Θεσσαλονίκη

Αγαπημένα στέκια και μαγαζιά της Θεσσαλονίκης, που αποχαιρετήσαμε το 2024

Με το νέο έτος, δεν θα κάτσουμε ξανά στα τραπέζια τους

Μαρίνα Τομπάζη
αγαπημένα-στέκια-και-μαγαζιά-της-θεσσ-1261766
Μαρίνα Τομπάζη

Καφετέριες, μπαρ, εστιατόρια και ταβέρνες, μπουγατσατσίδικα, ουζερί· Τα μαγαζιά της κάθε πόλης μοιάζουν με σημάδια για να τη θυμάσαι. Όχι απλά ως σημεία στο χάρτη, αλλά και ως σημεία συναντήσεων και αναμνήσεων.

Μερικά είναι τα στέκια σου, χώροι οικείοι, που κάθε Σαββατόβραδο καταφέρνεις να κάνεις ασυναίσθητα «αρμένικη βίζιτα», άλλα ωραία (ή και όχι) μαγαζιά που έτυχε να κάτσεις κάποια στιγμή, ενώ υπάρχουν και εκείνα, τα οποία κάθε φορά που περνάς απ’ έξω, λες πως θες να τα επισκεφτείς, αλλά ποτέ εν τέλει δεν το κάνεις. Σε κάθε περίπτωση είναι θ

Ο χρόνος όμως, περνάει και η πόλη αλλάζει. Κάποιοι από αυτούς τους χώρους προσαρμόζονται στις εξελίξεις και άλλοι χάνονται στην επιβίωση. Η parallaxi, όπως κάθε χρόνο, αποχαιρετά όλα τα ωραία μαγαζιά της Θεσσαλονίκης, τα τραπέζια των οποίων, δεν θα λερώσουμε ξανά το νέο έτος.

Παπαγάλος

Σε ένα στενό, στην Πλατεία Ναυαρίνου, βρισκόταν χωμένος για 30 χρόνια ο «Παπαγάλος». Στο υπόγειό του, στη Λόρδου Βύρωνος, αγκάλιασε με τα φτερά του τις μελωδίες μεγάλων και ανερχόμενων καλλιτεχνών, κυρίως της ροκ και της έντεχνης σκηνής. Τα βράδια, θαμώνες στριμώχνονταν στο σκοτάδι με μια μπύρα στο χέρι και παρέα με τους μουσικούς τραγουδούσαν τα αγαπημένα τους χιτάκια.

Όπως ανέφερε ο ιδιοκτήτης του στην parallaxi, «το μαγαζί έχει κλείσει οριστικά και αμετάκλητα», εξηγώντας πως η κύρια αιτία του οριστικού κλεισίματός του ήταν το σφράγισμα ολόκληρου του κτηρίου από την πολεοδομία.

Τον Απρίλιο, ο θρυλικός «Παπαγάλος» αποφάσισε να αποδημήσει από το Βορρά και πετώντας με αποσκευή το όραμα μιας μόνιμης live μουσικής σκηνής, εγκαταστάθηκε πλέον στη Μυτιλήνη, για να συνεχίσει ό,τι άφησε πίσω στην πατρίδα του, τη Θεσσαλονίκη.

ΑνφάνΓκατέ

Στο «ΑνφάνΓκατέ», το πιο κοσμοπολίτικο στέκι της Θεσσαλονίκης, ένιωθες σαν να έφευγες για λίγο από τη βαβούρα της πόλης. Από το φθινόπωρο του 2017, στο φωτεινό art bar-resto του Νίκου Νυφούδη που φιλοξενούταν στο Τελλόγλειο, ήδη από τις πρωινές ώρες, έπιναν τον καφέ τους φοιτητές, επισκέπτες του μουσείου και όχι μόνο, λιαζόμενοι στον ήλιο. Καθώς νύχτωνε, μπορούσες να απολαύσεις χαλαρά το ποτό σου κάτω από τα χαρακτηριστικά φωτάκια και υπό τις μελωδίες που ακούγονταν από τα ηχεία του μαγαζιού.

«Ο ΑνφάνΓκατέ είναι ένας από εμάς. Ένα αγαπημένο βουτυρόπαιδο που έχει μεγαλώσει με τις μυρωδιές της ελληνικής κουζίνας. Μεγαλώνοντας αγαπά το ελληνικό κρασί φτιαγμένο μόνο από ελληνικές ποικιλίες και ρίχνει κλεφτές ματιές στα cocktail του μπαρ. Αγαπά τα παιδιά και παραμένει πάντα παιδί. Είναι ένας από εμάς!», έλεγαν τότε στην parallaxi οι δημιουργοί του.

Το Νοέμβριο, το επταετές ταξίδι του «ΑνφάνΓκατέ» ολοκληρώθηκε. Μια διαδρομή γεμάτη τέχνη, καλό κρασί και φαγητό, θεματικές βραδιές στη μοναδική χίπικη αυλή του.

«Κρατάμε μέσα μας τις χιλιάδες αναμνήσεις, τα γέλια, τις παιδικές φωνές, τα γενέθλια, τους έρωτες, τους χωρισμούς, τα γαμήλια πάρτι, τις βαφτίσεις, τα φαγητά, τα κρασιά, τα κοκτέιλ, τις χαρές και όλα αυτά που ζήσαμε τα 7 χρόνια του ΑνφανΓκατέ», τονίζει το μαγαζί στην τελευταία ανακοίνωσή του.

Τζαμάλα

Η στοά Αλαμάνη, άλλοτε ξενύχταγε χάρη στη «Τζαμάλα». Σίγουρα θα έχεις ακούσει ιστορίες για αυτήν, αν δεν έτυχε να είσαι εσύ ο αφηγητής, που κάποια στιγμή στα φοιτητικά σου χρόνια, κατέβαζες στα τραπέζια της, τα τσίπουρα δίχως αύριο με την παρέα σου.

Στα επτά χρόνια ζωής του, το καφενείο-μεζεδοπωλείο φημίζονταν για τα επικά του γλέντια. Και με αυτόν τον τρόπο, στα τέλη Μαρτίου, αποφάσισαν οι ιδιοκτήτες του να αποχαιρετήσουν τους «τζαμάλες» τους. Γιορτάζοντας.

Οι ίδιοι, μέσω ενός αποχαιρετιστήριου μηνύματος τόνισαν πως «μας διώχνουν, δεν φεύγουμε από μόνοι μας».

«Όλοι μου οι φίλοι δούλεψαν στο μαγαζάκι μας. Κέρασα τους πάντες. Δούλευα με φόρμες και δεν ένοιαζε κανέναν. Εφτά χρόνια δεν κατάφερα να πιάσω δίσκο και τα πήγαινα με τα χέρια 2 και 3 φορές. Χωρίς τα αδέρφια μου, τα παιδιά μου και τα εγγόνια μου δεν θα πήγαινα πουθενά.

Τα φτιάξαμε, χωρίσαμε, ερωτευτήκαμε, τα πάθαμε όλα. Αυτά τα καρναβάλια θα μου λείψουν πολύ. Με κάποιους ήπιαμε την τελευταία σφαλιάρα και δεν το ξέραμε.

Καλή αντάμωση τζαμάλες μου. Μας διώχνουν, δεν φεύγουμε από μόνοι μας. Αλλά φεύγουμε χορτασμένοι. Κάποτε θα λέτε ότι πηγαίνατε Τζαμάλα και θα σας κοιτάνε άνθρωποι που δεν γνωρίσατε ποτέ και απ’ τα μάτια σας θα καταλαβαίνουν ότι περνούσατε ωραία εκεί.

Κι αν με ρωτάτε ρε κουφάλες

Ναι, είχαμε το καλύτερο μαγαζί της πόλης!».

Eden

Τα τραπέζια του «Eden» μοιράστηκαν για 23 χρόνια, συγγραφείς, μουσικοί, ηθοποιοί, αλλά και οι θαμώνες του. Το αγαπημένο cafe-bar, στη συμβολή των οδών Καλαμποθάκη και Κομνηνών, με έναν μαγικό τρόπο τα βράδια, έπαιρνε ανθρώπους ετερόκλητους και τους έκανε μία παρέα.

Όλα ξεκίνησαν, όταν τα αδέρφια Καϊσούδη μαζί με τον Νίκο Στεφανίδη και τον Στέφανο Ταυρίδη δημιούργησαν, στη δεκαετία του ενενήντα, το Μύλο. Με το κλείσιμο του Μύλου όμως, άνοιξαν το Εδέμ, ένα στέκι στο οποίο σύχναζε καλλιτεχνικός κόσμος και σίγουρα θα πετύχαινες εκεί ανθρώπους της πνευματικής ζωής.

Στις χαρακτηριστικές ξύλινες καρέκλες με τη γκρι επένδυση, μετά από δύο δεκαετίες, δεν θα κάτσει πλέον κανείς, καθώς ο κύκλος του «Eden» ολοκληρώθηκε φέτος.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Μπαρ EDEN

Paraty & Loft

Στη Θεσσαλονίκη, το «Paraty & Loft» στα Λαδάδικα θύμιζε την ομώνυμη πορτογαλική αποικία στην Πράσινη Ακτή της Βραζιλίας με τα παραδοσιακά, χαμηλά σπίτια και τα λιθόστρωτα δρομάκια του.

Έπειτα από μια δεκαετία με γευστικά πρωινά, ατμοσφαιρικές νύχτες και κάθε είδους εκδηλώσεων, το μαγαζί με την ιδιαίτερη αισθητική αποχαιρετά το κοινό του.

«Επειδή έτσι αποφάσισαν κάποιοι… κάπου εδώ το ταξίδι μας φτάνει στο τέλος του», ανέφερε στο περιεκτικό μήνυμά της η ιδιοκτησία, μέσα από δημοσίευση στο Instagram.

Μπουγάτσα Σέρρες

Το Μετρό μπορεί να άλλαξε το συγκοινωνιακό χάρτη της πόλης, επηρέασε παράλληλα όμως, τη δραστηριότητα των καταστημάτων γύρω από αυτό. Κυρίως στην Εγνατία, είδαμε μαγαζιά να φεύγουν και άλλα να έρχονται. Κάπως έτσι, το τέλος του έμελλε να δει μετά από 25 χρόνια λειτουργίας και το ιστορικό μπουγατσατσίδικο «Σέρρες».

Πιο συγκεκριμένα, η επιχείρηση αναγκάστηκε να κατεβάσει ρολά, καθώς έληξε η περίοδος ενοικίασης του χώρου, με την ιδιοκτησία να αποφασίζει να το αξιοποιήσει για τη λειτουργία καταστήματος ρούχων, μια επιλογή που συνδέεται με την έλευση του Μετρό Θεσσαλονίκης.

«Είναι ίσως από τα ελάχιστα παραδείγματα που μια επιχείρηση στο κέντρο της Θεσσαλονίκης δεν κλείνει γιατί μπαίνουν λαμαρίνες των εργοταξίων ή λόγω κρίσεων και αναδουλειάς, αλλά κλείνει τη στιγμή που οι λαμαρίνες απομακρύνονται κι ένα μεγάλο έργο παραδίδεται στην πόλη, κλείνει σε περίοδο που κάθε μέρα…ξεπουλάει», ανέφερε τότε ο Δημήτρης Γαλαμάτης.

Αναλυτικά, ο γραμματέας Επικοινωνίας και Ενημέρωσης της Προεδρίας της κυβέρνησης τόνισε:

«Μετά από 25 χρόνια λειτουργίας, ένα τέταρτο του αιώνα, κλείνει ένα από τα πιο εμβληματικά μπουγατσατζίδικα του κέντρου της Θεσσαλονίκης η ΜΠΟΥΓΑΤΣΑ «ΣΕΡΡΕΣ», επί της Εγνατίας, στην καρδιά της πόλης. Δεν κλείνει γιατί δεν…βγαίνει, ούτε γιατί δεν μπορεί να σηκώσει τα κόστη λειτουργίας, ούτε γιατί … έχει πέσει η δουλειά…

Κλείνει λόγω λήξης της περιόδου ενοικίασης του χώρου και απόφασης της ιδιοκτησίας να το αξιοποιήσει, όχι πια ως μπουγατσατζίδικο, αλλά ως κατάστημα ρούχων, επιλογή που συνδέεται με την επικειμένη λειτουργία του μετρό Θεσσαλονίκης. Είναι ίσως από τα ελάχιστα παραδείγματα που μια επιχείρηση στο κέντρο της Θεσσαλονίκης δεν κλείνει γιατί μπαίνουν λαμαρίνες των εργοταξίων ή λόγω κρίσεων και αναδουλειάς, αλλά κλείνει τη στιγμή που οι λαμαρίνες απομακρύνονται κι ένα μεγάλο έργο παραδίδεται στην πόλη, κλείνει σε περίοδο που κάθε μέρα…ξεπουλάει.

Είναι ένα έμπρακτο παράδειγμα για το πώς αλλάζουν μαζί με τη ζωή και τη μορφή μιας πόλης και την κατεύθυνση της επιχειρηματικότητας, όχι μόνο τα έργα που λιμνάζουν, αλλά και αυτά που υλοποιούνται.

Στην προκειμένη περίπτωση το στενόχωρο είναι ότι θύμα αυτής της νέας συνθήκης είναι ένα γευστικό τοπόσημο της Θεσσαλονίκης, που ιστορικά έλκει και τον επισκέπτη, αλλά και τον κάτοικο. Όποιος επισκέπτεται τη Θεσσαλονίκη είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα επιδιώξει να γευτεί μπουγάτσα, είτε με κρέμα, είτε με τυρί (…για να βάζουμε και τα πράγματα στη θέση τους…), πριν ανοίξει τους οδηγούς πόλης και αναζητήσει τα 10 κορυφαία σημεία επίσκεψης, τις 10 καλύτερες ταβέρνες, τους 10 κορυφαίους αρχαιολογικούς χώρους, τα μουσεία, κοκ. Η μπουγάτσα είναι μια κορυφαία ομάδα από μόνη της!

Και βέβαια, όποιος μένει στη Θεσσαλονίκη, είναι από τα καταστήματα που, χειμώνα – καλοκαίρι – θα…ψωνίσει πολλές φορές την εβδομάδα…

Τροφή για σκέψη λοιπόν!

Πώς αλλάζει τις ζωές μας, ποια τα θετικά και ποια τα ενδεχόμενα αρνητικά, από την υλοποίηση ενός κατά τεκμήριο απαραίτητου και σπουδαίου έργου, όπως το Μετρό Θεσσαλονίκης;.. Πόσο μας δυναμώνει ως πόλη και ως προορισμό και πόσο ενδεχόμενα δύναται να μας σμικρύνει;.. Πώς, ενώ θα απολαμβάνουμε την ταχύτητα και την ευκολία των μετακινήσεών μας στους συρμούς του, δεν θα εκτροχιαστούμε από τις ράγες της ιστορίας και της πολιτισμικής μας κληρονομιάς;»

Κοζάνη

64 χρόνια μετά από την ημέρα που άνοιξε τις πόρτες του, έφτασε η ώρα που ακόμη ένα ιστορικό μπουγατσατζίδικο στην καρδιά της πόλης, αυτό της «Κοζάνης», έβαλε λουκέτο.

Η οικογενειακή επιχείρηση επί της Εγνατίας οδού, στην Αριστοτέλους, που από το 1960 κράτησε αμετάβλητη την ταυτότητά της, αναγκάστηκε να κλείσει στα τέλη του Μαρτίου, λόγω συνταξιοδότησης. «Όλα κάνουν τον κύκλο τους και τελειώνουν κάποια στιγμή», εξήγησε στην parallaxi, η κ. Μίνα, ιδιοκτήτρια της επιχείρησης.

«Το μαγαζί ήταν των γονιών μας. Εγώ και ο αδερφός μου μεγαλώσαμε ως παιδιά μέσα σε αυτό και στη συνέχεια πέρασε στα δικά μας χέρια. Τώρα, εγώ βγαίνω στη σύνταξη και δυστυχώς ο αδερφός μου δεν είναι σε θέση να το κρατήσει, οπότε αναγκαζόμαστε να το κλείσουμε. Μετά από 64 χρόνια, είναι πραγματικά ένα μαχαίρι στην καρδιά, μια γροθιά στο στομάχι. Θα θέλαμε πολύ να υπάρχει κάποιος, έτσι ώστε να συνεχίσει η ιστορία του μαγαζιού, αλλά είναι ένας κύκλος ο οποίος χρειάζεται να κλείσει».

Αχνός

Από το 1971, ο «Αχνός» τάισε χιλιάδες στόματα με τα μαγειρευτά του φαγητά και τα πιάτα της ώρας. Στο μαγειρείο της Ολύμπου για 53 χρόνια, στρωνόταν το τραπέζι για φοιτητές και εργαζόμενους, που χόρταιναν με τα φημισμένα μπιφτέκια της πόλης και τις υπόλοιπες νοστιμιές του.

Όμως, στις 30 Σεπτεμβρίου, έφτασε το πλήρωμα το χρόνου για άλλο ένα μαγαζί που αγαπήθηκε ιδιαίτερα από τους Θεσσαλονικείς. Στην τζαμαρία του καταστήματος τοποθετήθηκε ένα ευχαριστήριο μήνυμα προς τους πελάτες, που στήριξαν το εστιατόριο όλα αυτά τα χρόνια, γνωστοποιώντας το οριστικό κλείσιμό του.