Featured

Όχι στην ρομαντικοποίηση της κανονικότητας – Οι συντάκτες της Parallaxi γράφουν…

Η πρώτη μέρα της μερικής άρσης του lockdown για εμάς ήταν μία νέα αρχή.

Parallaxi
όχι-στην-ρομαντικοποίηση-της-κανονικ-757963
Parallaxi

Από την αρχή της πανδημίας, η φράση «ΕΠΙστροφή στην κανονικότητα» μού προκάλεσε τεράστια «ΑΠΟστροφή» (για να κάνω ένα ΑΠΟτυχημένο λογοπαίγνιο). Δεν υπάρχει καμία επιστροφή ποτέ σε καμία προηγούμενη κατάσταση. Όπως και δεν υπάρχει κανονικότητα ή μη κανονικότητα. Υπάρχει μόνον η ζωή που εξελίσσεται και τα πάντα αλλάζουν.

Όποιος, λοιπόν, είχε προσδοκίες να αντικρίσει μια πόλη και μια χώρα όπως την άφησε τον περσινό Μάρτη ή τον τελευταίο Νοέμβριο, δυστυχώς απογοητεύτηκε. Ο κόσμος δε θα είναι ποτέ ο ίδιος – και ευτυχώς. Βασικά, όλα και όλοι αλλάζουμε, πολύ περισσότερο σε οριακές καταστάσεις, σε γεγονότα που λειτουργούν καταλυτικά.

Όπως ακριβώς ξεπεράσαμε γρήγορα το φαινόμενο «ρομαντικοποίηση της καραντίνας» και καταλάβαμε ότι η πραγματικότητα είναι τελικά το μοναδικό που έχουμε, έτσι ακριβώς σήμερα καλούμαστε να «απομυθοποιήσουμε» την επιστροφή στην κανονικότητα, να την «απορομαντικοποιήσουμε» και με τα νέα, πρωτόγνωρα, σκληρά υλικά της να φτιάξουμε το νέο κόσμο, τη νέα πραγματικότητά μας.

Συνεχίστε…

*Άκης Σακισλόγλου

Θα καθίσετε εδώ ή να σας το τυλίξω για το σπίτι;

Δεν σας φάνηκαν και εσάς περίεργες οι εικόνες που αντικρίσαμε την πρώτη ημέρα επαναλειτουργίας της εστίασης; Τα στέκια μας, τα καταστήματα της γειτονιάς μας, απέκτησαν ξανά ζωή, αλλά το να βλέπεις τα γεμάτα τραπέζια μετά από τόσους μήνες σίγουρα ήταν κάτι που το μυαλό είχε για λίγο διαγράψει, μιας και είχαμε συνηθίσει στις κόκκινες κορδέλες και στις ταμπέλες για take away. Δεν κρύβω βέβαια ότι τα συναισθήματα μου ήταν και παραμένουν ανάμεικτα. Από τη μία, χαρά που μπορώ και πάλι να καθίσω για να πιω ένα μαγαζί από το να παλεύω με το ποτήρι στο χέρι και το πώς θα βάλω το καλαμάκι στο στόμα χωρίς να κατεβάσω πολύ τη μάσκα, αλλά από την άλλη πλευρά μια περίεργη ανησυχία.

Θα είμαι όντως ασφαλής; Τηρούνται όντως τα απαραίτητα μέτρα των αποστάσεων; Απολυμάνθηκε το τραπέζι μόλις έφυγε η προηγούμενη παρέα και πριν καθίσω εγώ; Σκέψεις που στριφογυρνάνε στο μυαλό μου. Έτσι συνεχίζω να πηγαίνω από έξω από τα μαγαζιά, να είμαι στο 50-50 εάν θα κάτσω ή όχι και να αισθάνομαι τον υπάλληλο να είναι έτοιμος να μου πει “θα καθίσετε εδώ ή να σας το τυλίξω για το σπίτι;” Ακόμη και για τον πρώτο καφέ της μετά άρσης μέτρων εποχής ως προς την εστίαση, επέλεξα να πάω σε μαγαζί που να διαθέτει αυλή και όσο το δυνατόν μεγαλύτερες αποστάσεις μεταξύ των τραπεζιών. Και πάλι όμως δεν το ευχαριστήθηκα. Όσο έχεις στο μυαλό σου αυτό το φόβο του «αόρατου εχθρού» δεν μπορείς να είσαι όσο χαλαρός ήθελες. Δυο, τρεις γουλιές καφέ, αντισηπτικό στα χέρια και ξανά μανά τα ίδια. Μέχρι να… ελευθερωθούμε θα το συνηθίσουμε και αυτό.

*Ραφαήλ Γκαϊδατζής

Περί επιστροφής στην «κανονικότητα»

Σάπισμα απ’ την κορυφή ως τα νύχια βιώσαμε οι περισσότεροι εντός τεσσάρων τοίχων, με τους εαυτούς μας να αναπολούν συχνά πυκνά στιγμές και να επιζητούν την περιβόητη επιστροφή στην παλιά ζωή. 

Με την πιο πρόσφατη μερική άρση του lockdown το θέλημα αυτό φάνηκε να γίνεται για μια στιγμή πραγματικότητα. 

Μιλώντας πια αποκλειστικά για την προσωπική μου εμπειρία, θα έλεγα από όσα έρχονται στο μυαλό πως ναι, βγήκα με τη σειρά μου εκεί έξω, έφαγα σαν τον παλιό καλό καιρό στο πιο αγαπημένο μέρος. Ακόμη, είδα κόσμο να περπατά επιτέλους σε fast forward. 

Και φυσικά,  ήπια και έναν- δύο καφέδες σε μαγαζί παρότι ούτε στο παρελθόν το συνήθιζα, έτσι γι’ αυτήν την μετάβαση/ αλλαγή μετά από καιρό, για τους ανθρώπους της εστίασης που πρέπει τώρα όσο ποτέ να στηρίξουμε. Και το χάρηκα με την ψυχή μου.  

Όσο για φόβους και τα συναφή, ας μη μιλήσω, έστω γι’ αυτές τις σημερινές «γραμμές».

Δε μπορώ, όμως, να κρύψω και το εξής: Το μυαλό κατέκλυσαν ξανά οι σκέψεις περί «κανονικότητας» και κοινωνικής προσαρμογής κατά τα πρότυπα. 

Δε βαριέσαι, ούτε και αυτό θα το αναλύσω σήμερα. Φτάνει που φάνηκε στο βάθος λίγο φως και που μέσα σ’ όλα ζωντάνεψαν ξανά στη μνήμη τραγούδια, όπως αυτό του αγαπημένου μου κ. Μπακιρτζή: «Συχνάζεις στο μικρό καφέ»…

*Στέλλα Παϊσανίδη

Αναμένουμε με ελπίδα

Είχε παρατραβήξει η κατάσταση των κλειστών μαγαζιών και των σηκωμένων τραπεζιών. Ο καιρός έχει αρχίσει κι ανοίγει για τα καλά. Οι αντοχές του κόσμου είχαν εξαντληθεί. Υπήρχε ανάγκη από χαρά, τη χαρά που μπορεί να δώσει το ωραίο τραπεζάκι και μπύρα έξω. 

Η πρώτη βδομάδα έδειξε ότι ακόμη κι αυτοί που δεν έβγαιναν τόσο γενικώς, όχι απλά στην περίοδο της πανδημίας, εξαιτίας των πολλών μηνών εγκλεισμού, αλλά και του διαχειριστικού παραλογισμού βγήκαν και ήπιαν τον καφέ τους, απόλαυσαν το φαγητό τους σε κάποιο εστιατόριο, ίσως γιατί δεν ξέρουν αν και την άλλη ή την παρα-άλλη βδομάδα θα είναι έτσι. Και στην τελική κουράστηκαν. 

Η εικόνα επιτέλους είναι ελπιδοφόρα. Μπαίνει ένα τέλος στα όρθια ζόμπι που ξεκινούσαν από το σπίτι και απλά βάδιζαν κρατώντας έναν καφέ στο χέρι. Τώρα οι άνθρωποι συναντούν φίλους, γνωστούς και μπορούν να κάνουν  μια κουβέντα της προκοπής. Πάρα πολύς κόσμος αφήνει φιλοδώρημα λέγοντας πως και οι εργαζόμενοι είχαν τόσο καιρό να δουλέψουν και τώρα σκίζονται στη δουλειά για να εξυπηρετήσουν. Η ψυχολογία του κόσμου ακόμη και όσων εξακολουθούν να κάνουν απλά τη βόλτα τους είναι αλλιώτικη. Είναι άλλο πράγμα να βλέπεις την ερημιά της πόλης με τα όμορφα μέρη της άδεια και σίγουρα εντελώς αλλιώτικο να έρχονται χαρούμενες φωνές ύστερα από τόσους μήνες. 

Σίγουρα αυτή η εβδομάδα δεν μπορεί να αποτελέσει δείγμα για τους καταστηματάρχες. Όλοι σπεύσαμε παρασυρμένοι από τα χαρμόσυνα νέα του ανοίγματος. Όμως και η αναμενόμενη είσοδος της μουσικής και το άνοιγμα μουσείων και θερινών σινεμά θα στηρίξουν και την εστίαση, αφού θα δημιουργηθεί ένα ολοκληρωμένο, αλληλοεπηρεαζόμενο και ασφαλές πλέγμα διασκέδασης, ειδικά μάλιστα όσο προχωρούν οι εμβολιασμοί. 

*Χρήστος Ωραιόπουλος

Τουρισμός στο τρίτο κύμα; – Οι συντάκτες της Parallaxi γράφουν…

Concept: Aνακτώ ξανά τις στιγμές που έχασα τόσους μήνες  

Έξι μήνες μετά την προσωρινά μόνιμη παύση της ζωής μου, Δευτέρα 3 Μαϊού ξανάνιωσα. Ήμουν από εκείνους που τηρούσαν αυστηρά τα μέτρα, πατούσα 6 μία φορά την εβδομάδα, και προτιμούσα να μένω σπίτι, ξημερώνει λοιπόν αυτή η Δευτέρα που εγώ έχω κανονίσει απλά να επισκεφθώ το στέκι μου. Και όσο περίεργο και να σας φαίνεται μόλις έφτασα στο κέντρο, και εκεί που με διακατείχε ο φόβος ξάφνου εξατμίστηκε. Ήθελα απλά να ζήσω και να ξεχάσω για λίγο τι με περιβάλλει τον τελευταίο χρόνο και αυτό έκανα. Πήγα μία τεράστια βόλτα, στα κρυφά μου διαμάντια που έχω ανακαλύψει στα μικρά και σκοτεινά στενά του κέντρου, χάζεψα όλες τις ψηλές πολυκατοικίες, αγκάλιασα τον φίλο μου μετά από έναν μήνα, περπάτησα στα γραφικά στενά της Άνω Πόλης και απλά παρατηρούσα, παρατηρούσα κυρίως την ζωή, τις αγκαλιές, τους φίλους που αράξανε στα στέκια μετά από έξι μήνες, τα ζευγάρια που βγήκαν για φαγητό και ένα κρασί, εμάς που τους χαζεύαμε.

Μετά από 3 ώρες περπάτημα καταλήξαμε στο αγαπημένο μου μπαρ στα Λαδάδικα, που δίχως μουσική είναι μισό αλλά εκεί αγαπάς τους ανθρώπους. Καθίσαμε λοιπόν και απολαύσαμε το πρώτο cocktail της ελπιδοφόρας μας φρέσκιας ζωής, που ευχόμαστε να μην μας την πάρουνε πίσω. Ήταν σαν να μην πέρασε μια μέρα, οι ίδιοι άνθρωποι στα γύρω τραπέζια, η ίδια συνήθεια, η ίδια μυρωδιά, το ίδιο τραπέζι. Για λίγο ξεχάσαμε τον φόβο, ξεχάσαμε την απαγόρευση, τα μη, ζήσαμε. Και αυτό θέλω να κάνω από εδώ και πέρα, να ζω, γιατί φέτος ένοιωσα πως ότι έχεις δεδομένο δεν είναι τελικά. Γι αυτό για τους επόμενους 6 μήνες που ελπίζω να είμαστε ανοιχτά, μην ξεχάσετε να απολαμβάνετε την κάθε μέρα ξεχωριστά, με προσοχή αλλά μην ξεχάσετε να ζείτε, να πιείτε όλα τα τσίπουρα που στερηθήκατε, να πάτε στα αγαπημένα σας στέκια, να χαζέψετε και να σημαδέψετε τα αγαπημένα σας σοκάκια, να ερωτευτείτε την πόλη ξανά.

*Μυρτώ Τούλα

Άλλαξαν μόνο τα πρόσωπα

Η επανεκκίνηση της εστίασης είναι ένα αφάνταστα σημαντικό γεγονός. Κι αυτό γιατί, ενώ τόσο καιρό μπορούσαμε με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο να βγούμε έξω, να περπατήσουμε, ή να βρούμε φίλους και γνωστούς, τίποτα δεν συγκρίνεται με την απόλαυση της συνεστίασης. Την χαρά να μοιράζεσαι με την σχετική αυτονομία του τραπεζιού, ένα απολαυστικό μεσημεριανό ή βραδινό ποτό, φαγητό κλπ.

Είναι αλήθεια ότι οι πρώτες σκέψεις σχετικά με τη νέα καθημερινότητα συνδυάζονται από προσπάθειες να ξαναδούμε μέσα από αυτή, την παλιά μας ζωή. Παρά ταύτα, ο Μάης αυτός μου θυμίζει περισσότερο τον Ιούνιο του 2020 πάρα τον Μάη του 2019 που η πανδημία ήταν άγνωστη λέξη. Από τις πρώτες μέρες νιώθω ακριβώς όπως πέρυσι· κόσμος ανακουφισμένος που μπόρεσε επιτέλους να βγει και να διασκεδάσει χωρίς να συναντά μπροστά του το φάντασμα μιας κλειστής πόλης που μέσα στα κλειστά μαγαζιά της κράτα επτασφράγιστο μυστικό την ανάμνηση της ελευθερίας.

Βέβαια, δεν είναι άπαντες διατεθειμένοι να μοιραστούν αυτή την ανακούφιση. Υπάρχουν και αυτοί που βλέποντας τα κρούσματα καθημερινά δεν μπορούν να συμφωνήσουν με το άνοιγμα της εστίασης. Το όλο τραγικό σκηνικό της πανδημίας είναι λογικό να δημιουργεί φόβους και σκέψεις για την καταλληλότητα του ανοίγματος. Όμως, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι ζούμε έναν ακραίο αγώνα αντοχής που αφορά τόσο στο οικονομικό κομμάτι, όσο και στο ψυχικό. Και το δεύτερο δεν είναι παρά η ζωή μας εν συνόλω. Όπως και να χει, μακάρι το άνοιγμα αυτό της εστίασης να είναι το τελευταίο και να μην ξαναβρεθούμε ποτέ ξανά φάτσα κάρτα με το τέρας του εγκλεισμού.

*Bαγγέλης Θεοδωράκης

Τι κρατάει πίσω την πόλη – Οι συντάκτες μας γράφουν

Μία δόση της παλιάς μας ζωής

Πρώτη μέρα χαλάρωσης των αυστηρών μέτρων και η αλήθεια είναι πώς ποτέ μου δεν έχω ξανανιώσει τόσο ανάμεικτα συναισθήματα. Μία μέρα που σήμαινε επανένωση με τους φίλους που τόσο καιρό είχαμε χαθεί, μία δόση της παλιάς μας ζωής μας, εκείνης που οι καφέδες μετά την δουλειά ήταν αυτονόητοι, που δεν θέλαμε να γυρίσουμε σπίτι. 

Έχοντας εξερευνήσει αυτό το διάστημα, με την εστίαση κλειστή, την μισή Θεσσαλονίκη, έχοντας πιει καφέ στα πάρκα ή στις πλατείες η επιλογή της καφετέριας μετά από τόσους μήνες ήταν το λιγότερο συναρπαστική!  Όσο περπατούσες στο δρόμο έβλεπες τους ανθρώπους λίγο πιο ανανεωμένους, σαν να έχουν μία ελπίδα ότι όλο αυτό τελειώνει, ότι όλα θα ξαναγίνουν φυσιολογικά. Έβλεπες παρέες, φίλους να αγκαλιάζονται, χαμόγελα κάτω από τις μάσκες. Τα τραπέζια ήταν γεμάτα παντού γέλια, ατελείωτες συζητήσεις. Ο ένας καφές ή το ένα ποτό δεν ήταν αρκετά για να προλάβεις να τους διηγηθείς τις περιπέτειες της καραντίνας vol 3 ( ή μήπως όχι;). Να μάθεις τα νέα, να δεις πόσο άλλαξαν σε όλο αυτό το διάστημα, να τους χαζέψεις λίγο, να παρατηρήσεις τα χαρακτηριστικά τους γιατί άλλο είναι να τους βλέπεις μέσα από μία οθόνη.

Φυσικά, υπήρχαν και φόβοι, «Αν κάποιος στην καφετέρια είναι θετικός;» «Είσαι σίγουρη πώς θες να διευρύνεις τον κύκλο σου που τόσο καιρό κάνεις καραντίνα;» «Να πάμε μόνο σε κάποιο που δεν θα έχει κόσμο!» Και η στιγμή που κατεβάζεις την μάσκα, ότι πιο περίεργο. Μετά από ένα χρόνο να κάθεσαι με κάποιον και να βλέπεις ολόκληρο το πρόσωπο του και όχι τα μάτια.

*Eύα Καβάζη

Με κωδικό «6» πήραμε για λίγο πίσω τη ζωή μας

Τα μέτρα αρχίζουν να χαλαρώνουν, με κάπως περίεργο τρόπο θα έλεγα, αλλά τουλάχιστον, βλέπουμε κάποιες αλλαγές. Αν και δυστυχώς δεν έχει έρθει η ώρα μου να εμβολιαστώ, άρα και να νιώσω πιο ασφαλής, με το που επιτράπηκαν οι διαδημοτικές μετακινήσεις τις καθημερινές και ο καιρός «άνοιξε» αποφάσισα να περπατήσω στην πόλη μου που τόσο αγαπώ και στερήθηκα αυτούς τους 6 μήνες.

Πρώτη βόλτα, φυσικά, στην Άνω Πόλη! Μια περιοχή που για λίγο ξεφεύγεις από τη βαβούρα του κέντρου και θυμίζει άλλες εποχές, μακρινές που μπορεί να μην έζησα φυσικά, έχω ζήσει όμως μέσω διηγήσεων, φωτογραφιών και βιβλίων. Έχει μια μαγική ατμόσφαιρα όταν την περπατάς και σε κατακλύζουν πέρα από τις υπέροχες εικόνες και μυρωδιές. Από ένα φαγητό μαμαδίσιο, μέχρι μια ανθισμένη τριανταφυλλιά ή μια φρεσκοαπλωμένη μπουγάδα.

Ένα από τα καλά που έχει η Θεσσαλονίκη είναι οι μικρές της αποστάσεις. Σε 45 – 50 λεπτά με τα πόδια κατεβαίνεις για παράδειγμα από την Καλαμαριά στο Κέντρο. Αυτές οι μικρές αποστάσεις είναι που μας επιτρέπουν πολλές φορές να γινόμαστε και τουρίστες στην ίδια μας την πόλη. Αυτό μου έλειψε με τον 6μηνο εγκλεισμό, που δυστυχώς ακόμα δεν έχει τελειώσει και εύχομαι σύντομα να μπορέσω να ξεχυθώ στους δρόμους χωρίς μηνύματα, περιορισμούς και γιατί όχι και χωρίς μάσκες.

*Βιβή Kοτσαπουϊκίδου

Πόσο έχει αλλάξει η ζωή φέτος – Οι συντάκτες μας γράφουν

Η ανάγκη για ζωή κέρδισε

Ποτέ δεν πίστευα στη ζωή μου πως ένα γεύμα με την οικογένεια μου σε μία ταβέρνα θα με έκανε τόσο χαρούμενο! Και όμως μετά από 6 μήνες καραντίνας, συνειδητοποίησα πως τα πιο απλά είναι τα καλύτερα στη ζωή μου.

Δεν είχα καν δρομολογήσει πως την πρώτη μέρα που άνοιξε η εστίαση θα βγω, αλλά τελευταία στιγμή ο μπαμπάς μου μας είπε «πάμε για θαλασσινά;» και έτσι ψάξαμε το κατάλληλο μαγαζί. Ξεκινήσαμε οικογενειακώς με μία βόλτα και στη συνέχεια κάτσαμε για να δειπνήσουμε, χωρίς μάσκες. Αλλιώτικο συναίσθημα. Καθόμουν ανάμεσα μέσα σε τόσο κόσμο και δεν προστατευόμουν. Αισθανόμουν λες και έκανα κάτι κακό. Αυτές ήταν οι πρώτες μου σκέψεις. Αλλά τελικά δεν έκανα τίποτα κακό, απλώς η ανάγκη για ζωή, κέρδισε! Ξεχάστηκα τελείως και ένιωσα για λίγες ώρες ελεύθερος. Και στη συνέχεια συνεχίσαμε την βόλτα μας, με την ελπίδα πως σε λίγο καιρό, οι μάσκες και όλα τα μέτρα προστασίας θα είναι ένα κακό όνειρο που κάποτε ζήσαμε.

*Nίκος Γκάγιας
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα