Στο κρυμμένο Καθολικό Νεκροταφείο της πόλης «κοιμούνται» δύο κορυφαίοι της αρχιτέκτονες

Δύο τάφοι στο κρυφό κοιμητήριο της πόλης που ξεχωρίζουμε ως ιδιαίτερα σημαίνοντες για το σημερινό ιστορικό πρόσωπο της Θεσσαλονίκης.

Χριστίνα Παρασκευοπούλου
στο-κρυμμένο-καθολικό-νεκροταφείο-τη-546761
Χριστίνα Παρασκευοπούλου

Η Θεσσαλονίκη υπήρξε για αιώνες μια πόλη-σταυροδρόμι πολιτισμών, με άπειρους λαούς της Δύσης και της Ανατολής να περνούν και να αφήνουν το σημάδι τους στο πρόσωπό της. Έμποροι, επιχειρηματίες, στρατιώτες, διπλωμάτες και άνθρωποι της τέχνης, κάθε εθνικότητας και θρησκευτικής πεποίθησης, έζησαν στην καρδιά της πόλης και έγραψαν ένα μικρό κομμάτι της ιστορίας της, ενώ με τον θάνατό τους δεν την άφησαν πίσω, αλλά εναποτέθηκαν για πάντα στο έδαφός της.

Είναι για πολλούς άγνωστο, αλλά η Θεσσαλονίκη έχει το δικό της νεκροταφείο των καθολικών, κρυμμένο σε μια άκρη των Αμπελοκήπων, πίσω από τα συμμαχικά κοιμητήρια του Ζέιτενλικ. Μπορεί σήμερα να το χαρακτηρίζει απόκοσμη ησυχία, καθώς πλέον δεν γίνονται παρά μία ή δύο ταφές πιστών τον μήνα, μα το νεκροταφείο έχει πίσω του ιστορία περίπου 160 χρόνων, ενώ εντός του θα βρει κανείς ένα ασυνήθιστο για τα ελληνικά δεδομένα, σχεδόν γοτθικό, επιβλητικό τοπίο που στοιχειώνει τον επισκέπτη.

Ο λόγος για το καθολικό νεκροταφείο του Αγίου Βικεντίου του Παύλου, που ιδρύθηκε στην σημερινή του θέση μεταξύ του 1860 και του 1867. Μέχρι το 1860 τουλάχιστον, οι νεκροί των καθολικών ενταφιάζονταν στο καθολικό νεκροταφείο που βρισκόταν έξω από την πύλη της Καλαμαριάς. Το παλαιότερο αυτό νεκροταφείο, “La cimetiere de Calamarie”, όπως το σημειώνουν οι ιερείς των καθολικών που συνέτασσαν τα βιβλία θανάτων, περιβαλλόταν στα 1769 με έναν μικρό τοίχο και στον χώρο του γίνονταν ενταφιασμοί τουλάχιστον μέχρι το 1860. Από εκείνη τη χρονική στιγμή και μετά, οι τάφοι εικάζεται ότι μεταφέρθηκαν στο νεκροταφείο του Αγίου Βικεντίου του Παύλου, όπου από τον Ιούνιο του 1867 και μετά, θάβονταν οι νεκροί των καθολικών. Η ίδρυση του νέου κοιμητηρίου λέγεται πως συνδέεται με τις μεταρρυθμίσεις που υιοθέτησε η οθωμανική κυβέρνηση κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Σύμφωνα με αυτές, «υποχρεώνονταν οι κοινότητες να ιδρύουν νεκροταφείο «τακτικά», σε μέρη που διαλέγονταν μετά από πολλές διατυπώσεις εκ μέρους της υγειονομικής αρχής, και στα οποία και μόνον επιτρεπόταν η ταφή των νεκρών».

Επιπλέον, λέγεται πως η επιλογή της τοποθεσίας των κοιμητηρίων του Ζέιτενλικ, όπου είναι θαμμένοι Βρετανοί, Γάλλοι, Ιταλοί και Σέρβοι στρατιώτες του A’ Παγκοσμίου Πολέμου, σχετίζεται με την ύπαρξη από χρόνια του καθολικού νεκροταφείου του Αγίου Βικεντίου του Παύλου, αλλά και του κοιμητηρίου της Αγίας Παρασκευής ακριβώς δίπλα, καθώς και διότι στο Ζέιτενλικ στήθηκε το πρώτο στρατιωτικό νοσοκομείο την εποχή εκείνη. Στην περιοχή είχε ιδρυθεί επίσης ορφανοτροφείο και αργότερα ιεροσπουδαστήριο που απευθύνονταν σε βουλγαρικές καθολικές οικογένειες, το οποίο χτίστηκε το 1861 και εγκαταλείφθηκε το 1914.

Στο καθολικό νεκροταφείο, εκτός από την μικρή εκκλησία της Παναγίας της Πονεμένης, που αποτελεί τον Οίκο Aslan, οι χώροι του οποίου παραχωρήθηκαν για τις λατρευτικές ανάγκες και τελετές του κοιμητηρίου, συναντά κανείς απίστευτους, μνημειακού χαρακτήρα, οικογενειακούς και μη τάφους, περίπου 800 στον αριθμό, ενώ οι χρονολογίες στις πλάκες τους σε γυρνούν πίσω τουλάχιστον ενάμιση αιώνα, με τους παλαιότερους να χρονολογούνται στις αρχές του 1860. Κάποιοι από τους οικογενειακούς τάφους μάλιστα έχουν κρυφές εισόδους από θύρες ή από τα μάρμαρα στο έδαφος, ενώ μέσα βρίσκει κανείς σαρκοφάγους με τις σορούς των νεκρών. Πολλά από τα ονόματα που θα βρεις στις μαρμάρινες πλάκες είναι οικεία για τους γνώστες της ιστορίας της Θεσσαλονίκης, καθώς πρόκειται για πρόσωπα που έχουν αφήσει ανεξίτηλο το σημάδι τους πάνω της, κι ας έχουν ξεχαστεί σήμερα στην ησυχία και φθορά του νεκροταφείου. Ονόματα όπως Ακουαρόνε, Μαρόκο, Τσίτεριχ, Κοχ, μεγάλες προσωπικότητες του παρελθόντος της πόλης που πάνε πίσω στον 19ο αιώνα.

Το μνήμα της μικρής Ερνεστίνας είναι ίσως το πιο συνταρακτικό που αντικρύζει κανείς στα κοιμητήρια. Εικάζεται ότι ήταν η κόρη του Μικελίνο Αμπντουλάχ και της Μαίρης Παλαμάρη και έφυγε σε ηλικία μόλις 9 ετών, πριν 150 χρόνια. Ο τάφος της έχει την μορφή ενός μαρμάρινου φέρετρου σε θολωτή σπηλιά, με έναν άγγελο στο βάθος. Οι συγγενείς της έχουν χαθεί με τα χρόνια, εδώ και πάνω από έναν αιώνα, όμως οι επισκέπτες των νεκρών του κοιμητηρίου ακόμα φροντίζουν τον τάφο της.

Είναι δύο όμως οι τάφοι που ξεχωρίζουμε ως ιδιαίτερα σημαίνοντες για το σημερινό ιστορικό πρόσωπο της Θεσσαλονίκης. Αυτοί των δύο εκ των κορυφαίων αρχιτεκτόνων που άφησαν στην καρδιά της κτίρια κοσμήματα: του Βιταλιάνο Ποζέλι και του Πιέτρο Αρριγκόνι.

Ο οικογενειακός τάφος του Βιταλιάνο Ποζέλι, ενός από τους μεγαλύτερους αρχιτέκτονες της Θεσσαλονίκης, ξεχωρίζει παρότι λιτός, με έναν μαρμάρινο σταυρό να δεσπόζει πάνω στις πλάκες με τα ονόματα των μελών της οικογένειας που κείτονται στο σημείο, με δίπλα το πορτρέτο του, ένα αγαλματίδιο του Χριστού και λίγα λουλούδια να εσωκλείονται στο προστατευτικό κιγκλίδωμα που το περιτριγυρίζει.

Εκτός από τον ίδιο, στον ομαδικό τάφο συναντάμε τους Ίντα, Λουίζα, Λετίτσια και Εμίλιο Ποζέλι, με τα τελευταία ονόματα να παρουσιάζουν μάλιστα σχετικά πρόσφατες χρονολογίες, με τις ημερομηνίες θανάτου να σημειώνουν τις δεκαετίες του ‘80 και ‘90, φανερώνοντας ότι υπάρχουν ακόμα απόγονοι του κορυφαίου δημιουργού στην πόλη της Θεσσαλονίκης.

Ο Βιταλιάνο Ποζέλι (Vitaliano Poselli) ήταν Ιταλός αρχιτέκτονας που γεννήθηκε στις 7 Ιουνίου 1838 στο Καστιλιόνε της Σικελίας. Αρχικά μετέβη στη Ρώμη, όπου άρχισε τις μελέτες του στην αρχιτεκτονική. Εκεί του προσφέρθηκε η πρώτη εργασία του το 1867 από έναν καθολικό ιερέα, τον Don Bosco. Αφορούσε την ανέγερση της εκκλησίας του Αγίου Στεφάνου (Santo Stefano) στην Κωνσταντινούπολη.

Ο Ποζέλι στάλθηκε το 1886 στη Θεσσαλονίκη από την Οθωμανική κυβέρνηση για να χτιστεί το σχολείο «Idadie» της πόλης. Το 1888 παντρεύτηκε την Ιταλίδα Luisa Sanchioni και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην πόλη στην οδό Δαγκλή. Εδώ γεννήθηκαν και τα οκτώ παιδιά τους. Ενδιαφέρον γεγονός αποτελεί ότι στα έξι αγόρια του έδωσε ονόματα αριθμών: Primo, Secondo, Terzo, Quarto, Quinto και Sesto ή Emilio. Συνεργάστηκε με τις Οθωμανικές αρχές και δημιούργησε κάποια από τα σημαντικότερα δημόσια κτίρια της πόλης. Συγχρόνως, οι ξένες αντιπροσωπείες και οι αποστολές, καθώς επίσης και οι πλούσιοι έμποροι και οι τραπεζίτες, τον επιφόρτισαν με τη δημιουργία διάφορων κοινοτικών, εμπορικών αλλά και ιδιωτικών κτιρίων.

Τιμήθηκε για την εργασία του από το σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ Β’, από το βασιλέα της Ιταλίας Βιττόριο Εμανουέλε Β’ και από την Καθολική Εκκλησία. O Βιταλιάνο Ποζέλι πέθανε στις 23 Σεπτεμβρίου του 1918.

Ο δεύτερος οικογενειακός τάφος στον οποίο στεκόμαστε στο καθολικό νεκροταφείο είναι αυτός του Πιέτρο Αρριγκόνι, που άφησε επίσης μια μεγάλη προσφορά στο αρχιτεκτονικό κομμάτι της πόλης. Αυτός ο τάφος είναι πιο επιβλητικός σε μέγεθος, έχοντας την μορφή ενός κτίσματος από τούβλο, με μια μαρμάρινη πλάκα στην είσοδο να φέρει το οικογενειακό όνομα με λατινικούς χαρακτήρες: ARRIGONI. Εντός του, βρίσκεις σκαλισμένα στους μαρμάρινους τοίχους τα ονόματα των προσώπων που κείτονται εντός του, με έναν σταυρό στην κεφαλή του τάφου και λίγα λουλούδια και κεριά να τιμούν την αιώνια μνήμη.

Ο Πιέτρο Αρριγκόνι (Pietro Arrigoni) ήταν Ιταλός αρχιτέκτονας και μηχανικός, ο οποίος έζησε και εργάστηκε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Θεσσαλονίκη. Στην πόλη σώζονται σήμερα αρκετά κτίρια που κατασκευάστηκαν σε σχέδια του. Ο Αρριγκόνι γεννήθηκε στις 9 Αυγούστου του 1856 στο Μιλάνο, όπου σπούδασε πολιτικός μηχανικός και παρακολούθησε μαθήματα αρχιτεκτονικού σχεδίου στην Accademia di Belle Arti. Πριν έρθει στην Ελλάδα, είχε παντρευτεί και είχε αποκτήσει τρία παιδιά. Μετά την εγκατάστασή του στη Θεσσαλονίκη το 1890 ξαναπαντρεύτηκε και απέκτησε άλλα έξι παιδιά, τρεις γιους και τρεις κόρες. Εγγονός του ήταν ο ιστορικός και ποιητής Κωστής Μοσκώφ.

Στη Θεσσαλονίκη ο Αρριγκόνι εγκαταστάθηκε όταν η βελγική εταιρεία στην οποία εργαζόταν ανέλαβε την εκμετάλλευσή των τροχιοδρόμων της Θεσσαλονίκης και τον επέλεξε για τη θέση του διευθυντή των γραφείων της στην πόλη. Αργότερα, ο Ιταλός μηχανικός προσλήφθηκε από την Compagnie Francaise des chemins de Fer: “Jonction-Salonique-Constantinople” για να κατασκευάσει τον πρώτο κορμό της γραμμής αυτής. Συγχρόνως, εργάστηκε ως εκτιμητής για ξένες ασφαλιστικές εταιρείες για τις ζημιές που προξενούνταν από πυρκαγιές στη Θεσσαλονίκη. Παράλληλα, συνέταξε τα σχέδια για διάφορα κτίρια, δημόσια και ιδιωτικά, που κατασκευάστηκαν εκείνη την περίοδο στην πόλη. Το 1907 ο Αρριγκόνι άρχισε την εκμετάλλευση των Ορυχείων Μαγνησίας της Βάβδου.

Το 1911 του απονεμήθηκε το χρυσό μετάλλιο στην Αγροτική Έκθεση του Τορίνο για την μελέτη του, για λογαριασμό των τραπεζιτών Μοντιάνο, για τη δημιουργία στη Γέφυρα Θεσσαλονίκης ενός υποδειγματικού αγροκτήματος που θα αρδευόταν αποκλειστικά από τον Αξιό ποταμό. Την ίδια χρονιά, ο Πιέτρο Αρριγκόνι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει με την οικογένεια του τη Θεσσαλονίκη λόγω της έναρξης του Ιταλοτουρκικού πολέμου. Στην πόλη επέστρεψε μετά την απελευθέρωσή της από τον ελληνικό στρατό και την ενσωμάτωσή της στο ελληνικό κράτος το 1912. Η αναγκαστική φυγή του από την πόλη λόγω του Ιταλοτουρκικού πόλεμου και στη συνέχεια οι Βαλκανικοί πόλεμοι, έπληξαν οικονομικά τον Ιταλό μηχανικό.

Στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Αρριγκόνι έχασε τον έναν του γιο στο Ιταλικό μέτωπο. Ο άλλος γιος του, ο Μάσσιμο Αρριγκόνι, που και αυτός πολέμησε στο Ιταλικό μέτωπο και στη συνέχεια στο μέτωπο της Μακεδονίας, επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη στις αρχές του 1921 και ίδρυσε μαζί με τον πατέρα του την οικοδομική εταιρεία με την επωνυμία «Αρχιτέκτων Πέτρος Αρριγκώνη και υιός Μάξιμος». Η οικοδομική αυτή εταιρεία κατασκεύασε την τριετία 1923-1926 τον οικισμό Χαρμάνκιοϊ (Διαβατά) για την στέγαση προσφύγων από την Μικρά Ασία. Επιπλέον, τη διετία 1925-1927, το εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην οδό Αγίου Δημητρίου, αλλά και την επέκταση του Νοσοκομείου Λοιμωδών. Ο Πιέτρο Αρριγκόνι με το γιο του ασχολήθηκαν επίσης με την εκτίμηση της αξίας των σπιτιών οικισμών στην Μακεδονία, όπου κατοικούσαν παλαιότερα Βούλγαροι και οι οποίοι είχαν φύγει με την ανταλλαγή πληθυσμών ανάμεσα στη Βουλγαρία και την Ελλάδα. Το εν λόγω έργο έγινε με την επίβλεψη Διεθνούς Επιτροπής της Κοινωνίας των Εθνών. Επίσης, σε σχέδια του Αρριγκόνι κατασκευάστηκε το πρώτο εργοστάσιο μπύρας της εταιρείας «Όλυμπος- Νάουσα», ενώ σύμφωνα με τον γιο του, Μάσσιμο, έργα του πατέρα του ήταν και ο κινηματογράφος Διονύσια, που βρισκόταν στην οδό Αγίας Σοφίας, και το ξενοδοχείο Majestic, που βρισκόταν στη συμβολή των οδών Αγ. Σοφίας και Βασ. Κωνσταντίνου.

Ο Πιέτρο Αρριγκόνι δολοφονήθηκε το 1940 από ένα κλέφτη που είχε μπει στο σπίτι του.

Σήμερα, εκτός από τους μνημειώδεις οικογενειακούς τάφους των δύο μεγάλων αντρών που συναντά κανείς στο κρυμμένο καθολικό νεκροταφείο της πόλης, είναι η ίδια τους η αρχιτεκτονική δημιουργία στην Θεσσαλονίκη που φανερώνει όσο τίποτα άλλο την παρουσία τους, κοσμώντας την πόλη.

Γνωρίστε τα έργα των δύο κορυφαίων αρχιτεκτόνων που επιβιώνουν και ακόμα συναντάμε καθημερινά περπατώντας τους δρόμους της.

Τα έργα του Βιταλιάνο Ποζέλι

Το Διοικητήριο (1891) στην οδό Αγίου Δημητρίου & Φ. Δραγούμη (1891). Χτισμένο κοντά στα ερείπια βυζαντινού παλατιού, ήταν το κτίριο διοίκησης της οθωμανικής περιόδου, το Κονάκι, και έδρα του βαλή της πόλης. Στο αρχικό κτίριο έχει προστεθεί ένας όροφος και η αετωματική διαμόρφωση της πρόσοψης. Σήμερα εδρεύει σ’ αυτό το Υπουργείο Μακεδονίας και Θράκης.

Εικόνα Auth.GR

Η Παλιά Φιλοσοφική Σχολή ΑΠΘ, στην Πανεπιστημιούπολη, επί της Εθνικής Αμύνης (1887). Χτίστηκε ως Οθωμανική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης (Ιδαδιέ Μεκτεμπί). Το 1927 εγκαταστάθηκε εκεί το νεοσύστατο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Το κτίριο στεγάζει μέχρι σήμερα τμήμα της Φιλοσοφικής του ΑΠΘ.

Το Γ΄Σώμα Στρατού – Στρατηγείο, στην Λεωφόρο Στρατού 1 (1900-1901). Το 1830 έγινε η πρώτη κτιριακή εγκατάσταση οθωμανικού στρατώνα στην περιοχή. Το παρόν κτίσμα χτίστηκε γύρω στο 1900-01. Χρηματοδοτήθηκε από τους τότε κατοίκους της πόλης. Το 1916 χρησιμοποιήθηκε ως διοικητήριο από την προσωρινή κυβέρνηση του Βενιζέλου. Σήμερα στεγάζει το Στρατηγείο του Γ΄Σώματος Στρατού.

Ο Ιερός Καθολικός Καθεδρικός Ναός της Αμιάντου Συλλήψεως της Παναγίας, στην οδό Φράγκων 19 (1899). Χτίστηκε στη θέση παλαιότερου ναού. Η περιοχή ήταν ο κατεξοχήν Φράγκικος μαχαλάς, στον οποίον δραστηριοποιούνταν ο ευρωπαϊκός πληθυσμός της πόλης. Εξακολουθεί να λειτουργεί εξυπηρετώντας τις θρησκευτικές ανάγκες των καθολικών κατοίκων της πόλης.

Η Αρμενική Ορθόδοξος Εκκλησία της Παναγίας, στην οδό Διαλέττη 4 (1903). Ο ναός ανεγέρθηκε μετά από πολύχρονες ενέργειες της Αρμενικής Κοινότητας να αποκτήσει τόπο λατρείας. Βρίσκεται στην περιοχή της αρμενικής παροικίας. Εξακολουθεί να λειτουργεί, ενώ δίπλα της εδρεύει το Αρμενικό Πολιτιστικό Κέντρο και τα γραφεία της Κοινότητας.

To Γενί Τζαμί, γνωστό και ως Παλαιό Αρχαιολογικό Μουσείο, στην οδό Αρχαιολογικού Μουσείου 30 (1902). Κτίστηκε σε σχέδια του Ποζέλι, στην τότε ευρωπαϊκή συνοικία των Πύργων, ως τέμενος για τους ντονμέδες, δηλαδή τους εξισλαμισμένους Εβραίους. Αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα εκλεκτικιστικής αρχιτεκτονικής του 20ού αιώνα. Το 1924, στεγάστηκε εκεί το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Σήμερα φιλοξενεί πολιτιστικές δραστηριότητες.

H Στοά Μαλακοπή, στην οδό Συγγρού 7 (1906). Το κτίριο, κέντρο του φραγκομαχαλά της οθωμανικής Θεσσαλονίκης, στέγασε την Τράπεζα Θεσσαλονίκης που είχε ιδρυθεί το 1888 από την οικογένεια Αλλατίνι. Το κτίριο γλίτωσε από την μεγάλη πυρκαγιά του 1917, όμως έκλεισε το 1940, όταν επιτάχτηκε από τους Ναζί. Το 1978 το ρολόι στο κέντρο του εμπρόσθιου αετώματος σταμάτησε να λειτουργεί την ώρα του μεγάλου σεισμού της Θεσσαλονίκης, δείχνοντας 11:05. Σήμερα, στους ισόγειους χώρους λειτουργούν καταστήματα εστίασης και αναψυχής, ενώ στον όροφο υπάρχουν ακόμα ορισμένα γραφεία.

Η Βίλα Αλλατίνι, στην οδό Βασ. Όλγας 198. Η βίλα Αλλατίνι οικοδομήθηκε πριν το 1888 ως εξοχική κατοικία του Κάρολου Αλλατίνι, κοντά στους μύλους της οικογένειας. Η συγκεκριμένη βίλα ήταν η μεγαλύτερη και πολυτελέστερη στην περιοχή των Εξοχών. Κατά το 1909-12 εξορίστηκε και διέμεινε στη βίλα ο Σουλτάνος Αβδούλ-Χαμίτ μετά την Επανάσταση των Νεοτούρκων. Το 1926 και για έναν μόνο χρόνο στέγασε το νεοϊδρυθέν Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ενώ χρησιμοποιήθηκε και ως Στρατιωτικό Νοσοκομείο. Από το 1979 και μετά στεγάζει υπηρεσίες του Υπουργείου Εσωτερικών, τη Νομαρχία Θεσσαλονίκης και σήμερα την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας.

Εικόνα: Γιάννης Τριανταφυλλόπουλος

Οι Μύλοι Αλλατίνι, στην οδό Ανθέων & Θ. Σοφούλη (μέσα του 19ου αι.). Πρόκειται για τον βιομηχανικό χώρο των Μύλων Αλλατίνι της γνωστής οικογένειας της πόλης. Το σημερινό κεντρικό κτίριο των Μύλων κατασκευάστηκε το 1898 σε σχέδια του Ποζέλι, όταν κάηκε το προϋπάρχον. Το ιστορικό για την πόλη και τις απαρχές της βιομηχανίας συγκρότημα παραμένει ανεκμετάλλευτο και αναμένει την επανένταξή του στον ενεργό ιστό της πόλης.

H Βίλα Μορπούργκο, στην οδό Χαιρωνείας 16. Η βίλα χτίστηκε πριν το 1906, ενώ ιδιοκτήτρια ήταν η ιταλoεβραία Φανί Ουζιέλ, σύζυγος του Μοζέ Μορπούργκο, διευθυντή του αλευρόμυλου Αλλατίνι. Κάποτε στον χώρο λειτούργησαν οι εγκαταστάσεις του ΠΙΚΠΑ και τα συσσίτιά του. Το 1952 o Νικόλαος Ζαρντινίδης αγόρασε τη βίλα από τον κληρονόμο της αρχικής ιδιοκτήτριας. Μετά τον θάνατο του Νίκου Ζαρντινίδη, το 2001 φιλοξένησε το κέντρο τέχνης Villarte καθώς και το Ωδείο Βορείου Ελλάδος. Η έπαυλη αγοράστηκε το 2015 από τον Ιβάν Σαββίδη. Βρίσκεται δίπλα στην Βίλα Αλλατίνι και τον οικισμό Ουζιέλ.

Τα έργα του Πιέτρο Αρριγκόνι

Εικόνα: Σοφία Λαμπρινοπούλου

Η Casa Bianca, στην οδό Βασ. Όλγας 214 & Θ. Σοφούλη (1912). Το 1911 αγοράστηκε το οικόπεδο από τον Ντίνο Φερνάντεζ-Ντιάζ, εβραίο ισπανικής καταγωγής, για την ελβετίδα σύζυγό του, Μπλανς. Η οικογένεια Φερνάντεζ ήταν σημαντική στον εμπορικό κύκλο της εποχής. Το αρχοντικό είναι γνωστό ως Κάζα Μπιάνκα από το όνομα της συζύγου. Παρά την εκλεκτικιστική του διάθεση, φέρει κυρίως στοιχεία art-nouveau. Είναι από τα πιο γνωστά αρχοντικά της πόλης, τόσο για την μοναδική του αρχιτεκτονική όσο και για μια ρομαντική ιστορία: το ειδύλλιο της κόρης της οικογένειας, Αλίνας, με τον ανθυπολοχαγό Αλιμπέρτη, σε μια εποχή που η διαφορά των κοινωνικών τάξεων και των θρησκευτικών πεποιθήσεων λειτουργούσε αποτρεπτικά. Σήμερα ανήκει στον Δήμο και στεγάζει τη Δημοτική Πινακοθήκη.

Η Βίλα Αχμέτ Καπαντζή, στην οδό Βασ. Όλγας 105 (1900). Πρόκειται για τριώροφη αρχοντική βίλα, δείγμα εξοχικής κατοικίας με βιεννέζικες επιδράσεις, επιρροές art-nouveau, νεογοτθικά και νεοαραβικά στοιχεία. Πρώτοι ιδιοκτήτες του οικοπέδου φέρονται οι Γιουσούφ και Αχμέτ Καπαντζή. Επί Κατοχής στεγάστηκε εδώ η Γκεστάπο, ενώ στα χρόνια 1954-73 εγκαταστάθηκαν οι υπηρεσίες του Ν.Α.Τ.Ο. Αποτέλεσε την έδρα του Οργανισμού Θεσσαλονίκη Πολιτιστική Πρωτεύουσα 1997 και στέγαζε τον Οργανισμό Ρυθμιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος Θεσσαλονίκης μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2013. Πουλήθηκε στον Ιβάν Σαββίδη το 2014.

Η Βίλα Μεχμέτ Καπαντζή, στην οδό Βασ. Όλγας 108 (1898). Χτίστηκε ως εξοχική κατοικία του Αχμέτ Καπαντζή και αποτελεί χαρακτηριστικό κτίριο εκλεκτικισμού, καθώς αποτελείται από κύριο κτίσμα και πύργο. Σ’ αυτήν διέμεινε η τριανδρία Βενιζέλος, Κουντουριώτης, Δαγκλής. Σήμερα εδρεύει εκεί το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης (Μ.Ι.Ε.Τ) και λειτουργεί βιβλιοπωλείο και χώρος εκθέσεων.

Το Μέγαρο Ασλανιάν, στην Βενιζέλου 14 (1923). Κατασκευάστηκε για εμπορική χρήση και στέγασε καταστήματα. Πρόκειται για πενταώροφο κτίριο που ανήκει στα κτίρια του εκλεκτικισμού, με έντονα διακοσμητικά στοιχεία ροκοκό και Νεομπαρόκ. Όπως όλα τα εμπορικά μέγαρα της εποχής του, τα καταστήματα αναπτύσσονται γύρω από ένα υαλοσκέπαστο αίθριο. Σήμερα φιλοξενεί ιδιωτικό κολέγιο.

Το Νοσοκομείο Ειδικών Παθήσεων Θεσσαλονίκης (Λοιμωδών), στην οδό Γρηγορίου Λαμπράκη 13 (δεκαετία 1890). Το νεοκλασικό κτίριο του παλαιού Νοσοκομείου χτίστηκε στην τότε οδό Νοσοκομείου (μετέπειτα Κονίτσης και σήμερα Γρηγορίου Λαμπράκη) για λογαριασμό της Εθνικής Ένωσης Βοήθειας προς τους Ιταλούς ιεραπόστολους και λειτούργησε αρχικά ως Ιταλικό Γενικό Νοσοκομείο με τον τίτλο «Βασίλισσα Μαργαρίτα». Το 1945 το ιταλικό νοσοκομείο επιτάχθηκε και εκεί άρχισε να λειτουργεί το τρίτο νοσοκομείο Λοιμωδών Νόσων. Από έγγραφα της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών δεν προκύπτει αν το κτίριο περιήλθε στην κυριότητα του ελληνικού δημοσίου στα πλαίσια των ιταλικών αποζημιώσεων για το Β΄ Παγκόσμιο Πολέμο. Μέχρι και σήμερα δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να διευκρινίζει το ιδιοκτησιακό καθεστώς του νοσοκομείου. Το 1984, με υπουργική απόφαση, το κτίριο του νοσοκομείου χαρακτηρίστηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο και προστατεύεται από την Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων. Το 2013 σταμάτησε τη λειτουργία του.

Εικόνα: Facebook ΑΡΜΑ Ιπποκρατείου

Το κτίριο του Νοσοκομείου «Χιρς» (το παλαιό κτίριο του Νοσοκομείου Ιπποκράτειου), στην οδό Κωνσταντινουπόλεως 49 (1908). Η ανέγερσή του ξεκίνησε το 1904 και ονομάστηκε έτσι προς τιμήν της Βαρόνης Κλάρας ντε Χιρς, συζύγου του Βαρόνου Μωρίς Χιρς, Εβραίου τραπεζίτη στην Αυστρία. Εγκαινιάσθηκε το 1908 και αποστολή του ήταν η εξυπηρέτηση της Ισραηλιτικής Κοινότητας. Το Νοσοκομείο «Χιρς» λειτούργησε έτσι έως το 1941. Κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής χρησιμοποιήθηκε για να καλύπτει τις ανάγκες του γερμανικού στρατού. Μετά την απελευθέρωση, το κτίριο χρησιμοποιήθηκε από αγγλικές στρατιωτικές μονάδες και στη συνέχεια από τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό, έως το 1950. Τότε μεταφέρθηκε εκεί το «Λαϊκό Νοσοκομείο», το οποίο λειτουργούσε ως τότε στην οδό Ολύμπου 13 (Καπναποθήκη Χριστοφίδου). Το 1951, το Νοσοκομείο μεταβιβάσθηκε από την Ισραηλιτική Κοινότητα στο Ελληνικό Δημόσιο. Το 1962 μετονομάστηκε σε «Ιπποκράτειο Γενικό Νοσοκομείο» και είχε εκείνη την περίοδο πέντε κλινικές. Λειτούργησε έτσι μέχρι τη συγχώνευσή του με το τέως «Αγία Σοφία».

Εικόνα: Σοφία Λαμπρινοπούλου

Η Βίλα Χιρς, στην Λεωφόρο Βασ. Όλγας 144. Κατασκευάστηκε το 1911, σύμφωνα με την ημερομηνία που βρίσκουμε στο αλεξικέραυνο της στέγης, (1900 κατ΄άλλους) κατά παραγγελία του Μπενί Φερναντέζ, για να στεγάσει την οικογένεια του. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής στεγάστηκε εκεί η Γκεστάπο αλλά και η αδίστακτη Sipo S.D. που ήταν η ένωση της Γερμανικής Αστυνομίας και της “Υπηρεσίας Ασφαλείας”. Έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο με απόφαση του 1985. Η σημερινή του εικόνα είναι αυτή της φθοράς και παρακμής.

Το Σιδηροδρομικό Μουσείο, στην οδό Νέας Μοναστηρίου 7Β, στο Κορδελιό. Το κτίριο χτίστηκε μεταξύ 1891 και 1894 ως στρατιωτική στάση της γραμμής Θεσσαλονίκης-Κωνσταντινούπολης. Παρέμεινε σε χρήση μέχρι το 1977, οπότε και εγκαταλείφθηκε για 20 χρόνια. Το 2001 εγκαινιάστηκε το Σιδηροδρομικό Μουσείο Θεσσαλονίκης στο αναπαλαιωμένο πλέον κτίριο. Το μουσείο φιλοξενεί μηχανές, παλαιά βαγόνια αλλά κι ένα βαγόνι από το θρυλικό Orient Express.

Ντεπό, στην οδό Βασιλίσσης Όλγας με Μερκουρίου. Το Τραμ Θεσσαλονίκης ξεκίνησε την λειτουργία του με ιππήλατα βαγόνια το 1893. Κάπου εκεί υπολογίζεται ότι δημιουργήθηκε και το Αμαξοστάσιο των Τραμ ή Αποθήκη (Depot) στην οποία χρωστάει το όνομά της ολόκληρη η περιοχή. Ο σχεδιασμός ανήκει στον Αρριγκόνι. Το οικόπεδο του αμαξοστάσιου αποτελείται συνολικά από 10.000 τ.μ και περιλαμβάνει αρκετά κτίρια. Το τραμ σταμάτησε την λειτουργία του το 1957 και μέχρι πρόσφατα, το αμαξοστάσιο στέγαζε μηχανοκίνητες μονάδες της ΕΛΑΣ. Πριν λίγο καιρό εκκενώθηκε και παραδόθηκε προς εκμετάλλευση στον Δήμο Θεσσαλονίκης.

*Καθολικό Κοιμητήριο:

Κουτηφάρη & 28ης Οκτωβρίου, Αμπελόκηποι Ωράριο: Δευτέρα κλειστά, Καθημερινές και Σάββατο 8.30-13.00 & 14.00-17.00 (Θερινό ωράριο 17.00-19.00), Κυριακή 10.30-13.00

Πηγές:

Ο αρχιτέκτονας Vitaliano Poselli, B. Κολώνας–Λ. Παπαματθαιάκη Από το Βαρδάρι ως το Δερβένι, Σ. Λαζαρίδης Ιστορία της Θεσσαλονίκης, Α. Παπαγιαννόπουλος Casa Bianca-Η ζωή στη Θεσσαλονίκη γύρω στα 1900 / Το αρχοντικό του Dino Fernandez Diaz-Ιστορική σκιαγραφία και μελέτη αναστηλώσεως, του Ν. Κ. Μουτσόπουλου, Θεσσαλονίκη, 1998 Οι Φράγκοι της Σαλονίκης, Κρικέλης Κώστας, Λαζαρίδης Σπύρος, Μπρέντας Γρηγόρης, Εκδόσεις: Κέντρο Ιστορίας Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης, 2018 https://thessarchitecture.wordpress.com

*Με φωτογραφίες από το νεκροταφείου του Δημήτρη Τσίπα

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα