου ανατίθεται στον γνωστό αρχιτέκτονα Ξενοφώντα Παιονίδη (Παπάφειο, η Βίλα Μορδώχ, Σχολή Τυφλών, πρώην Ιταλικό Προξενείο) Η σύζευξη νεοκλασικισμού και οθωμανικού μπαρόκ με έντονες επιρροές από την Art Nouveau, αλλά και εκλεκτικιστικές τάσεις στις μορφές και στα διακοσμητικά μοτίβα της πρόσοψης, είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής της οικίας Νεδέλκου.

Ακριβώς απέναντι από την Αγιορείτικη εστία υπάρχει το νεοκλασικό οικοδόμημα που στέγαζε μέχρι το 2014 το πρώην  13ου Γυμνασίο Θεσσαλονίκης.

Καμάρα – Το πιο διάσημο ραντεβού στην πόλη

Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά μνημεία της Θεσσαλονίκης είναι η Θριαμβική Αψίδα του Γαλερίου, γνωστή και ως Καμάρα, που βρίσκεται στην πάνω πλευρά της οδού Εγνατίας και σε μικρή απόσταση από την Ροτόντα.

Η Καμάρα είναι κτίσμα της εποχής της Ρωμαϊκής «Τετραρχίας» (αρχές 4ου μ.Χ. αιώνα) και αποτελεί το ένα σκέλος (δυτικό) μίας στεγασμένης στοάς, που σχηματιζόταν από αψίδες και τόξα. Κατασκευάστηκε για να τιμηθεί ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Γαλέριος, όταν αυτός επέστρεψε νικητής στην πόλη (περί το 306 μ.Χ.) μετά από πολέμους του κατά των Περσών. Η θριαμβική αυτή αψίδα ήταν τοποθετημένη κάθετα στην αρχαία Εγνατία, που διέσχιζε την πόλη (δυτικά προς ανατολικά) και αποτελούσε μέρος του λεγόμενου Γαλεριανού συγκροτήματος (Ρωμαϊκά Ανάκτορα), που αναπτύσσονταν κύρια νοτιοδυτικότερα, στις σημερινές πλατείες Ναυαρίνου και Ιπποδρομίου.

Από τα χρόνια που δεν υπήρχε ίντερνετ και ακόμα και το τηλέφωνο ήταν περιορισμένο η Καμάρα αποτέλεσε τον πιο δημοφιλή τόπο συνάντησης των ανθρώπων. Δεν υπάρχει περίπτωση να περάσεις από την Καμάρα και να μη συναντήσεις κάποιον να περιμένει κάποιον άλλον.

Ακόμα και σήμερα που τα σημεία ενδιαφέροντος της πόλης έχουν μεταφερθεί σε άλλες περιοχές του κέντρου το ραντεβού στην Καμάρα για κάποιους ανθρώπους είναι μια κλασσική αξία.

Δίπλα στην Καμάρα υπάρχει ακόμα και ο Ιερός Ναός Παναγίας Δέξιας, που αποτελεί ενοριακό ναό της Θεσσαλονίκης και ανήκει στην Ιερά Μητρόπολη. Ο Ναός θεμελιώθηκε το 1956 στη θέση του βυζαντινού ναού του Αγίου Υπατίου.

Στο σημείο αυτό η Εγνατία συναντάει και τις φοιτητογειτονιές της Ροτόντας και της Ναυαρίνου.

Πιο δίπλα από την Καμάρα υπάρχει το “συντριβάνι” και στη Θεσσαλονίκη εννούμετο γνωστό σε όλους μας συντριβάνι στη συμβολή της Εγνατίας με την Αγγελάκη και την Εθνικής Αμύνης. Απέναντι από το γλυπτό του Ζογγολλόπουλου στην πάνω πύλη της ΔΕΘ. Το αυθεντικό δωρήθηκε το 1886, από το Σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ, μετά την κατεδάφιση των ανατολικών τειχών. Κατασκευάστηκε στη θέση της κασσανδρεώτικης πύλης. Τη δεκαετία του 1950 απομακρύνθηκε, στερεμένο πλέον. Αναστηλώθηκε, ωστόσο, το 1977 από το Δήμο Θεσσαλονίκης. Χαρακτηριστικό δείγμα μπαρόκ, το μαρμάρινο σιντριβάνι αποτελεί ένα από τα σημεία αναφοράς του κέντρου, δίνοντας το όνομά του και στην ομώνυμη πλατεία. Ακριβώς μπροστά επίσης από το σιντριβάνι υπάρχει το εμβληματικό ξενοδοχείο ABC.

Η Εγνατία ήταν και παραμένει ένας δρόμος με πολλά ξενοδοχεία. Κάποια έκλεισαν και άλλαξαν χρήσεις και κάποια άλλα στέκουν ακόμα εκεί και αν κοιτάξεις ψηλά θα σε μεταφέρουν σε μία άλλη δεκαετία με τις ταμπέλες εκείνης της εποχής να υπάρχουν σε πολλές περιπτώσεις.

Ενδεικτικά ακόμα μέχρι σήμερα θα συναντήσεις το Hotel Ilios, Hotel Olympic, Hotel Aegeon, το Ατλαντίς, το El Greco, τα Ιλίσια, το ξενοδοχείο Καστοριά.

Λαϊκά σινεμά

Κοντά στον Βαρδάρη, το ΑΤΤΙΚΟΝ ήταν το τυπικό συνοικιακό σινεμά επί της Εγνατίας. Για να φθάσεις στην αίθουσα προβολής έπρεπε να περάσει από μια στοά, που στις δύο μεριές της είχε φωτογραφίες από τα έργα που έπαιζαν, «λίαν προσεχώς». Κάτι αντίστοιχο με τις σημερινές αφίσες έξω από τις αίθουσες για τις ταινίες που προβάλλονται ή επρόκειτο να προβληθούν. Τα έργα που παίζονται ήταν σε συνέχειες και το καλοκαίρι υπήρχαν προβολές στη ταράτσα.

Επίσης, στο ΑΤΤΙΚΟΝ γίνονταν συχνά συνελεύσεις και πολιτιστικές εκδηλώσεις του ΚΚΕ. Σήμερα το σινεμά δεν υπάρχει. Απέμεινε απ’ αυτό μόνο η μαρκίζα της στοάς και η ίδια η στοά.

Επίσης υπήρχε και το Πάνθεον, το Κλειώ, το Ρίο, όπως και το Βίλμα – το τελευταίο σινεμά που απέμεινε στη γειτονιά του Βαρδάρη.

Πηγή: Ομάδα Facebook (Παλιές φωτογραφίες της Θεσσαλονίκης – Old Photos of Thessaloniki) – Evelyn Sioupi

Η κατάσταση σήμερα 

Η Parallaxi περπάτησε και μέτρησε αναλυτικά τα καταστήματα που βρίσκονται σε λειτουργία. Πιο συγκεκριμένα θα βρεις 49 μαγαζιά με ρούχα, 16 με παπούτσια, 17 cafe/take away, 7 σουβλατζίδικα, 11 φούρνους 24 κοσμηματοπωλεία, 12 με οπτικά, 15 φαρμακεία, 10 με gadget κινητών, 4 μίνι/σούπερ-μάρκετ, 3 τράπεζες, 3 κομμωτήρια.

Σοκαριστικό είναι το γεγονός πως στην Εγνατία αυτή τη στιγμή υπάρχουν 83 κλειστά καταστήματα. Όπως αναφέρει ο μεσίτης, Αλβανούδης Σάββας από το ALVANOUDIS Real Estate, η Εγνατία είναι ένας από τους πιο ιδιαίτερους δρόμους της πόλης.

«Οι τιμές αλλάζουν ανά πεζοδρόμιο. Υπάρχουν σημεία πιο καλά και ακριβά και άλλα πιο οικονομικά. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν πολλά καταστήματα που δεν έχουν ενοικιαστεί και στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν δρόμο που δεν επανήλθε μετά τον κορονοϊό. Όσα μαγαζιά είναι από την πλευρά της θάλασσας είναι πιο ακριβά. Προ κορονοϊού στα ζυγά νούμερα η τιμή ενός καταστήματος θα ήταν 30-40 ευρώ /τ.μ. Πλέον η τιμή έχει πέσει στα 20-30/τ.μ. Το τελευταίο τρίμηνο του 2022 νοικιάστηκαν αρκετά καταστήματα σε όλο το κέντρο.»

Επίσης αναφέρει τις διπλές τιμές που υπάρχουν στα καταστήματα κοντά στο Μετρό. 

«Πολλοί ενοικιαστές έχουν βάλει διπλές τιμές στα μαγαζιά τους. Μία πριν φτιαχτεί το μετρό και μία ακόμα αυξημένη περίπου κατά 35-45% αφού ολοκληρωθεί. 

Βέβαια πολλοί είναι οι ιδιοκτήτες που επιθυμούν να μην ενοικιάσουν καθόλου τα καταστήματα τους και να περιμένουν μέχρι να ολοκληρωθεί το μετρό»

Από την δική του πλευρά, ο κ. Κώστας Ζωπίδης, μεσίτης της Arcus Real Estate είναι αισιόδοξος και πιστεύει πως με το Μετρό θα 

«Στην Εγνατία δεν έχουν φτάσει τα ενοίκια σε τιμές Τσιμισκή-Μητροπόλεως αλλά πιστεύουμε πως θα υπάρξει αύξηση, σε περιπτώσεις ακόμα και 100%. Υπάρχει ενδιαφέρουν και μετά τον “ερχομό” του μετρό αν όλα πάνε καλά αναμένεται από την Βενιζέλου μέχρι το Σιντριβάνι να μην υπάρχουν ανοίκιαστα»

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα