Σκοτεινός Νοέμβρης, Πολιτική φαντασία μιας εκτροπής XVI
Η parallaxi φιλοξενεί ένα πολιτικό θρίλερ δια χειρός Φώτη Κυζάκη, σε συνέχειες - Σήμερα το 16ο μέρος
Λέξεις: Φώτης Κυζάκης
Στο αποκορύφωμα της σύγκρουσης για το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης, στην Ελλάδα συντελείται μια μεγάλη πολιτική αλλαγή. Ο Μάρκος Κορωναίος είναι ο πολιτικός που καταφέρνει να φέρει το Φιλελεύθερο Κόμμα ξανά στην εξουσία έπειτα από δεκατρία χρόνια πολιτικής κυριαρχίας του Εργατικού Κόμματος.
Η πραγματική δύναμη του όμως πηγάζει από τις δυνάμεις του παρακράτους. Την στιγμή που μια κοινωνική εξέγερση ξεσπά στην Αθήνα, με αφορμή σκάνδαλα σεξουαλικής παρενόχλησης και σωματεμπορίας, οι ευρωπαϊκές εξελίξεις αναδεικνύουν την Ελλάδα στο πιο σημαντικό κομμάτι της διεθνούς σκακιέρας. Το διακύβευμα είναι τεράστιο. Είναι η ηγεμονία στην Ευρώπη.
Το παρελθόν των πολιτικών ελίτ, οι ρίζες της ηγεμονίας του Εργατικού Κόμματος και η συνταγή της νίκης του Μάρκου Κορωναίου ξεδιπλώνονται σε μια ελληνική κοινωνία, που μοιάζει περισσότερο από ποτέ με πυριτιδαποθήκη.
Τον σκοτεινό Νοέμβρη του 2018, η Ελλάδα είναι μια χώρα που φλερτάρει επικίνδυνα με την εκτροπή και ο λαός πρέπει να αποφασίσει: ο Μάρκος Κορωναίος είναι η αυγή μιας νέας βάρβαρης εποχής ή ένας διάττοντας αστέρας, πριν την μεγάλη ανατροπή;
θυμηθείτε εδώ τα προηγούμενα μέρη:
Κεφάλαιο 16ο
9 Νοεμβρίου 2018
Πάνος Μαυρογορδάτος
Πεδίο του Άρεως
Το Σωματείο είχε καλέσει σε εργατική συγκέντρωση στο Πεδίο του Άρεως. Οι αποκαλύψεις του αντιπολιτευόμενου τύπου για τις σχέσεις της κυβέρνησης με τις δραστηριότητες του Μίμη Ράλλη και του Παντελή Γρίβα, η μαρτυρία και η εξαφάνιση της Ζάρια, αλλά και η καταγγελία σεξουαλικής παρενόχλησης φοιτήτριας από τον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης άλλαξαν τα δεδομένα των κοινωνικών αγώνων και των κινητοποιήσεων των προηγούμενων εβδομάδων. Η συνεργασία κυβέρνησης και ΣΕΒ-Νικολάου φαινόταν πως έπαιρνε νέες διαστάσεις εντασσόμενη σε ένα ευρύτερο δίκτυο εξουσίας, εξυπηρετήσεων και παράνομων και ανήθικων δραστηριοτήτων.
Όλοι το γνώριζαν αυτό και η νέα διάθεση για αγώνες ανάμεσα στα εργατικά σωματεία ήταν πολύ διαφορετική. Οι συγκρούσεις με την Εθνική Αφύπνιση, με την ανοχή των δυνάμεων της αστυνομίας, σκληραγώγησε και βάθυνε το χάσμα των Σωματείων με το Κράτος, αναπτύσσοντας εκείνην ακριβώς την πάστα που θα οδηγούσε στην εξέγερση.
Το κέντρο της Αθήνας είχε αποκλειστεί από την μεγάλη συγκέντρωση των φεμινιστικών οργανώσεων και κυρίως από το κάλεσμα της Οργάνωσης ΦυλΙΑ, η οποία είχε αποκαλύψει την υπόθεση βιασμού φοιτήτριας από τον Παναγιώτη Βασιλόπουλο.
Το Εργατικό Κόμμα από την πρώτη στιγμή είχε στηρίξει αμφότερες τις κινητοποιήσεις. Εξάλλου η οργάνωση και η κουλτούρα των αγώνων πήγαζαν από την ίδια την ύπαρξη του κόμματος και από την πολιτική παράδοση του 2005, τότε που το Φιλελεύθερο Κόμμα, ταυτισμένο με τις οικονομικές ολιγαρχίες των βορείων προαστίων της Αθήνας, είχε χάσει το κοινωνικό του έρεισμα, το έρεισμα της λαϊκής δεξιάς, οδηγώντας τον Μιχαηλίδη και τον Παπαδάκη στην απόλυτη ηγεμονία. Η διάλυση σχεδόν του ΣΕΒ και η κινηματική πολιτική που άσκησε η πρώτη κυβέρνηση του Εργατικού Κόμματος, έδωσαν τις κατάλληλες ευκαιρίες για την δημιουργία κοινωνικών κινημάτων, έντονα συνδεδεμένων με την συμπολίτευση. Αυτή η σχέση ποτέ δεν χάλασε. Η ελληνική κοινωνία και τα κοινωνικά κινήματα άλλαξαν, χάρη στο Εργατικό Κόμμα, και αυτό δεν το ξέχασαν ποτέ. Έτσι, με την αλλαγή της κυβέρνησης, ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα του Χάρη Ανδρέου και οργανώθηκαν ξανά με μοναδικό συνδετικό τους κρίκο το ίδιο το Εργατικό Κόμμα.
«Η μέρα είναι ιστορική σύντροφοι!», είπε ο Μαυρογορδάτος από την ντουντούκα του. «Σήμερα όλος ο λαός είναι στον δρόμο! Διαδηλώνει! Αγωνίζεται!».
Ξέσπασαν ξέφρενα χειροκροτήματα.
«Γιατί πλέον το ζήτημα δεν είναι εργατικό. Δεν είναι συνδικαλιστικό. Είναι βαθιά ηθικό!».
Αυτό ήταν αλήθεια. Όλες οι διοικήσεις των οργανώσεων καταλάβαιναν ότι η ρήξη ήταν ηθική και κοινωνική. Το Φιλελεύθερο Κόμμα είχε μόλις κλείσει έξι μήνες στην εξουσία, και η κοινωνική δομή των δεκατριών χρόνων ηγεμονίας του Εργατικού Κόμματος είχε αντιδράσει έντονα. Ήταν μία σύγκρουση ανάμεσα σε δομές αμιγώς κοινωνικές και σε δίκτυα εξουσίας κυρίως οικονομικά. Οι μεγάλες επιχειρήσεις της χώρας, που πλήρωσαν βαρύ το τίμημα της αλαζονείας του 2005, είχαν πλέον ανασυνταχθεί, αλλά αντιμετώπιζαν μια κοινωνία πολύ διαφορετική. Η ταξική συνείδηση του λαού, σφυρηλατημένη από την ταύτιση του με το Εργατικό Κόμμα, ήταν πολύ πιο έντονη από την ψευδαίσθηση της κοινωνικής ανόδου που είχε καλλιεργήσει το μιντιακό σύστημα και οι οικονομικές ελίτ. Ο λαός ήξερε καλά τι γινόταν στην τσέπη του. Η διεύρυνση λοιπόν του χάσματος άνοιξε τον δρόμο για την σύγκρουση και έθεσε τις βάσεις για την οργάνωση της κοινωνίας σε πολιτικό σύστημα. Η κοινωνία χρειαζόταν ένα πολιτικό εργαλείο, μιας και η κυβέρνηση άνηκε στους ολιγάρχες. Το Εργατικό Κόμμα μπορούσε να παρέχει την επαφή με το κοινοβούλιο και την θεσμική πολιτική δράση, ήταν όμως απαραίτητη και μια νέα μαζική και λαϊκή πολιτική οργάνωση, την ώρα που στην πρωτεύουσα φτιάχνονταν συνθήκες απελευθέρωσης από μια κυβέρνηση «δοσίλογων».
«Σύντροφοι! Σήμερα θα πέσει η κυβέρνηση των συνεργατών! Η κυβέρνηση των συνεργατών της Νικολάου, του ΣΕΒ, του Γρίβα και όλων των διαχρονικά δυναστών του λαού μας! Όλοι μαζί μπορούμε να φτιάξουμε μια νέα Ελλάδα, πιο δίκαιη. Μια Ελλάδα που θα ανήκει στον λαό της!».
«Εμπρός λαέ μην σκύβεις το κεφάλι, ο μόνος δρόμος είναι, αντίσταση και πάλη!», απάντησαν οι συγκεντρωμένοι εργάτες των Σωματείων της Αθήνας.
«Για αυτό… για αυτό…». Έπρεπε να διακόψει, καθώς ένας από τους συναδέλφους του επέμενε να του μιλήσει. «Τι είναι που δεν μπορεί να περιμένει…».
«Πάνο… η ΦυλΙΑ έβγαλε κάλεσμα σε όλες τις οργανώσεις για κοινή συγκέντρωση… σε λίγο στο Σύνταγμα ξεκινάνε…».
«Και τι να κάνουμε;».
«Έχουμε τα ίδια αιτήματα… το είπες μόνος σου το ζήτημα είναι πολιτικό…».
«Δεν μπορούμε όμως να συμβιβάσουμε το εργατικό με το έμφυλο!».
«Μα αυτό είναι το θέμα! Η ΦυλΙΑ θέτει ζήτημα κυβέρνησης! Για πρώτη φορά!».
Φαινόταν να το σκέφτεται πιο σοβαρά. Κυκλοφορούσε η φήμη ότι το βασικό πανό στην συγκέντρωση του Συντάγματος θα ήταν ένα τεράστιο ΦΥΓΕΤΕ, αλλά δεν υπήρχε κάποια σίγουρη επιβεβαίωση. Η ΦυλΙΑ και η Φιλιώ Μεγαπάνου το άφηναν να αιωρείται, την στιγμή που επιβεβαιώθηκε σε αυτούς ότι ο Χάρης Ανδρέου θα συμμετείχε στην πορεία, χωρίς να αφεθεί να διαρρεύσει. «Θα είναι και ο Ανδρέου εκεί. Δεν μπορούμε να λείπουμε».
Ο Μαυρογορδάτος κοίταξε τα Συνδικάτα. «Δεν είναι μία απόφαση που θα την πάρω μόνος μου…».
«Πρότεινε το τώρα…».
Ο συνάδελφος του είχε δίκιο. Δεν είχε και πολλές επιλογές, έτσι κι αλλιώς. Έπιασε γερά την ντουντούκα του, την σήκωσε στο ύψος του στόματός του και πρότεινε ακριβώς αυτό. Την ανταπόκριση στο κάλεσμα της ΦυλΙΑ και την ένωση με την συγκέντρωση του Συντάγματος.
«Σύντροφοι και συντρόφισσες. Ο αγώνας είναι κοινός και κυρίως είναι πολιτικός. Όπως είπα πριν, πλέον δεν θέλουμε να αποσυρθεί απλά το νομοσχέδιο, θέλουμε να φύγει η κυβέρνηση. Θέλουμε να αναλάβει ο λαός. Και θεωρώ ότι πλέον συμφωνούμε όλοι σε αυτό. Το φρούτο ωρίμασε. Η ώρα έφτασε!».
Οι συγκεντρωμένοι εργάτες χειροκρότησαν και με μια βοή συμφώνησαν με τον Πάνο Μαυρογορδάτο. Ξεκίνησαν να κατεβαίνουν την 28ης Οκτωβρίου με κατεύθυνση προς την Ομόνοια. Με μία στάση εμπρός από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, έστριψαν από την Πανεπιστημίου και συνέχισαν μέσω της Ελευθερίου Βενιζέλου προς την Πλατεία Συντάγματος, όπου σταμάτησαν στην γωνία με την Λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, ακριβώς στην σκιά του Κοινοβουλίου.
Η συγκέντρωση της ΦυλΙΑ ξεκινούσε από την Σταδίου και απλωνόταν σαν ιστός σε όλες τις οδούς που έτεμναν την Πλατεία Συντάγματος. Από την Ναυάρχου Νικοδήμου μέχρι το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο και την Χρήστου Λαδά, και από όλο το μήκος της Ελευθερίου Βενιζέλου μέχρι την Αιόλου, η Αθήνα κινούνταν στον ρυθμό της μεγαλύτερης συγκέντρωσης διαμαρτυρίας στην ελληνική ιστορία. Μιας συγκέντρωσης που απονομιμοποιούσε το βαθύ κράτος. Μιας συγκέντρωσης που η κυβέρνηση είχε κρίνει, μέσω των κατευθυνόμενων δικαστηρίων, παράνομη.
Μάρκος Κορωναίος
Μέγαρο Μαξίμου
Το απόγευμα, η φεμινιστική οργάνωση ΦυλΙΑ που αποκάλυψε τις καταγγελίες σε βάρος του Αντιπροέδρου της κυβέρνησης καλούσε σε συγκέντρωση στο Σύνταγμα και έπειτα σε πορεία στο κέντρο της Αθήνας. Η αστυνομία είχε πάρει τα μέτρα της ώστε να μην υπάρξουν επεισόδια ή καταστροφές. Τις τελευταίες μέρες το κέντρο είχε παραλύσει, κυριολεκτικά. Δεκάδες μαζικές συγκεντρώσεις, που όλες χαρακτηρίζονταν παράνομες από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και από την Διεύθυνση της ΕΛΑΣ, που μέρα με την μέρα γίνονταν πιο μεγάλες, πιο επιθετικές, πιο δυνατές, έκαναν σεισμό στην πρωτεύουσα. Αυτό φόβιζε τον Κορωναίο πιο πολύ από όλα. Η λαϊκή κινητοποίηση, οι κοινές εμπειρίες και οι συνειδήσεις που δημιουργούνταν και που τελικά οδηγούν στην πολιτική ταύτιση με το Εργατικό Κόμμα. Η εκστρατεία του Ανδρέου για το Νέο Εργατικό Κόμμα, το Κόμμα που επέστρεφε στις ρίζες του, φαινόταν να πετυχαίνει. Ήδη οι σύμβουλοι του Κορωναίου τον ενημέρωσαν για πτώση της δημοφιλίας του και για άνοδο των ποσοστών της αξιωματικής αντιπολίτευσης. «Δεν θα αργήσει ο Ανδρέου να ζητήσει εκλογές…», του είχαν πει.
«Δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Κάναμε πολύ δουλειά για να βρεθούμε εδώ», απαντούσε αρνούμενος να δει την πραγματικότητα. Αν το Εργατικό Κόμμα υπό τον ριζοσπάστη Χάρη Ανδρέου ανέβαινε και πάλι στην εξουσία θα τους κυνηγούσε, θα έψαχνε την Γερμανία, θα έψαχνε τις σχέσεις τους με τον Γρίβα και τον ΣΕΒ. Θα τα έψαχνε όλα.
Δεν έπρεπε να πέσει. Δεν έπρεπε να χάσει την θέση του. Πάση θυσία ήταν απαραίτητο να σταματήσει η πτώση, να διαλυθεί η λαϊκή κινητοποίηση, να οδηγήσει το Εργατικό Κόμμα σε κρίση, έστω τεχνητή. Ο Γρίβας τον διαβεβαίωνε ότι προβάλλοντας σε υψηλά ποσοστά την Ρούσου και το σκάνδαλο κατάφερναν να κρατάνε την αξιωματική αντιπολίτευση σχετικά μαζεμένη. Χρειαζόταν όμως κάτι πιο βαρύ, μια κατάθεση, μια δήλωση, που θα δημιουργούσε ρωγμές στην επιχειρηματολογία της αντιπολίτευσης. Η Μαρία Νικολάου τον καθησύχαζε θυμίζοντας του την στήριξη του επιχειρηματικού κόσμου. «Πρόεδρε μην χάνεις τα λογικά σου. Αυτές οι διαδηλώσεις είναι πρόσκαιρες. Τα ΜΜΕ δεν τους προβάλλουν, η κοινωνία παραμένει μαγκωμένη όπως ακριβώς θέλαμε. Το εργατικό νομοσχέδιο, σκέψου πέρασε πριν λίγο καιρό και δεν κουνήθηκε φύλλο. Δεν ασχολούνται. Δεν τους νοιάζει. Όλο αυτό είναι απλά θέμα επικαιρότητας».
«Μακάρι να είναι έτσι Μαρία. Φοβάμαι όμως ότι θα διαρκέσουν περισσότερο από ότι σχεδιάζουμε… Είναι και ο ανασχηματισμός του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, που θα παίξει πολύ στα μέσα».
«Σίγουρα. Έκανες καλή επιλογή στο πρόσωπο. Είναι κατάλληλος για την περίσταση».
«Ναι το ξέρω». Ο Κορωναίος δεν το πίστευε. Έπρεπε όμως να το πιστέψει. «Δεν πρέπει να τραβήξουμε το σχοινί στα άκρα. Παρόλαυτα η στήριξη του Συνδέσμου είναι πολύ βοηθητική».
«Για αυτή να είσαι σίγουρος!».
Κάπως έτσι τελείωσε η σύντομη συζήτηση τους και ο πρωθυπουργός ξάπλωσε στον καναπέ του γραφείου. Χτύπησε το κινητό του, δίπλα από το κεφάλι του. Κοίταξε το όνομα στην οθόνη. Ήταν η αδερφή του. «Ναι…».
«Έλα Μάρκο, τι συμβαίνει εκεί;». Η λεπτή φωνή της Ελένης Κορωναίου ήχησε γλυκά στα αυτιά του, σαν κλειδί σε κλειδαρότρυπα.
«Αναμένουμε…».
Σηκώθηκε από τον καναπέ και πλησίασε το γραφείο.
«Περιμένουμε την δικαιοσύνη ως προς τον Ράλλη, αφού το Υπουργείο δεν κατάφερε να πιέσει παραπάνω. Κατά πάσα πιθανότητα θα χρειαστεί να άρουμε την ασυλία του Βασιλόπουλου και να τον παραιτήσουμε από την κυβέρνηση. Το σκάνδαλο Ρούσου δεν πείθει την ελληνική κοινωνία. Η εμπιστοσύνη στα μέσα έχει πέσει και το Εργατικό Κόμμα παίρνει όλη την αντίδραση».
«Είναι σίγουρο ότι θα συλλάβουν τον Ράλλη. Το ξέρω. Όσον αφορά τον Βασιλόπουλο δεν θα χρειαστεί. Θα αργήσει να προχωρήσει η υπόθεση. Οι κινητοποιήσεις;».
«Κάθε μέρα. Μας έχουν τρελάνει. Και ο καριόλης ο Ανδρέου είναι κάθε μέρα εκεί! Κάθε μέρα!».
«Πρέπει να σταματήσει Μάρκο. Μας κάνει κακό. Ο κόσμος αρχίζει να αλλάζει και αυτό δεν μας συμφέρει…».
«Και πως θα το κάνουμε αυτό; Κάθε βράδυ το κέντρο καίγεται. Και η αστυνομία έχει όρια. Ήδη με την εκκένωση της κατάληψης τα ξεπεράσαμε. Θάψαμε το θέμα με τον θάνατο της δημοσιογράφου, αλλά αρχίζουν να ζητάνε να μάθουν που είναι η κοπέλα που έκανε την καταγγελία».
«Κόψε τους από τα Μέσα».
«Μα τους έχουμε κόψει! Το θέμα είναι τα social media».
«Ωραία. Άστο πάνω μου. Θα μιλήσω με τον Διευθυντή του Ευρωπαϊκού Τμήματος του Facebook. Να δούμε μήπως τους μειώσουμε την ακροαματικότητα. Ενδέχεται να χρειαστεί να μιλήσει πάλι με την Κάουφεν. Θα δείξει. Πρέπει να σταματήσει αυτό Μάρκο».
«Το ξέρω…».
Η Ελένη Κορωναίου δεν μίλησε. Αναστέναξε, γράφοντας μάλλον ταυτόχρονα κάτι.
«Μου λείπεις…», είπε.
«Και μένα…», απάντησε ο Κορωναίος και χαμογέλασε κοιτώντας την φωτογραφία της που είχε στο γραφείο δίπλα του. Ακούμπησε το τζαμάκι σαν να χάιδευε τα μάγουλα της, κάτω από τα γαλάζια μάτια και τα ξανθά μαλλιά της. Την αγαπούσε σαν γυναίκα, σαν αδερφή, σαν άνθρωπο. Ήταν τα πάντα για αυτόν και το γεγονός ότι το έκρυβε τον έπνιγε. Φυσικά αγαπούσε και την σύζυγο του, αλλά η Λοξάντρα ήταν πιο σκληρή, πιο κλειστή. Είχε ταυτιστεί με την εκδίκηση.
Ιάκωβος Νέλλος
Στούντιο Τηλεοπτικού Σταθμού Channel 6
Η Ζάρια ήταν νεκρή, η Παππά είχε δολοφονηθεί, και ο Ιάκωβος Νέλλος είχε επιστρέψει στο πλατό της πρωινής ζώνης του Channel 6. Δεν ήξερε γιατί το έκανε αυτό. Δεν μπορούσε να βλέπει τα πρόσωπα τους, που σαν να μην συνέβαινε τίποτα σχολίαζαν αρνητικά τους διαδηλωτές, έβγαζαν στα παράθυρα «ταλαιπωρημένους πολίτες», κατηγορούσαν την αντιπολίτευση για παρακράτος καταρρίπτοντας κάθε έννοια δημοσιογραφικής δεοντολογίας ή αντικειμενικότητας. Θεωρούσε όμως ότι μπορούσε να ακολουθήσει μια στρατηγική αγώνα. Να ρίξει το φρούριο από μέσα. Να αναδείξει, με όποιον τρόπο μπορούσε, κάποιες σημαντικές ειδήσεις. Ήξερε πολύ καλά ότι θα έκαναν τα πάντα για να τον κόψουν. Ήξερε πάρα πολύ καλά ότι τον ήθελαν αμίλητη κούκλα για να αποδείξουν ότι ευνοούν την πολυφωνία.
«Εμφανώς οι νέες κινητοποιήσεις αυτών των…. Κοριτσιών; Δεν μου μοιάζουν καν για κορίτσια… έχουν όμως εμφανώς την στήριξη του Εργατικού Κόμματος. Θεωρώ ότι αν δεν λάβει η κυβέρνηση δραστικά μέτρα θα αντιμετωπίσουμε συνθήκες που θα θυμίζουν άλλες εποχές… έτσι; Μην μπω σε λεπτομέρειες ξέρετε… Επαναστατική Αντίδραση, τρομοκρατία κτλπ…».
«Λες να φτάσουμε σε αυτό το σημείο Θάνο;», ρώτησε ο Γιώργος Κίμογλου.
«Ασφαλώς…».
Ο Νέλλος δεν έλεγε τίποτα, απλά χτυπούσε το στυλό του στο ντοσιέ που είχε πάνω στο τραπέζι. «Ιάκωβε; Τι έχεις να πεις;».
«Εμένα οι απόψεις μου δεν είναι και πολύ δημοφιλείς εδώ…».
«Αυτό δεν είναι σωστό που το λες… εδώ ακούγονται όλες οι απόψεις…», είπε ο Κίμογλου.
«Τι καριόλης που είσαι…», σκέφτηκε. Γέλασε ελαφρά. «Γιώργο κοίτα…». Κόμπιασε. Δεν ήξερε πως να το θέσει, πως να αναπτύξει διπλωματικά το σχόλιο του.
«Η κατάσταση είναι περίεργη. Οι κινητοποιήσεις είναι μαζικές και πρωτοφανείς. Αν όλος αυτός ο κόσμος είναι περιθωριακός, τότε τι χώρα είναι αυτή; Η κυβέρνηση προφανώς έχει χάσει την εμπιστοσύνη του λαού και το ζήτημα είναι να μην κοντράρει παραπάνω την λαϊκή θέληση γιατί μπορεί να έχουμε επικίνδυνες εξελίξεις… Θεωρώ ότι πρέπει να γίνει ή ριζικός ανασχηματισμός ή να παραιτηθεί η κυβέρνηση…».
«Τι είναι αυτά που λες;», είπε ο Θάνος Ρίζας. «Αυτό θα σημαίνει ότι θα υποκύψει η κυβέρνηση στα αιτήματα των παρακρατικών… Η κυβέρνηση αυτή έχει μόλις εκλεγεί με μεγάλη διαφορά… Έχει νομιμοποίηση να εφαρμόσει το πρόγραμμα της… ΑΣΦΑΛΕΙΑ!».
«Ασφάλεια όμως δεν μπορεί να είναι η καταστολή. Ασφάλεια δεν μπορεί να είναι οι δολοφονίες δημοσιογράφων! Η κάλυψη εγκλημάτων κατά της γενετήσιας αξιοπρέπειας!».
«Τι είναι αυτά που λες; Ψέματα. Λάσπη! Ντροπή σου!», φώναξε ο Ρίζας.
Από το ακουστικό η Ναταλί έλαβε εντολή να κόψει τον Νέλλο μια και καλή. «Ιάκωβε! Εδώ ο κόσμος καίγεται και καθόμαστε και λέμε τα αυτονόητα; Υπάρχει ή δεν υπάρχει κράτος; Νόμιμο κράτος; Υπάρχει ή δεν υπάρχει λαϊκή ετυμηγορία πριν έξι μήνες;».
«Κράτος υπάρχει αλλά από ότι φαίνεται δεν είναι νομιμοποιημένο πλέον…».
«Εφόσον υπάρχει…». Η Ναταλί ακουγόταν πολύ εκνευρισμένη. «Να επιβληθεί!».
Ξεφύσησε και ο Νέλλος ένιωσε πολύ περίεργα. Δεν την είχε ποτέ ακούσει να φωνάζει έτσι. «Πάμε σε ένα διάλλειμα;», ρώτησε το κοντρόλ. «Γιατί όχι; Τι εννοείς;». Τράνταξε το κεφάλι της σαν να μην πίστευε αυτό που άκουγε. «Κυρίες και κύριοι, έχουμε μια εξέλιξη της τελευταίας στιγμής. Η συγκέντρωση των υπαλλήλων της ΝΑΥΠΗΓΙΚΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΑΕ ενώθηκε με την παράνομη συγκέντρωση στο Σύνταγμα. Το κέντρο πλέον είναι αποκλεισμένο από τους διαδηλωτές…».
Με το που ξεκίνησε η απευθείας σύνδεση με την Πλατεία Συντάγματος και οι δέκτες των τηλεθεατών έδειξαν τον κόσμο να ζητωκραυγάζει ενάντια στην κυβέρνηση και τους συνεργάτες της επιχειρηματίες, ο Νέλλος σηκώθηκε από την θέση του, πέταξε το μικρόφωνο πάνω στο τραπέζι και είπε: «Αυτό είναι ξεφτίλα! Έχετε απωλέσει τελείως το νόημα της δημοσιογραφίας! Δεν… Μου είναι πραγματικά αδύνατον να συνυπάρξω μαζί σας άλλο! Φεύγω… Θα μιλήσω και με την διοίκηση…».
«Στο καλό να πας!», φώναξε ο Θάνος Ρίζας.
Ο Νέλλος γύρισε και τον κοίταξε. «Θα έρθει η ώρα που θα το μετανιώσεις αυτό!».
«Αυτές τις απειλές να τις κρατήσεις για τον φίλο σου, τον Χάρη Ανδρέου!».
Δεν του απάντησε σε αυτό. Σήκωσε απλά το χέρι του και το μεσαίου δάκτυλο, χειρονομώντας, και έφυγε από το στούντιο του Channel 6, παίρνοντας την τσάντα με το λάπτοπ και τις σημειώσεις του, από την είσοδο του δωματίου, που τον είχαν μακιγιάρει. Το μπουφάν του ήταν κρεμασμένο στον καλόγερο της εισόδου του στούντιο, μαζί με το κράνος του. Ανέβηκε στην μηχανή του και ξεκίνησε για το σπίτι του.
Μιχάλης Αντωνιάδης
Πάρνηθα
Δεν μπορούσε να το πιστέψει. Είχαν περάσει τρεις μέρες από τον θάνατο της φίλης του, της Ελένης Παππά, της φίλης που αγαπούσε όσο κανέναν άλλον στον κόσμο. Είχε πεθάνει από τα χέρια ενός ΜΑΤατζή, ενός οργάνου της τάξης, που υποτίθεται ότι έπρεπε να τους προστατεύει. Ποτέ του δεν είχε βρίσει αστυνομικό. Πάντα κατήγγειλε την αυθαιρεσία και την βία, αλλά ποτέ δεν την είχε δει από κοντά. «Το κράτος του Μάρκου Κορωναίου είναι ένα αυταρχικό και αστυνομικό κράτος», έλεγαν οι αριστεροί φοιτητές που τον είχαν μεταφέρει μουδιασμένο από το σοκ στο Καταφύγιο τους στην Πάρνηθα μετά την εκκένωση της Equitas. Και είχαν δίκιο. Όλα όσα έλεγαν τόσα χρόνια, οι ιδέες και η ανάλυση τους αποδείχτηκαν ακριβώς μπροστά του. Το τέρας της «τάξης και της ασφάλειας» είχε πιάσει την Ελένη Παππά από τον λαιμό και την πέταξε αναίσθητη στο πάτωμα χτυπώντας την μέχρι θανάτου. «Το κράτος δολοφονεί στο όνομα του κεφαλαίου!», συνέχιζαν.
Το καταφύγιο της Πάρνηθας ήταν ένα μισογκρεμισμένο οίκημα, χωμένο μέσα στους βράχους της πλαγιάς με θέα τις Αχαρνές. Υπήρχαν λίγα δωμάτια, αλλά πολλά κρεβάτια κουκέτες, που σε δύσκολες εποχές μπορούσαν να φιλοξενήσουν έως και τριάντα αγωνιστές. Στο μικρό κουζινάκι βρισκόταν μια μικρή τηλεόραση και το ρούτερ. Παρόμοια καταφύγια είχαν φτιαχτεί σε όλες τις ορεινές εκτάσεις της Αττικής, στην Πεντέλη, στον οικισμό Ραπεντώσα και ιδιαίτερα στον Υμηττό. Τα καταφύγια του Υμηττού μέσα σε σπήλαια και γκρεμισμένους οικισμούς, μάλιστα, είχαν φτιαχτεί κατά την διάρκεια των λαϊκών κινητοποιήσεων της διετίας 2004-2005 με χρήματα από το ταμείο του Εργατικού Κόμματος για την στήριξη των καταλήψεων με στόχο την στήριξη ενός ένοπλου αγώνα ανατροπής της κυβέρνησης του Φιλελευθέρου Κόμματος του Θάνου Χριστοδούλου, της οικογένειας Σπήλιου και των ολιγαρχών. Με όσα χρήματα περίσσεψαν από τον Υμηττό, το κοινό Συντονιστικό των καταλήψεων έφτιαξε ακόμα τρία καταφύγια στην Πάρνηθα, στην Πεντέλη και στην Ραπεντώσα. Ο ένοπλος αγώνας δεν έγινε ποτέ, τα καταφύγια όμως δεν έπαψαν ποτέ να είναι χρήσιμα, καθώς οι νέοι και οι νέες των καταλήψεων είχαν πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού τους το ενδεχόμενο τα πράγματα να αγριέψουν.
Όλα αυτά όμως για τον Μιχάλη ήταν δεύτερης διαλογής αναλύσεις. Είχε χάσει την φίλη του και αυτό έφτανε. Δεν ήθελε να μάθει το γιατί και την λογική από πίσω. Δεν τον ένοιαζε αν ήταν πολιτική η δολοφονία. Όχι! Αυτό που τον τυραννούσε ήταν η απώλεια. «Μιχάλη… είσαι καλά… τρεις μέρες δεν έχεις πει τίποτα…».
Δεν του απάντησε. Γύρισε πλευρό στο κρεβάτι και κόλλησε στον τοίχο. «Μιχάλη… σε παρακαλώ απάντα μου…».
Μούγκρισε. «Τα πράγματα στην Αθήνα έχουν ξεφύγει… κάθε μέρα το κίνημα συγκρούεται με την αστυνομία. Η εφημερίδα που δουλεύεις αποκαλύπτει κάθε μέρα νέες πτυχές των σκανδάλων της κυβέρνησης…».
«Και εγώ τι θες να κάνω;», ακούστηκε πνιχτά μέσα από το πάπλωμα.
«Τι να κάνεις; Πρώτα από όλα να θυμηθείς ποιος είσαι, τι κάνεις… ποιος ο προορισμός σου… Ήσουν από τους πρώτους που μίλησε για τα σκάνδαλα του Κορωναίου… μαζί με την Ελένη καταφέρατε να αποκαλύψετε ένα δίκτυο τόσο βαθύ στο κράτος που πλέον έχει οδηγήσει το αστικό σύστημα σε αποσταθεροποίηση…».
«Σε παρακαλώ μην μου μιλάς για αστικό σύστημα… δεν μπορώ…».
«Για αυτό θα σου μιλάω! Γιατί αυτό είναι! Οι συγκρούσεις των τελευταίων ημερών είναι ταξικές! Σκέψου το… ο Κορωναίος αναπαρήγαγε τον όρο της ‘τάξης ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας’ για να ξεγελάσει όσους ήταν δυσαρεστημένοι με το Εργατικό Κόμμα. Έφτιαξε έναν λαό που δεν υπάρχει. Όλοι εμείς είμαστε το ίδιο. Βιοπαλαιστές. Κάθε μέρα αγωνιζόμαστε να τα βγάλουμε πέρα, να ζήσουμε μια ζωή αξιοπρεπή, μια ζωή που να αξίζουμε… Ο Κορωναίος ξεγέλασε την ελληνική κοινωνία, μας έστρεψε τον έναν έναντι του άλλου, ενώ ο πραγματικός αντίπαλος ήταν τα συμφέροντα που εκπροσωπεί αυτός… Το αστικό σύστημα…».
Βγήκε από την κουβέρτα και η κοπέλα που του μιλούσε, του έδωσε το κινητό της. Του έδειξε ένα άρθρο από το ifora.gr. «Ο πρωθυπουργός συνεργάζεται με διαπλεκόμενους, βιαστές και διεστραμμένους. Η αντιπολίτευση απαιτεί εξηγήσεις». Κοίταξε στα δακρυσμένα μάτια του. Ήταν σαν να του έλεγαν «βλέπεις… ο κόσμος επαναστατεί…». Την κοίταξε και εκείνος.
«Εγώ τι θες να κάνω…», είπε.
«Σήμερα η ΦυλΙΑ έχει συγκέντρωση στο Σύνταγμα… πρέπει να πάμε…».
«Δεν μπορώ με ψάχνουν… δεν μπορώ να εμφανιστώ… Θα ήταν θέμα χρόνου να με βρουν και θα θέσω και όσους αγαπώ σε κίνδυνο…».
«Δεν θα έχεις κανένα θέμα… Μίλησα με τον Τριανταφύλλου… θα σε καλύψει…».
«Δεν θέλω να τον βάλω σε κίνδυνο…».
«Άκου λίγο!», τον διέκοψε. «Δεν μπορούμε να κρυβόμαστε στα βουνά όσο οι σύντροφοι μας δίνουν την μάχη κάτω… Δεν μπορούμε να λείπουμε… αυτή είναι η στιγμή μας… το ραντεβού με την ιστορία…».
Γέλασε. «Ξέρεις πόσο μου αρέσει αυτή η φράση;», είπε στην κοπέλα. Του φαινόταν τόσο μεγαλειώδης, σημαντική. Είχε κύρος. Ήταν σαν η ιστορία να ήταν το πεπρωμένο ενός λαού. Να γράψει την δική του ιστορία, το δικό του αποτύπωμα στον κόσμο. «Σε πόση ώρα φεύγουμε;», συμπλήρωσε και σηκώθηκε από το κρεβάτι.
Οργάνωση «Φύλο, Ισότητα, Αγώνας»
Σύνταγμα
Η Φιλιώ Μεγαπάνου δεν περίμενε σε καμία περίπτωση τόσο πολύ κόσμο στην συγκέντρωση της Οργάνωσης στο Σύνταγμα. Δεν μπορούσε να διακρίνει καν το τέλος της συγκέντρωσης. Είχε ανατριχιάσει. Η ΦυλΙΑ είχε καταφέρει να αναβιώσει κινηματικές προδιαθέσεις, γνωστές από τους δημοκρατικούς αγώνες του 114 και της Μεταπολίτευσης, και αυτό ήταν ιστορικό. Όλοι θεωρούσαν ότι η 13χρονη κυριαρχία του Εργατικού Κόμματος και η μεγάλων διαστάσεων ήττα του στον Μάιο σήμανε και το τέλος των κινημάτων στην Ελλάδα. Κι όμως όλοι έκαναν λάθος. Ο ελληνικός λαός ήταν εκεί, απέναντι από το Κοινοβούλιο για να δώσει ένα μήνυμα στους κυβερνώντες. «Κυβερνάτε στο όνομα του Λαού!». Στην πρώτη γραμμή βρίσκονταν τα στελέχη της οργάνωσης που έδιναν τον ρυθμό του αγώνα και των συνθημάτων.
«Πρωθυπουργός και Κράτος, οι ίδιοι βιαστές. Κορίτσια εξαφανίζουν! Δεν έχουνε ψυχές…», φώναζαν με μια διθυραμβική μελωδία.
Οι πινακίδες ακουμπούσαν σχεδόν τα σύννεφα. Τα συνθήματα τους, πολλά από αυτά υβριστικά, άλλα με δόσεις αλήθειας, ταρακουνούσαν το Σύνταγμα, σαν δημοκρατικός σεισμός. «Η Βουλή είναι μπουρδέλο, μόνο που της λείπει το κόκκινο φωτάκι», έγραφε μία, ενώ μια άλλη είχε μια ζωγραφιά, έναν κουστουμαρισμένο άντρα, που χαμογελούσε, κρατώντας από το στόμα ένα μικρό κοριτσάκι, με δακρυσμένα μάτια. Πάνω έγραφε. «Το Κράτος τους σκοτώνει, βιάζει, καταστρέφει».
Ακούστηκε ένα σφύριγμα από μπροστά. Η Φιλιώ χαμογελώντας, συγκινημένη από τη λαοθάλασσα που είχε πίσω της, σήμανε την έναρξη της πορείας. Η νεανική ορχήστρα του Ωδείου Αθηνών, αυθόρμητα χωρίς την άδεια του διευθυντή της, μπήκε μπροστά και άρχισε να παίζει αγωνιστικά τραγούδια. Μια τρομπέτα έκανε την αρχή. «O partigiano portami via O bella ciao, bella ciao, bella ciao ciao ciao».
Το κεντρικό μπλοκ της ΦυλΙΑ, όπου βρίσκονταν και οι γυναίκες που κατήγγειλαν τον Βασιλόπουλο, κρατούσε ένα μεγάλο πανό, που σιγά σιγά πέρασε στους από πίσω. Μέσα σε λίγα λεπτά η μορφή της Ζάρια απλώθηκε σε όλη την Πλατεία Συντάγματος καλύπτοντας την σαν κουβέρτα. Ήταν ορατή από ψηλά. Όπως ορατό ήταν επίσης και το κεντρικό σύνθημα εμπνευσμένο από το hashtag των social media. «Που είναι η #Ζαρια;!».
Αυτό ήταν το τραγούδι της ελευθερίας και της αντίστασης. Το τηλέφωνο της Φιλιώς δονήθηκε. Ένα απλό μήνυμα. «Ο ΓΓ φτάνει», έγραφε και η Φιλιώ κοίταξε τον κλειστό δρόμο από την πλευρά της Σταδίου και είδε μια αυτοκινητοπομπή τριών αυτοκινήτων να καταφθάνει με χαμηλή ταχύτητα. Οι κάμερες των δημοσιογράφων που είχαν στηθεί σχετικά ψηλά εστίασαν στα αυτοκίνητα που σταμάτησαν. Από μέσα βγήκε ο Χάρης Ανδρέου, χαμογελαστός και χαλαρά ντυμένος. Πλησίασε το πρώτο μπλοκ και αγκάλιασε την Φιλιώ, τραγουδώντας και αυτός. «Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗΣ ΣΥΜΜΕΤΕΧΕΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ».
Η παρουσία του άρχισε να σχολιάζετε από τους συγκεντρωμένους. «Συντρόφισσες και σύντροφοι…», είπε η Φιλιώ από το μικρόφωνο. «Ο πρόεδρος του Εργατικού Κόμματος μας βοήθησε στην συγκέντρωση των καταγγελιών εναντίον του τέρατος της κυβέρνησης… Τον ευχαριστούμε!», συνέχισε και ο κόσμος ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Έδωσε το μικρόφωνο στον Ανδρέου.
«Συντρόφισσες και σύντροφοι… λένε ότι αυτή η συγκέντρωση είναι παράνομη… Λένε ότι ο λαός είναι παράνομος… Εγώ λέω ότι ο λαός είναι ο νόμος και σήμερα έθεσε εκτός νόμου την αυταρχική κυβέρνηση του κυρίου Κορωναίου!».
«E se muoio da partigiano Tu mi devi seppellir E seppellire lassù in montagna O bella ciao, bella ciao, bella ciao ciao ciao».
Οι υπάλληλοι της Βουλής βγήκαν στα παράθυρα και άρχισαν να χειροκροτάνε, ενώ πολλοί από αυτούς κατέβηκαν και εντάχθηκαν στην πορεία. Οι μονάδες των ΜΑΤ άρχισαν να συγκεντρώνονται στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, παρατάσσοντας τις ασπίδες τους, ενώ ο Ανδρέου μαζί με στελέχη του Εργατικού Κόμματος στάθηκαν μπροστά στην πορεία, σε μικρή απόσταση από αυτούς. Τα τύμπανα συντονίζονταν με τις καρδιές και τις ψυχές των ανθρώπων, φτιάχνοντας ένα τείχος σωμάτων μπροστά από το Κοινοβούλιο. Ήταν πάρα πολύς ο κόσμος και η Φιλιώ σκεφτόταν πολύ σοβαρά να μετατρέψουν την πορεία σε απλή συγκέντρωση. Αφού μίλησε πολύ γρήγορα με τις συντρόφισσες της στο μπλοκ της ΦυλΙΑ αποφάσισαν να κρατήσουν το σχέδιο της πορείας και ξεκίνησαν μαζί με τα στελέχη του Εργατικού Κόμματος, έχοντας πάντα επάνω τους το πανό.
Έστριψαν στην Σταδίου. Τα ΜΑΤ τους ακολούθησαν. «Με ενημέρωσαν ότι συμμετέχουν χιλιάδες, εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες…», είπε ο Ανδρέου και η Φιλιώ τον χάιδεψε στον ώμο, χωρίς να μπορεί να μιλήσει από την συγκίνηση.
Οι άντρες των ΜΑΤ τους κοιτούσαν πολύ περίεργα.
«Έχουν αλλάξει. Δεν είναι τα ίδια πρόσωπα. Σαν τους έχουν κάνει πλύση εγκεφάλου. Διψούν για αίμα…», σκέφτηκε ο Ανδρέου, έκπληκτος από τα μάτια και τις εκφράσεις των προσώπων τους. Ο Φιλίδης έκανε πολλές αλλαγές στην εκπαίδευση των αστυνομικών και ειδικά των ειδικών φρουρών και των ΜΑΤ, ενώ μάλιστα φημολογούταν ότι σε μια εσωτερική σύσκεψη με την ηγεσία της αστυνομίας είχε πει ότι «κράτος είναι η αστυνομία». Ξεκάθαρα χουντική αντίληψη, αλλά και πάλι ο Φιλίδης θεωρούνταν από τους μετριοπαθείς του Φιλελεύθερου Κόμματος. Από την άλλη ο Κλεομένης Δράκογλου ήταν ακραίος, στα όρια του φασισμού. Δηλωμένος στο παρελθόν φιλοχουντικός, λάτρης του Θεοφιλογιαννάκου, πρόσφατα όμως «μετανιωμένος». Ο μεγαλύτερος φόβος του Ανδρέου ήταν να ξεφύγει η κατάσταση και να μετατραπεί η Αθήνα σε εμπόλεμη ζώνη.
Η πορεία συνέχιζε χωρίς εντάσεις, οι δρόμοι όμως άρχιζαν να στενεύουν και η Φιλιώ δεν ήθελε να βρεθούν πολύ κοντά στους ανθρώπους των ΜΑΤ. Η πορεία απλωνόταν από την Ομόνοια μέχρι το Σύνταγμα. Πλησίαζαν στην Πλατεία Ομόνοιας, και ξεκίνησαν να συζητάνε προς τα που θα συνέχιζαν. Μπορούσαν να σταματήσουν βέβαια εκεί και να πιάσουν πάλι τα τραγούδια, αλλά θα ήταν πιο σημαντικό να έφταναν τουλάχιστον μέχρι την Πλατεία Κουμουνδούρου. Τελικά αποφάσισαν να πάρουν την Αγίου Κωνσταντίνου και να κατευθυνθούν προς το Wyndham. «Σύντροφοι… συνεχίζουμε προς…», ξεκίνησε να λέει αλλά σταμάτησε. Ο Ανδρέου δεν πίστευε αυτό που έβλεπε. Δεν είχε ξανασυμβεί ποτέ κάτι τέτοιο. Κλούβες των ΜΑΤ είχαν κλείσει τις οδούς Τσαλδάρη και Αγίου Κωνσταντίνου και άντρες είχαν παραταχθεί σε δύο σειρές εμπρός από αυτές. Η Φιλιώ κοίταξε γρήγορα γύρω της. Δεν υπήρχε ούτε ένας δημοσιογράφος, ούτε μία κάμερα για να καλύψει την πορεία ή την σύγκρουση με τις δυνάμεις της αστυνομίας.
Τα νέα διαδόθηκαν με ταχύτητα φωτός μέσα στην πορεία, αλλά δεν πρόλαβαν να αντιδράσουν. Τα ΜΑΤ άρχισαν να πετούν δακρυγόνα προς τους συγκεντρωμένους και ο κόσμος άρχισε να υποχωρεί. Ο Ανδρέου υποχώρησε προς εσωτερικό της πορείας και οι σωματοφύλακες του τον προστάτεψαν απομακρύνοντας τον από τον κύριο όγκο της συγκέντρωσης προς έναν παράδρομο. Οι διαμαρτυρόμενοι άρχισαν να τρέχουν προς κάθε κατεύθυνση μακριά από την Πλατεία Ομόνοιας. Μέσα από το πλήθος εμφανίστηκαν κουκουλοφόροι.
«Όχι!», φώναξε η Φιλιώ μπουκωμένη από τον καπνό, αλλά δεν πρόλαβε. Οι συντρόφισσες της την τράβηξαν μακριά από τους κουκουλοφόρους, που πετούσαν πέτρες στις δυνάμεις των ΜΑΤ. Τότε έκαναν την εμφάνιση τους και οι δημοσιογράφοι με τις κάμερες τους. «Είμαστε εδώ σε απευθείας σύνδεση με την Ομόνοια όπου έχουν ξεσπάσει επεισόδια ανάμεσα σε κουκουλοφόρους και αστυνομία…», είπε η ρεπόρτερ στην κάμερα. «Όλα ξεκίνησαν όταν η πορεία αντίκρυσε τις κλούβες των ΜΑΤ. Τότε έκαναν την εμφάνιση τους οι κουκουλοφόροι…».
«Λέτε ψέματα!», φώναξε η Φιλιώ και έτρεξε προς την κάμερα. «Αυτοί τα ξεκίνησαν όλα! Ψεύτες!».
Η κάμερα έκλεισε και η Φιλιώ συνέχισε να βρίζει την ρεπόρτερ, η οποία άρχισε να κλαίει μπροστά της. Δεν ήταν από τα δακρυγόνα, αλλά από την πίεση. Ηρέμισε και την κοίταξε. «Γιατί κλαις;», είπε η Φιλιώ.
«Σε παρακαλώ… την δουλειά μου κάνω… ότι μου λένε κάνω…», είπε τρέμοντας και συνέχισε να κλαίει. Ο κάμεραμαν την αγκάλιασε. «Σε παρακαλούμε… άσε μας… έχουμε οικογένειες…», είπε αυτός και η Φιλιώ σοκαρίστηκε. Απομακρύνθηκε τρομοκρατημένη και μπερδεμένη. Το μεγάλο πανό τους είχε γίνει κουρέλι στα πόδια όσων έτρεχαν να σωθούν από την ρίψη νερού και από τα χημικά. Το πρόσωπο της Ζάρια χανόταν στις γαλότσες των ΜΑΤ και σύντομα η Ομόνοια άδειασε και το μόνο που έμεινε ήταν καμένοι κάδοι και θυμός. Πάνω από τον θυμό όμως, ήταν η θέληση για αλλαγή, για μια άλλη κοινωνία, μια κοινωνία που σίγουρα δεν ήθελε ο Μάρκος Κορωναίος και το συνάφι του.