έλα-να-σου-συστήσω-τον-σοφοκλή-1146283

Θεσσαλονίκη

Έλα να σου συστήσω τον Σοφοκλή

Κάθε Σάββατο και μια γνωριμία, με ανθρώπους της πόλης, αφηγήσεις, ιστορίες που περιμένουν να ακουστούν

Γιώργος Τσιτιρίδης
Γιώργος Τσιτιρίδης

Όσοι ασχολούνται με το θέατρο σίγουρα τον γνωρίζουν, γιατί δεν υπάρχει κανείς που να χρειάστηκε σημειώσεις, φωτοτυπίες και αντίγραφα θεατρικών έργων και να μην έχει περάσει από του Σοφοκλή.

«Γεννήθηκα στην Αθήνα όπου εγκατασταθήκαμε οικογενειακός για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα αλλά όλες μου οι μνήμες, όλη μου την ζωή την έχω περάσει στην Αγία Μαρίνα. Ήταν πολύ ωραία χρόνια, ξένοιαστα, ελεύθερα, με πάρα πολύ παιχνίδι. Ήταν διαφορετική η Τούμπα, είχε ακόμα αρκετά χαμηλά σπίτια, αυλές και πολλούς ιδιαίτερους λαϊκούς τύπους που ήταν οι μασκότ κάθε γειτονιάς. Υπήρχαν τα τολ στα οποία έζησαν Μικρασιάτες Πρόσφυγες και τσιγγάνοι, το τενεκεδένιο σχολείο στο οποίο πήγαινε ο πατέρας μου. Η περιοχή της Τούμπας ήταν ο μεγαλύτερος προσφυγικός οικισμός της πόλης. Το πρώτο σχολείο στην περιοχή του 1923, ήταν φτιαγμένο από τενεκέδες κηροζίνης που άφησαν οι σύμμαχοι από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ακόμα και σήμερα η επιγραφή το αναφέρει ως Τενεκεδένιο σχολείο».

Ο πατέρας του Σοφοκλή ήταν ελεύθερος επαγγελματίας και εμπορευόταν ρούχα. Ήταν η χρυσή εποχή του λιανικού εμπορίου και όσοι εκμεταλλευόταν τις ευκαιρίες κατάφεραν να επεκτείνουν τις επιχειρήσεις τους. Ο ίδιος ολοκληρώνοντας το σχολείο πέρασε στη Ν.Ο.Ε (Σχολή νομικών και οικονομικών σπουδών) του Α.Π.Θ την οποία όμως δεν ολοκλήρωσε ποτέ.

«Ήταν ακόμα μια από τις αστοχίες και τις γνωστές μου επιπολαιότητες. Στην πραγματικότητα μου άρεσαν οι ανθρωπιστικές επιστήμες τις οποίες δεν ακολούθησα γιατί απλά έκανα επιπόλαιες σκέψεις και πράξεις. Ωστόσο τα ωραιότερα μου χρόνια ήταν αυτά που έζησα ως ανώριμος άντρας από τα 20 μέχρι τα 30. Στην αρχή ασχολήθηκα και εγώ με τα ρούχα, χωρίς να το θέλω, ήταν αυτό που έβλεπα να κάνει ο πατέρας μου, ήταν από αυτά που δεν θέλεις και τελικά δεν μπορείς και να τα αποφύγεις. Βαριόμουν εύκολα και δεν με ενδιέφερε το εμπόριο δεν το αγαπούσα γ αυτό έκλεινα την μια επιχείρηση μετά την άλλη. Ήταν τέτοιες οι εποχές που μπορούσες εύκολα να ξεκινήσεις κάτι καινούργιο. Σήμερα είναι πολύ δύσκολη μια τέτοια μετάβαση και η ανάληψη ρίσκου».

Η επόμενη επαγγελματική δραστηριότητα έμελλε να είναι καθοριστική για την ζωή του. Άνοιξαν με τον δίδυμο αδελφό του ένα φωτοτυπείο στην Εγνατία στην στοά που σήμερα στεγάζει την ΑΑΔΕ.

«Υπήρχε ακόμα μεγάλη δραστηριότητα των τεχνικών εταιριών, ασχολούμασταν με σχέδια, με μηχανικούς, τοπογράφους και πηγαίναμε πολύ καλά. Ήταν καλύτερα χρόνια υπήρχε δραστηριότητα στην αγορά και τους γύρω δρόμους. Επτά χρόνια μετά ο αδελφός μου έφυγε στην Γαλλία το μαγαζί έκλεισε και εγώ βρέθηκα να δουλεύω σε ανθοπωλεία και να φτιάχνω στεφάνια για γάμους και κηδείες. Ένας φίλος μου πρότεινε να ξεκινήσουμε ένα φωτοτυπείο μαζί, τελευταία στιγμή έφυγε στην Αθήνα και αποφάσισα να μην αφήσω τη ιδέα στην μέση να την συνεχίσω και έτσι άνοιξα το 1998 το πρώτο μαγαζί Εγνατία και Πατριάρχου Ιωακείμ.

Ωραία χρόνια, σε ένα μικρό ζεστό χώρο και η πρώτη μου επαφή με τους καθηγητές και μαθητές του Τμήματος θεάτρου του Α.Π.Θ που στεγάζεται μερικά μέτρα πιο πέρα. Το μαγαζί έγινε στέκι για τους ανθρώπους αυτούς και τους συνεργάτες της σχολής. Έχω γνωρίσει όλους τους δασκάλους, την κυρία Βαφειάδη, τον Παπανδρέου, την Σταμούλη, τον Φράγκογλου, την Καγκελάρη, Σταυρακοπούλου, Καλαϊτζή, την Ντεκώ, Παπάζογλου, τη Στέλλα τη Μιχαηλίδου, την Μ.Αθανασοπούλου, την Χριστίνα Χατζηβασιλείου (ας με συγχωρέσουν όλοι όσοι ξεχνάω) που έρχονταν να βγάλουν φωτοτυπίες, να αφήσουν σημειώσεις για τους μαθητές, κάναμε την επιμέλεια κάποιον εργασιών και φυσικά γνώρισα και πάρα πολλούς φοιτητές πολλοί από τους οποίους σήμερα έχουν στελεχώσει θέατρα και οργανισμούς σε όλη την Ελλάδα και έχουν παίξει στην τηλεόραση και τον κινηματογράφου. Επιπλέον ήρθα σε επαφή και με επαγγελματίες του χώρου όπως σκηνογράφους, ενδυματολόγους, τεχνικούς»

Ο Σοφοκλής με την δοτικότητα, το ενδιαφέρον για την τέχνη, το νοιάξιμο για τους ανθρώπους, την υπομονή και την καλοσύνη του κατάφερε σε μικρό χρονικό διάστημα από ένας απλός φωτοτυπάς της γειτονιάς να κερδίσει την εμπιστοσύνη καθηγητών, σπουδαστών και σταδιακά συγγραφέων, ποιητών, ένα ετερόκλητο κράμα της διανόησης, της τέχνης του πολιτισμού και των γραμμάτων.

«Μου εμπιστεύτηκαν από την πρώτη στιγμή και η επαφή μαζί τους με έκανε να αγαπήσω ακόμα περισσότερο το θέατρο και τις τέχνες. Είδα από πρώτο χέρι πόσο δύσκολο είναι να ασχολείσαι με το θέατρο στην Ελλάδα και ειδικά στην Θεσσαλονίκη, που οι άνθρωποι είναι ήρωες γιατί ξεκινούν με το δεδομένο ότι δεν πρόκειται ποτέ να έχουν ηρεμία , οικονομική εξασφάλιση δημοσιότητα και προβολή. Μου αρέσει να βλέπω νέα παιδιά που ασχολούνται με τις παραστατικές τέχνες. Τους θεωρώ μια διαφορετική κατηγορία φοιτητών γιατί το θέατρο μιλάει στην ψυχή του ανθρώπου οπότε τα δίνουν όλα, δοκιμάζονται, παθιάζονται. Τα αγαπάω τα νιώθω σαν δικά μου παιδία και έχω κάνει φιλίες και με φοιτητές και με καθηγητές. Με καλούν μέχρι και σήμερα σε όλες τις παραστάσεις και προσπαθώ όσο μπορώ να παρακολουθώ την δουλειά τους».

Δώδεκα αργότερα πέρασε απέναντι Εγνατία με Εξαδακτύλου σε μεγαλύτερο χώρο αρχικά στον αριθμό 1 εκεί όπου ανέβαινες την σιδερένια σκάλα του τρόμου προς το μικρό παταράκι με το γραφείο και αργότερα στον αριθμό 3 που βρίσκεται μέχρι και σήμερα,

«Ήταν η μοναδική δουλειά που δεν παράτησα και έμελλε να είναι σημαδιακή για την ζωή μου. Και την γυναίκα μου την Μαρία μέσα σε ένα φωτοτυπείο την γνώρισα μιας κοινής μας φίλης. Εκεί έγινε η πρώτη μας επαφή. Ουσιαστικά από την πρώτη μας συγκατοίκηση είμαστε μαζί.

Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά συμβάντα που θυμάμαι είναι μια πρόταση γάμου που έγινε σε εκείνο το περιβόητο πατάρι από το οποίο έχω πέσει πάρα πολλές φορές. Απομακρύνθηκα από ένα ζευγαράκι που είχε ένας καυγά και μόλις επέστρεψα μου ανακοίνωσαν την πρόταση γάμου που έκανες εκείνος στην κοπέλα του. Θυμάμαι να κάνουν πρόβες τα παιδιά του θεάτρου μέσα στο μαγαζί, να διαβάζουν για τις εξετάσεις, να τρέχουν για σημειώσεις.

Ζήσαμε ωραίες στιγμές, αστείες, συγκινητικές. Όλοι όσοι έχουν τελειώσει το τμήμα θεάτρου έρχονται και με βλέπουνε. Είμαι γ αυτούς ο άνθρωπος του τμήματος τους. Μέσα από τις εργασίες σπουδαστών φοιτητών καθηγητών έχω γίνει πιο ευρυμαθής και είναι σαν να έχω βγάλει και εγώ την σχολή. Παρ όλο που η δουλειά μας σταδιακά παύει να είναι σημαντική, το μέλλον της φωτοτυπίας είναι ζοφερό, κανείς δεν θα σου φέρει ιδιόχειρες σημειώσεις, έχουν ψηφιοποιηθεί τα πάντα και μπορείς να κάνεις ότι θέλεις μπροστά σε ένα κινητό και έναν υπολογιστή, αυτή η δουλειά είναι από τα λίγα ωραία πράγματα που έχω κάνει στην ζωή μου και γι αυτό θα συνεχίσω να την υπηρετώ μέχρι τέλους».

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα