Σκοτεινός Νοέμβρης, Πολιτική φαντασία μιας εκτροπής XVIII
Η parallaxi φιλοξενεί ένα πολιτικό θρίλερ δια χειρός Φώτη Κυζάκη, σε συνέχειες - Σήμερα το 18o μέρος
Λέξεις: Φώτης Κυζάκης
Στο αποκορύφωμα της σύγκρουσης για το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης, στην Ελλάδα συντελείται μια μεγάλη πολιτική αλλαγή. Ο Μάρκος Κορωναίος είναι ο πολιτικός που καταφέρνει να φέρει το Φιλελεύθερο Κόμμα ξανά στην εξουσία έπειτα από δεκατρία χρόνια πολιτικής κυριαρχίας του Εργατικού Κόμματος.
Η πραγματική δύναμη του όμως πηγάζει από τις δυνάμεις του παρακράτους. Την στιγμή που μια κοινωνική εξέγερση ξεσπά στην Αθήνα, με αφορμή σκάνδαλα σεξουαλικής παρενόχλησης και σωματεμπορίας, οι ευρωπαϊκές εξελίξεις αναδεικνύουν την Ελλάδα στο πιο σημαντικό κομμάτι της διεθνούς σκακιέρας. Το διακύβευμα είναι τεράστιο. Είναι η ηγεμονία στην Ευρώπη.
Το παρελθόν των πολιτικών ελίτ, οι ρίζες της ηγεμονίας του Εργατικού Κόμματος και η συνταγή της νίκης του Μάρκου Κορωναίου ξεδιπλώνονται σε μια ελληνική κοινωνία, που μοιάζει περισσότερο από ποτέ με πυριτιδαποθήκη.
Τον σκοτεινό Νοέμβρη του 2018, η Ελλάδα είναι μια χώρα που φλερτάρει επικίνδυνα με την εκτροπή και ο λαός πρέπει να αποφασίσει: ο Μάρκος Κορωναίος είναι η αυγή μιας νέας βάρβαρης εποχής ή ένας διάττοντας αστέρας, πριν την μεγάλη ανατροπή;
θυμηθείτε εδώ τα προηγούμενα μέρη:
Κεφάλαιο 18ο
11 Νοεμβρίου 2018
Μιχάλης Αντωνιάδης
Περιστέρι
Ο διευθυντής της εφημερίδας τον φιλοξενούσε στο σπίτι του. Ήταν το ελάχιστο που μπορούσε να κάνει μετά τις τόσες πολλές διαφωνίες που είχαν τον τελευταίο καιρό. Το άρθρο για την Γερμανία, η επιμονή του Αντωνιάδη να επιτεθούν στην κυβέρνηση, η ανάγκη της εφημερίδας να επιβιώσει. Όλα αυτά τον είχαν κάνει να αισθάνεται τύψεις για την συμπεριφορά του, επιβάλλοντας του την υποχρέωση να τον στηρίξει σε αυτήν την δύσκολη στιγμή. Αισθανόταν άσχημα για την σχέση τους. Τα μέλη της Equitas τον είχαν ενημερώσει ότι ο Μιχάλης Αντωνιάδης, ο δημοσιογράφος, χρειάζεται στέγη και προστασία. Πρώτα από όλα ανακουφίστηκε που ήταν καλά και έπειτα δέχτηκε με τα χαράς να τον προστατέψει προσωρινά, μέχρι η κατάσταση να εξομαλυνθεί. Μόλις τον είδε να μπαίνει στο σπίτι του κουκουλωμένος τον αγκάλιασε και έκλαψε.
«Πόσο χαίρομαι που είσαι καλά Μιγκέλ! Ξέρω ότι σε ενοχλεί, αλλά δεν με νοιάζει! Φτάνει που είσαι καλά!».
«Μην αγχώνεσαι… όλα καλά…».
«Λυπάμαι για την Ελένη. Ξέρω ότι ήσασταν κοντά…».
«Ναι…», είπε και προσπάθησε να μην κλάψει. «Είμασταν…». Έσπασε. «Πολύ κοντά…». Η φωνή του λύγισε.
«Δεν πρέπει όμως να σταματήσουμε τον αγώνα… τώρα είναι η στιγμή, έστω για χάρη της…».
«Έχεις δίκιο! Όπως πάντα…», φώναξε ο Μάκης Τριανταφύλλου και τον χτύπησε στην πλάτη. «Κάτσε…». Του τράβηξε την καρέκλα και άφησε μπροστά του ένα ποτήρι, το οποίος στην συνέχεια το γέμισε με ουίσκι.
«Άκου το σχέδιο…», συνέχισε και έπιασε μια κόλλα χαρτί και το στυλό του.
«Πρώτον, αύριο θα ανέβει εκ νέου το άρθρο σου για τις δραστηριότητες του πρωθυπουργού στην Γερμανία. Έχω ήδη αναθέσει σε μερικούς ακόμα συναδέλφους να ερευνήσουν την υπόθεση για τυχόν προεκτάσεις της. Θα ανέβουν και αυτά τα άρθρα. Εντωμεταξύ ετοιμάζουμε μια συνέντευξη του αρχηγού της αντιπολίτευσης, την οποία θα ήθελα να πάρεις εσύ. Προγραμματίζεται να γίνει μετά την 17 Νοέμβρη. Αν υπάρχει ακόμα κράτος δηλαδή…».
Ο Μιχάλης τον κοίταξε καχύποπτα. «Δεν θα με ρωτήσεις τι έγινε στην κατάληψη;».
Ο Τριανταφύλλου έβγαλε τα γυαλιά του και αναστέναξε. «Δεν ξέρω… δεν…». Σταμάτησε. Δεν το ξεκινούσε καλά.
«Είμαι σίγουρος ότι ήταν μια τραυματική εμπειρία. Κανείς δεν περίμενε τόσο ξεδιάντροπα η αστυνομία να σκοτώσει πολίτη. Τα κανάλια δεν το ανέφεραν καν. Ένας άνθρωπος σκοτώθηκε και τα μέσα δεν έκαναν τίποτα. Είναι τραγικό… Για αυτό δεν σε ρώτησα… δεν ήθελα να σου θυμίσω κάτι που είμαι σίγουρος πως θες να ξεχάσεις…», συνέχισε.
«Αντιθέτως…». Ήπιε μια γουλιά από το ουίσκι του, πιστεύοντας πως τα κόκκινα βουρκωμένα μάτια του δεν φαίνονταν καλά. «Δεν θέλω καθόλου να ξεχάσω…».
Το δικαίωμα στην επανάσταση
Πλατεία Συντάγματος
Η πορεία ήταν πιο μαζική από την χθεσινή. Ακόμα πιο πολλοί Αθηναίοι κατέβηκαν στους δρόμους για να διαδηλώσουν ενάντια στην διαφθορά της κυβέρνησης Κορωναίου, να ζητήσουν δικαιοσύνη, απόδοση ευθυνών και κυρίως εξηγήσεις για όλα τα δίκτυα παρακμής και παρακράτους εντός αυτής της δυστοπικής ελληνικής δημοκρατίας. Η αστυνομία ήταν σχεδόν ανίκανη να ελέγξει όλο αυτό το πλήθος και το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να περιορίζει σε ορισμένα σημεία τον όγκο του. Παρόλαυτα, παντού στον αέρα αισθανόσουν ότι είχε χαθεί ο έλεγχος και ότι μόνο μια μικρή σπίθα μπορούσε να βάλει φωτιά όλη την πρωτεύουσα.
«Παραιτήσου! Παραιτήσου! Παραιτήσου!», φώναζαν οι διαδηλωτές μπροστά από το κτήριο της Βουλής και ο Μιχάλης Αντωνιάδης ήταν εκεί, μαζί με τον Μάκη Τριανταφύλλου. Βρίσκονταν μπροστά, στο μπλοκ της ΦυλΙΑ ύστερα από πρόσκληση της Φιλιώς Μεγαπάνου, λόγω της εξαιρετικής συνεργασίας της εφημερίδας με την οργάνωση για την αποκάλυψη των πράξεων του Βασιλόπουλου.
«Χαίρομαι για την γνωριμία…», είπε η Φιλιώ και έδωσε το χέρι της στον Μιχάλη. «Και συλλυπητήρια για την Ελένη Παππά».
Ο Μιχάλης της έδωσε το χέρι του χαμογελώντας. «Ευχαριστούμε πολύ. Ευχαριστούμε και για την πρόσκληση. Είναι μεγάλη μας τιμή…».
«Μην ευχαριστείς εμένα! Να ευχαριστήσεις την Ιωάννα μας!», απάντησε η Φιλιώ και σύστησε την Ιωάννα Λαλιώτη στον Μιχάλη. «Εκείνη είχε το θάρρος να μιλήσει και να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου!».
Ο Μιχάλης χαμογέλασε.
«Πραγματικά σε θαυμάζω για το θάρρος σου! Μπράβο και πάλι μπράβο!».
Η Ιωάννα κοκκίνησε και άπλωσε αμήχανα και συνεσταλμένα το χέρι της.
«Ευχαριστώ… Ευχαριστώ πολύ. Το ζήτημα είναι να αρχίσουμε όλοι να μιλάμε! Και πραγματικά, δεν υπάρχει μεγαλύτερη ηρωΐδα από την Ελένη Παππά…».
Ο Μιχάλης κούνησε το κεφάλι του καταφατικά. Δεν ήθελε να μιλήσει για την Ελένη. Τα καθάρματα που την σκότωσαν βρίσκονταν ακριβώς μπροστά τους. Ήταν οι θερμοκέφαλοι του καθεστώτος Κορωναίου. Αυτοί που είχαν εκπαιδευτεί απλά για να σκοτώνουν, που ακολουθούσαν εντολές εξάλειψης κάθε «καρκινώματος».
Η Φιλιώ χαμογέλασε και τον χάιδεψε στον ώμο, κλείνοντας έπειτα το μάτι στον Αντωνιάδη.
«Θα γίνει πορεία;», ρώτησε ο διευθυντής της εφημερίδας σταυρώνοντας τα χέρια του. Οι μορφασμοί του προσώπου της μαρτύρησαν ότι πραγματικά δεν γνώριζε. Ο σχεδιασμός ήταν να κάνουν τον κύκλο του κέντρου της Αθήνας, αλλά μετά τα χθεσινά μάλλον θα το απέφευγαν. Εξάλλου ήταν πάρα πολύς ο κόσμος, που μόνο η μαζική του παρουσία στην Πλατεία Συντάγματος έφτανε για να πάρουν οι κυβερνώντες το μήνυμα.
«Μάλλον όχι…», είπε και σταμάτησε για να κοιτάξει το πλήθος. «Ειδικά μετά τα χθεσινά. Αλλά έτσι κι αλλιώς ο κόσμος είναι πάρα πολύς για να τον κινήσουμε. Φαίνεται πως τα χθεσινά ρεζιλίκια της κυβέρνησης κινητοποίησαν την πόλη… έχουμε κι άλλο όμως…».
«Έχει ξεφύγει πλέον από τις καταγγελίες και το δίκτυο. Το ζήτημα έχει πολιτικοποιηθεί πάρα πολύ…», σχολίασε ο Μιχάλης.
«Ναι! Αυτό είναι που θέλαμε. Πλέον ο κόσμος ζητά δικαιοσύνη όχι μόνο για τα κορίτσια που βιάστηκαν ή τιμωρία για όσους συμμετείχαν στο δίκτυο του Ράλλη… Πλέον ο κόσμος ζητά πολιτική αλλαγή. Δεν είναι κάτι συνηθισμένο αυτό! Όλοι αυτοί…», είπε η Μεγαπάνου και έδειξε τους συγκεντρωμένους, που βροντοφώναζαν.
«Όλοι αυτοί σηκώθηκαν από τους καναπέδες τους γιατί ακριβώς είδαν μια κυβέρνηση να έχει ξεπεράσει τα όρια, να βιάζει, να σκοτώνει… και την ίδια στιγμή κανείς να μην τιμωρείται… Αυτό βλέπεις είναι το χάσμα που φέρνει όλες τις μεγάλες αλλαγές, που κάνει τον λαό να παίρνει την τύχη στα χέρια του! Είναι το δικαίωμα στην επανάσταση!», συνέχισε.
Ο Μιχάλης είχε εντυπωσιαστεί.
«Το δικαίωμα στην επανάσταση…», σκέφτηκε. Αυτός θα ήταν ο τίτλος του επόμενου του άρθρου. Ήταν φανταστικό γιατί ακριβώς εξέφραζε όλη αυτήν την ταραγμένη περίοδο. Την κοινωνική αποποινικοποίηση της ριζοσπαστικής αριστεράς, την σύγκρουση του λαού με μια κυβέρνηση που δεν θέλει επαναστάσεις, αλλά τάξη και ασφάλεια και που την ίδια στιγμή δέρνει, σκοτώνει, βιάζει. Τάξη και ασφάλεια για τους δικούς τους και ξύλο για τους αντιφρονούντες. Του άρεσε πολύ. Κάποιος φώναζε την Φιλιώ. Ήταν ο επικεφαλής της επιχείρησης της αστυνομίας. Η Φιλιώ ήταν ένα ήρεμο πνεύμα και πάντα συζητήσιμη με την αστυνομία.
«Παρακαλώ… πείτε μου…», είπε και αμέσως γύρω τους μαζεύτηκαν οι κάμερες των καναλιών.
«Θα σας παρακαλούσα να σταματήσετε την διαδήλωση σας…», είπε ο αξιωματικός, με υπόκρουση διάφορων φωνών από τον ασύρματο που κρατούσε. «Και να επιτρέψετε στις δουλειές σας, χωρίς φασαρίες και επιπλέον συγκρούσεις… είμαι σίγουρος ότι έχουμε όλοι κουραστεί…».
«Κύριε αστυνόμε βλέπετε όλο αυτό το πλήθος;», τον ρώτησε εκείνη. «Είναι ο λαός. Πως θέλετε να ζητήσω εγώ από τον λαό να γυρίσει σπίτι του… Είναι σπίτι του! Στον δρόμο! Στην Πλατεία Συντάγματος!».
Τόνισε τις τελευταίες λέξεις.
«Σας παρακαλώ». Αυτές ήταν οι εντολές του και το καταλάβαινε, αλλά δεν μπορούσε να κάνει τίποτα.
«Εγώ σας παρακαλώ…», είπε και έπιασε το μικρόφωνο που της έδωσε μια από τις κοπέλες της πρώτης γραμμής. «Συντρόφισσες και σύντροφοι. Η αστυνομία μας ζητά να γυρίσουμε σπίτι…».
«Μπάτσε! Μπάτσε! Στην τρύπα σου!», φώναξε ο κόσμος και η Φιλιώ κοίταξε τον αστυνόμο. «Εδώ είναι το σπίτι μας κύριε αστυνόμε».
«Μάλιστα, όπως θέλετε», είπε και απομακρύνθηκε λέγοντας κάτι στον ασύρματο. Κούνησε το κεφάλι του σε έναν από τους άντρες των ΜΑΤ και εισήλθε στο ανθρώπινο τείχος που είχαν σχηματίσει. Οι μονάδες της τάξης τοποθέτησαν τις ασπίδες μπροστά τους και άρχισαν να πλησιάζουν. Ξαφνικά οι κάμερες και οι δημοσιογράφοι εξαφανίστηκαν. Η Φιλιώ κατάλαβε αμέσως τι επρόκειτο να συμβεί και πέρασε από την μέσα πλευρά του πανό και του μπλοκ. Σήκωσε το μικρόφωνο και φώναξε. «Μην εξυπηρετείτε το κράτος της βίας…», αλλά δεν πρόλαβε να συνεχίσει αφού μια ριπή νερού διέσπασε το μπλοκ της ΦυλΙΑ. Ο κόσμος βροντοφώναξε και διαλύθηκε, υποχωρώντας προς τα πίσω. Η συγκέντρωση χωρίστηκε στα δύο και οι συγκεντρωμένοι πολίτες άρχισαν να τρέχουν προς τα στενά του κέντρου.
Ο Μιχάλης ακολούθησε την Φιλιώ προς την Ομόνοια. Παρά το γεγονός ότι την είχε μόλις γνωρίσει ένιωθε πραγματικά ότι μπορούσε να την εμπιστευτεί. Έτρεχαν χωρίς σταματημό σε παράλληλες παραδρόμους της οδού Αθηνάς προσπαθώντας να φτάσουν στην Πλατεία, με την ελπίδα ότι θα μπορούσαν να φύγουν από το κέντρο. «Δεν υπάρχει καμία κάμερα! Πως γίνεται αυτό!».
«Έχουν εντολή να μην καλύψουν τα επεισόδια!», φώναξε λαχανιασμένη η Φιλιώ. Ακούστηκε ένας θόρυβος και από μακριά είδανε την Πλατεία Ομονοίας να έχει πιάσει φωτιά.
«Βάλανε σε μια κλούβα φωτιά;», ρώτησε ψιθυρίζοντας και έσπρωξε τον Μιχάλη στην πυλωτή μιας οικοδομής. Περνούσαν δέκα ΜΑΤατζήδες ψάχνοντας για διαδηλωτές.
«Που είναι!;», φώναξε ένας.
«Να υποχωρήσουν από την Ομόνοια. Έχει χαθεί εκεί η περιοχή! Όλοι στο Σύνταγμα να τους σπάσουμε τα κεφάλια!», φώναξε στον ασύρματο και συνέχισε, μαζί με τους άλλους να τρέχει προς την Πλατεία Συντάγματος. Κι άλλη έκρηξη και τότε βροντόφωνές. Ο Μιχάλης της έκανε νόημα να κάνει ησυχία. Μόλις έφυγαν, βγήκαν από την πυλωτή και συνέχισαν να τρέχουν προς την Ομόνοια. Με το που έφτασαν αντίκρυσαν τους διαδηλωτές να συγκρούονται με δυνάμεις των ΜΑΤ, πετώντας πέτρες και διάφορα αντικείμενα. Τα ΜΑΤ απαντούσαν με χημικά. Η Ομόνοια έκαιγε από τα χημικά και τα δακρυγόνα και οι κάτοικοι των γύρω περιοχών κατέφυγαν στο εσωτερικό των σπιτιών τους με δάκρυα στα μάτια και ουρλιάζοντας. «Υποχώρηση!», φώναξε ένας και τότε συγκεντρώθηκαν όλοι σαν σε γραμμή και άρχισαν να υποχωρούν προς την Σταδίου με κατεύθυνση στο Σύνταγμα.
Χτύπησε το κινητό του Μιχάλη. Ήταν ο Τριανταφύλλου. «Ναι!», φώναξε βήχοντας.
«Ναι! Μιγκέλ που είσαι;!», φώναξε ο Τριανταφύλλου.
«Στην Ομόνοια! Εσύ;».
«Σύνταγμα! Έχουν τρελαθεί! Χτυπάνε τον κόσμο μέχρι να ματώσει! Μια κοπέλα λιποθύμησε! Εγώ τρέχω στο αυτοκίνητο! Έλα να με βρεις εκεί γρήγορα!», φώναξε και ο Μιχάλης του απάντησε ότι θα έκανε ότι μπορούσε για να φτάσει γρήγορα. Δεν πρόλαβε να μιλήσει στην Φιλιώ και εκείνη τον τράβηξε στην στάση του ΜΕΤΡΟ στην Ομόνοια. «Που πας; Η στάση είναι κλειστή!», της φώναξε.
«Το ξέρω! Πρέπει να κρυφτούμε!». Κατέβηκαν τα σκαλιά. Πήδηξαν τις μπάρες. Κανένας δεν ήταν εκεί. Ακόμα και οι σεκιούριτι είχαν φύγει μακριά από το κέντρο. Έτρεξαν προς τον χώρο της στάσης, αλλά σταμάτησαν απότομα μόλις άκουσαν μια γυναικεία κραυγή. Ήταν γνώριμη στην Φιλιώ. Κατευθείαν κρύφτηκαν πίσω από μια κολώνα. Ένας ΜΑΤατζής χτυπούσε και φώναζε σε μια κοπέλα. Η Φιλιώ την ήξερε καλά. «Αναστασία!», ψιθύρισε.
«Γουρούνι! Μπάσταρδε!», φώναζε η Αναστασία Παπασπύρου, μέλος της ΦυλΙΑ. Ήθελε να επέμβει, αλλά ο Μιχάλης δεν την άφησε. Της έκανε νόημα να μην βγάλει άχνα. Η Αναστασία σηκώθηκε και περπάτησε προς τα πίσω. Ο ΜΑΤατζής είχε χάσει την επαφή με το περιβάλλον, φώναζε σαν τέρας λέξεις που δεν έβγαζαν νόημα.
«Θα πεθάνεις καριόλα!», φώναζε.
Προσπάθησε να τρέξει, αλλά μόλις έκανε λίγα βήματα την άρπαξε και την πέταξε κάτω. Την χτύπησε με το γκλοπ του στα πλευρά και εκείνη ούρλιαξε. Προσπάθησε να την ξαναχτυπήσει αλλά πέτυχε το πλακάκι της στάσης. Η Αναστασία μπουσούλισε ως την άκρη του δαπέδου, κοντά στην σήραγγα. «Άσε με ρε!», φώναξε κλαίγοντας, ενώ η μύτη της έτρεχε αίμα. Το «τέρας» κατευθύνθηκε ορμητικά προς το μέρος της, σήκωσε το γκλοπ του και εκείνη σήκωσε το χέρι της. Την χτύπησε στον βραχίονα και η Αναστασία ούρλιαξε, αλλά οι φωνές της σταμάτησαν απότομα μόλις έπεσε στις ράγες και την χτύπησε το ρεύμα. Ένα δευτερόλεπτο μετά έφτασε ένας ακόμα ΜΑΤατζής.
«Τι γίνεται εδώ…».
Ο άλλος δεν του απάντησε. Κοιτούσε την νεκρή κοπέλα στις ράγες. «Τι έκανες ρε μαλάκα!», φώναξε και τον πλησίασε.
«Είναι νεκρή ρε μπάσταρδε!», συνέχισε φωνάζοντας και τον χτύπησε με το γκλοπ του στο μπράτσο. «Φύγε από εδώ! Τώρα!».
Εκείνος έτρεξε έξω από την στάση, μαζεύοντας την ασπίδα του, ενώ ο άλλος έβγαλε το κράνος του και το ακούμπησε στο έδαφος. Άρχισε να κλαίει με λυγμούς καταριώντας τον εαυτό του για την δουλειά που είχε επιλέξει. «Γιατί θεέ μου! Γιατί;!», φώναξε και χτύπησε το έδαφος. Άκουσε έναν περίεργο ήχο και γύρισε απότομα το κεφάλι του. Δεν ήταν τίποτα.
Σηκώθηκε όρθιος. Έβαλε πάλι το κράνος του και μίλησε στο ασύρματο. «Κέντρο. Νεκρή νεαρή γυναίκα στην στάση ΜΕΤΡΟ στην Ομόνοια».
Η ανταπόκριση στον ασύρματο για λίγο σίγησε. «Επανέλαβε…», ακούστηκε.
«Επαναλαμβάνω νεκρή νεαρή γυναίκα στην στάση Ομόνοια του ΜΕΤΡΟ… υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες…».
Η άλλη πλευρά αναστέναξε.
«Ελήφθη… υποχώρηση προς Σύνταγμα…». Ο άντρας των ΜΑΤ έτρεξε έξω από την στάση. Μόλις ανέβηκε τις σκάλες, ακούστηκε ένας λυγμός. Η Φιλιώ έκλαιγε βουβά στηριζόμενη στον τοίχο της σήραγγας λίγα μέτρα μακριά από την νεκρή φίλη της. Ήταν σίγουρα νεκρή. Δεν ανέπνεε και το ίδιο ευχόταν και η Φιλιώ για τον εαυτό της. Ευχόταν να της κοπεί η ανάσα εκείνη την στιγμή. Ο Μιχάλης προσπαθούσε να μην κοιτάει. Δεν μπορούσε να ξαναζήσει το ίδιο πράγμα. Κι όμως, δεν είχε επιλογή.
Παντελής Γρίβας
Εκάλη
Μια κοπέλα βρέθηκε νεκρή στην Ομόνοια και η κοινωνία κατηγορεί την αστυνομία. Του το επιβεβαίωσε και ο ίδιος ο Κορωναίος. Πράγματι είχε σκοτωθεί από ένα άντρα των ΜΑΤ. Ταυτόχρονα δεν μπορούσε πλέον να εμποδίσει τον εισαγγελέα να διατάξει έρευνα στον χώρο που σύμφωνα με την καταγγελία δραστηριοποιούνταν το δίκτυο, για αυτό και τον συμβούλεψε να εξαφανίσει όλα τα αποδεικτικά στοιχεία, στον λιγοστό χρόνο που είχε. Κάθε μέρα η κατάσταση γινόταν ακόμα πιο τραγική. Η κυβέρνηση προσπαθούσε να πείσει την Ευρώπη ότι όλα ήταν υπό έλεγχο, την στιγμή που ούτε οι διαδηλωτές μπορούσαν να περιοριστούν ούτε η αστυνομία και οι θερμοκέφαλοι της μπορούσαν να καθησυχαστούν. Αμφότερες οι πλευρές ήθελαν αίμα. Λες και η κοινωνική πίεση των τελευταίων ετών και η πόλωση, η στρατηγική της έντασης που το Φιλελεύθερο Κόμμα και τα ΜΜΕ είχαν δημιουργήσει, ως αντιπολίτευση και ως κυβέρνηση, να επέστρεφαν για εκδίκηση.
Ο Γρίβας σήκωσε το κινητό του και τηλεφώνησε στα Σπάτα. «Μαζέψτε τα γρήγορα… έχουμε ελάχιστο χρόνο… εξαφανιστείτε!».
«Αφεντικό… και τις αλεπούδες;».
«Τι εννοείς;». Ήταν αρκετά ταραγμένος για να σκεφτεί καθαρά.
«Τις αλεπούδες, αφεντικό!», επέμεινε ο υπάλληλος του στα Σπάτα.
«Bάλτε τες στα φορτηγά και κατευθυνθείτε προς τα σύνορα για Βουλγαρία. Θα κανονίσω να περάσετε χωρίς καθυστερήσεις…».
«Μάλιστα αφεντικό…».
«Πριν φύγετε βάλτε φωτιά στο γαμώσπιτο! Δεν θέλω να μείνει τίποτα όρθιο, κατάλαβες;», γρύλισε ο Γρίβας και μόλις άκουσε την επιβεβαίωση από τον υπάλληλο του τερμάτισε την κλήση. Μετά από δύο ώρες, οπότε και έφτασε η αστυνομία στα Σπάτα, η παλιά μονοκατοικία καιγόταν ολόκληρη. Δεν υπήρχε ούτε μισό τετραγωνικό μέτρο που να ήταν προσβάσιμο. Το μόνο που μπορούσαν να κάνουν οι ερευνητές που έστειλε η εισαγγελία το επόμενο πρωί ήταν απλώς να κοιτούν και να περιμένουν μέχρι η πυροσβεστική να σβήσει την πυρκαγιά και να ψάξουν για στοιχεία ανάμεσα στα κάρβουνα. Γνώριζαν πολύ καλά ότι το έργο τους ήταν αδιέξοδο και ανώφελο.
Ο Γρίβας, μόλις τα φορτηγά αποχώρησαν από τα Σπάτα, κάλεσε τον Κορωναίο. «Τα Σπάτα άδειασαν…», είπε, αλλά ο πρωθυπουργός δεν του απάντησε. Απλά ξεφύσησε και ζήτησε από τον Βουκιντζή, που βρισκόταν μαζί του στο γραφείο, να του φέρει ένα ηρεμιστικό.
«Δεν είμαι καλά Παντελή… έχω κουραστεί… χάνουμε σε όλα τα μέτωπα. Αύριο πρέπει να μιλήσω στην Βουλή για τις αναταραχές και ξέρω ότι θα παίξω με σημαδεμένη τράπουλα. Θα με ξεσκίσει ο Ανδρέου… Πόσο ακόμα πόλωση να τους πουλήσουμε. Πραγματικά αρχίζω να πιστεύω ότι όλο αυτό είναι ένας φαύλος κύκλος. Παραιτήθηκε η Ματθαιούδη… δεν έχουμε πλέον Υπουργό Εσωτερικών…».
«Μην χάνεις την δύναμη σου! Είσαι ο πρωθυπουργός. Εσύ είσαι το κράτος! Δεν θα γίνουν πάλι τα ίδια λάθη. Δεν θα χάσουμε αυτήν την φορά. Όσον αφορά την Ματθαιούδη, άσε το θέμα πάνω μου. Έχω το κατάλληλο άτομο…». Του πρότεινε την Μαριάννα Παπαδοπούλου. «Αυτή δεν είναι στον Εναλλακτικό Συνασπισμό;».
«Ναι, θα το κανονίσω. Είναι δική μας…».
«Μου προτείνεις να βάλουμε την γκόμενα σου στο Υπουργείο;».
«Έχεις κάποιον άλλον που να εμπιστεύεσαι αυτήν την στιγμή; Βάλε την και μετά στον πρώτο ανασχηματισμό δώσε της πόδι. Δεν θα χάσουμε τον έλεγχο…».
Συμφώνησε σιωπηλά.
«Δεν θα κάνουμε τα ίδια λάθη. Δεν θα χάσουμε τον έλεγχο…», επανέλαβε ο Κορωναίος.
«Αυτό δεν είναι εύκολο. Τους νεκρούς μπορούμε να τους κρύψουμε, αλλά είναι δύσκολο να τιθασευτεί ένα τόσο μεγάλο μέτωπο. Πρέπει να γίνει κάτι ώστε να σπάσουν από μόνοι τους και τότε να τους δώσουμε το τελειωτικό χτύπημα».
Ο Βουκιντζής έφερε στον πρωθυπουργό ένα ηρεμιστικό χάπι μαζί με ένα ποτήρι νερό.
«Δώσε μου λίγο χρόνο να σκεφτώ…», συνέχισε ο Γρίβας και το εννοούσε. Πράγματι τους νεκρούς ήταν εύκολο να τους θάψουν επικοινωνιακά, αλλά το δυσκολότερο ήταν να τους εξαφανίσουν ως γεγονός από τις συνειδήσεις των ανθρώπων. Έπρεπε να δημιουργήσουν ένα άλλο γεγονός, ένα γεγονός που θα επισκιάσει τα πάντα. Μια αφορμή για κάτι μεγαλύτερο.