Γιατί απέχουμε οι νέοι από την πολιτική; – Οι συντάκτες της Parallaxi γράφουν…

Μία γενιά που για να επιβιώσει σε μία χώρα που οι ψηφοφόροι είναι οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας ψηφίζοντας τα ίδια κόμματα, βρίσκει θαλπωρή στην αποχή από τις εκλογές, από τα κοινά. 

Parallaxi
γιατί-απέχουμε-οι-νέοι-από-την-πολιτικ-770133
Parallaxi

Στη σημερινή στήλη μιλούν οι νέοι της συντακτικής μας ομάδας. Εμείς οι μεγάλοι ακούμε και σωπαίνουμε. Κι ευτυχώς στην συντακτική ομάδα της Parallaxi, ο μέσος όρος ηλικίας είναι πάρα πολύ μικρός. Τα περισσότερα παιδιά είναι… 22 χρονών, άρα θα διαβάσουμε πολλά και χρήσιμα για τους λόγους που σήμερα οι νέοι απέχουν από την πολιτική.

Κρατώ μια φράση του Νίκου Γκάγια: «άλλο δεν ενδιαφέρομαι για την πολιτική κι άλλο δεν ξέρω τι μου γίνεται». Δυστυχώς, το πρόβλημα με τα παιδιά που είναι μεταξύ 15 και 25 χρονών έγκειται στο ότι κανείς δεν τους μίλησε για την πολιτική κι έπειτα κανείς δεν φρόντισε να αποκαταστήσει το κύρος και την αξία της ενασχόλησης με την πολιτική στα μάτια τους. Γι αυτό οι νέοι αποστρέφονται την πολιτική, χάνουν επεισόδια και τελικά φτάνουν στα 20κάτι τους «να μην ξέρουν τι τους γίνεται».

Ο γιος μου ο Στράτος είναι 16 χρονών. Πέρσι, σε ένα μεσημεριανό τραπέζι κι ενώ προσπαθούσα να ανοίξω κουβέντα για τις πολιτικές εξελίξεις, φώναξε: «λοιπόν μπαμπά, δε θέλω πολιτικές συζητήσεις!» Χρειάστηκα δυο τρία λεπτά σκέψης και κατόπιν του απάντησα: «Άκου να δεις αγόρι μου. Πριν από 30 χρόνια στην καρέκλα σου καθόμουν εγώ και στη δική μου ο παππούς σου και μου είπε την ίδια ατάκα. Αν το θεωρείς λογικό οι νέοι να μην ανακατεύονται με αυτά που αφορούν το μέλλον τους, οκ, συνέχισε έτσι αλλά να ξέρεις ότι θα το βρεις μπροστά σου πιο σύντομα απ’ ότι πιστεύεις». Δεν ξέρω αν άλλαξαν πολλά στο μυαλό του τον χρόνο που μεσολάβησε. Προχθές με ρώτησε αν ψηφίζει σε ενδεχόμενες εκλογές φέτος. Το όχι μου δεν του άρεσε σαν απάντηση. Τελικά #γίνεταιδουλίτσα.

*Ακης Σακισλόγλου

Και τι α κάνς; Α κάειτς α μαλώεις;

Κάπως έτσι πιστεύω ότι σκέφτονται οι νέοι που σήμερα δεν τους απασχολεί να ασχοληθούν με την πολιτική ζωή της χώρας, να ενημερωθούν γι’ αυτήν ή και να συμμετάσχουν στα κοινά. Λίγο πολύ και η δική μου γενιά που πατάει τα 30 κάπως έτσι ήμασταν πριν την οικονομική κρίση. Οι συνθήκες μας έκαναν πιο συνειδητοποιημένους, να αναζητήσουμε κάποια πράγματα πέρα από τα προφανή, να ψαχτούμε γενικότερα, χρησιμοποιώντας έτσι μια φράση της νεολαίας.
Κάποτε η πολιτική μονοπωλούσε το ενδιαφέρον στις αίθουσες των πανεπιστημίων, τα φοιτητικά στέκια. Σήμερα, κυριαρχούν οι «ισαποστάκηδες». Ας μείνω ουδέτερος και αντικειμενικός για να μη με βάλουν ταμπέλα. Κάπως έτσι σκέφτονται αρκετοί νέοι. Και ακόμη χειρότερα με τη λογική του «και αν ασχοληθώ ή αντιδράσω θα αλλάξει τίποτα;»
Σε αυτό βέβαια είναι που ποντάρει το σύστημα. Μια ακινητοποιημένη νεολαία, που αρνείται να ενημερωθεί γιατί θεωρεί ότι η τηλεόραση λέει τα ίδια και τα ίδια, οι εφημερίδες είναι κατευθυνόμενες και στα social media ο καθένας μπορεί να λέει το μακρύ και το κοντό του πίσω από την ανωνυμία. Η πολιτική και οι πολιτικοί δεν πείθουν πλέον τους νέους.
Και γι΄αυτό επιλέγουν την απολιτίκ στάση. Μήπως όμως αυτό είναι το έναυσμα που χρειάζονται για να αλλάξουν τη στάση τους; Η νέα γενιά πάντα έχει λόγο που αξίζει να ακουστεί. Ευτυχώς ή δυστυχώς για τους απολιτίκ της παρέας, μόνο μέσω της πολιτικής μπορεί να ακουστεί αυτός ο λόγος. Πέρα όμως από κομματικές γραμμές και ιδεολογίες. Αυτό άλλωστε είναι που ενοχλεί εκείνους που αποφασίζουν να κρατήσουν την απολιτίκ στάση. Αφού υπάρχουν και εκείνοι οι συνειδητοποιημένοι που προσπαθούν να επιβάλλουν με δογματικό τρόπο τις απόψεις τους. Αντιμετωπίστε τους εκφράζοντας τις σκέψεις σας και τις δικές σας απόψεις. Χωρίς να χρειαστεί να μαλώσεις.

*Ραφαήλ Γκαϊδατζής 

Νέοι χωρισμένοι στα δύο και (απλούστατες) ερμηνείες 

Καταρχάς, ας ξεκινήσω από το γεγονός πως στο μυαλό μου ο όρος «απολιτίκ» δεν υφίσταται. Κάθε ένας από εμάς έχει μια πολιτική ταυτότητα. Έτσι, από τη μία υπάρχουν οι «αδιάφοροι»/«αδρανείς» (που έχουν μια ιδεολογία) και από την άλλη οι «συνειδητοποιημένοι» (με επίσης μια κάποια ιδεολογία). 

Μιλώντας τώρα ειδικά για τους νέους, είναι σαφής ο διαχωρισμός τους σε αυτά τα τελευταία δύο «στρατόπεδα». Το αξιοσημείωτο φαινόμενο, φυσικά, θα μπορούσε να ερμηνευτεί και να περιγραφεί με όρους έκθεσης Γ’ Λυκείου: «Τα πάντα είναι θέμα παιδείας». 

Κι όμως, η φράση που φρόντιζαν να μας υπενθυμίζουν οι καθηγητές μας στο μάθημα τότε έχει ισχυρές δόσεις αλήθειας και εφαρμογή σε κάθε επίπεδο της ζωής. Μεγάλη υπόθεση, που λέτε, η νοοτροπία που θα καλλιεργήσει ο γονέας στο τέκνο του. Τόσο μεγάλη ώστε ο ίδιος να μπορεί να προετοιμάσει στην προκειμένη περίπτωση ένα παιδί που αγνοεί ή χειρότερα κλείνει τα μάτια και σιωπά στον έξω κόσμο. Τόσο μεγάλη επίσης ώστε έχει τη δύναμη να δώσει στο παιδί του μια ιδέα για όλα εκείνα που χρήζουν αλλαγής και διεκδικήσεων σε μια χώρα που καταρρέει. 

Με λίγα χρόνια στην πλάτη, οι ερμηνείες, βεβαίως, πληθαίνουν και φαίνεται να έχουν εξίσου βάση. Η ταξική ανισότητα όχι απλώς υφίσταται, αλλά γιγαντώνεται με αποτέλεσμα οι νέοι να χωρίζονται στα δύο. Από τη μία τελικώς, νέα παιδιά που «την έχουν άσχημα» ή αναγνωρίζουν ότι θα «την έχουν άσχημα», με τους αγώνες να είναι η μόνη διέξοδος για ένα καλύτερο αύριο. Από την άλλη, νέοι που δεν έχουν για τίποτε να ανησυχούν και άρα να επιδιώξουν να αποκτήσουν. 

Τα πράγματα, όμως, δεν είναι μόνο μαύρο ή άσπρο. Γνωστό και αναμφισβήτητο πως η απογοήτευση γειώνει και αδρανοποιεί, με τις νεότερες γενιές- παρότι συνειδητοποιημένες- να νίπτουν τας χείρας τους ήδη από νωρίς. Ξέρετε, είναι και αυτή μια πολύ πιθανή εκδοχή. Σε μια Ελλάδα του βούρκου, της πολιτικής διαφθοράς και της συνεχούς καταπάτησης των δικαιωμάτων είναι αδύνατο να μην υπάρχουν γύρω μας νέοι που δεν επιθυμούν ή αδυνατούν να ορθώσουν ανάστημα. 

*Στέλλα Παϊσανίδη 

Φτηνοί και χρήσιμοι

Για να είμαστε δίκαιοι μιλώντας για τη γενιά μου, πρέπει να της αναγνωρίσουμε ότι έχει περάσει πάνω στο άνθος της ζωής της δύο μεγάλες κρίσεις, τόσο μεγάλες που μπορούν να είναι καθοριστικές μιας ζωής ολόκληρης. Μια οικονομική και μάλλον και μια δεύτερη που έρχεται και μια υγειονομική. Ίσως αυτές οι σχεδόν απανωτές κρίσεις να κλόνισαν ανεπανόρθωτα τη σχέση τους με την εν γένει πολιτική. Δηλαδή όχι μόνο προς τα κόμματα, αλλά και την πολιτική αντίληψη, την πολιτική συζήτηση στο τραπέζι επειδή θεωρήθηκε κάτι το πολύ έξω από ‘’εμάς’’, με το οποίο δεν θα ασχοληθούμε επειδή ούτως ή άλλως το αποτέλεσμα που παράγει είναι κακό. 

Όμως, πέρα από την ψήφο, η ενασχόληση έστω με μια πολιτική εξέλιξη είναι σχολείο, μια εξάσκηση σύνθετης αντίληψης. Το να μπορείς να καταλάβεις τους σκοπούς μιας διάταξης, το τι κρύβεται και γιατί ψηφίζεται ένα νομοσχέδιο, έχει να κάνει με τη σύλληψη του κόσμου στον οποίο ζεις. Μέσα σε αυτή την ανερμάτιστη και ισοπεδωτική προσέγγιση των νέων ανθρώπων κυριάρχησε η πιο απλή και επιτηδευμένα απλοποιημένη στάση απέναντι στη ζωή. Ζω για να δουλεύω και να μπορώ να τρώω τα λεφτά που βγάζω. Όσο πιο καλά θέλω να περνώ, τόσο περισσότερο θα πρέπει να προσπαθώ. Και εδώ μπαίνουν και διάφορα τσιτάτα, αλλά ταυτόχρονα μπολιάζεται το δικαίωμα στην ευτυχία με την δίχως όριο εργασία, αλλά και την κατανάλωση. Γι’ αυτό και σήμερα ακόμα και ένας μεσημεριανός καφές έχει συνδυαστεί απαραιτήτως με ναργιλέ, γι’ αυτό πλέον όλως δια μαγείας όλοι οι νέοι αρέσκονται το σούσι. Επειδή δείχνει ένα μεγαλείο, που προσπαθεί να συνδεθεί με την ποιότητα, με την προσπάθεια, με την αριστεία αυτού που το τρώει. 

Με αυτό το αφελές σκεπτικό όμως το μυαλό δεν σκέφτεται τίποτα παραπάνω και στον κίνδυνο αυτό επειδή όλοι θέλουν να ξεχωρίζουν λίγο παραπάνω έστω και με κάτι μικρό ή κάτι που απλά και μόνο προκαλεί εντύπωση χωρίς να ισχύει αφουγκράζονται απλά μότο ζωής, συνήθως απαρχαιωμένα τρίπτυχα ‘’πατρίς, θρησκεία, οικογένεια’’ ή σε συζητήσεις αμφισβητούν τα πάντα με συνωμοσίες και ακροδεξιές ιδέες. Δεν είναι στρατευμένοι, αλλά είναι πάντα χρήσιμοι. 

Δεν μπορούμε να προτιμήσουμε να είναι απολιτίκ, γιατί έτσι μπαίνει ευκολότερο το καταναλωτικό καπιταλιστικό σύστημα της απλοποιημένης ζωής και της υπερεργασίας, που αντί να υπερπληρώνεται παρουσιάζεται ως αναγκαία και καθήκον κι έτσι μέσα σε αυτήν την πολιτική γύμνια δεν υπάρχει καμία προστασία πολιτικής ζύμωσης, ώστε να σηκωθεί άμυνα απέναντι στο ρόλο που και το σύστημα θέλει να προσδώσει στους νέους. Φτηνοί εργάτες και πολιτικά χρήσιμοι, που τα ακουμπάνε χοντρά χωρίς να έχουν…

*Xρήστος Ωραιόπουλος

Τα σχόλια που δεχόμαστε από κάποιους εκεί έξω – Οι συντάκτες της Parallaxi γράφουν…

Ακολουθούμε αυτά που μας λένε.

Η σχέση και η ιδεολογία των νέων με την πολιτική στην Ελλάδα υπάρχει πολλές δεκαετίες τώρα και δυστυχώς θεωρώ πως δεν θα αλλάξει ποτέ. Το έχουμε στο αίμα μας ρε παιδί μου να αναπαυόμαστε σε εκείνα που πιστεύουν οι μεγαλύτεροι. Δηλαδή: τρανταχτό παράδειγμα κολλητή μου φίλη στις προπέρσινες εκλογές μου είπε ”Θα ψηφίσω Νέα Δημοκρατία γιατί ψηφίζουν οι δικοί μου χρόνια.” Φιλενάδα μου αγαπημένη δεν πάει έτσι, όπως ακριβώς θα έπαιρνες μόνη σου την απόφαση για ένα προσωπικό ζήτημα που ΣΕ ΑΦΟΡΑ, το ίδιο ισχύει και στο τί θα ρίξεις την κάλπη. Διότι, όσο απίστευτο και μακρινό να σου μοιάζει το κόμμα που εκλέγεται από ανθρώπους σαν εσένα, μας διοικεί και έχει επιπτώσεις τα 4 χρόνια της θητείας του, από το 8ωρο που εν τέλει θα γίνει 12ώρο μέχρι την εξαθλίωση της πολιτιστικής κληρονομιάς στην πόλη που ζεις.

Επιλέγουμε να κουρνιάζουμε σε πολιτικά ”πιστεύω” οικογενειών, διότι αρνούμαστε να ενημερωθούμε και να ψαχτούμε για τα δικά μας. Σπάνια θα ακούσω παιδί στην ηλικία την δική μου να μου πει υποστηρίζω τον Φιλελευθερισμό για τους χι ψι λόγους, είμαι αριστερός για αυτό και γι αυτό, όταν πέφτουν στο τραπέζι πολιτικές συζητήσεις καλύπτεσαι από τις κοτσάνες που θα ακούσεις, εσύ ο και καλά πιο διαβασμένος. Όχι τόσο γιατί εκείνα που θα ακούσεις δεν στέκουν αλλά γιατί όλα αυτά που ακούς είναι φυτρωμένα στον εγκέφαλο εκείνου που τα λέει από άλλα μυαλά, που μεγάλωσαν σε άλλα χρόνια και που θεωρούν πως το κόμμα, αυτό καθαυτό θα μας φέρει την ανάπτυξη δεν ασχολείται όμως με το ποιος κυβερνά πια το συγκεκριμένο κόμμα. Και έτσι το ψηφίζω το συγκεκριμένο κόμμα λόγω οικογενείας εξαπλώνεται.

Δεν είναι μονάχα εκείνοι όμως, είναι και οι άλλοι που όταν τους ρωτάς την γνώμη σου για τα πολιτικά σου απαντούν δεν ασχολούμαι δεν ψηφίζω, ισάξιοι με τους άλλους. Η αποχή είναι ένα τεράστιο πρόβλημα, ΠΡΟΒΛΗΜΑ, της Ελλάδας ευρύτερα. Δεν γνωρίζουν καν πως λειτουργεί η αποχή η δική τους στις επιλογές και στις ζωές τις δικές μας. Οι περισσότεροι απέχουν διότι θεωρούν πως δεν ταιριάζουν με κανένα κόμμα, καμίας κατεύθυνσης, κατατάσσουν τους πολιτικούς στην λίστα με τα λαμόγια και έτσι δηλώνουν αποχή. Δεν μου κάνει από την μία εντύπωση ο χαρακτηρισμός αυτός διότι είμαστε μία γενιά που την πληρώνει από λάθη πολιτικών.

Αλλά σκέψου ρε φίλε αν όλοι εκείνοι οι ”λευκοί”, διάβαζαν ΣΤΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ που θα πήγαινε η Ελλάδα σήμερα. Από την άλλη, οι νέοι ανήκουν σε κατηγορίες εκείνοι που πηγαίνουν στα πολύφημα γκλαμουράτα club με τα σκυλάδικα είναι ΔΑΠΙΤΕΣ. Οι άλλοι που συχνάζουν σε πιο μοναχικά και απομακρυσμένα μέρη, ”καταγώγια” για την άλλη κατηγορία, οι πιο εναλλακτικοί είναι αριστεροί. Και έτσι έχουμε και ΘΑ έχουμε έναν αιώνιο φαινομενικό διαχωρισμό. Αν όμως όλοι αυτοί (ΜΑΖΙ) διάβαζαν ΜΙΑ, σελίδα, για την πολιτική ιστορία αυτής της χώρας και αν όλοι εκείνοι που απέχουν σκεπτόταν πως μερικοί εξ αυτών θα κυβερνάνε σε λίγα χρόνια τότε μάλλον θα τους ενδιέφερε το πώς κυβερνάτε και από ποιους η χώρα που ζουν.

Ποιος ξέρει; Ποτέ δεν θα μάθουμε. 

*Μυρτώ Τούλα

Οι Απολιτίκ και οι δε

Η υπόθεση των απολιτίκ νέων δεν είναι σίγουρα κάτι πρωτόγνωρο. Ούτε κάτι ένοχο. Είναι βέβαια ένα φαινόμενο πολύ πιο έντονο την τελευταία πενταετία και πολύ πιο επικίνδυνο την τελευταία τριετία. Χρονικά θα μπορούσαμε τοποθετήσουμε την έξαρση της απολιτίκ μερίδας των νέων το 2012, όταν η συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ γκρέμισε μερικές εκατοντάδες φαντασιώσεις ολόκληρης της μεταπολίτευσης. Τότε με την απογοήτευση να εμφανίζεται κυρίαρχη στο όλο σκηνικό, πολλοί ήταν αυτοί που έτρεξαν να πηδήξουν στο άρμα του “Εγώ δεν είμαι με κανένα κόμμα”. Χωρίς φυσικά να είναι έγκλημα να είναι κανείς με κάποιο κόμμα.

Αντίστοιχα και το 2015 με την διάψευση ενός μεγάλου σώματος από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αν και στην αρχή μετρίασε λίγο το σκηνικό των απολιτίκ, εν τέλει το όξυνε ακόμη περισσότερο. Και φτάνουμε στο 2019 οπότε το νέο κίνημα των απολιτίκ εμφανίζεται ως το απόλυτο κρυφό όπλο της ομάδας του Μητσοτάκη. Νέοι δήθεν ακομμάτιστοι, δήθεν άχρωμοι, που είναι μόνο με την αξιοκρατία και την αριστεία σιγοντάρουν εμμέσως το αφήγημα της ΝΔ. Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν και κατά πόσο υπάρχουν τελικά απολιτίκ νέοι. Γιατί ενδεχομένως τότε θα λύσουμε αυτόματα και το ερώτημα του πως γίνεται να υπάρχουν συνειδητοποιημένοι.

Με λίγα λόγια ξεπερνώντας ένα επιφανειακό στάδιο μπορούμε να οδηγηθούμε με σχετική βεβαιότητα στο συμπέρασμα ότι εν τέλει οι απολιτίκ νέοι είναι απλά Ανενημέρωτοι, διότι όσο και να λέει κάποιος “δεν ψηφίζω, δεν ασχολούμαι” την άποψη του μπορεί να την έχει και ακόμα χειρότερα να του την διαμορφώνουν. Η απολιτίκ “κοινότητα” δεν απαρτίζεται μόνο από βολεμένους, τουναντίον. Πολλά νέα παιδιά που βρίσκονται εκτός τόπου και χρόνου και καμιά εξασφάλιση για της ζωή τους δεν έχουν, αρέσκονται υπερβολικά στο να κάνουν τίποτα και η αδράνεια τους αυτή να γέννα και την αδιαφορία για το οτιδήποτε. Αντίστοιχα για κάποιος συνειδητοποιημένος μπορεί να ασχολείται με πολιτικά ζητήματα αλλά στην πράξη να μιλά για το πόσο “βοηθάει την πατρίδα ο εθνικισμός”. Το στοίχημα για την κοινωνία, επομένως, δεν είναι να οδηγήσει τους νέους στην πολιτική ή στην αδιαφορία. Το ζήτημα να είναι να δημιουργήσει νέους που σκέφτονται πνευματωδώς και στοιχειωδώς.

*Βαγγέλης Θεοδωράκης

Ως πότε τα social media θα κατευθύνουν την ζωή μας; – Oι συντάκτες μας γράφουν…

Μία απολιτίκ γενιά

Δεν μπορώ να καταλάβω πώς μπορεί να είσαι απολιτίκ εν έτει 2021. Πώς αποφασίζεις με όλα αυτά που γίνονται γύρω σου να απέχεις από την πολιτική, να αδιαφορείς θέλοντας να περάσεις το δικό σου μήνυμα μέσω της αποχής. Σε μία χώρα που η κρίση και τα μνημόνια ανάγκασαν φίλους, συγγενείς και γνωστούς να παρατήσουν την ζωή τους στην Ελλάδα, να μαζέψουν τα πράγματα τους σε μία βαλίτσα και να ψάξουν για ένα μεροκάματο στο εξωτερικό. Μία γενιά που άφησε στην άκρη τα όνειρα της, ακολούθησε τις συμβουλές των γονιών της «Βρες μία δουλειά με σταθερό μισθό» για 500 ευρώ. Μία γενιά που έκανε μεταπτυχιακό με σκοπό να βρει καλύτερη δουλειά και κατέληξε σε έναν άλλο κλάδο από αυτό που σπούδασε.

Ίσως εκεί να βασίζεται η στάση του απολιτίκ, ένας άνθρωπος που μεγάλωσε σε αυτές τις καταστάσεις, που αναμοχλεύει το μίσος του για την πολιτική και τον κάθε πολιτικό της χώρας που του στέρησαν τα όνειρα του, την καριέρα, τους γνωστούς του, την ιδανική ζωή. Έμαθε να μισεί την πολιτική, να την αγνοεί γιατί σύμφωνα με αυτόν ζει μία αδικία που του επιβλήθηκε. Ένας φαύλος κύκλος. 

Μία γενιά που για να επιβιώσει σε μία χώρα που οι ψηφοφόροι είναι οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας ψηφίζοντας τα ίδια κόμματα, βρίσκει θαλπωρή στην αποχή από τις εκλογές, από τα κοινά. 

*Εύα Καβάζη

Άλλο να μην ενδιαφέρεσαι για την πολιτική και άλλο να μην ξέρεις τι σου γίνεται

Είμαστε η γενιά που μεγάλωσε εν μέσω οικονομικής κρίσης. Τα παιδιά που ακούσαμε πολλές υποσχέσεις και δεν είδαμε σχεδόν τίποτα να γίνεται πραγματικότητα. Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε όλο και περισσότεροι απ’ αυτούς να δηλώνουν απολιτίκ, που σημαίνει πλήρη αδιαφορία, απάθεια ως προς την πολιτική, δηλαδή ως προς το σύνολο των μέτρων που λαμβάνονται και των μεθόδων και διαδικασιών που ακολουθούνται. Δεν μπορώ να γνωρίζω τους λόγους που υπάρχει και ενισχύεται με τα χρόνια αυτή η τάση αλλά ίσως μπορώ να υποθέσω μερικούς.

Ίσως να είναι το γεγονός πως όντως κανένα κόμμα δεν τους εκφράζει και δεν μπορούν να ταυτιστούν με την ιδεολογία του. Ίσως να είναι η απογοήτευση που υπάρχει στη γενιά μας. Πολλοί περίμεναν τις μέρες του φωτός, που δυστυχώς ακόμα δεν έχουν έρθει. Και το μεγαλύτερο πρόβλημα; Δεν ξέρει κανείς πότε και αν θα έρθουν. Αυτή η άγνοια και η απογοήτευση που νιώθουν πολλοί νέοι, ίσως να είναι ένας λόγος που έχει οδηγήσει αρκετούς στο να είναι απολιτίκ. Μάλιστα, δεν είναι λίγοι και εκείνοι που πιστεύουν πως η δική τους ψήφος δεν θα αλλάξει τα πράγματα. Μέγα λάθος. Έτσι δεν πάει τίποτα μπροστά, αν δεν πιστέψουμε αρχικά εμείς οι ίδιοι, ότι η άποψη μας έχει βαρύτητα.

Όμως, είναι άλλο να μην πιστεύεις στην ιδεολογία κάποιου κόμματος και άλλο να μην ενδιαφέρεσαι για το τι συμβαίνει γύρω σου ή ότι πρόκειται να σου συμβεί επειδή κάποιον άφησες να αποφασίσει για σένα. Ίσως πρέπει να αρχίσουμε να έχουμε άποψη για πράγματα που μας αφορούν και επηρεάζουν τις ζωές μας γιατί είναι πολύ κρίμα να αφήνουμε τους άλλους να μας κάνουν κουμάντο.

 *Νίκος Γκάγιας

Όχι, ένας κακοποιητής δεν θα είναι καλός γονιός – Οι συντάκτες της Parallaxi γράφουν…

Οι νέοι, η πολιτική, οι πολιτικοί και τα ΜΜΕ 

Η ενασχόληση των νέων με την πολιτική δε ξεκίνησε τώρα, ούτε και θα σταματήσει ποτέ (ελπίζω). Προσωπικά ξεκίνησα να ασχολούμαι με την πολιτική κάπου στο λύκειο και εκ τότε γνώρισα πολλούς συνομήλικους που είτε τους έτρωγε το ίδιο «σαράκι», είτε απλά τους άφηνε αδιάφορους.

Δε θεωρώ ότι σε αυτό το θέμα χωράει «πρέπει»! Χωράει όμως ενημέρωση και γνώσεις. Όταν πολλές φορές με ρωτούν «γιατί τα νέα παιδιά δεν ασχολούνται με την πολιτική» τους απαντώ πως η πολιτική στη χώρα μας έχει χάσει την αίγλη που είχε παλιότερα ίσως. Οι αγώνες δε σταματούν να δίνονται σαφώς, αλλά πλέον κάποιοι θεωρούν αρκετά επαναστατικό να γράψουν ένα post στο Facebook παρά να κατέβουν σε μια διαδήλωση για παράδειγμα.

Το συνδικαλιστικό κίνημα έχει αποδυναμωθεί πολύ, τα κόμματα λίγο πολύ έχουν τους ίδιους συντελεστές τα τελευταία 30 χρόνια, πολλοί εκ των οποίων μετακινούνται από το ένα στο άλλο  (βλέπε κυβέρνηση Μητσοτάκη αλλά και ΣΥΡΙΖΑ), δεν υπάρχουν ισχυρές πολιτικές προσωπικότητες που να εμπνέουν τους νέους και φυσικά στην αποχή τους από την πολιτική συντελούν και τα ΜΜΕ που καθημερινά προπαγανδίζουν υπέρ ή κατά κάποιων.

Από την άλλη υπάρχουν νέοι που ασχολούνται με την πολιτική από τα φοιτητικά τους χρόνια μέσω των παρατάξεων των πανεπιστημίων (Δ.Α.Π, ΚΝΕ, ΠΑΣΠ κλπ) και αργότερα μέσω των νεολαίων των κομμάτων κάτι που όπως αποδεικνύεται από τη μια μας γεμίζει ελπίδα ότι θα αλλάξουν κάποια πράγματα, από την άλλη μας προετοιμάζει πως θα τους δοθεί μια θέση στη Βουλή σε λίγα χρόνια. Για να μη παρεξηγηθώ υπάρχουν και αυτοί που ασχολούνται με την πολιτική, χωρίς να χρωματίζονται από κάποιο κόμμα κι αυτοί κάνουν την καλύτερη «δουλειά» αν με ρωτάτε…

*Βιβή Κοτσαπουϊκίδου 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα